Ο Θωμάς ο Σλάβος ή Σκλαβηνός (π. 760 - 823)[1] ήταν Βυζαντινός στρατιωτικός και σφετεριστής του αυτοκρατορικού θρόνου, κατά τη βασιλεία του αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄.

Θωμάς ο Σλάβος
Μινιατούρα από την Σύνοψη Ιστοριών του Ιωάννη Σκυλίτζη. Ο Θωμάς ο Σλάβος εικονίζεται έφιππος και ντυμμένος ως Βυζαντινός αυτοκράτορας να διαπραγματεύεται με τους άραβες. Η στάση του Θωμά είναι από τα πιο πλούσια εικονογραφημένα επεισόδια του χρονικού.[1]
Γέννησηπ. 760[1]
Γαζίουρα, Πόντος
Θάνατος823[1]
Αρκαδιούπολη
(σημερινό Λουλέ Μπουργκάς, Τουρκία)
ΧώραΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Βαθμόςτουρμάρχης των φοιδεράτων
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Καταγωγή και πρώτα χρόνια Επεξεργασία

Το Χρονικό του Συνεχιστή του Θεοφάνη (11ος αι.) υποστηρίζει ότι ο Θωμάς καταγόταν από Σλάβους τους οποίους εγκατέστησαν οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου, ενώ ο χρονογράφος Γενέσιος τον αποκαλεί «Θωμά από τη λίμνη Γαζουρού, αρμενικής καταγωγής». Οι περισσότεροι σύγχρονοι ιστορικοί υιοθετούν τη σλαβική καταγωγή και τοποθετούν τη γενέτειρά του κοντά στα Γαζίουρα του Πόντου.[2][3][4][5] Μόνο στη νεότερη εποχή, και εξαιτίας της καταγωγής του, πήρε το προσωνύμιο Σλάβος.[6]. Τίποτε δεν είναι γνωστό για την οικογένεια και την πρώιμη περίοδο της ζωής του, εκτός του ότι οι γονείς του ήταν πολύ φτωχοί και ο ίδιος αγράμματος. Με δεδομένο ότι κατά την εποχή της εξέγερσής του ήταν 50 έως 60 ετών, είναι πιθανό ότι γεννήθηκε γύρω στο 760.[1][7]

Σταδιοδρομία Επεξεργασία

Ο Θωμάς εντάχθηκε στον στρατό και γρήγορα ξεχώρισε κερδίζοντας αξιώματα. Συνδέθηκε με φιλία με τον Λέοντα Αρμένιο, μετέπειτα αυτοκράτορα Λέοντα Ε΄, ο οποίος είχε στενές φιλικές σχέσεις με τον επίσης αξιωματικό Μιχαήλ Τραυλό, μετέπειτα αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄. Το 803 τον συναντάμε υψηλόβαθμο αξιωματικό, τουρμάρχη των φοιδεράτων[8], δηλαδή διοικητή μεραρχίας ή ταξιαρχίας, και υποστηρικτή του στασιαστή στρατηγού Βαρδανίου Τούρκου. Ο Βαρδάνης προσπάθησε να ανατρέψει τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Α΄, αλλά απέτυχε όταν ο Λέων ο Αρμένιος και ο Μιχαήλ Τραυλός τον εγκατέλειψαν και υποστήριξαν τον νόμιμο αυτοκράτορα. Για τα επόμενα 10 χρόνια, δηλαδή μέχρι και το 813, οι πηγές δεν αναφέρονται κάθόλου στον Θωμά.

Στάση και θάνατος Επεξεργασία

Όταν ο φίλος του Λέων έγινε αυτοκράτορας, το 813, τον απεκατέστησε ορίζοντάς τον τουρμάρχη των φοιδεράτων στο Θέμα Αρμενιακών. Τα Χριστούγεννα του 820, αμέσως μετά τη δολοφονία του Λέοντος από συνωμότες κατευθυνόμενους από τον Μιχαήλ, ο Θωμάς στασίασε κατά του νέου αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄. Κέρδισε γρήγορα την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των θεματικών στρατευμάτων της Μικράς Ασίας, λόγω της συμπάθειας που έτρεφαν για τον Λέοντα Ε΄, της αντιπάθειάς τους απέναντι στον Μιχαήλ Β΄ και της καλής του φήμης ως αξιωματικού. Οικειοποιήθηκε τα χρήματα των δημοσίων ταμείων στο Θέμα Αρμενιακών και αλλού, συγκέντρωσε στρατεύματα και ξεκίνησε πορεία προς την Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια, ήρθε σε συνεννόηση με τον χαλίφη Αλ Μαμούν και κέρδισε υποστήριξη, χρήματα και στρατεύματα από τους Άραβες, ενώ στέφθηκε από τον Πατριάρχη Αντιοχείας Ιώβ αυτοκράτορας με το όνομα Κωνσταντίνος.

Σύντομα είχε κερδίσει με το μέρος του όλα τα θέματα της Μικράς Ασίας εκτός από τα θέματα Αρμενιακών και Οψικίου και βάδισε κατά της Κωνσταντινουπόλεως, η πολιορκία της οποίας άρχισε τον Δεκέμβριο του 821. Η υποστήριξη του λαού της Πόλης προς τον Μιχαήλ, δύο ήττες του ισχυρού επαναστατικού ναυτικού από τα πλοία του αυτοκράτορα, καθώς και μια καταλυτική ήττα από τους Βουλγάρους, οι οποίοι εξεστράτευσαν εναντίον του, κατόπιν συνεννόησης με τον Μιχαήλ, υπό την ηγεσία του Ομουρτάγ, οδήγησαν τον αρχικά πανίσχυρο Θωμά στην καταστροφή. Την άνοιξη του 823, η πολιορκία λύθηκε οριστικά κι ο Θωμάς κατέφυγε με τα απομεινάρια του στρατού του στην Αρκαδιούπολη. Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους οι ίδιοι οι κάτοικοι της πόλης τον παρέδωσαν στον αυτοκράτορα Μιχαήλ Β΄. Ο Θωμάς καταδικάστηκε σε μαρτυρικό θάνατο. Ακρωτηριάστηκε στα χέρια και στα πόδια και στη συνέχεια ανασκολοπίστηκε. Το ίδιο τέλος είχε κι ο θετός γιος του, Αναστάσιος.

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

  Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Θωμάς ο Σλάβος στο Wikimedia Commons