Ο αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Σταματιάδης (Καλλίνικος ο Θάσιος) (1792-1877), ήταν λόγιος κληρικός που καταγόταν από το Καζαβήτι της Θάσου και έδρασε τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό. Ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και συνέβαλε στον απελευθερωτικό αγώνα του 1821. Διετέλεσε διευθυντής της Αθωνιάδας Σχολής και υπηρέτησε ως δάσκαλος σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Ήταν για χρόνια εφημέριος του ναού του Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη και του ναού του Σωτήρος στο Μόναχο.

αρχιμανδρίτης
Καλλίνικος Σταματιάδης
Πορτραίτο του Καλλίνικου Σταματιάδη από τον Νικηφόρο Λύτρα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1792
Καζαβήτι Θάσου
ΘάνατοςΑπρίλιος 1877
Μόναχο
ΘρησκείαΑνατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
ΣπουδέςΑθωνιάδα Ακαδημία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητακληρικός
λόγιος
δάσκαλος
Αξιώματα και βραβεύσεις
Βραβεύσειςαργυρούν Νομισματόσημον
αργυρούς Σταυρός του Τάγματος του Σωτήρος
Τάγμα Αγίας Άννης Β΄ τάξεως

Πρώτα χρόνια Επεξεργασία

Ο αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Σταματιάδης γεννήθηκε στο Καζαβήτι της Θάσου το 1792. Οι γονείς του ήταν αγρότες αλλά αρκετά εύποροι.

Μεγάλωσε στη Θάσο και σε ηλικία 9 ετών πήγε στις Καρυές του Αγίου Όρους, όπου έμεινε μαζί με έναν θείο του, αδελφό της μητέρας του. Όντας στις Καρυές φοίτησε στην Αθωνιάδα Σχολή και απέκτησε μια ικανοποιητικού επιπέδου μόρφωση. Παρέμεινε εκεί μέχρι την ηλικία των 21 ετών, δηλαδή μέχρι το 1813[1] και κατά την παραμονή του φαίνεται ότι χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας. Στο διάστημα μεταξύ 1813-1821 ασκούσε το λειτούργημα του ιερέα σε περιοχές της Βόρειας Ελλάδας[2].

Επαναστατική δράση Επεξεργασία

Όπως φαίνεται μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και απετέλεσε δραστήριο μέλος της. Λέγεται ότι αυτός μύησε στη Φιλική Εταιρεία τον πρόεδρο της Θάσου, τον Χατζη-Γιώργη[3], και τον παρακίνησε να συμμετάσχει και το νησί στην Επανάσταση. Στις αρχές του καλοκαιριού του 1821, ψαριανά καράβια έφτασαν στη Θάσο και ξεσήκωσαν τους κατοίκους του. Οι Θάσιοι συνέλαβαν τον αγά του νησιού και τον εξόρισαν στη Μακεδονία, μπαίνοντας έτσι και αυτοί στον Αγώνα[4].

Σέρρες – Μεγίστη Λαύρα Επεξεργασία

Το 1830 ο Καλλίνικος βρισκόταν στις Σέρρες υπηρετώντας ως αρχιμανδρίτης της οικείας Μητροπόλεως. Εκεί γνώρισε τον προηγούμενο της Ιεράς Μονής Μεγίστης Λαύρας Γαβριήλ, ο οποίος φαίνεται ότι τον παρακίνησε να ακολουθήσει τη μοναχική ζωή. Έτσι ο Καλλίνικος εξέφρασε την επιθυμία να μονάσει στη Μεγίστη Λαύρα, στην οποία παραχώρησε και κάποια χωράφια που είχε στη Θάσο. Οι επίτροποι της Μονής τον δέχτηκαν και κατέγραψαν το όνομά του στο μοναχολόγιο του μοναστηριού[5].

Στη Βιέννη Επεξεργασία

Ο Καλλίνικος παρέμεινε για πολύ μικρό χρονικό διάστημα στη Μεγίστη Λαύρα, καθώς σύντομα οι πατέρες της Μονής, απαντώντας σε αίτημα που τους είχε γίνει, τον έστειλαν ως εφημέριο στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη[6]. Ο προηγούμενος εφημέριος του ναού, ο Ζαχαρίας Σπαρμιώτης, διώχθηκε από την ελληνική κοινότητα της Βιέννης, λόγω κάποιων διαφωνιών και γι’ αυτό ήταν αναγκαίο να βρεθεί αντικαταστάτης. Έτσι, στα τέλη του 1830 ο Καλλίνικος ανέλαβε καθήκοντα στον ναό του Αγίου Γεωργίου, τα οποία εξετέλεσε με πολλή συνέπεια. Τον Αύγουστο του 1838, ύστερα από οκτώ χρόνια υπηρεσίας, υπέβαλε αίτηση παραίτησης λόγω ασθένειας και επέστρεψε στην Ελλάδα[7].

Αθήνα – Κρήτη Επεξεργασία

Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, ο Καλλίνικος εγκαταστάθηκε προσωρινά στην Αθήνα, όπου κάποιοι γνωστοί του του βρήκαν εργασία ως καθηγητή σε ένα σχολείο θηλέων. Κατόπιν, το 1839, πήγε στην Κρήτη όπου εργάστηκε ως δάσκαλος στο χωριό Γωνιά. Ωστόσο, λόγω της έναρξης της κρητικής επανάστασης του 1841, αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Αθήνα.

Στην Αθήνα υπηρέτησε για μερικούς μήνες στην Καπνικαρέα και ακολούθως έγινε εφημέριος του ναού των Αγίων Θεοδώρων Κλαυθμώνος για δύο χρόνια[6].

Ξανά στο Άγιον Όρος – Διεύθυνση Αθωνιάδας Επεξεργασία

Το 1844, συνοδεύοντας μέλη της ρωσικής πρεσβείας, ο Καλλίνικος έφτασε στις Καρυές του Αγίου Όρους, όπου συνάντησε γνωστούς του μοναχούς. Εκείνο το διάστημα ολοκληρωνόταν η σχολή που χτιζόταν στις Καρυές σε μια προσπάθεια αναβίωσης της Αθωνιάδας Σχολής, η οποία είχε πάψει να λειτουργεί από το 1821. Έτσι, προτάθηκε στον Καλλίνικο να γίνει αυτός ο πρώτος δάσκαλος της σχολής και του ζητήθηκε να βοηθήσει τους εργολάβους στον σχεδιασμό των χώρων παραδόσεων.

Την 28η Ιουλίου 1844, στη Μονή Αγίου Παντελεήμονος, υπεγράφη από την Ιερά Επιστασία η πρόσληψη του Καλλίνικου ως δασκάλου για τα μαθήματα της ελληνικής γλώσσας, της αριθμητικής, της γεωγραφίας και της Ιεράς Κατήχησης.

Μετά από αυτό ο Καλλίνικος επέστρεψε στην Αθήνα για να πάρει τα υπάρχοντά του, καθώς και βιβλία που θα χρειάζονταν για τη σχολή. Στην Αθήνα καθυστέρησε περίπου μισό χρόνο λόγω της επιμονής κάποιων γνωστών του να παραμείνει εκεί, αν και η συμφωνία που είχε κάνει με την Ιερά Επιστασία του επέτρεπε να λείψει για ένα με δύο μήνες. Τελικά, τον Μάρτιο του 1845 επιβιβάστηκε σε πλοίο και μέσω Κωνσταντινούπολης έφτασε στο Άγιον Όρος.

Στις 1 Ιουνίου 1845 έγιναν τα εγκαίνια της νέας Αθωνιάδας Σχολής της οποίας η λειτουργία ξεκινούσε με 45 μαθητές. Ο Καλλίνικος διεύθυνε τη σχολή για τρία χρόνια, όμως δημιουργήθηκαν διάφορα προβλήματα λόγω των παρεμβάσεων διαφόρων μονών στα ζητήματα της σχολής και γι’ αυτό το 1847 παραιτήθηκε από δάσκαλος και διευθυντής.

Από το 1846 ο Καλλίνικος έμενε και ασκούνταν στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, ενώ όπως φαίνεται παράλληλα συνέχιζε να παραδίδει μαθήματα[8].

Στο Μόναχο Επεξεργασία

Αποστολή στο Μόναχο Επεξεργασία

Στα τέλη του 1847 ο Καλλίνικος πήγε στην Αθήνα. Εκείνη την περίοδο είχε μείνει κενή η θέση του εφημέριου της ελληνικής εκκλησίας του Σωτήρος στο Μόναχο, καθώς ο προηγούμενος εφημέριος Παπαλέξης είχε ανακληθεί στην Ελλάδα. Ο αρμόδιος υπουργός Γλαράκης πρότεινε τον Καλλίνικο σαν αντικαταστάτη, αφού είχε αντίστοιχη εμπειρία και από τη Βιέννη, και έτσι, με τη σύμφωνη γνώμη των βαυαρικών αρχών και της ελληνικής κυβέρνησης, ο Καλλίνικος στάλθηκε στο Μόναχο. Το σχετικό βασιλικό διάταγμα του διορισμού του εκδόθηκε στις 22 Δεκεμβρίου 1847. Τη μισθοδοσία του ανέλαβε το ελληνικό δημόσιο[9]. Αναχώρησε από την Αθήνα στις 18/30 Ιανουαρίου 1848 και έφτασε στο Μόναχο στις 6/18 Φεβρουαρίου[10].

Δραστηριότητα στον τομέα την εκπαίδευσης Επεξεργασία

Στο Μόναχο ο Καλλίνικος ανέπτυξε σημαντική δραστηριότητα, τόσο στον τομέα της εκπαίδευσης των ξενιτεμένων ελληνοπαίδων, όσο και στην προάσπιση των δικαιωμάτων της ελληνικής κοινότητας του Μονάχου. Από το 1849 μέχρι και το 1876 έκανε μαθήματα κατήχησης στα ξενιτεμένα ελληνόπουλα. Επίσης, ξεκίνησε ξανά τη λειτουργία του εκπαιδευτηρίου «το των ευγενών Παρθεναγωγείον», στο οποίο φοιτούσαν ορθόδοξα κορίτσια από τη Μολδαβία, τη Ρωσία και την Ελλάδα. Εκεί ο Καλλίνικος δίδασκε τα μαθήματα που σχετίζονταν με τη θρησκεία[11]. Επιπλέον, κατέβαλε προσπάθειες για να βοηθήσει νέους από την Ελλάδα να μορφωθούν στο εξωτερικό. Μεταξύ αυτών ήταν και ο γιος της ανιψιάς του Κωνσταντίνος Δημητριάδης, τον οποίο, αν και ο ίδιος αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα, βοήθησε να σπουδάσει ιατρική.

Σφετερισμός του ναού του Σωτήρος Επεξεργασία

Ο Καλλίνικος, πέτυχε ο ναός του Σωτήρος να παραμείνει στην ιδιοκτησία των Ελλήνων, προστατεύοντάς τον από διάφορες άλλες χριστιανικές ομολογίες που τον διεκδικούσαν. Το 1848, μέλη του κινήματος των «ελεύθερων καθολικών» ζήτησαν να χρησιμοποιούν και αυτοί τον ναό για τις λατρευτικές τους συνάξεις. Ο Καλλίνικος τους παρέπεμψε στην Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, η οποία δεν τους έδωσε την άδεια που ζητούσαν.

Καθώς οι σχέσεις μεταξύ Ελλάδας και Βαυαρίας είχαν ψυχρανθεί λόγω της απομάκρυνσης του Όθωνα από την Ελλάδα, η ελληνική κοινότητα του Μονάχου είχε πέσει σε δυσμένεια και παράλληλα είχε μειωθεί σημαντικά. Έτσι, το 1863 η μικρή ομάδα Αγγλικανών του Μονάχου, βρήκε ευκαιρία να ζητήσει από το βασιλικό συμβούλιο της Βαυαρίας άδεια να χρησιμοποιεί τον ναό. Το βασιλικό συμβούλιο χορήγησε την άδεια, αλλά οι Έλληνες, με επικεφαλής τον Καλλίνικο Σταματιάδη, αντέδρασαν και ζήτησαν βοήθεια από τον Ρώσο πρεσβευτή στο Μόναχο Ivan Ritter von Ozerov. Η ρωσική πρεσβεία υποστήριξε τους Έλληνες και κατόπιν πιέσεων από μέρους της προς τη βαυαρική κυβέρνηση, άρθηκε η άδεια προς τους Αγγλικανούς και η εκκλησία παρέμεινε υπό την κατοχή των Ελλήνων[12].

Ο Καλλίνικος βοήθησε σημαντικά τους Έλληνες της κοινότητας του Μονάχου και γι’ αυτό έχαιρε εκτίμησης και σεβασμού από όλους. Δεν περιοριζόταν όμως μόνο στους Έλληνες, αλλά συνέδραμε όλους τους κατοίκους του Μονάχου όταν βρίσκονταν σε ανάγκη και έτσι είχε γίνει πολύ γνωστός. Τον αποκαλούσαν der griechische Geistliche, δηλαδή ο Έλληνας πνευματικός[13].

Επαφές με τη Θάσο Επεξεργασία

Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στο Μόναχο, ο Καλλίνικος δεν λησμόνησε την πατρίδα του, τη Θάσο, αν και ουδέποτε επέστρεψε ξανά εκεί. Διατήρησε επαφές με το νησί αλληλογραφώντας με συμπατριώτες του, κυρίως με τον σύζυγο της ανιψιάς του Δημήτριο Χατζηγιαξή ή Δημητρούδη και με τον γιο της Κωνσταντίνο[10]. Ενδιαφερόταν για την πνευματική ανάπτυξη του νησιού του και παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις εξελίξεις εκεί. Ενδιαφέρθηκε για τη δημιουργία κοινοτικού σχολείου στο χωριό του Καζαβήτι, το οποίο λειτούργησε περί τα 1838[14]. Τον Ιούλιο του 1850, ο Δημήτριος Χατζηγιαξής έστειλε επιστολή στον Καλλίνικο, με την οποία τον καλούσε να αναλάβει τη θέση του δασκάλου στο νεοϊδρυθέν «κεντρικό σχολείο» της Θάσου, το οποίο θα παρείχε πρωτοβάθμια εκπαίδευση στα παιδιά του νησιού. Ωστόσο, ο Καλλίνικος αρνήθηκε τη θέση, επικαλούμενος τη μεγάλη του ηλικία. Παρ’ όλα αυτά συμπαραστάθηκε στις προσπάθειες που έγιναν για την οργάνωση του σχολείου[15]. Επιπλέον, υποστήριζε την άποψη ότι έπρεπε κάποιοι από τους νέους του νησιού να σπουδάσουν στο εξωτερικό, για να αποτελέσουν τους πρωτεργάτες της αναγέννησης του νησιού.

Τιμητικές διακρίσεις Επεξεργασία

Η πολυσχιδής προσωπικότητά του και το σημαντικό έργο του σε πολλούς τομείς απετέλεσαν την αιτία για να του απονεμηθούν σημαντικές τιμητικές διακρίσεις. Στις 17 Μαΐου 1844 του απονεμήθηκε από το Υπουργείο των Στρατιωτικών το αργυρούν Νομισματόσημον «δι’ ανταμοιβήν των κατά τον υπέρ της ανεξαρτησίας πόλεμον εκδουλεύσεών του»[16]. Την 1η Δεκεμβρίου 1856, ο βασιλιάς Όθωνας του απένειμε τον αργυρούν Σταυρό των Ιπποτών του βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος «χάριν της ακριβούς και ιεροπρεπούς εκπληρώσεως των καθηκόντων του και των υπέρ της θρησκευτικής εκπαιδεύσεως των εν Μονάχω ορθοδόξων παίδων αφιλοκερδών και αόκνων αυτού προσπαθειών». Επιπλέον, ο τσάρος της Ρωσίας Αλέξανδρος Β΄ τον κατέταξε στις 28 Σεπτεμβρίου 1863 στο Τάγμα της Αγίας Άννης Β΄ τάξεως, απονέμοντάς του το αντίστοιχο παράσημο[17].

Θάνατος Επεξεργασία

Ο Καλλίνικος πέθανε στο Μόναχο τον Απρίλιο του 1877, σε ηλικία περίπου 85 ετών, έχοντας υπηρετήσει 29 χρόνια την εκκλησία της ελληνικής κοινότητας του Μόναχου. Τα περιουσιακά στοιχεία που άφησε περιελάμβαναν 50 χρυσά νομίσματα διαφόρων χωρών και κάποια πολύτιμα σκεύη, τα οποία κληρονόμησε η ανιψιά του[18]. Τη βιογραφία του, με αρκετές ελλείψεις όμως, συνέγραψε ο Σπυρίδων Παπαγεωργίου, ο οποίος τον γνώρισε τα τελευταία χρόνια της ζωής του[13].

Πνευματική δραστηριότητα Επεξεργασία

Ο Καλλίνικος ήταν αρκετά μορφωμένος και θεωρούσε την παιδεία πολύ σημαντική. Είχε συγκεντρώσει πολλά βιβλία, εκ των οποίων πολλά βρίσκονταν στη Θάσο. Κατά την περίοδο της παραμονής του στο Μόναχο εμφανίζεται στις στήλες των συνδρομητών των βιβλίων: Ιστορία της Παλαιάς Ελλάδος (1835), Νεότατα της Ελλάδος κατά της Ασίας τρόπαια (1835), Εορτοδρόμιον (1836), Λεξικόν της ελληνικής γλώσσης (1836), Ο Θεμιστοκλής εν Πέρσαις (1838), κ.ά.[19].

Ο ίδιος ασχολήθηκε και με τη συγγραφή, όμως έχουν σωθεί ελάχιστα από τα γραπτά του. Κατά το διάστημα της παραμονής του στη Μονή Βατοπαιδίου συνέγραψε σύμφωνα με μαρτυρίες ένα βιβλίο με τίτλο Ισαάκ ο Σύρος. Επίσης, όσο βρισκόταν στη Μονή Βατοπαιδίου αντέγραψε τα ανέκδοτα σχόλια του Νικήτα Σερρών στους λόγους του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, τα οποία προσπάθησε να εκδώσει στα τέλη του 1847, διάστημα το οποίο βρισκόταν στην Αθήνα. Ωστόσο φαίνεται ότι τελικά δεν εκδόθηκαν[20]. Σημαντικές ήταν επίσης και οι επιστολές του, οι οποίες φανερώνουν τις βαθιές γνώσεις του. Σε αυτές εκφράζει τις απόψεις του για την παιδεία και την έγνοια του για τη μόρφωση των Ελλήνων.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Βακαλόπουλος (1963), σελ. 184-185.
  2. Χαλκιάς (2014), σελ. 54.
  3. Bakalopoulos (1953), σελ. 40.
  4. Βακαλόπουλος (1980), σελ. 474-475.
  5. Βακαλόπουλος (1963), σελ. 185-186.
  6. 6,0 6,1 Βακαλόπουλος (1963), σελ. 186.
  7. Ευστρατιάδης (1912), σελ. 154-155.
  8. Βακαλόπουλος (1963), σελ. 186-189.
  9. Μπόντιεκ (2010), σελ. 130-131.
  10. 10,0 10,1 Βακαλόπουλος (1963), σελ. 189.
  11. Παπαδόπουλος (2016), σελ. 66.
  12. Μπόντιεκ (2010), σελ. 103-104.
  13. 13,0 13,1 Βακαλόπουλος (1963), σελ. 184.
  14. Χαλκιάς (2014), σελ. 54.
  15. Χαλκιάς (2014), σελ. 56-57.
  16. Bakalopoulos (1953), σελ. 108.
  17. Βακαλόπουλος (1963), σελ. 190.
  18. Βακαλόπουλος (1963), σελ. 198.
  19. Χαλκιάς (2014), σελ. 55.
  20. Βακαλόπουλος (1963), σελ. 188-189.

Πηγές Επεξεργασία