Θέμα Αρμενιακών

θέμα (διοικητική διαίρεση) της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
(Ανακατεύθυνση από Θέμα των Αρμενιακών)

Το Θέμα των Αρμενιακών ή Αρμενιάκων ήταν θέμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το οποίο βρισκόταν στα βορειοανατολικά της Μικράς Ασίας (σημερινή Τουρκία).

Τα βυζαντινά θέματα κατά το 780.
Τα θέματα της περιοχής της Μικράς Ασίας κατά το 950.

Ιστορία Επεξεργασία

Το θέμα αυτό ήταν ένα από τα τέσσερα πρώτα θέματα, τα οποία δημιουργήθηκαν προς τα μέσα του 7ου αιώνα. Αν και η αναφορά ενός « Γεωργίου, τουρμάρχη των Αρμενιακών » το 629 κατά την διάρκεια των περσικών εκστρατειών του αυτοκράτορα Ηρακλείου[1] θα μπορούσε να αποτελεί ένδειξη της ύπαρξης του θέματος κατά την ημερομηνία αυτή, ωστόσο η πρώτη επίσημη αναφορά στο θέμα των Αρμενιακών εμπίπτει στα πλαίσια της εξέγερσης του στρατηγού του, Σαβώριου, κατά την περίοδο μεταξύ 667/668[2]. Αναφέρεται, επίσης, σε μια σφραγίδα της περιόδου 717/718[3]. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα θέματα, δημιουργήθηκε με βάση στα υπολείμματα ενός από τα στρατεύματα που είχαν ηττηθεί κατά την διάρκεια των αραβικών κατακτήσεων, μια διαδικασία που πιθανολογείται ότι ολοκληρώθηκε προς τα τέλη της δεκαετίας του 640[4]. Ο στρατός του magister militum per Armeniae, ως εκ τούτου, αποσύρθηκε από την περιοχή αυτή, η οποία έδωσε το όνομά της στο νέο αυτό θέμα, ενώ μετεγκαταστάθηκε στις περιοχές του Πόντου, της Παφλαγονίας και της Καππαδοκίας[5].

Πρωτεύουσα του θέματος ήταν η Αμάσεια, ενώ ο στρατηγός του μοιραζόταν την πρωτοκαθεδρία των τάξεων που προέρχονταν από αυτό το αξίωμα μαζί με τους στρατηγούς των Ανατολικών και των Θρακησίων[2]. Κατά τον 9ο αιώνα, το θέμα στρατολόγησε ένα στράτευμα 9.000 ανδρών, ενώ διέθετε αριθμό 17 φρουρίων. Το μέγεθός του και η στρατηγική του σημασία πλησίον των συνόρων με τους Άραβες, στα βορειοανατολικά της αυτοκρατορίας, κατέστησαν τον διοικητή του μια σημαντική προσωπικότητα, ενώ οι στρατιωτικές δυνάμεις του θέματος συμμετείχαν σε αριθμό εξεγέρσεων κατά την διάρκεια του 8ου αιώνα[2]. Ως αποτέλεσμα, διαιρέθηκε κατά τον 9ο αιώνα: οι περιοχές του Χαρσιανού και της Καππαδοκίας αποσχίστηκαν, αρχικά υπό την μορφή περιοχών κι έπειτα υπό την μορφή πλήρως αυτόνομων θεμάτων, ενώ τα θέματα της Παφλαγονίας και της Χαλδίας δημιουργήθηκαν προς το 819, με την περιοχή της Κολωνείας να τα ακολουθεί αργότερα (αρχικά υπό την ηγεσία ενός δούκα, κι έπειτα το 863 υπό αυτήν ενός στρατηγού). Το θέμα των Αρμενιακών, ως αποτέλεσμα, περιορίστηκε μονάχα στην περιοχή του Δυτικού Πόντου[6][7].

Το Βυζάντιο διατήρησε το θέμα υπό την κατοχή του έως τα τέλη του 11ου αιώνα. Ωστόσο, το 1073, έπειτα από την μάχη του Μαντζικέρτ, μισθοφόροι των οποίων ηγείτο ο Ρουσέλ ντε Μπαγιέλ απέκτησαν τον έλεγχο της περιοχής και την διακυβέρνησαν για διάστημα αρκετών μηνών, προτού τεθεί εκ νέου υπό βυζαντινό έλεγχο από τον στρατηγό Αλέξιο Κομνηνό[8]. Λίγο καιρό αργότερα, έπεσε στα χέρια των Σελτζούκων, με εξαίρεση ορισμένες παραθαλάσσια φρούρια. Οι αυτοκράτορες της δυναστείας των Κομνηνών κατάφεραν, ωστόσο να ανακτήσουν τον έλεγχο των παράκτιων περιοχών, όμως το θέμα των Αρμενιακών ουδέποτε δημιουργήθηκε εκ νέου.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. (Αγγλικά) John F. Haldon, Warfare, state and society in the Byzantine world, 565-1204, Routledge, 1999 (ISBN 1-85728-494-1), σ. 315.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) Alexander Kazhdan (dir.), Oxford Dictionary of Byzantium, Oxford University Press, 1991 (ISBN 978-0-19-504652-6), σ. 177.
  3. (Αγγλικά) Efi Ragia (2009). «The Geography of the Provincial Administration of the Byzantine Empire (ca 600-1200): I.1. The Apothekai of Asia Minor (7th-8th c.)». Βυζαντινά Σύμμεικτα 19: σ. 201. http://dx.doi.org/10.12681/byzsym.931. 
  4. (Αγγλικά) John F. Haldon, Byzantium in the Seventh Century: The Transformation of a Culture, Cambridge University Press, 1997 (ISBN 978-0521319171), σ. 214–216.
  5. (Αγγλικά) John F. Haldon, Warfare, state and society…, op. cit., σ. 73, 112.
  6. (Αγγλικά) Alexander Kazhdan (dir.), op. cit., σ. 177, 1138 et 1579.
  7. (Αγγλικά) Warren T. Treadgold, Byzantium and Its Army, 284-1081, Stanford University Press, 1998 (ISBN 978-0-8047-2420-3), σ. 31.
  8. (Αγγλικά) John F. Haldon, Warfare, state and society…, op. cit., σ. 91–92 et 269.