Κάρολος Φίλιππος του Σέντερμανλαντ
Ο Κάρολος-Φίλιππος, σουηδ: Carl Filip (Alt-Anzen (Vana- Antsla), 22 Απριλίου 1601 – Νάρβα, 25 Ιανουαρίου 1622) από τον Οίκο των Βάσα ήταν πρίγκιπας της Σουηδίας, δούκας του Σέντερμανλαντ, του Nάρκε και του Βάρμλαντ. Ο Κάρολος-Φίλιππος ήταν ο δεύτερος (επιζών) γιος του βασιλιά Καρόλου Θ΄ της Σουηδίας και της δεύτερης συζύγου του Χριστίνας των Όλντενμπουργκ, κόρης του Αδόλφου δούκα του Χόλσταϊν-Γκόττορπ.
Κάρολος Φίλιππος του Σέντερμανλαντ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 22 Απριλίου 1601[1][2] Vana-Antsla |
Θάνατος | 25 Ιανουαρίου 1622[1][2] Νάρβα |
Τόπος ταφής | Στρέγκνες |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | στρατιωτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Elisabet Ribbing Elisabet Ribbing (από 1620)[3] |
Τέκνα | Elisabet Carlsdotter Gyllenhielm |
Γονείς | Κάρολος Θ΄ της Σουηδίας και Χριστίνα του Χόλσταϊν-Γκόττορπ |
Αδέλφια | Μαρία Ελισάβετ της Σουηδίας Αικατερίνη της Σουηδίας, κόμισσα του Παλατινάτου-Κλέεμπουργκ Γουσταύος Αδόλφος της Σουηδίας Carl Gyllenhielm |
Οικογένεια | Οίκος των Βάσα |
Σχετικά πολυμέσα | |
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΓεννήθηκε στο κάστρο Ρέβαλ κατά την επίσκεψη των γονιών του στη Σουηδική Εσθονία το 1601. Ο πατέρας του (ο νεότερος γιος του βασιλιά Γουσταύου Α΄, ο οποίος ίδρυσε τη δυναστεία των Βάσα της Σουηδίας) ήταν δούκας τού Σέντερμανλαντ και αντιβασιλιάς του βασιλείου εκείνη την εποχή, αφού ανάγκασε τον καθολικό ανιψιό του, βασιλιά Σιγισμούνδο (Γ΄), να περιορίσει την προσωπική του κυριαρχία στο άλλο βασίλειό του, την Πολωνία, όπου οι περισσότεροι από τους υπηκόους του ήταν επίσης καθολικοί. Αλλά το 1604, ο δούκας Κάρολος καθαίρεσε τον Σιγισμούνδο Γ΄ και φόρεσε ο ίδιος το στέμμα της Σουηδίας ως Κάρολος Θ΄, διαβεβαιώνοντας το έθνος ότι ο πλάγιος κλάδος των Βάσα θα παρέμενε προτεστάντης.
Μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον διάδοχο τύυ θρόνου Γουσταύο-Αδόλφο, ο πρίγκιπας Κάρολος-Φίλιππος εκπαιδεύτηκε ως ένθερμος Λουθηρανός υπό την κηδεμονία του Γιόχαν Σκύτε. Έγινε επίσημα δούκας από τον πατέρα του το 1609, ο οποίος, ωστόσο, απεβίωσε το 1611. Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο νέος βασιλιάς Γουσταύος Β΄ Αδόλφος ένιωθε γνήσια στοργή γι' αυτόν, όπως ειπώθηκε, για τις «πολλές εξαιρετικές του ιδιότητες και τον ευγενή χαρακτήρα του». Ήταν επίσης αγαπημένος της μητέρας του, τώρα χήρας βασίλισσας, η οποία υπερασπιζόταν τα συμφέροντά του ενάντια στον μεγαλύτερο γιο της: στη στέψη του 1617, επέμενε στον αδελφό του να επιβεβαιώσει τα δικαιώματα του δουκάτου στις τρεις επαρχίες που ο Κάρολος-Φίλιππος κρατούσε ως φέουδα για αεισόδημα.
Το 1611, κατά τη διάρκεια της εποχής των ταραχών στη Ρωσία, ο Γιάκομπ ντε λα Γκάρντιε πρότεινε τον Κάρολο-Φίλιππο στο Νόβγκοροντ και στη βορειοδυτική Ρωσία ως υποψήφιο για εκλογή από τη Συνέλευση (Zemsky Sobor) ως τον επόμενο τσάρο. Αλλά όταν ο πατέρας του απεβίωσε λίγο αργότερα, η μητέρα του αρνήθηκε να αφήσει το δεκάχρονο αγόρι να φύγει για τη Ρωσία, ούτε ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο νέος βασιλιάς, πίστευε ότι οι Ρώσοι θα εξέταζαν σοβαρά την πρόταση. Το 1613 ο Κάρολος-Φίλιππος έφυγε για το Βίμποργκ, όπου επρόκειτο να συζητήσει τους όρους της εκλογής του ως τσάρου, αλλά όταν η Ρωσία διόρισε έναν άλλο τσάρο, τον Μιχαήλ Α΄ Ρομάνοφ, επέστρεψε στη Σουηδία.
Ως δούκας του Σέντερμανλαντ, του εισοδήματος που είχε ο πατέρας του πριν γίνει βασιλιάς, ο Κάρολος-Φίλιππος αναμενόταν να εγκατασταθεί τελικά στην πρωτεύουσα του, Νύκεπινγκ. Αλλά κατά τη διάρκεια της ανηλικότητάς του, το δουκάτο διοικείτο από τη μητέρα του και ο Κάρολος-Φίλιππος παρέμεινε στη βασιλική αυλή στη Στοκχόλμη. Το 1617 επισκέφθηκε τη Δανία, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Αργότερα εντάχθηκε στον στρατό και συνόδευσε τον αδελφό του το 1621, που διεξήγαγε πόλεμο στη Λιβονία. Διακρίθηκε κατά την πολιορκία της Νάρβα το 1622, αλλά υπέκυψε σε μία ασθένεια εκεί και απεβίωσε. Αναφέρεται [4], ότι ο αδελφός του τον θρήνησε βαθιά.
Την εποχή του τέλους του το 1622, ο Κάρολος-Φίλιππος ήταν ο τελευταίος φεουδαρχικός δούκας στη Σουηδία. Όταν ο Γουσταύος Γ΄ επανέφερε τον τίτλο του βασιλικού πρίγκιπα το 1772, ήταν απλώς ένας τιμητικός τίτλος, χωρίς επαρχιακή εξουσία.
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΣτις 5 Μαΐου 1620 ο δεκαεννιάχρονος Κάρολος-Φίλιππος νυμφεύτηκε την Ελίζαμπεθ Ρίμπινγκ (1596–1662). Παρόλο που αυτή ήταν ευγενής (ο πατέρας της, Σέβεντ Σβένσον Ρίμπινγκ, ήταν ο πρώτος Θησαυροφύλακας (Riksskattmästare) της Σουηδίας και η μητέρα της, Άννα Γκύλενστιερνα, ανήκε σε μία από τις κορυφαίες οικογένειες του βασιλείου), δεν ήταν βασιλικής καταγωγής, επομένως η γαμήλια τελετή διεξήχθη κρυφά. Αυτό κατέστησε μάταιη κάθε προσπάθεια να χωρίσουν το ζευγάρι με τη βία, όπως είχε γίνει όταν ο μεγαλύτερος αδελφός τού δούκα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη μεγάλη του αγάπη, την Έμπα Μπράχε, της οποίας η ευγενής γέννηση είχε επίσης θεωρηθεί ανεπαρκής για να επιτρέψει στον Γουσταύο (Β΄) Αδόλφο να τη νυμφευτεί. Αλλά σήμαινε επίσης ότι η Ελισάβετ δεν θα μοιραζόταν ποτέ το βασιλικό αξίωμα του νέου συζύγου της, καθώς ο γάμος θεωρείται μοργανατικός (morgongåvobrev) .
Το μυστικό κρατήθηκε, έως ότου ο Κάρολος-Φίλιππος απεβίωσε αμέσως μετά, πολεμώντας στο πλευρό του αδελφού του στις 25 Ιανουαρίου 1622 στη Νάρβα της Λιβονίας. [5] Ο γάμος αποκαλύφθηκε, όταν η Ελισάβετ γέννησε τη μεταθανάτια κόρη τού συζύγου της, Ελισάβετ, αργότερα εκείνο το έτος (1622–1682). Η χήρα βασίλισσα Χριστίνα πήρε μητέρα και παιδί στο σπίτι της και αναγνώρισε το γάμο.
Αν και παρέμενε χωρίς τίτλο, η νέα έγινε δεκτή στους ευγενείς και τελικά έγινε ερωμένη του οικονόμου της βασίλισσας (hovmästarinna) καθώς και η σύντροφος της γιαγιάς της με το όνομα "Ελισάβετ Γκύλενχηλμ", το επίθετο αυτό είχε γίνει παραδοσιακό για τα παιδιά των βασιλέων και πριγκίπων Βάσα που είχαν γεννηθεί εκτός δυναστικού γάμου.
Η Eλισάβετ Γκύλενχηλμ ήταν κληρονόμος του κάστρου και του αρχοντικού του Tύνελσε στο Σέντερμανλαντ και δεσποινίδα των τιμών δύο συζύγων σουηδών βασιλισσώνν, της Mαρίας-Ελεονόρας του Βραδεμβούργου και της Χεδβίγης-Ελεονόρας του Χόλσταϊν-γκόττορπ.
Παντρεύτηκε για πρώτη φορά στο παλάτι της Στοκχόλμης στις 13 Νοεμβρίου 1645 με τον ευγενή Άξελ Τύρεσον Νατ οχ Νταγκ (1621–47), τον θαλαμηπόλο της βασίλισσας Χριστίνας. Ο γιος τους, Καρλ Άξελσον Νατ οχ Νταγκ, απεβίωσε ως φοιτητής στο Πανεπιστήμιο της Ουψάλα, έχοντας γίνει βαρόνος του Ίγιο (friherre till Ijo).
Έπειτα, η Ελισάβετ παντρεύτηκε για δεύτερη φορά, τον βαρόνο Μπαλτάσαρ, κύριο του βασιλικού νοικοκυριού (οικονόμο).
Βιβλιογραφικές αναφορές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 «Karl Filip». (Σουηδικά) Dictionary of Swedish National Biography. 12364.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003. I00008502.
- ↑ p11315.htm#i113147. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2020.
- ↑ Gustav Adolph himself in a letter to his sister Catherine published by Prof. Carl Hallendorff in Tal och skrifter av Gustav II Adolf Norstedts, Stockholm 1915 p 77
- ↑ Karl, svenska prinsar, 1. Karl Filip Nordisk familjebok, 1910