Η κεντρική επιστήμη
Η χημεία αποκαλείται συχνά ως η κεντρική επιστήμη λόγω του ρόλου της στη διασύνδεση των φυσικών επιστημών,[1] που περιλαμβάνουν τη χημεία, με τις βιοεπιστήμες και τις εφαρμοσμένες επιστήμες όπως την ιατρική και τη μηχανική. Η φύση αυτής της σχέσης είναι ένα από τα κύρια θέματα στη φιλοσοφία της χημείας και στην επιστημομετρία. Η διατύπωση αυτή έγινε δημοφιλής με τη χρήση της σε ένα εγχειρίδιο που δημοσιεύτηκε από τους Theodore L. Brown και H. Eugene LeMay, με τον τίτλο Chemistry: The Central Science, το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1977, και με τη 13η έκδοση αυτού που δημοσιεύτηκε το 2014.[2]
Ο κεντρικός ρόλος της χημείας φαίνεται ξεκάθαρα στη συστηματική και την ιεραρχική ταξινόμηση των επιστημών από τον Ογκίστ Κοντ. Κάθε κλάδος παρέχει ένα γενικότερο πλαίσιο για την περιοχή που προηγείται (μαθηματικά → αστρονομία → φυσική → χημεία → βιολογία → κοινωνικές επιστήμες).[3] Οι Balaban και ο Klein πρότειναν πιο πρόσφατα ένα διάγραμμα που δείχνει τη μερική διάταξη των επιστημών στις οποίες η χημεία μπορεί να υποστηριχθεί ότι είναι «η κεντρική επιστήμη», καθώς παρέχει σημαντικό βαθμό διακλάδωσης. Κατά το σχηματισμό αυτών των συνδέσεων το χαμηλότερο πεδίο δεν μπορεί να μειωθεί πλήρως στα υψηλότερα. Αναγνωρίζεται ότι τα κατώτερα πεδία διαθέτουν αναδυόμενες ιδέες και έννοιες που δεν υπάρχουν στα ανώτερα πεδία της επιστήμης.
Έτσι, η χημεία βασίζεται στην κατανόηση των νόμων της φυσικής που διέπουν σωματίδια, όπως άτομα, πρωτόνια, νετρόνια, ηλεκτρόνια, θερμοδυναμική κ.λπ. αν και έχει αποδειχθεί ότι δεν «ανάγεται πλήρως» στην κβαντική μηχανική.[4][5] Έννοιες όπως η περιοδικότητα των στοιχείων και οι χημικοί δεσμοί στη χημεία αναδύονται στο ότι είναι περισσότερες από τις υποκείμενες δυνάμεις που ορίζονται από τη φυσική.
Με τον ίδιο τρόπο, η βιολογία δεν μπορεί να αναχθεί πλήρως στη χημεία, αν και ο μηχανισμός που είναι υπεύθυνος για τη ζωή αποτελείται από μόρια. Για παράδειγμα, ο μηχανισμός της εξέλιξης μπορεί να περιγραφεί με όρους χημείας με την κατανόηση ότι είναι μια μετάλλαξη της σειράς των γενετικών ζευγών βάσεων στο DNA ενός οργανισμού. Ωστόσο, η χημεία δεν μπορεί να περιγράψει πλήρως τη διαδικασία αφού δεν περιέχει έννοιες όπως η φυσική επιλογή που είναι υπεύθυνες για την κινητήρια δύναμη της εξέλιξης. Η χημεία είναι θεμελιώδης για τη βιολογία, καθώς παρέχει μια μεθοδολογία για τη μελέτη και την κατανόηση των μορίων που συνθέτουν τα κύτταρα.
Οι συσχετίσεις και συνδέσεις που δημιουργούνται από τη χημεία διαμορφώνονται διαμέσου ορισμένων υποκλάδων που χρησιμοποιούν τεχνικές έννοιες από πολλαπλά επιστημονικά αντικείμενα. Η χημεία και η φυσική χρειάζονται και οι δύο στους τομείς της φυσικοχημείας, της πυρηνικής χημείας και της θεωρητικής χημείας. Η χημεία και η βιολογία διασταυρώνονται στους τομείς της βιοχημείας, της ιατρικής χημείας, της μοριακής βιολογίας, της χημικής βιολογίας, της μοριακής γενετικής και της ανοσοχημείας. Η χημεία και οι γεωτεχνικές επιστήμες διασταυρώνονται σε τομείς, όπως η γεωχημεία και η υδρολογία.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ John M. Malin “International Year of Chemistry - 2011 Chemistry – our life, our future” «Archived copy» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 23 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2011..
- ↑ Theodore L. Brown and H. Eugene LeMay Chemistry: The Central Science. Prentice Hall, 1977. (ISBN 0-13-128769-9).
- ↑ Lobb, S. (1871). A Brief View Of Positivism, Compiled from the Works of Auguste Comte. Thacker, Spink and Co., Calcutta. σελ. iii.
- ↑ Eric Scerri “Philosophy of Chemistry” Chemistry International, Vol. 25 No. 3 .
- ↑ Eric R. Scerri The Periodic Table: Its Story and Its Significance. Oxford University Press, 2006. (ISBN 0-19-530573-6).