Καλή αντάμωση εκεί ψηλά

μυθιστόρημα του Πιέρ Λεμαίτρ

Καλή αντάμωση εκεί ψηλά (γαλλικός τίτλος: Au revoir là-haut) είναι μυθιστόρημα του Πιέρ Λεμαίτρ που εκδόθηκε το 2013. Διαδραματίζεται στη Γαλλία στον απόηχο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αναφέρεται στη φρίκη του πολέμου και στην κατάσταση που αντιμετώπισαν οι Γάλλοι στρατιώτες επιστρέφοντας από το μέτωπο. Συνδυάζοντας επιδέξια τη μυθοπλασία και την ιστορία, παρουσιάζει τη μεταπολεμική γαλλική κοινωνία, την οποία σατιρίζει έντονα.[1]

Καλή αντάμωση εκεί ψηλά
Εξώφυλλο έκδοσης του 2015
ΣυγγραφέαςΠιερ Λεμαίτρ
ΤίτλοςAu revoir là-haut
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης21  Αυγούστου 2013
Μορφήμυθιστόρημα
Βραβείαβραβείο Γκονκούρ
LC ClassOL26718598M
Πρώτη έκδοσηÉditions Albin Michel
ΕπόμενοΤα χρώματα της πυρκαγιάς

Το μυθιστόρημα κέρδισε πολλά αξιόλογα βραβεία, όπως το βραβείο Γκονκούρ, και διασκευάστηκε σε ομώνυμη ταινία το 2017. [2]

Είναι το πρώτο της τριλογίας του Λεμαίτρ που καλύπτει την περίοδο του Μεσοπολέμου. Το δεύτερο μυθιστόρημα της σειράς, Τα χρώματα της πυρκαγιάς, εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2018. Το τρίτο, Ο καθρέφτης των δεινών μας, εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2020.[3]

Υπόθεση Επεξεργασία

Στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δύο στρατιώτες, ο Εντουάρ Περικούρ, γιος πλούσιας οικογένειας, καλλιτέχνης, σε άσχημες σχέσεις με τον πατέρα του, και ο Αλμπέρ Μαγιάρ, λογιστής, αντιμετωπίζουν την αδυναμία της γαλλικής κοινωνίας να τους ενσωματώσει. Η σχέση τους αρχίζει στις 9 Νοεμβρίου 1918, δύο μέρες πριν το τέλος του Μεγάλου Πολέμου. Ο Αλμπέρ γίνεται μάρτυρας ενός εγκλήματος: Ο υπολοχαγός Ανρί ντ’ Ονλέ-Πραντέλ, ένας αριβίστας αριστοκράτης που θέλει να δοξασθεί, καταφέρνει να εξαπολύσει μια τελική επίθεση κατά των Γερμανών κάνοντας όλους να πιστέψουν ότι οι Γερμανοί, οι οποίοι ωστόσο περίμεναν την ανακωχή όπως και οι Γάλλοι, σκότωσαν δύο άνδρες του, αλλά ο Αλμπέρ κατάλαβε ότι ο υπολοχαγός ο ίδιος τους πυροβόλησε στην πλάτη. Κατά τη διάρκεια της επίθεσης, ο Εντουάρ σώζει τον Αλμπέρ από φρικτό θάνατο αλλά τραυματίζεται στο πρόσωπο και παραμορφώνεται, ενώ ο Αλμπέρ, τραυματισμένος, πάσχει από μετατραυματικές διαταραχές.

Όταν αποστρατεύονται, ο Αλμπέρ και ο Εντουάρ, πικραμένοι, αγωνίζονται με δυσκολία να επιβιώσουν στη νέα ζωή μετά το τέλος του πολέμου. Ο Εντουάρ έχει εξαρτηθεί από τη μορφίνη λόγω της μακροχρόνιας θεραπείας του. Οι δύο απόκληροι αποφασίζουν να εκδικηθούν την αχαριστία του κράτους οργανώνοντας μια απάτη βασισμένη σε μια από τις δημοφιλέστερες μεταπολεμικές αξίες: τον πατριωτισμό. Καθώς η κοινωνία φαίνεται να έχει περισσότερη συμπάθεια για τους νεκρούς του πολέμου παρά για τους τραυματίες, οργανώνουν ένα σχέδιο πώλησης πλαστών μνημείων επινοημένων ηρώων του πολέμου. Όσο για τον υπολοχαγό Πραντέλ, εκμεταλλεύεται τους νεκρούς που είναι θαμμένοι σε αυτοσχέδιους τάφους στο πεδίο της μάχης για να κερδοσκοπήσει, υπογράφοντας συμβόλαιο με το κράτος που σχεδιάζει να τους θάψει ξανά σε στρατιωτικά νεκροταφεία, πουλώντας «στις κοινότητες φέρετρα γεμάτα με χώμα και βότσαλα, ακόμη και Γερμανούς στρατιώτες».[4]

Ο Εντουάρ παίρνει έναν διαγωνισμό για τη δημιουργία ενός μεγάλου μνημείου στην περιοχή όπου γεννήθηκε, χορηγός του οποίου είναι ο Μαρσέλ Περικούρ, πατέρας του Εντουάρ, που επιθυμεί να τιμήσει τον γιο του που θεωρεί νεκρό. Έχοντας συγκεντρώσει αρκετά χρήματα από προκαταβολές, σχεδιάζουν να φύγουν για τις αποικίες. Εν τω μεταξύ, η απάτη του Πραντέλ αποκαλύπτεται από έναν αξιωματούχο. Ο Πραντέλ ζητά από τον πεθερό του πλέον Μαρσέλ Περικούρ να τον βοηθήσει να τακτοποιήσει την κατάστασή του σε επίπεδο Υπουργείου Δικαιοσύνης. Όταν αυτός αρνείται, ο Πραντέλ δωροδοκεί τον αξιωματούχο.

Οι εφημερίδες κάνουν λόγο για πιθανή απάτη με τα μνημεία. Ο κύριος Περικούρ μαθαίνει ότι τον εξαπάτησαν και ζητά από τον Πραντέλ, πλέον γαμπρό του, να βρει τους ενόχους. Ο τελευταίος βρίσκει τα ίχνη του Εντουάρ, που μένει σε πολυτελές ξενοδοχείο. Ο κύριος Περικούρ αποφασίζει να πάει στο ξενοδοχείο με το αυτοκίνητο, σαν να τον σπρώχνει μια ακατανόητη δύναμη. Την ίδια στιγμή, ο Εντουάρ φεύγει από το ξενοδοχείο και, βλέποντας το αυτοκίνητο, ρίχνεται κάτω από τις ρόδες. Ο Αλμπέρ καταφέρνει να διαφύγει στις αποικίες.[4]

Σχόλια Επεξεργασία

  • Ο τίτλος του μυθιστορήματος προέρχεται από την τελευταία επιστολή που απηύθυνε στη γυναίκα του ο στρατιώτης Ζαν Μπλανσάρ, ένας από τους έξι που εκτελέστηκαν για παραδειγματισμό για εγκατάλειψη θέσης τον Δεκέμβριο του 1914 και αποκαταστάθηκαν από το Ακυρωτικό Δικαστήριο το 1921. Το γράμμα τελείωνε με τη φράση «Καλή αντάμωση εκεί ψηλά, αγαπημένη μου γυναίκα».[5]
  • Η απάτη των πολεμικών μνημείων είναι επινόηση του Πιέρ Λεμαίτρ, αλλά η επιχείρηση αισχροκέρδειας με τα στρατιωτικά νεκροταφεία βασίζεται σε ιστορική πραγματικότητα. Στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι οικογένειες ήθελαν να μεταφέρουν τις σορούς συγγενών τους που είχαν σκοτωθεί στη μάχη για να τα θάψουν στο τοπικό νεκροταφείο, αλλά η γαλλική κυβέρνηση απαγόρευσε αυτή την πρακτική για λόγους υγιεινής. Αψηφώντας την απαγόρευση, οι οικογένειες ανέλαβαν, είτε μόνες τους είτε πληρώνοντας τοπικούς εργολάβους κηδειών ή και αδίστακτους καιροσκόπους, να παραβιάσουν στρατιωτικούς τάφους και να μεταφέρουν λαθραία τις σορούς. Αυτή η παράνομη πρακτική τα έτη 1919 και 1920 οδήγησε το Υπουργείο Εσωτερικών να θεσπίσει τον νόμο της 31ης Ιουλίου 1920, ο οποίος προέβλεπε ότι όλα τα έξοδα μεταφοράς των σορών των νεκρών στρατιωτών είναι πλέον ευθύνη του Κράτους.[6]

Διασκευές Επεξεργασία

  • 1997: Καλή αντάμωση εκεί ψηλά, κινηματογραφική ταινία σε σκηνοθεσία Αλμπέρ Ντιποντέλ.[7]
  • 2015: Διασκευή σε κόμικς.[8]

Ελληνική μετάφραση Επεξεργασία

  • Καλή αντάμωση εκεί ψηλά, μετάφραση: Έφη Κορομηλά, εκδόσεις Μίνωας, 2018

Παραπομπές Επεξεργασία