Ιώσηπος Μοισιόδακας

δάσκαλος του γένους και συγγραφέας
(Ανακατεύθυνση από Ιώσηπος Μοισιόδαξ)

Ο Ιώσηπος ΜοισιόδακαςΜοισιόδαξ, Τσερναβόντα, Βλαχία, 1725 - Βουκουρέστι, 1800) ήταν Έλληνας διδάσκαλος του γένους, συγγραφέας και μεταφραστής.

Ιώσηπος Μοισιόδακας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1725[1][2]
Τσερναβόντα
Θάνατος1800[1][2]
Βουκουρέστι
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Οθωμανική Αυτοκρατορία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταφιλόσοφος
μεταφραστής[3]

Ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ γεννήθηκε στο χωριό Τσερναβόντα στη νότια όχθη του Δούναβη, κατά μαρτυρία του Ρήγα Βελεστινλή στη Μεγάλη Χάρτα του.[4] Ως συμβατικό έτος γέννησής του αναφέρεται το 1725. Δεν είναι γνωστό τίποτε σχετικά με την οικογένειά του και τα πρώτα του χρόνια στην Τσερναβόντα. Το όνομά Ιώσηπος του δόθηκε αφού χειροτονήθηκε ιεροδιάκονος. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ιωάννης. Το επώνυμο Μοισιόδακας δεν ήταν οικογενειακό, αλλά δηλωτικό της καταγωγής του από τη Βλαχία (αρχαία Μοισία, νυν Ρουμανία).[5] Ίσως τα πρώτα του γράμματα να τα διδάχθηκε κάπου στη Βλαχία ή στη Θράκη.[6]

Στα 1752 βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου παρακολούθησε μαθήματα του λόγιου Ιαννάκου∙ το 1753 πήγε στη Σμύρνη και ζήτησε την οικονομική βοήθεια του μητροπολίτη Σμύρνης, Νεόφυτου, και των προυχόντων της τοπικής κοινότητας, με σκοπό να μεταβεί στη δύση για σπουδές. Όμως δεν βρήκε συμπαράσταση[7] λόγω της ανασταλτικής παρέμβασης του Ιερόθεου Δενδρινού.[8] Το 1754 και 1755 βρέθηκε στο Άγιον Όρος και φοίτησε στην Αθωνιάδα Ακαδημία.[9]

Το 1756 πέρασε στη Σίφνο και στη Μύκονο, όπου μάλλον σταδιοδρόμησε ως διδάσκαλος, με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα για να ταξιδέψει στη δύση. Όμως δεν επιβεβαιώνεται η εκπαιδευτική του δράση στη Μύκονο, αντιθέτως πρέπει να διήλθε για έναν χρόνο από τη Σίφνο, όπου κάλυψε το κενό σε διδάσκαλο που υπήρχε στο Κοινό Παιδευτήριο του νησιού, μετά την αποχώρηση του Στέφανου Κύπριου.[10]

Στη Βενετία

Επεξεργασία

Μετά τη Σίφνο πέρασε από την Αθήνα, και στα 1759 βρέθηκε πλέον στη Βενετία. Την άνοιξη εκείνης της χρονιάς εκφωνούσε κηρύγματα στον Άγιο Γεώργιο των Ελλήνων τις Κυριακές της Τεσσαρακοστής, αμειβόμενος με πενήντα δουκάτα.[7] Η χειροτονία του σε ιεροδιάκονο πρέπει να τοποθετηθεί πριν το ταξίδι του στην Ιταλία.[11] Ο Μοισιόδαξ μετέβη στην Πάδοβα, και παρακολούθησε μαθήματα στην Ιατροφιλοσοφική Σχολή (Universita degli Artisti) μεταξύ 1759–1760 και 1760–1761, και ίσως και το 1762.[12] Στα μέσα του 1760 ή το αργότερο το πρώτο εξάμηνο του 1761 ταξίδεψε στη Βιέννη και στις ελληνικές κοινότητες της Ουγγαρίας, για να λάβει οικονομική ενίσχυση της έκδοσης της μετάφρασής του για το έργο Ηθική Φιλοσοφία του Μουρατόρι.[13]

Στις Ηγεμονίες

Επεξεργασία
 
Ο Γρηγόριος Γ΄ Γκίκας, ηγεμόνας της Μολδαβίας (1764-1767, 1774-1777) και της Βλαχίας (1768-1769) επιστράτευσε τον Μοισιόδακα βία σχεδόν απαραιτήτω για την εφαρμογή του μεταρρυθμιστικού του προγράμματος.[14]

Το 1765 ο ηγεμόνας Γρηγόριος Αλεξάνδρου Γκίκας τον κάλεσε στη Μολδαβία, για να συμβάλει στο πρόγραμμα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης που σχεδίαζε. Ο Μοισιόδακας κλήθηκε μετά από σχετική σύσταση του θεσσαλού λογίου και ιατρού Κωνσταντίνου Καραϊωάννη, λόγω των σπουδών του και της φήμης που είχε αποκτήσει μετά την έκδοση της Ηθικής Φιλοσοφίας του. Διορίστηκε φιλοσοφικός διδάσκαλος του νέου Γυμνασίου του Ιασίου, παρά την επίμονη άρνησή του, κάτι που έδειχνε την επιθυμία του να αποδεσμευτεί από τις παραδοσιακές κοινωνικές εντάξεις και από τη διαιώνισή τους.[15] Εκτός από καθήκοντα σχολάρχη, δίδαξε νεότερα μαθηματικά και φυσική. Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1765, προετοιμάζοντας τις παραδόσεις του, μετέφρασε το έργο Στοιχεία Γεωμετρίας του Αντρέ Τακέ (Andre Tacquet).[16] Φιλοσοφία δίδασκε βασιζόμενος στο έργο του Μουρατόρι.[17] Κατά την περίοδο της σχολαρχίας του ενεπλάκη σε ιδεολογική έριδα με κάποιον ιερωμένο λόγιο για την αξία της νεότερης φιλοσοφίας, καθώς ο δεύτερος υποστήριζε αριστοτελικές απόψεις για θέματα φυσικής, και κατηγορούσε τον Μοισιόδακα για λατινοφροσύνη[18] λόγω της προτίμησης που έδειχνε στην ευρωπαϊκή παιδεία.[19] Η σκληρή εργασία κλόνισε την υγεία του. Την επόμενη άνοιξη αρρώστησε από φυματίωση, και έτσι παραιτήθηκε από τη σχολαρχία.[17]

 
Ο Εφραίμ Β΄ Ιεροσολύμων. Ο Μοισιόδακας του ζήτησε οικονομική αρωγή για την έκδοση της γεωγραφικής του πραγματείας.

Στις παραμονές της έκρηξης του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1768-1774) βρισκόταν στο Βουκουρέστι, πιο νότια και πιο θερμά από το ανθυγιεινό κλίμα του Ιασίου.[20] Συνέταξε μια γεωγραφική πραγματεία και ζήτησε την οικονομική αρωγή του Πατριάρχη Ιεροσολύμων Εφραίμ Β΄, αλλά είτε λόγω του περιεχομένου του έργου, είτε λόγω της εσπευσμένης αναχώρησής του λόγω των πολεμικών συνθηκών, δεν τον βοήθησε.[21] Βιοποριζόταν από την παράδοση ιδιωτικών μαθημάτων σε οίκους αρχόντων και ευγενών της φαναριωτικής κοινωνίας, ενώ επιδόθηκε στη μελέτη των μαθηματικών και φυσικών επιστημών και τη συγγραφή.[22]

Το 1776 επέστρεψε στο Ιάσιο αναζητώντας υποστήριξη από τον Γρηγόριο Αλεξάνδρου Γκίκα, αλλά και διότι προσκλήθηκε να αναλάβει τη θέση του σχολάρχη στην Αυθεντική Ακαδημία Ιασίου μετά την αποχώρηση από αυτήν του Νικηφόρου Θεοτόκη.[23] Δίδαξε για τέσσερις μήνες: οι παραδόσεις του ήταν καθημερινές και εναλλάσσονταν κάθε δεύτερη ημέρα στα θέματα των μαθηματικών και της γεωγραφίας. Έδωσε είκοσι επτά παραδόσεις για τη γεωγραφία και είκοσι οκτώ για την αριθμητική.[24] Στη διάρκεια της δεύτερης σχολαρχίας του καθιέρωσε τη νέα ελληνική ως γλώσσα της διδασκαλίας, εγκατέλειψε τη μέθοδο του Θεόφιλου Κορυδαλλέα και δίδαξε φιλοσοφία με νέες μεθόδους (εισαγωγή των μαθηματικών και και των θετικών επιστημών) κάνοντας χρήση πειραμάτων και εποπτικών οργάνων.[25] Στη δεύτερη φάση της δράσης του στο Ιάσιο δέχτηκε νέα πολεμική από τους φορείς της παράδοσης αριστοτελικούς, για τη διδασκαλία των μαθηματικών,[26] αλλά και για τις γλωσσικές του αντιλήψεις, συνδέοντάς τες με το γεγονός της εθνικής του καταγωγής.[27] Η υπονομευτική δράση προερχόταν από έναν συνάδελφό του στην Ακαδημία, καθηγητή της γραμματικής και οπαδό της παραδοσιακής παιδείας. Εξωθήθηκε έτσι να υποβάλει την παραίτησή του.[28] Όμως πριν αποχωρήσει, δημοσίευσε τις χειρόγραφες παραδόσεις του, και ζήτησε να τις προσυπογράψουν οι μαθητές του ως γνήσιες καταγραφές των μαθημάτων του.[29]

Μετά την παραίτηση

Επεξεργασία

Το 1777 βρέθηκε στο Πρασοβόν, στις βόρειες παρυφές των Τρανσυλβανικών Άλπεων, το οποίο ήταν σημαντικό εμπορικό κέντρο. Η μετάβασή του εκεί αντικατόπτριζε την επιστροφή του στους κόλπους μιας κοινωνίας που εμπιστευόταν, μετά την απογοήτευσή του από τις αυλές των ηγεμόνων.[30] Αρχίζει να περιπλανιέται σε περιοχές της αυτοκρατορίας των Αψβούργων για να ικανοποιήσει το εκδοτικό του πρόγραμμα: επισκέφτηκε φίλους του εμπόρους Μοσχοπολίτες, Σιατιστινούς και Καστοριανούς στην Πέστη της Ουγγαρίας. Πηγαίνοντας στη Βενετία, πέρασε από την Τεργέστη. Τέλη 1778 ή αρχές 1779 έφτασε στη Βενετία.[31]

 
Η Αυτοκρατορική Βιβλιοθήκη της Βιέννης στην Γιόζεφπλατς (Josefsplatz). Για τη σύνταξη της Θεωρίας Γεωγραφίας του εργάστηκε ο Μοισιόδακας συστηματικά σε αυτήν. Την εμπειρία του θυμάται χαρακτηριστικά: «Χάρις μεγίστη τη Αυτοκρατορική Βιβλιοθήκη της Ουϊένης, εν η οσάκις εσύχναζον μοι επεδίδοντο πάντα τα ζητούμενα βιβλία προθύμως και ευμενώς, και εν η συνεκόμισα πάσαν την αναγκαίαν ύλην»[32]

Από το 1780 και για δύο χρόνια έμεινε στη Βιέννη, όπου ασχολήθηκε με μελέτες στην αυτοκρατορική βιβλιοθήκη της Αυστρίας και τύπωσε την Απολογία του.[33] Οι οκτώ τελευταίοι μήνες της παραμονής του στη Βιέννη αφιερώθηκαν στην προετοιμασία της έκδοσης τού έργου του Θεωρία της Γεωγραφίας.[34]

Επιστροφή στις Ηγεμονίες

Επεξεργασία

Μετά τη Βιέννη επέστρεψε βιαστικά στο Βουκουρέστι, και εργάστηκε ως οικοδιδάσκαλος των γιων του ηγεμόνα (μπεϊζαντέδων) της Βλαχίας Αλέξανδρου Υψηλάντη, μέχρι την πτώση του από το αξίωμα τού πρίγκιπα (οσποδάρου) της Βλαχίας.[35] Το 1784 βρέθηκε στο Βουκουρέστι, όπου εξέδωσε το έργο Σημειώσεις Φυσιολογικαί. Τα ίχνη του έκτοτε χάνονται. Όμως υπάρχει η μαρτυρία του Βιλουαζόν, ο οποίος κατά τη διάρκεια επίσκεψής του στο Άγιον Όρος και στη Μονή Βατοπεδίου συνάντησε κάποιον μοναχό ονόματι Ιώσηπο, τον οποίο ο Κωνσταντίνος Δημαράς ταυτίζει με τον Μοισιόδακα. Όμως ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης θεωρεί πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει.[36] Στα 1797 μεταξύ Μαρτίου και Δεκεμβρίου επέστρεψε στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου με μισθό 50 τάλιρα. Η επιστροφή στα διδακτικά καθήκοντά του ήταν αποτέλεσμα της εύνοιας του Αλέξανδρου Υψηλάντη.[37]

 
Αλέξανδρος Ι. Υψηλάντης (1726-1806), ηγεμόνας της Βλαχίας (1774-1782, 1796-1797) και της Μολδαβίας (1786-1788), προστάτης του Μοισιόδακα στην τελευταία περίοδο της ζωής του. Χαλκογραφία του τέλους του 18ου αιώνα.

Το τέλος του

Επεξεργασία

Δεν είναι με ακρίβεια γνωστό το έτος τού θανάτου του. Ο Γεώργιος Ζαβίρας συγκεντρώνοντας βιογραφικό υλικό για τους Έλληνες λόγιους της Τουρκοκρατίας περί τα 1790-1804, αναφέρει για τον Ιώσηπο πως ακόμα ζούσε σε προχωρημένη -για τα δεδομένα της εποχής- ηλικία στο Βουκουρέστι. Μεταγενέστερα, ο Ερμής ο Λόγιος τοποθετεί το τέλος τού Ιωσήπου το 1800, όταν ήταν εβδομήντα πέντε ετών.[38]

Επιρροές που δέχθηκε

Επεξεργασία

Η είσοδός του στο σύστημα της ελληνικής παιδείας καθόρισε το περιεχόμενο της ταυτότητάς του: μέσω αυτής υπέστη την πολιτιστική του διαφοροποίηση. Το μέγεθος και η έκταση της αφομοίωσής του από την ελληνική παιδεία αποδείχθηκε από την κατοπινή δράση του και σταδιοδρομία του: αφιερώθηκε στην ανασυγκρότηση της ελληνικής παιδείας.[39] Όπως επισημαίνει ο Μάριο Βίττι, «με τον Μοισιόδακα βλέπουμε έναν βούλγαρο να δραστηριοποιείται όχι πια στον υποτελή δικό του εθνικό χώρο, αλλά στον ελληνικό».[40] Μια από τις πιο σημαντικές πηγές ερεθισμάτων του ήταν ο κύκλος των συμμαθητών του στην Αθωνιάδα: Χριστόδουλος Παμπλέκης, Σέργιος Μακραίος, Αθανάσιος Πάριος, Κοσμάς ο Αιτωλός.[41] Κατά τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας δεν μένει ανεπηρέαστος από τους διδάσκοντες σε αυτό, οι οποίοι τον στρέφουν στη μελέτη των θετικών επιστημών.[42] Στο έργο του Παιδαγωγία εμφανείς είναι οι εξαρτήσεις του από το παιδαγωγικό σύγγραμμα του Τζων Λοκ Some Thoughts concerning Education: στη σειρά με την οποία διαπραγματεύεται τα ζητήματα, τις ιδέες, αλλά και ότι συχνά μεταφράζει κομμάτια από το παιδαγωγικό σύγγραμμα του Άγγλου φιλοσόφου.[43]

Επιρροές και απήχηση του Μοισιόδακα

Επεξεργασία

Η επίδραση του Μοισιόδακα στο πνευματικό έργο τού Ρήγα έγκειται στη στροφή των ενδιαφερόντων του προς την κατεύθυνση της φυσικής και της γεωγραφίας. Το έργο του Ρήγα Φυσικής απάνθισμα διά τους αγχίνοες και φιλομαθείς Έλληνας έχει διάχυτες τις επιδράσεις του Μοισιόδακα. Οι χαρτογραφικές εκδόσεις τού Ρήγα συνιστούν εφαρμογή της παιδαγωγικής αναγκαιότητας της επιστήμης αυτής, όπως ο Μοισιόδακας είχε προβάλει στη Θεωρία Γεωγραφίας. Τέλος, επιδρά και στις γλωσσικές απόψεις του Ρήγα και στο απλούν ύφος, που υιοθετεί.[44]

Το ενδιαφέρον του Κοδρικά για το έργο του Φοντανέλ (Fontenelle), Entretiens sur la pluralité des mondes [Συνεντεύξεις περί της πολλαπλότητος των κόσμων], το οποίο μετέφρασε και εξέδωσε, ήταν αποτέλεσμα της σχετικής σε αυτό μνείας που κάνει ο Μοισιόδακας στην Απολογία του. Τα γεωγραφικά ενδιαφέροντα των Κωνσταντά και Φιλιππίδη, όπως εκφράζονται στη Νεωτερική Γεωγραφία, είναι προϊόντα των παροτρύνσεων του Μοισιόδακα. Οι συντάκτες του έργου ακολουθούν τις συμβουλές του Μοισιόδακα, σχετικά με την επιλογή της γλωσσικής σύμβασης και τον μεθοδολογικό εμπειρισμό που τους διακρίνει. Το έργο τους καλύπτει την πολιτική γεωγραφία, το πεδίο εκείνο που ο Μοισιόδακας έλεγε πως έπρεπε να καλλιεργήσουν άλλοι. Η μετάφραση της Αστρονομίας του Lalande από τον Φιλιππίδη, έργου που πρώτος εισήγαγε ο Μοισιόδακας, εντάσσουν τον Φιλιππίδη στον πνευματικό κόσμο του Μοισιόδακα, ο οποίος εισηγείται πρώτος και το έργο του γάλλου μαθηματικού Abbé de La Salle Περί των κωνικών τομών που μετέφρασε ο Σπυρίδων Ασάνης.[45]

Ιδέες για τη γλώσσα

Επεξεργασία

Ο Μοισιόδακας ήταν ένας από τους πρώτους στοχαστές που αγωνίστηκαν για την καθιέρωση της νεοελληνικής ως γλώσσα της Παιδείας του Γένους. Τα επιχειρήματά του ήταν παιδαγωγικού και κοινωνιολογικού χαρακτήρα.[46] Το 1761 μεταφράζοντας το έργο του Ιταλού φιλοσόφου Λ. Α. Μουρατόρι (Ludovico Antonio Muratorri) Ηθική Φιλοσοφία, αντιμετώπισε το γλωσσικό ζήτημα και μίλησε για το κοινόν ύφος, που το θεωρούσε, κατάλληλα καλλιεργημένο, αρμόδιο για κάθε γνωστικό πεδίο.[47]

Φιλοσοφικός στοχασμός του

Επεξεργασία

Ο Μοισιόδακας αντιτίθεται προς τη σχολαστική παράδοση της αριστοτελικής λογικής και μεταφυσικής, ενώ προβάλλει τα νεότερα μαθηματικά και την εμπειρική επιστήμη ως βασική προϋπόθεση για την καλλιέργεια της υγιούς φιλοσοφίας, δηλαδή εκείνης του ορθολογισμού.[48]

Ο Μοισιόδακας ως επιστήμονας

Επεξεργασία

Η έκδοση της γεωγραφικής του πραγματείας καταδεικνύει την απομάκρυνσή του από το χώρο του αφηρημένου μαθηματικού στοχασμού, και τη μετακίνησή του σε πεδία εμπειρικής έρευνας.[49] Με πειστικότητα και θεμελίωση στέρεη των θέσεών του, αλλά και διακρίνοντας την επιστημονική γνώση από τη θρησκεία, υλοποιείται η ορθή επιστημονική μέθοδος. Οι πιο κατάλληλες τεχνικές της είναι η επαγωγή στη λογική επεξεργασία του υλικού, και ο εμπειρισμός στη συναγωγή των δεδομένων.[50]

Ο Μοισιόδακας ως παιδαγωγός

Επεξεργασία

Ο Μοισιόδακας δεν περιορίστηκε απλά στη διατύπωση απόψεων σχετικά με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, αλλά συνέδεσε την εκπαίδευση με την κοινωνία της εποχής του, κάνοντας παρατηρήσεις κοινωνιολογικού περιεχομένου. Βασικές αρχές του σχεδίου του ήταν η πλήρης αναθεώρηση του αναλυτικού προγράμματος των ελληνικών σχολείων, η καθιέρωση της απλής νεοελληνικής ως γλώσσας της διδασκαλίας, η εγκατάλειψη της διδασκαλίας των πατερικών κειμένων, ο ορθολογικός τρόπος των διδασκομένων αρχαιοελληνικών κειμένων, η κατάργηση της ψυχαγωγικής μεθόδου, η εισαγωγή της διδασκαλίας των ξένων γλωσσών, και τέλος η απλοποίηση και ο εξορθολογισμός της διδακτικής με βάση την υγιαίνουσα φιλοσοφία. «Ο Μοισιόδαξ δεν έχει πρόθεση να συνθέσει κάποιο παιδαγωγικό σύστημα, αλλά αγωνιά να δείξει πόσο αναγκαία είναι η παιδεία μιας άλλης μορφής, σε σχέση με αυτή που επικρατούσε μέχρι τότε[...]»[51] Για τον Μοισιόδακα η Παιδαγωγία είναι μια μέθοδος, με την καρτεσιανή σημασία: ως προγραμματισμός μιας σειράς λογικών διαδικασιών. Η παιδαγωγία συνίσταται όχι στη μετάδοση γνώσεων στο παιδί, αλλά στο να το διδάσκει πώς να μαθαίνει.[52]

Συγγραφικό και μεταφραστικό έργο

Επεξεργασία

Το 1761 μεταφράζει το έργο του Ludovico Antonio Muratori, Ηθική Φιλοσοφία που εκδίδεται στο βενετικό τυπογραφείο του Αντωνίου Βόρτολη το 1761.[53] Το έργο χρησιμοποιήθηκε από τον ίδιο ως διδακτικό εγχειρίδιο στην Αυθεντική Ακαδημία του Ιασίου, και ήταν η πρώτη φορά που ένα κείμενο της νεότερης φιλοσοφίας εισαγόταν στο διδακτικό πρόγραμμα των Αυθεντικών Ακαδημιών.[17]

 
Ο Ludovico Antonio Muratori (1672-1750) σε ελαιογραφία ανωνύμου ζωγράφου του τέλους του 18ου αιώνα. Museo di Roma, Ρώμη. Το έργο του Ηθική Φιλοσοφία μετέφρασε ο Μοισιόδακας στα 1760-1761.

Το 1765 μεταφράζει το έργο του Andre Taquet Στοιχεία Γεωμετρίας, σύγγραμμά του γνωστό από την εποχή που φοιτούσε στην Αθωνιάδα, και από τις παραδόσεις εκεί του Βούλγαρη. Η μετάφραση χρησιμοποιείται για την κάλυψη των διδακτικών αναγκών στην Αυθεντική Ακαδημία του Ιασίου.[16] Όταν μεταβαίνει στο Βουκουρέστι, περί το 1767, συνθέτει μια πρώτη μορφή γεωγραφικής πραγματείας με τίτλο Θεωρία Γεωγραφίας συγγραφείσα παρ' Ιωσήπου του Μοισιόδακος. Εν έτει 1767 Σεπτεμβρίου 15. Εν τω Βουκουρεστίω της Ουγγροβλαχίας. Το κείμενό της θα διδάξει, όταν θα επανέλθει στην Ακαδημία του Ιασίου.[54]

Μετά την επιστροφή του στο Ιάσιο, επιδίδεται στη μετάφραση της Μαθηματικής Οδού του Abbé Nicolas Louis de Lacaille, κρίνοντάς το ως καταλληλότερο από εκείνο του Taquet.[55]

 
Γιόχαν Τόμας φον Τράττνερ (Johann Thomas von Trattner, 1717-1793), ο εκδότης του Μοισιόδακα στη Βιέννη.[56] Χαρακτικό του Γ. Ε. Μάνσφελντ (J. E. Mansfeld, 1781) από πίνακα του Γιόζεφ Χίκελ (Josef Hickel 1770). Συλλογή προσωπογραφιών - Φωτογραφικό Αρχείο, Εθνική Βιβλιοθήκη της Αυστρίας, Βιέννη.

Το 1779 τυπώνει στο ελληνικό τυπογραφείο του Δημητρίου Θεοδοσίου της Βενετίας το σύντομο φυλλάδιο πολιτικής θεωρίας με τίτλο Παραλλαγή του προς Νικοκλέα λόγου περί Βασιλείας του Ισοκράτους ή Κεφάλαια πολιτικά. Πρόκειται για τον προς Νικοκλέα λόγο του Ισοκράτη σε νεοελληνική παράφραση, με γαλλική μετάφραση συνοδευόμενη από σύντομο πρόλογο και επίλογο, και με αυτό το έργο ήθελε να δείξει στους συγχρόνους του την επιβεβλημένη αποστολή του ηγεμόνα.[57]

Την ίδια χρονιά τυπώνει στο ελληνικό τυπογραφείο του Νικολάου Γλυκύ την Πραγματεία περί Παίδων Αγωγής ή Παιδαγωγία. Αποτελούσε έκθεση των αρχών και των μεθόδων της ορθής παιδαγωγικής, αυτής που ο Μοισιόδακας πίστευε πως έπρεπε να εισαχθεί στα ελληνικά σχολεία.[58] Το 1780 τυπώνει στη Βιέννη, στο αυτοκρατορικό τυπογραφείο του Johann von Trattner, το πρώτο μέρος της Απολογίας του. Το δεύτερο μέρος της το προαναγγέλλει, αλλά δεν το εκδίδει ποτέ, ενώ το χειρόγραφό του δεν βρέθηκε ποτέ. Δεν πρόκειται για ένα ενιαίο κείμενο. Εκτός του προλόγου και ενός εκτενούς εισαγωγικού δοκιμίου, όπου εκθέτει τις βασικές φιλοσοφικές απόψεις του και τους λόγους που τον ώθησαν να δημοσιεύσει το έργο του, το βιβλίο αποτελείται από μια σειρά παλαιότερων κειμένων του, τοποθετούμενα χρονολογικά μεταξύ 1765 και 1777.[59] Το 1781 εκδίδει τη Θεωρία της Γεωγραφίας, που συνιστά αναθεώρηση του χειρογράφου του 1767 πάνω στα πορίσματα της πρόσφατης γεωγραφικής έρευνας και στη μελέτη χαρτών και χειρογράφων. Το βιβλίο πραγματεύεται τις βασικές έννοιες της μαθηματικής γεωγραφίας, ενώ στο παράρτημα εκθέτει τις μεθόδους μέτρησης του χρόνου και τις παραμέτρους της ημερολογιακής αλλαγής από τον Πάπα Γρηγόριο ΙΓ'.[60] Την ίδια χρονιά αναγγέλλει την έκδοση τού έργου του: Αστρονομία κατά τους νεωτέρους. Το 1784 εκδίδει στο Βουκουρέστι το τελευταίο του έργο Σημειώσεις Φυσιολογικαί.[61]

Αποτίμηση της πνευματικής προσφοράς του

Επεξεργασία

Ο Μοισιόδακας είναι ο πρώτος ο οποίος μετέβαλε τα πολιτισμικά θέματα, που έθετε η διαμάχη μεταξύ όσων υποστήριζαν την υπεροχή των πολιτιστικών επιτευγμάτων της αρχαιότητας από τη μια μεριά ή την υπεροχή του νεώτερου κόσμου από την άλλη, σε ζήτημα δημόσιας συζήτησης στα πλαίσια της ελληνικής παιδείας.[62] Ως επιστήμονας ξεπερνά τον σύγχρονο μέσο όρο της ελληνικής επιστημονικής σκέψης, που τηρούσε μια μετριοπαθή στάση σε θέματα γεωγραφίας και κοσμογραφίας, και συντασσόταν με την Πτολεμαϊκή γεωκεντρική παράδοση. Έτσι ευθυγραμμίζεται με τη σύγχρονή του ευρωπαϊκή επιστήμη, συντασσόμενος στο στρατόπεδο του Ισαάκ Νεύτωνα.[63]

Εκδοθέντα έργα του

Επεξεργασία
  • Μοισιόδαξ, Ιώσηπος. Πραγματεία περί παίδων αγωγής / Μοισιόδαξ Ιώσηπος. - Κοζάνη: Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης Κοζάνης, 1999.
  • Μοισιόδαξ, Ιώσηπος. Απολογία / Ιώσηπος Μοισιόδαξ - επιμέλεια Άλκης Αγγέλου - επιμέλεια σειράς Άλκης Αγγέλου. - Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1992.

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 1,2 (Αγγλικά) CERL Thesaurus. Consortium of European Research Libraries. cnp01379022. Ανακτήθηκε στις 2  Αυγούστου 2018.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 14524150s.
  3. Ανακτήθηκε στις 24  Ιουνίου 2019.
  4. Ο Μοισιόδαξ ήταν ο μόνος σύγχρονος του Ρήγα, και ο μόνος μεταξύ των προσωπικοτήτων του μεταγενέστερου ελληνισμού, που είχε την ξεχωριστή τιμή να αναγραφεί το όνομά του στη Μεγάλη Χάρτα. Στο: Κιτρομηλίδης, σελίδες 33, 146.
  5. Κιτρομηλίδης, σελ. 34.
  6. Κιτρομηλίδης, σελ. 36.
  7. 7,0 7,1 Κιτρομηλίδης, σελίδες 38–39.
  8. Κιτρομηλίδης, σελ. 70.
  9. Κιτρομηλίδης, σελ. 46.
  10. Κιτρομηλίδης, σελίδες 54–55.
  11. Κιτρομηλίδης, σελ. 58.
  12. Κιτρομηλίδης, σελ. 61.
  13. Κιτρομηλίδης, σελ. 71.
  14. Κιτρομηλίδης, επίμετρο-φωτό 11.
  15. Κιτρομηλίδης, σελ. 73–76.
  16. 16,0 16,1 Κιτρομηλίδης, σελ. 78.
  17. 17,0 17,1 17,2 Κιτρομηλίδης, σελ. 88.
  18. Κιτρομηλίδης, σελίδες 89–90.
  19. Κιτρομηλίδης, σελ. 102.
  20. Κιτρομηλίδης, σελ. 93.
  21. Κιτρομηλίδης, σελίδες 94–95.
  22. Κιτρομηλίδης, σελ. 95–96.
  23. Κιτρομηλίδης, σελ. 97.
  24. Κιτρομηλίδης, σελ. 100.
  25. Χατζόπουλος, σελ. 217.
  26. Κιτρομηλίδης, σελίδες 102–103.
  27. Κιτρομηλίδης, σελίδες 104–105.
  28. Κιτρομηλίδης, σελίδες 105–106.
  29. Κιτρομηλίδης, σελ. 107.
  30. Κιτρομηλίδης, σελ. 108.
  31. Κιτρομηλίδης, σελίδες 122–124.
  32. Κιτρομηλίδης, σελ. 132.
  33. Κιτρομηλίδης, σελίδες 128–129.
  34. Κιτρομηλίδης, σελ. 131.
  35. Κιτρομηλίδης, σελίδες 142–143.
  36. Κιτρομηλίδης, σελίδες 157–163.
  37. Κιτρομηλίδης, σελ. 163.
  38. Κιτρομηλίδης, σελ. 164.
  39. Κιτρομηλίδης, σελ. 37.
  40. Vitti, σελ. 145.
  41. Κιτρομηλίδης, σελ. 52.
  42. Κιτρομηλίδης, σελ. 64.
  43. Αγγέλου, σελ. 13.
  44. Κιτρομηλίδης, σελίδες 146–147.
  45. Κιτρομηλίδης, σελίδες 147–148.
  46. Κιτρομηλίδης, σελ. 104.
  47. Πολίτης, σελ. 95.
  48. Κιτρομηλίδης, σελ. 172.
  49. Κιτρομηλίδης, σελ. 179.
  50. Κιτρομηλίδης, σελίδες 183–185.
  51. Δελλής, σελ. 150.
  52. Δελλής, σελ. 152.
  53. Κιτρομηλίδης, σελ. 69.
  54. Κιτρομηλίδης, σελίδες 93–94.
  55. Κιτρομηλίδης, σελ. 98.
  56. Κιτρομηλίδης, σελ. 129.
  57. Κιτρομηλίδης, σελ. 125.
  58. Κιτρομηλίδης, σελίδες 126–127.
  59. Κιτρομηλίδης, σελίδες 129–130.
  60. Κιτρομηλίδης, σελίδες 133–140.
  61. Κιτρομηλίδης, σελίδες 148–149.
  62. Κιτρομηλίδης, σελίδες 167–169.
  63. Κιτρομηλίδης, σελίδες 180–181.
  • Αγγέλου, Άλκης (1988). «Πώς η νεοελληνική σκέψη εγνώρισε το Δοκίμιο του John Locke». Των φώτων. Όψεις του νεοελληνικού Διαφωτισμού. Αθήνα: Ερμής. σελίδες 1–22. 
  • Δελλής, Ιωάννης (1998). «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Παρνασσός 40: 144–162. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2016-05-12. https://web.archive.org/web/20160512180330/http://lsparnas.gr/biblia/periodiko-tou-f-s-p-/oi-tomoi-apo-to-1990-eos-simera/-parnassos-filologiko-periodiko-tomos-m#/142. Ανακτήθηκε στις 2016-07-25. 
  • Πολίτης, Λίνος (1998) [1978]. Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (9η έκδοση). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. ISBN 960-250-061-1. 
  • Vitti, Mario (1987) [1978]. Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας (2η έκδοση). Αθήνα: Οδυσσέας. 
  • Χατζόπουλος, Κωνσταντίνος (1991). Ελληνικά σχολεία στην περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας (1453-1821). Θεσσαλονίκη: Βάνιας. 

Προτεινόμενη βιβλιογραφία

Επεξεργασία
  • Κορδάτος Γιάνης, Ιστορία της Νεοελληνικής λογοτεχνίας. Από το 1453 ως το 1961, τόμος πρώτος, εκδ. Επικαιρότητα, Αθήνα 1983
  • Νούτσος Παναγιώτης, «Iώσηπος Μοισιόδαξ», Τα Ιστορικά, 6 (1986), σσ. 475-482.
  • Νούτσος, Παναγιώτης, «Ιώσηπος Μοισιόδαξ: ορισμός και διαίρεση της Μεταφυσικής», Δωδώνη, 11 (1982), σσ. 185-193.
  • Τζώγας Σ. Χαρίλαος, «Ο ιεροδιάκονος Ιώσηπος Μοισιόδαξ», Επιστημονική Επετηρίς Θεολογικής Σχολής, τόμ. 19 (και ανάτυπο), Αριστοτέλειον Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 1974, σσ. 253-281.