Βαρωνία της Αρκαδίας
Η Βαρωνία της Αρκαδίας (1262-1432), ήταν κρατίδιο υποτελές στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας που ιδρύθηκε το 1261/2 από τον πρίγκιπα Γουλιέλμο Β' Βιλλαρδουίνο. Έδρα της ήταν η Κυπαρισσία στη Μεσσηνία, που το Μεσαίωνα ονομαζόταν Αρκαδία.
Ιστορία
ΕπεξεργασίαΗ βαρωνία της Αρκαδίας ιδρύθηκε αρκετά μετά τις δώδεκα αρχικές βαρωνίες του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Αρχικά, η πόλη της Αρκαδίας (αρχαία και σύγχρονη Κυπαρισσία) αποτελούσε τμήμα των προσωπικών κτήσεων του πρίγκιπα. Η βαρωνία σχηματίστηκε ως αποζημίωση για τον Βιλαίν Α΄ ντ'Ωλναί (Vilain d'Aulnay) μετά την βυζαντινή ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τη Λατινική Αυτοκρατορία το 1261.[1][2] Η βαρωνία καταλάμβανε εδάφη στην σημερινή περιοχή της Κυπαρισσίας στην Μεσσηνία. Έδρα και κατοικία του βαρώνου ήταν το επισκευασμένο αρχαίο Κάστρο της Αρκαδίας[3].
Μετά το θάνατο του Βιλαίν το 1269, μοιράστηκε μεταξύ των δυο γιών του, Εράρδου Α΄ (Erard) και Γοδεφρείδου (Geoffroi). Ο Εράρδος εξαφανίζεται μετά το 1279, οπότε και συνελήφθη αιχμάλωτος των Βυζαντινών, αλλά ο Γοδεφρείδος δεν κατάφερε παρά μόνον το 1293 να ενώσει ξανά τη βαρωνία υπό τον έλεγχό του, χάρη στις παρεμβάσεις των βαΐλων των Ανδεγαυών βασιλέων της Νεαπόλεως, που είχαν κατασχέσει το ήμισυ του Εράρδου.[4] Τον Γοδεφρείδο διαδέχτηκε το 1297 ο γιος του Βιλαίν Β΄, τον οποίο με τη σειρά του διαδέχτηκαν ο γιος του Εράρδος Β΄ και η κόρη του Αγνή (Agnes).[5] Ο Εράρδος πέθανε άτεκνος προ του 1338, και άφησε τη μισή βαρωνία στη χήρα του, Μπαλτζάνα Γκοτσαντίνι (Balzana Gozzadini), που σύντομα παντρεύτηκε τον τριτημόριο βαρώνο Πέτρο νταλε Κάρτσερι (Pierro dalle Carceri). Η Μπαλτζάνα πέθανε σύντομα μετά.[6] Η Αγνή παντρεύτηκε το 1324 τον βαρώνο του Saint-Sauveur και του Αετού, Στέφανο Λε Μωρ (Etienne Le Maure). Μαζί του απέκτησε έναν γιο, τον Εράρδο Γ΄, ο οποίος μέχρι το 1344 κατάφερε να επανενώσει τη βαρωνία, ενώ το 1345 έλαβε το αξίωμα του μαρεσάλου της Αχαΐας.[2][7] Το 1348 ένας Βουργουνδός ιππότης, ο Λουδοβίκος ντε Σαφόρ, με μερικούς συντρόφους του, κατάφερε με δόλο να καταλάβει το κάστρο της Αρκαδίας και να κρατήσει τη γυναίκα και τα παιδιά του Εράρδου ομήρους, με αντίτιμο σημαντικά λύτρα.[8][9] Τον Εράρδο διαδέχτηκε το 1388 μια από τις κόρες του, η οποία παντρεύτηκε τον Ανδρόνικο Ασάν-Ζαχαρία. Έτσι η βαρωνία έγινε τμήμα των εκτεταμένων κτήσεων των Ζαχαρία. Η διαδοχή αυτή αμφισβητήθηκε από τον Εράρδο Λάσκαρη, γιο της αδελφής του Εράρδου Γ΄, αλλά χωρίς αποτέλεσμα, ιδιαίτερα αφού ο Λάσκαρης πέθανε άτεκνος το 1409.[10]
Η Βαρωνία της Αρκαδίας ήταν το τελευταίο υπόλειμμα του Πριγκιπάτου της Αχαΐας που υπέκυψε στους Βυζαντινούς Δεσπότες του Μορέως. Μετά την κατάκτηση της Πάτρας και της Χαλανδρίτσας το 1429-1430, που σήμανε και την ντε φάκτο κατάλυση του Πριγκιπάτου, ο τελευταίος Πρίγκιπας, Κεντυρίων Β΄ Ζαχαρίας, κράτησε μόνο την Αρκαδία ως προσωπικό του φέουδο. Μετά το θάνατό του το 1432 όμως, ο Δεσπότης Θωμάς Παλαιολόγος, καίτοι γαμπρός του Ζαχαρία, κατέλαβε τη βαρωνία και φυλάκισε την χήρα του Ζαχαρία και πεθερά του, η οποία και πέθανε στη φυλακή.[11][12][13]
Βαρώνοι
ΕπεξεργασίαΟίκος ντ'Ωλναί[14][15] 1262-περ. 1338 | ||||
---|---|---|---|---|
Βαρώνος | Διάρκεια | |||
Βιλαίν Α΄ ντ'Ωλναί | 1262-1269 | |||
Εράρδος Α΄ ντ'Ωλναί, γιος του Βιλαίν Α΄ | 1269-1279 | |||
Γοδεφρείδος ντ'Ωλναί, γιος του Βιλαίν Α΄ | 1269 - 1297 | |||
Βιλαίν Β΄ ντ'Ωλναί, γιος του Γοδεφρείδου | 1297 - ; | |||
Εράρδος Β΄ ντ'Ωλναί, γιος του Βιλαίν Β΄ | ; - προ του 1338 | |||
Αγνή ντ'Ωλναί, κόρη του Βιλαίν Β΄, με το σύζυγό της Στέφανο Λε Μωρ |
; - προ του 1344 | |||
Οίκος Λε Μωρ-Ζαχαρία[16] περ. 1338-1432 | ||||
Βαρώνος | Διάρκεια | |||
Εράρδος Γ΄ Λε Μωρ | πριν το 1344 - 1388 | |||
Άγνωστη κόρη του Εράρδου Γ΄, με το σύζυγό της Ανδρόνικο Ασάν Ζαχαρία |
1388-1401 | |||
Εράρδος Δ΄ Ζαχαρίας, γιος του Ανδρόνικου | 1401 | |||
Κεντυρίων Β΄, γιος του Ανδρόνικου | 1401-1432 |
Πηγές
Επεξεργασία- Chroniques greco-romanes : inedites ou peu connues avec notes et tables genealogiques / par Charles Hopf. -- Berlin : Weidmann, 1873. -- xlviii, 538 p. : fold. geneal. tables
- Latin Lordships in Greece, ανακτήθηκε 4 Μαρτίου 2013
- Το Χρονικόν του Μωρέως
- Πέτρος Καλονάρος, Το Χρονικόν του Μορέως, Αθήναι, Αρχαίος Εκδοτικός οίκος Δημ. Δημητράκου Α.Ε., εισαγωγή σελίδα : λβ΄
- Bon, Antoine (1969). La Morée franque. Recherches historiques, topographiques et archéologiques sur la principauté d’Achaïe (στα Γαλλικά). Παρίσι: De Boccard.
- Topping, Peter (1975). «The Morea, 1311–1364». Στο: Hazard, Harry W. A History of the Crusades, Volume III: The fourteenth and fifteenth centuries (στα Αγγλικά). University of Wisconsin Press. σελίδες 104–140. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2013.
- Topping, Peter (1975). «The Morea, 1364–1460». Στο: Hazard, Harry W. A History of the Crusades, Volume III: The fourteenth and fifteenth centuries (στα Αγγλικά). University of Wisconsin Press. σελίδες 141–166. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Μαΐου 2014. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2013.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Bon (1969), σ. 104, 412–413
- ↑ 2,0 2,1 Topping (1975), σ. 120
- ↑ Η Μεσσηνία στις αρχές της Φραγκοκρατίας[νεκρός σύνδεσμος], ανακτήθηκε 3 Μαρτίου 2013
- ↑ Bon (1969), σ. 157, 413
- ↑ Bon (1969), σ. 236, 413
- ↑ Bon (1969), σ. 205, 236, 413
- ↑ Bon (1969), σ. 236–237, 413, 418
- ↑ Bon (1969), σ. 239
- ↑ Topping (1975), σ. 132–133
- ↑ Bon (1969), σ. 276, 413–414
- ↑ Bon (1969), σ. 292–293, 413
- ↑ Topping (1975), σ. 165
- ↑ Δήμος Πύλου-Νέστορος, Φραγκοκρατία Αρχειοθετήθηκε 2017-03-08 στο Wayback Machine., ανακτήθηκε 3 Μαρτίου 2013
- ↑ Libro d'oro Crusader and other European families Αρχειοθετήθηκε 2012-06-15 στο Wayback Machine.
- ↑ Bon (1969), σ. 700
- ↑ Bon (1969), σ. 705, 708