Κίνημα του 1935: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Steliokardam (συζήτηση | συνεισφορές)
ζει η βασιλολαγνεία;
Αναίρεση έκδοσης 6182769 από τον Steliokardam (Συζήτηση)
Γραμμή 5:
Το Κίνημα της 1ης Μαρτίου 1935 ήταν η συνισταμένη των συνωμοτικών ενεργειών διάφορων κύκλων και οργανώσεων της βενιζελικής παράταξης, που απέβλεπαν στην αποτροπή της παλινόρθωσης της [[Βασιλευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία|βασιλευόμενης δημοκρατίας]]. Πίσω από το στόχο αυτό βρισκόταν η επιθυμία των απότακτων βενιζελικών αξιωματικών να ξαναγυρίσουν στο στράτευμα και να προχωρήσουν σε ριζικές εκκαθαρίσεις των αντιφρονούντων, καθώς και η επιδίωξη των πολιτικών της ίδιας παράταξης να επανέλθουν στην εξουσία.<ref name=":0">{{Cite web|url = http://www.topontiki.gr/article/32076/|title = Το αποτυχηµένο κίνηµα του 1935}}</ref>
 
Οι ανησυχίες των βενιζελικών για το μέλλον της [[Προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία|αβασίλευτης δημοκρατίας]] δεν ήταν ίσως απόλυτα δικαιολογημένες, επειδή, παρ΄ όλες τις προκλήσεις των φανατικών βασιλικών, το πολίτευμα δεν κινδύνευε σοβαρά, πολύ λιγότερο μάλιστα από τους φανατισμένους εχθρούς του, που αποτελούσαν μια ανίσχυρη μειοψηφία. Το [[Λαϊκό Κόμμα]], το οποίο στέγαζε τη μεγάλη πλειοψηφία των παλιών βασιλοφρόνων, είχε αναγνωρίσει το [[1932]] την αβασίλευτη δημοκρατία και είχε αναλάβει να εργαστεί στα πλαίσια αυτού του πολιτεύματος. Μολονότι η ηγεσία και ο συμπολιτευόμενος τύπος αρνούνταν να αποκηρύξουν τη βασιλευόμενη δημοκρατία, η άρνησή τους αυτή είχε σχέση μάλλον με την εύλογη επιθυμία να μην προκαλέσουν μια μερίδα των ψηφοφόρων τους και όχι τόσο με τη φανατική τους προσήλωση στο βασιλικό θεσμό.
Τους φόβους του [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Βενιζέλου]], και γενικότερα της ηγεσίας της βενιζελικής παράταξης, ενίσχυαν οι κατά καιρούς αποτάξεις βενιζελικών αξιωματικών και εμφανείς στόχοι των κρατούντων μετά το [[1932]] να απομακρύνουν τους αντιπάλους τους από το στράτευμα και τον κρατικό μηχανισμό γενικά και να τους υποκαταστήσουν σε κάθε τομέα και με κάθε μέσο. Γενικότερα, επρόκειτο για την αντίδραση μιας πολιτικής ηγεσίας που είχε ταυτιστεί με την εξουσία και το κράτος, ύστερα από μακροχρόνια και μονοκομματική διακυβέρνηση, και αρνιόταν να εγκαταλείψει την εξουσία και να αφήσει το πεδίο ελεύθερο στους αντιπάλους της για την εγκαθίδρυση ανάλογου μακροχρόνιου και μονοκομματικού καθεστώτος.
 
Από τα αίτια του κινήματος ξεχωρίζουν δύο:
Η επίκληση πολιτικών και πολιτειακών αρχών και οι αναφορές στον εθνικό διχασμό έδιναν την απαραίτητη ιδεολογική υπόσταση στον αγώνα της ολοκληρωτικής επικράτησης. Η ηγεσία αυτή προτιμούσε να παραμένει δέσμια ενός ιδεολογικού επιφαινόμενου, το οποίο δεν ανταποκρινόταν στις πολιτικοκοινωνικές τομές και τα προβλήματα της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αναζωπύρωση του διχασμού συμπίπτει χρονικά με την πρώτη, ύστερα από δέκα χρόνια μονοκομματικής βενιζελικής διακυβέρνησης, αποτελεσματική πρόκληση εκ μέρους της αντιπολίτευσης. Οι αναφορές στους κινδύνους που απειλούσαν την αβασίλευτη δημοκρατία άρχισαν να πληθαίνουν και να εντείνονται από τότε που το [[Λαϊκό Κόμμα]] αναγνώρισε το πολίτευμα και ανέλαβε να το σεβαστεί, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση.
 
Από τα αίτια του κινήματος ξεχωρίζουν δύο:
*η απόπειρα του Ιουνίου [[1933]] κατά της ζωής του [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Βενιζέλου]] και τον αντίκτυπό της στη νοοτροπία και τις ενέργειες του γηραιού πολιτικού.
*στη σταδιακή αποστέρηση των ερεισμάτων της βενιζελικής - δημοκρατικής παράταξης στο στράτευμα, ιδιαίτερα με αφορμή το [[Κίνημα Πλαστήρα 6ης Μαρτίου 1933]].
Γραμμή 16 ⟶ 14 :
 
Η πρώτη συγκροτήθηκε από αξιωματικούς που υπηρετούσαν στο στρατό και από τα ηγετικά στελέχη της ήταν ο αντισυνταγματάρχης [[Χριστόδουλος Τσιγάντες]], ο αδελφός του λοχαγός [[Ιωάννης Τσιγάντες]], ο συνταγματάρχης [[Στέφανος Σαράφης]] και άλλοι. Σκοπός της οργάνωσης ήταν να εμποδίσει τον [[Γεώργιος Κονδύλης|Γεώργιο Κονδύλη]] να επιβάλει με δικό του κίνημα δικτατορία, αλλά και να ετοιμάσει αντίστοιχα στρατιωτικό κίνημα, για να αποτρέψει ενδεχόμενη μεταβολή του πολιτεύματος. Η δεύτερη οργάνωση, η «Δημοκρατική Άμυνα», συγκροτήθηκε από αποστρατευμένους κυρίως βενιζελικούς αξιωματικούς. Ηγέτες της ήταν οι στρατηγοί [[Αναστάσιος Παπούλας]] και [[Στυλιανός Γονατάς]] αλλά πραγματικός αρχηγός ο [[Νικόλαος Πλαστήρας]], αυτοεξόριστος στη [[Γαλλία]] μετά την [[Κίνημα Πλαστήρα 6ης Μαρτίου 1933|αποτυχία του κινήματος]] που είχε οργανώσει το [[1933]]. Οι δύο αυτές οργανώσεις ενώθηκαν με την πρωτοβουλία του βενιζελικού πολιτικού [[Αλέξανδρος Ζάννας|Αλέξανδρου Ζάννα]] με κοινό στόχο την προάσπιση του πολιτεύματος.<ref name=":0" />
 
Τους φόβους του [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Βενιζέλου]], και γενικότερα της ηγεσίας της βενιζελικής παράταξης, ενίσχυαν οι κατά καιρούς αποτάξεις βενιζελικών αξιωματικών και εμφανείς στόχοι των κρατούντων μετά το [[1932]] να απομακρύνουν τους αντιπάλους τους από το στράτευμα και τον κρατικό μηχανισμό γενικά και να τους υποκαταστήσουν σε κάθε τομέα και με κάθε μέσο. Γενικότερα, επρόκειτο για την αντίδραση μιας πολιτικής ηγεσίας που είχε ταυτιστεί με την εξουσία και το κράτος, ύστερα από μακροχρόνια και μονοκομματική διακυβέρνηση, και αρνιόταν να εγκαταλείψει την εξουσία και να αφήσει το πεδίο ελεύθερο στους αντιπάλους της για την εγκαθίδρυση ανάλογου μακροχρόνιου και μονοκομματικού καθεστώτος.
 
Η επίκληση πολιτικών και πολιτειακών αρχών και οι αναφορές στον εθνικό διχασμό έδιναν την απαραίτητη ιδεολογική υπόσταση στον αγώνα της ολοκληρωτικής επικράτησης. Η ηγεσία αυτή προτιμούσε να παραμένει δέσμια ενός ιδεολογικού επιφαινόμενου, το οποίο δεν ανταποκρινόταν στις πολιτικοκοινωνικές τομές και τα προβλήματα της χώρας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η αναζωπύρωση του διχασμού συμπίπτει χρονικά με την πρώτη, ύστερα από δέκα χρόνια μονοκομματικής βενιζελικής διακυβέρνησης, αποτελεσματική πρόκληση εκ μέρους της αντιπολίτευσης. Οι αναφορές στους κινδύνους που απειλούσαν την αβασίλευτη δημοκρατία άρχισαν να πληθαίνουν και να εντείνονται από τότε που το [[Λαϊκό Κόμμα]] αναγνώρισε το πολίτευμα και ανέλαβε να το σεβαστεί, είτε ως κυβέρνηση είτε ως αντιπολίτευση.
 
==Το Κίνημα==
[[File:Kondylis and Protosyngellos with tank, 1935.png|thumb|right|Ο Υπουργός Στρατιωτικών Γεώργιος Κονδύλης μπροστά σε ένα άρμα Βίκερς, αρχές του 1935]]
Οι κινηματίες απέβλεψαναπέβλεπαν στην κατάληψη του στόλου, ο οποίος, σύμφωνα με τα σχέδιά τους, θα έπαιζεέπαιξε βασικό ρόλο στην επιτυχία του κινήματος. Στόχος τους ήταν ακόμη οοι προσεταιρισμόςστρατιωτικές των στρατιωτικών δυνάμεωνδυνάμεις που έδρευαν στη [[Θεσσαλονίκη]] (Γ' Σώμα Στρατού) και την [[Καβάλα]], (Δ'και Σώματις Στρατού)οποίες θα έθεταν κάτω από τον έλεγχό τους. Με τον έλεγχο του στόλου, των φρουρών Θεσσαλονίκης και Καβάλας, και με την [[Κρήτη]] και τα νησιά του [[Αιγαίο|Αιγαίου]] στη διάθεσή τους, οι κινηματίες θα σχημάτιζαν προσωρινή κυβέρνηση στη [[Θεσσαλονίκη]], επαναλαμβάνοντας το καθεστώς Διχασμού (1916-18), εάναν στο μεταξύ δεν υπέβαλλε παραίτηση η κυβέρνηση στην [[Αθήνα]], όπου οι εκεί μυημένοι αξιωματικοί θα προσπαθούσαν να θέσουν υπόκάτω από τον έλεγχό τους τις φρουρές της πρωτεύουσας περισσότερο για τηντη δημιουργία αντιπερισπασμού.
 
Το κίνημα απέτυχε στην πρώτη και κρίσιμη φάση του, όταν ο στόλος, αντί για τη [[Θεσσαλονίκη]], ο στόλος κατευθύνθηκε προς την [[Κρήτη]], όπου ο [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Βενιζέλος]] ανέλαβε την ηγεσία του κινήματος, ανόχι και όχιόμως δίχωςχωρίς ενδοιασμούς. Οι φρουρές στη [[Βόρεια Ελλάδα]] επαναστάτησαν με μεγάλη καθυστέρηση, και της πρωτεύουσας τέθηκαν και πάλι κάτω από κυβερνητικό έλεγχο, ευθύς μετά την εκδήλωση του κινήματος. Στο μεταξύ η κυβέρνηση του [[Παναγής Τσαλδάρης|Παναγή Τσαλδάρη]] αντέδρασε δυναμικά, αναθέτοντας την καταστολή του κινήματος στον Υπουργό Στρατιωτικών [[Γεώργιος Κονδύλης|Γεώργιο Κονδύλη]]<ref>{{Cite book|title = Η Ελλάδα του Μεσοπολέμου (1922-1940), Εκπαιδευτική Εγκυκλοπαίδεια, Ελληνική Ιστορία, (Τόμος 22 ).|last = Βερέμης|first = Θ.|publisher = Εκδοτική Αθηνών|year = 1999|isbn = 960-213-260-4|location = Αθήνα|pages = 392}}</ref> και προσλαμβάνοντας τον [[Ιωάννη Μεταξά]] ως Υπουργό Άνευ Χαρτοφυλακίου.
 
Ο Κονδύλης, με έδρα του τη Θεσσαλονίκη, κατέπνιξε γρήγορα το κίνημα στη [[Μακεδονία]] μετά από μια σειρά συγκρούσεων και ο ηγέτης των επαναστατών στην περιοχή υποστράτηγος Καμμένος, διοικητής του Δ΄ Σώματος Στρατού στην Καβάλα, αναγκάστηκε να ζητήσει καταφύγιο στις [[11 Μαρτίου]] στη [[Βουλγαρία]]. Τελικά παραδόθηκε και ο στόλος, ενώ ο Βενιζέλος κατέφυγε στην [[Κάσος|Κάσο]] των ιταλοκρατούμενων [[Δωδεκάνησα|Δωδεκανήσων]] και εζήτησε πολιτικό άσυλο. Ουσιαστικά, το κίνημα κατέρρευσε, γεγονός που οφειλόταν στην έλλειψη γενικά αποδεκτού στρατιωτικού αρχηγού, στον ελαττωματικό σχεδιασμό και την κακή εκτέλεση των σχεδίων, στις αντιζηλίες των διαφόρων ομάδων και στην έλλειψη συντονισμού. Τέλος, το κίνημα δεν είχε παρά ελάχιστη απήχηση στο λαό, ο οποίος ένιωθε δυσφορία και κόπωση από τις αυθαίρετες επεμβάσεις των στρατιωτικών στην πολιτική.
 
==Συνέπειες του Κινήματος==
Οι συνέπειες του κινήματος ήταν σοβαρές τόσο για την βενιζελική παράταξη όσο και για τη χώρα γενικά. Ο μεγάλος εθνικός ηγέτης, ο [[Ελευθέριος Βενιζέλος]], αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη χώρα ως κινηματίας, για να πεθάνει ένα χρόνο αργότερο αυτοεξόριστος στο [[Παρίσι]]. Οι πολιτικοί ηγέτες της βενιζελικής παράταξης, συμπεριλαμβανομένων του Βενιζέλου και του Πλαστήρα, που καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο, δικάστηκαν και καταδικάστηκαν σε διάφορες βαριές ή ελαφριές ποινές, σε μια επίδειξη εκδικητικών διαθέσεων εκ μέρους των κρατούντων. Η στρατιωτική ηγεσία του κινήματος, μεταξύ των οποίων ανώτεροι αξιωματικοί, όπως ο [[Στέφανος Σαράφης]] και αδελφοί Τσιγάντε, δικάσθηκαν από έκτακτα στρατοδικεία, καταδικάστηκαν, ταπεινώθηκαν δημόσια και αποτάχθηκαν από το στράτευμα. Αποφεύχθηκαν οι αθρόες εκτελέσεις - εκτελέστηκαν τρεις αξιωματικοί μόνο, ο επίλαρχος Στ. Βολάνης και οι στρατηγοί Αν. Παπούλας (ήρωας της Μικρασιατικής Εκστρατείας!) και Μιλ. Κοιμήσης, όχι αναγκαστικά οι περισσότεροι υπεύθυνοι - όταν υπερίσχυσαν προς στιγμή μετριοπαθή στοιχεία της κυβέρνησης και της αντιβενιζελικής παράταξης γενικά.
 
Το σπουδαιότερο όμως, από την άποψη των μακροπρόθεσμων συνεπειών, ήταν ότι αποτάχθηκε ένα μεγάλο και ασφαλώς το σπουδαιότερο μέρος των βενιζελικών - δημοκρατικών αξιωματικών του στρατού και του ναυτικού. Η απόταξη των βενιζελικών αξιωματικών, περισσότερο από κάθε άλλη ενέργεια ή μέτρο της νικήτριας παράταξης, εξουδετέρωσε τα ερείσματα της βενιζελικής παράταξης στο στράτευμα και διευκόλυνε όχι μόνο την παραμονή της αντιβενιζελικής παράταξης στη εξουσία, αλλά και τη σταδιακή δημιουργία μονοκομματικού κράτους. Αποφασισμένη να προχωρήσει στην ολοκληρωτική εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού, από τα βενιζελικά στοιχεία, η κυβέρνηση Τσαλδάρη κατάργησε την ισοβιότητα των δικαστικών και ανέστειλε τη μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων. Ακόμα, κατάργησε τη [[Γερουσία (1927)|Γερουσία]], διέλυσε τη Βουλή και προκήρυξε [[Ελληνικές εκλογές 1935 (Εθνική Συνέλευση)|εκλογές Συντακτικής Συνέλευσης]] για τον Ιούνιο του [[1935]].