Ο ορισμός της κοινωνικής μάθησης ως ψυχολογικής θεωρίας παρουσιάζει τη μαθησιακή συμπεριφορά, η οποία ρυθμίζεται, επηρεάζεται και ελέγχεται από περιβαλλοντικούς παράγοντες κι όχι από έμφυτες ή εσωτερικές δυνάμεις. Ο Αμερικανός ψυχολόγος Άλμπερτ Μπαντούρα είναι ένας από τους πρωτοπόρους που ερμήνευσαν την έννοια της κοινωνικής μάθησης. Κάνοντας πολλές μελέτες και πειράματα υποστήριξε ότι ο ρόλος της μάθησης στην ανάπτυξη των παιδιών κατέχει σημαντική θέση και διαδραματίζει καίριο ρόλο. Τα παιδιά παρατηρούν τους γύρω τους, μιμούμενα τις κινήσεις ή τις συμπεριφορές που βλέπουν και έτσι μαθαίνουν. Μαθαίνουν τη συμμετοχή, τη συνεργασία με τους άλλους, την επίθεση και την κοινωνική αλληλεπίδραση.

Η θεωρία της κοινωνικής μάθησης Επεξεργασία

Η θεωρία της κοινωνικής μάθησης υιοθετεί την ιδέα ότι η μάθηση περιλαμβάνει τις συμπεριφορικές αλλαγές, οι οποίες πραγματοποιούνται μέσω του συνειρμού της συμπεριφοράς και των συνεπειών της. Οι τελευταίες μπορεί να είναι ευνοϊκές ή μη. Κατά τον Μπαντούρα (1978) «οι ατομικοί και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες δεν δρουν ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον, αλλά αλληλοκαθορίζονται. Ούτε και το άτομο μπορεί να θεωρηθεί αμέτοχος στη θεωρία αυτή. Τα άτομα με τις πράξεις τους παράγουν τις περιβαλλοντικές συνθήκες και στη συνέχεια επηρεάζουν τη συμπεριφορά τους. Επίσης, οι εμπειρίες που προέρχονται από τη συμπεριφορά της οποία εκδηλώνει το άτομο καθορίζουν εν μέρη τον τρόπο σκέψης τους, τις προσδοκίες, τις πεποιθήσεις του, πράγμα που στη συνέχεια επηρεάζει τη συμπεριφορά που θα εκδηλώσει».

Ένα, ακόμα, στοιχείο της θεωρίας είναι η παραδοχή ότι οι ψυχολογικές λειτουργίες είναι το αποτέλεσμα της αμοιβαίας αλληλεπίδρασης τριών ομάδων παραγόντων: της συμπεριφοράς, των γνωστικών διαδικασιών και του περιβάλλοντος. Το τρίτο στοιχείο της κοινωνικής θεωρίας της μάθησης, αφορά την αντιμετώπιση του ατόμου ως δημιουργού αλλαγής. Πρόκειται για την ικανότητά του να μεταβάλλει τη συμπεριφορά του καθοδηγώντας τον ίδιο τον εαυτό του (αυτοκαθοδήγηση).

Σύμφωνα με τους θεωρητικούς κοινωνικής μάθησης πολλές πτυχές της προσωπικότητας (πχ: προβλήματα όπως η επιθετικότητα και η εξάρτηση) προκύπτουν μέσα από τη διδασκαλία της μάθησης επομένως μπορούν να ανατραπούν. Η ιδέα αυτή αποτέλεσε την αφετηρία για την ανάπτυξη της τροποποίησης της συμπεριφοράς, η οποία είναι μια τεχνική που αποσυνδέει τις συμπεριφορές από τις περιβαλλοντικές τους συνέπειες, οι οποίες και τις διατηρούν.

Στο έργο του Μπαντούρα Επεξεργασία

Στο κλασικό έργο του Μπαντούρα για το ρόλο της μίμησης στη μάθηση, σε πειράματα που έκανε, τα παιδιά που είδαν κάποιον να τιμωρείται για επιθετική συμπεριφορά τείνουν να εκδηλώνουν λιγότερες επιθετικές αντιδράσεις συγκριτικά με τα παιδιά εκείνα που είδαν κάποιον άλλον να αμείβεται για μια τέτοια συμπεριφορά ή με εκείνα που δεν είδαν ούτε τη μία περίπτωση ούτε την άλλη. Παρ' όλα αυτά ο Μπαντούρα υποστήριζε ότι τα παιδιά σε όλες τις ομάδες μαθαίνουν την συμπεριφορά που μπορεί να βλέπουν ακόμη κι αν δεν εκδηλώνουν άμεση αντίδραση σε αυτή και δεν την μιμούνται. Αυτό συμβαίνει υπό διαφορετικές περιστάσεις.

Τα πειράματα Επεξεργασία

Ενδεικτικά αναφέρονται τα δύο πειράματα με την κούκλα Bobo τα οποία διεξήχθησαν το 1961 και 1963 και στα οποία μελέτησε το μοτίβο συμπεριφοράς των υποκειμένων σχετικά με την εκδήλωση επιθετικότητας. Με τα πειράματα αυτά προσπάθησε να αποδείξει, έστω εν μέρει, πως η επιθετικότητα θα μπορούσε να εξηγηθεί μέσα στο πλαίσιο της κοινωνικής μάθησης. Τα αποτελέσματα έδειξαν πως η πρόβλεψη του Μπαντούρα σχετικά με τον ρόλο του φύλου του ατόμου προς μίμηση ήταν ορθή, αφού τα παιδιά μιμούνταν περισσότερο της συμπεριφορές των ατόμων του ίδιου φύλου. Επίσης, φάνηκε πως οι αναστολές των παιδιών έναντι της επιθετικής συμπεριφοράς μειώνονταν, όταν έβλεπαν τον ενήλικα να την ασκεί, θεωρώντας την αποδεκτή. Τέλος, τα στοιχεία φανέρωσαν μεγαλύτερη τάση των αγοριών προς την έκφραση επιθετικής συμπεριφοράς σε σύγκριση με τα κορίτσια, καθώς η εκδήλωση επιθετικών συμπεριφορών στα αγόρια ήταν περίπου η διπλάσια από εκείνη των κοριτσιών. Μολαταύτα, ασκήθηκε έντονη κριτική στα πειράματα αυτά κυρίως, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά του δείγματος. Ειδικότερα, λόγω του παρόμοιου κοινωνικοοικονομικού επιπέδου, μιας και τα παιδιά του δείγματος επιλέχθηκαν από τον βρεφικό σταθμό του Πανεπιστημίου Στάνφορντ, ήταν δηλαδή από λευκές (σημαντικό για εκείνη την περίοδο) οικογένειες μεσαίου/υψηλού εισοδήματος, αφού μόνο εκείνοι μπορούσαν να έχουν το προνόμιο να γίνουν τα παιδιά τους δεκτά σε έναν τέτοιο βρεφονηπιακό σταθμό. Οπότε, υπάρχει έντονη φυλετική αλλά και οικονομική προκατάληψη. Επιπροσθέτως, δεν συμπεριλήφθηκε το νευροφυσιολογικό κομμάτι. Τα παιδιά ήταν μεταξύ 3 έως 6 ετών. Οι Baron, Broughton, Buttross, Corrigan, et al. (2001) εξήγησαν πως ο μετωπιαίος λοβός των παιδιών κάτω των 8 ετών δεν έχει αναπτυχθεί εντελώς, οπότε δεν είναι ικανά να ξεχωρίσουν την πραγματικότητα, από τη φαντασία. Επιπλέον, οι Worthman και Loftus (1992) χαρακτηρίζουν τα πειράματα του Μπαντούρα αντιδεοντολογικά, επειδή χειρίστηκε τα υποκείμενα με τέτοιο τρόπο, ώστε να τα οδηγήσει στην εκδήλωση επιθετικής συμπεριφοράς.

Τοιουτοτρόπως, η έρευνα του Μπαντούρα οδήγησε πολλούς ψυχολόγους στην αμφισβήτηση της εν δυνάμει "μαθησιακής πείρας" που προσφέρεται στα παιδιά μέσω δημοφιλών τηλεοπτικών εκπομπών, ηλεκτρονικών παιχνιδιών και κινηματογραφικών ταινιών, ειδικά εκείνων στις οποίες εμφανίζεται αντικοινωνική ή βίαιη συμπεριφορά. Μεταγενέστερες έρευνες πάνω στα αποτελέσματα της βίας στην τηλεόραση και κινηματογράφο ήταν αμφιλεγόμενες. Έχουν προκύψει δύο αντίθετες θεωρίες. Η μία υποστηρίζει ότι η εξήγηση της βίας εξευγενίζει τέτοιου είδους δραστηριότητες (η εμπειρία είναι έμμεση, πράγμα που ελαττώνει τη δραστηριότητα), ενώ η άλλη υποστηρίζει ότι αυτή η θεώρηση αυξάνει τη δραστηριότητα. Τα αποδεικτικά στοιχεία ευνοούν την τελευταία θεωρία.

Συμπερασματικά Επεξεργασία

Συμπερασματικά, η θεωρία της κοινωνικής μάθησης που προέρχεται από την εργασία του Άλμπερτ Μπαντούρα και την οποία επέκτειναν πολλοί ψυχολόγοι προτείνει ότι η κοινωνική μάθηση που βασίζεται στην παρατήρηση είναι μια σύνθετη διαδικασία που περιλαμβάνει τρία στάδια:

  • έκθεση στις αντιδράσεις των άλλων
  • μίμηση και πρόσκτηση των συμπεριφορών που βλέπει το άτομο
  • μεταγενέστερη αποδοχή των πρότυπων πράξεων ως οδηγητικών στοιχείων της συμπεριφοράς του υποκειμένου.

Παραπομπές Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

  • Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάνικα, Τόμος 34, Εκδοτικός Οργανισμός Πάπυρος
  • Βιογραφικό σημείωμα Αλμπερτ Μπαντούρα
  • Bobo doll experiment
  • Μαρβάκης, A, (2014). Στρατηγικές και πρακτικές μάθησης. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.
  • Lightfoot, C., Cole, M. & Cole, S. R. (2014). Η ανάπτυξη των παιδιών. Αθήνα: Gutenberg.
  • Ζαφειροπούλου, Μ. (2011). Παρεμβάσεις Γνωσιακού - Συμπεριφοριστικού Τύπου στο Σχολείο. Στο: Α. Καλαντζή- Αζίζι & Μ. Ζαφειροπούλου (Επιμ.) Προσαρμογή στο Σχολείο: Πρόληψη και Αντιμετώπιση Δυσκολιών, 27-58. Αθήνα: Πεδίο.