Καρυοθραύστης

εργαλείο σχεδιασμένο για τη θραύση σκληρών κελύφων καρπών


Ο καρυοθραύστης είναι εργαλείο σχεδιασμένο για τη θραύση σκληρών κελυφών καρπών, του τύπου κάρυου ή σε μερικές περιπτώσεις δρύπης. Υπάρχουν πολλά διαφορετικά σχέδια καρυοθραυστών, όπως μοχλού (το πιο συνηθισμένο στην Ελλάδα) και κοχλία.

Καρυοθραύστης μοχλού με φουντούκια

Χρήσεις Επεξεργασία

 
Χρήση καρυοθραύστη
 
Χρήση καρυοθραύστη τύπου κοχλία
 
Καρυοθραύστης με μηχανισμό τύπου ratchet

Στην αρχαιότητα τα κάρυα ανοίγονταν συνήθως με χρήση σφυριού και άκμονα, εργαλεία που συχνά ήταν πέτρινα.[1] Τα κάρυα με ασθενές κέλυφος, όπως π.χ. τα φουντούκια, μπορούν να ανοιχθούν ακόμα και με τα χέρια, κρατώντας το κάρυο στην παλάμη του ενός χεριού και ασκώντας πίεση με το άλλο, ή με ένα άλλο κάρυο.[2]

Οι σημερινοί καρυοθραύστες κατασκευάζονται συνήθως με τη μορφή μοχλού δεύτερου τύπου, δηλαδή με το υπομόχλιο στο άκρο του εργαλείου και το κάρυο (το «φορτίο») τοποθετημένο ενδιάμεσα. Ο ίδιος τύπος εργαλείου χρησιμοποιείται και για τη θραύση των κελυφών του κάβουρα και του αστακού. Η πρώτη χρήση του ίσως να ανάγεται στην αρχαία Ελλάδα.[1] Τον 14ο αιώνα μνημονεύονται καρυοθραύστες στην Αγγλία (π.χ. στις Ιστορίες του Καντερμπέρυ) και στη Γαλλία.[1] Το σχέδιο του μοχλού μπορεί να προήλθε από τη τσιμπίδα των σιδηρουργών. Το υλικό ήταν μέταλλα όπως ο χυτοσίδηρος και ο ορείχαλκος[3], αλλά και το πολύ σκληρό ξύλο (π.χ. πυξάρι), ιδίως στη Γαλλία και την Ιταλία.[1] Σπανιότερα χρησιμοποιούσαν ακόμα και πορσελάνη.[3] Πολλοί από τους ξύλινους καρυοθραύστες είναι έργα ξυλογλυπτικής, με τη μορφή ανθρώπου ή ζώου.[1]

Κατά τη βικτωριανή εποχή, προσφέρονταν στα γεύματα φρούτα μαζί με καρύδια στο ίδιο μπολ, οπότε προσφέρονταν συχνά διακοσμημένοι και κάποτε επάργυροι καρυοθραύστες στο τραπέζι.[1] Από αιώνες τα κάρυα και οι σκληρές δρύπες γενικώς αποτελούσαν αγαπημένη επιλογή για επιδόρπιο σε όλη την Ευρώπη. Οι καρυοθραύστες τοποθετούνταν από την αρχή στο τραπέζι με καλεσμένους, ώστε να χρησιμεύσουν ως διασκεδαστικό αντικείμενο όσο οι συνδαιτημόνες περίμεναν το τελευταίο πιάτο.

Στα τέλη του 19ου αιώνα σημειώθηκαν δύο μεταβολές στην κατασκευή των καρυοθραυστών: η άνοδος των διακοσμητικών σχεδίων και μορφών, ιδίως από την περιοχή των Άλπεων, όπου πωλούνταν ως ενθύμια, καθώς και μία μετάβαση στη βιομηχανική τους παραγωγή, έναντι της παλαιάς κατασκευής από τεχνίτες.[1] Μετά το 1970 η διάθεση στο εμπόριο προαποφλοιωμένων αμυγδάλων, καρυδιών κλπ. οδήγησε σε μείωση του αριθμού των σπιτικών που είχαν καρυοθραύστη.[1]

Εναλλακτικά σχέδια Επεξεργασία

Τον 17ο αιώνα εμφανίσθηκαν καρυοθραύστες με κοχλία, που ασκούσαν πιο βαθμιαία πίεση στο κέλυφος, παρόμοια με μια μέγγενη.[1] Το 1913 ο Χένρυ Μ. Κουάκενμπους (H.M. Quackenbush, 1847-1933) κατοχύρωσε με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας έναν καρυοθραύστη με ελατήριο.[4] Το σχέδιο τύπου γρύλου, που επίσης αυξάνει βαθμιαία την πίεση στο κέλυφος ώστε να αποφευχθεί η διάσπαση του φαγώσιμου μέρους στο εσωτερικό, κατοχυρώθηκε το 1947 από τον Βρετανό Κάθμπερτ Λέσλι Ράιμς (Cuthbert Leslie Rimes).[5][6][7][8] Στην Κίνα πάντως είναι δημοφιλή εργαλεία με τη μορφή κλειδιού, που εισάγονται σε μια ρωγμή του καρπού και περιστρέφονται ώστε να ανοίξει το κέλυφός του.[9]

Διακοσμητική χρήση Επεξεργασία

 
Ποικιλία ανθρωπόμορφων καρυοθραυστών
 
Συλλογή από καρυοθραύστες με μορφές εμπνευσμένες από παραμύθια
 
Διακοσμητικός ορειχάλκινος καρυοθραύστης αισθητικής populuxe από τον βιομηχανικό σχεδιαστή Μωρίς Άσκαλον

Ξυλόγλυπτοι καρυοθραύστες με τη μορφή στρατιώτη, ιππότη, βασιλιά ή και κοινών επαγγελματιών, υπήρχαν από τον 15ο αιώνα. Τέτοιοι καρυοθραύστες είναι ακόμα σύμβολο καλής τύχης στη Γερμανία και σύμφωνα με μια λαϊκή διήγηση ένας κατασκευαστής μαριονετών είχε κερδίσει έναν διαγωνισμό δημιουργώντας μια κούκλα με στόμα-μοχλό για το σπάσιμο καρυδιών.[3] Συνήθως οι καρυοθραύστες της κατηγορίας αυτής έχουν τη μορφή ανθρώπου με μεγάλο στόμα, το οποίο ο χρήστης ανοίγει σηκώνοντας έναν μοχλό στο πίσω μέρος της φιγούρας. Στο παραδοσιακό σχέδιο, ο καρπός εισάγεται στο στόμα, ο μοχλός καταβαίνει και ο καρπός σπάει. Αλλά οι σύγχρονοι καρυοθραύστες της κατηγορίας αυτής έχουν κυρίως διακοσμητικό σκοπό, ιδίως για την περίοδο των Χριστουγέννων, της οποίας από αιώνες αποτελούν παραδοσιακό σύμβολο.[10] Το μπαλέτο του Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι Ο Καρυοθραύστης, που βασίζεται σε ένα διήγημα του Γερμανού συγγραφέα και συνθέτη Ε. Τ. Α. Χόφμαν, έλκει την ονομασία του από αυτή την εορταστική διακοσμητική χρήση του εργαλείου.

Το σκάλισμα ξύλινων καρυοθραυστών — όπως και αγαλματιδίων βιβλικών μορφών και χριστουγεννιάτικων φατνών — αναπτύχθηκε ως οικιακή βιοτεχνική-χειροτεχνική δραστηριότητα σε δασωμένες περιοχές της Γερμανίας. Τα γνωστότερα τέτοια έργα προέρχονται από το Διαμέρισμα Ζόνεμπεργκ στη Θουριγγία (κέντρο επίσης κατασκευής κούκλας) και από τη βιοτεχνία ξύλινων παιχνιδιών στα Όρη Μεταλλευμάτων. Η ξυλογλυπτική παρείχε συχνά το μοναδικό μέσο βιοπορισμού για τους ανθρώπους της δεύτερης περιοχής. Μερικοί ξυλογλύπτες από εκεί απέκτησαν μεγάλη φήμη, όπως οι Γιούνγκχάνελ, Κλάους Μέρτενς, Όλαφ Κόλμπε, Πέτερσεν, Κρίστιαν Ούλμπριχτ και άλλοι, των οποίων οι καρυοθραύστες έγιναν συλλεκτικά αντικείμενα, ιδίως οι καρυοθραύστες Στάινμπαχ.

Οι διακοσμητικοί καρυοθραύστες έγιναν δημοφιλείς στις Ηνωμένες Πολιτείες μόνο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά την πρώτη παραγωγή του μπαλέτου Ο Καρυοθραύστης στις ΗΠΑ[11] το 1940. Οι ξυλογλύπτες στα Όρη Μεταλλευμάτων βρέθηκαν μεταπολεμικώς σε κομμουνιστικές χώρες (Ανατολική Γερμανία και Τσεχοσλοβακία), και άρχισαν να παράγουν μαζικώς κακοσχεδιασμένους τέτοιους καρυοθραύστες για την αμερικανική αγορά. Από την άλλη, με την αύξηση της πωλήσεως αποφλοιωμένων καρυδιών και αμυγδάλων, η χρηστική αξία του εργαλείου μειώθηκε. Μετά το 1990 κυριάρχησαν οι διακοσμητικοί καρυοθραύστες κινεζικής και ταϊβανέζικης κατασκευής, που αντέγραψαν τα παραδοσιακά γερμανικά μοτίβα.[3][11] Το «Βαυαρικό χωριό» στο Λήβενγουορθ (Ουάσινγκτον), περιλαμβάνει ένα μουσείο καρυοθραυστών.

Εκτός από το ξύλο, πολλά άλλα υλικά χρησιμεύουν για την κατασκευή διακοσμητικών καρυοθραυστών, όπως η πορσελάνη, το ασήμι και ο ορείχαλκος. Η Ταχυδρομική Υπηρεσία των Ηνωμένων Πολιτειών εξέδωσε τέσσερα γραμματόσημα τον Οκτώβριο του 2008 με εικόνες καρυοθραυστών που φιλοτέχνησε ο Αμερικανός καλλιτέχνης Γκλεν Κράιντερ.[12]

Ευρύτερη χρηστικότητα Επεξεργασία

Κάποιοι καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων και ο Βρετανός μουσικός Μάικ Όλντφηλντ, έχουν χρησιμοποιήσει τον ήχο που παράγουν οι καρυοθραύστες στη μουσική.[13] Μια παραδοσιακή πίστη των Μαλαισίων στη νοτιοανατολική Ασία είναι ότι ένας καρυοθραύστης (kacip pinang) από ξύλο φοινικιάς τοποθετούμενος κάτω από το μαξιλάρι ενός βρέφους αποτρέπει κάθε κακό που θα μπορούσαν να του προκαλέσουν υπερφυσικά όντα.[14]


Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 1,8 Mills, Robert (2001). Nutcrackers. Shire Books. ISBN 9780747805236. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2016. [νεκρός σύνδεσμος]
  2. Perry, Nicole (7 Δεκεμβρίου 2015). «Holiday Hack: How to Crack Open Nuts With Your Bare Hands». PopSugar. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2016. 
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Malone, Noreen (Δεκέμβριος 2012). «In a Nutshell: A Brief History of Nutcrackers». Slate. Ανακτήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 2016. 
  4. «Nutcracker history - invention of the nutcrackers». ideafinder.com. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουνίου 2012. 
  5. Yarrow, Stella (February 6, 1994). «TRIED & TESTED / Taking a crack at it: We sample seven nutcrackers. The hard shell won when it came to the crunch». The Independent. https://www.independent.co.uk/arts-entertainment/tried-tested-taking-a-crack-at-it-we-sample-seven-nutcrackers-the-hard-shell-won-when-it-came-to-the-1392361.html. Ανακτήθηκε στις December 31, 2015. 
  6. «Morley's Nutcrackers». Morley Advertiser. 22 Ιουνίου 1951. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2015. 
  7. «Improvements in or relating to nut-crackers GB592232 (A)». Espacenet. 9 Σεπτεμβρίου 1947. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2015. 
  8. «Crackerjack nutcrackers; C.L. Rimes Limited, Leeds, UK; 1969; T92». City of Belmont Museum. Ehive. Ανακτήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2015. 
  9. Honan, Kim (October 24, 2014). «Is China's love for our native nut a production threat or marketing opportunity for Australian macadamia growers?». ABC Rural. http://www.abc.net.au/news/2014-10-24/cracking-nuts-in-china/5834734. Ανακτήθηκε στις January 10, 2016. 
  10. Gabilondo, Pat (23 Δεκεμβρίου 2011). «The Nutcracker: A Timeless Symbol of Christmas». Lilburn-MountainParkPatch. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2012. 
  11. 11,0 11,1 Albright, Mary Beth (December 8, 2014). «Why Fancy Nutcrackers Don't Actually Crack Nuts». The Plate (National Geographic). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-11-19. https://web.archive.org/web/20171119182657/http://theplate.nationalgeographic.com/2014/12/08/why-nutcrackers-dont-actually-crack-nuts/. Ανακτήθηκε στις January 10, 2016. 
  12. Gambino, Megan (December 24, 2008). «Nutcrackers at National Postal Museum». Smithsonian Magazine. http://www.smithsonianmag.com/smithsonian-institution/nutcrackers-at-national-postal-museum-33410746/?no-ist=. Ανακτήθηκε στις December 31, 2015. 
  13. «Island life inspires music icon Mike Oldfield». http://www.tribune242.com/news/2017/feb/20/island-life-inspires-music-icon-mike-oldfield/. Ανακτήθηκε στις 2018-12-02. 
  14. «Kacip». Sirih Pinang (στα μαλαϊκά). Perpustakaan Negara Malaysia. 1999. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Οκτωβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 26 Ιουνίου 2021. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία