Η Λαντάνα (επιστημονική ονομασία: Lantana) είναι γένος περίπου 150 ειδών πολυετών ανθοφόρων φυτών στην οικογένεια των Ιεροβοτανίδων. Είναι ιθαγενείς σε τροπικές περιοχές της Αμερικής και της Αφρικής, αλλά υπάρχουν ως εισαγόμενο είδος σε πολλές περιοχές, ειδικά στην περιοχή Αυστραλίας - Ειρηνικού, στο νότιο και βορειοανατολικό τμήμα της Ινδίας. Το γένος περιλαμβάνει τόσο ποώδη φυτά όσο και θάμνους που αναπτύσσονται σε ύψος 0,5 με 2 μέτρα. Η γενική ονομασία προέρχεται από την ύστερη λατινική γλώσσα, όπου αναφέρεται στο μη συγγενικό Viburnum lantana.[1]

Λαντάνα

Συστηματική ταξινόμηση
Σύστημα: κατά CRONQUIST, 1981
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Λαμιώδη (Lamiales)
Οικογένεια: Ιεροβοτανοειδή (Verbenaceae)
Γένος: Λαντάνα (Lantana)
L.

Οι αρωματικές συστάδες λουλουδιών της Λαντάνας (που ονομάζονται σκιάδια) είναι ένα μείγμα από κόκκινα, πορτοκαλί, κίτρινα ή μπλε και λευκά άνθη. Υπάρχουν και άλλα χρώματα καθώς επιλέγονται νέες ποικιλίες. Τα άνθη συνήθως αλλάζουν χρώμα καθώς ωριμάζουν, με αποτέλεσμα οι ταξιανθίες να είναι δίχρωμες ή τρίχρωμες.

Οικολογία Επεξεργασία

Ορισμένα είδη είναι χωροκατακτητικά και θεωρούνται επιβλαβή ζιζάνια, όπως στη Νότια Ασία, τη Νότια Αφρική και την Αυστραλία.[2] Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι λαντάνες έχουν εγκλιματιστεί στα νοτιοανατολικά, ιδιαίτερα στις παράκτιες περιοχές της Καρολίνας, της Τζόρτζια, της Φλόριντα και τις ακτές του κόλπου του Μεξικού. 

Η εξάπλωση της λαντάνας υποβοηθάται από το γεγονός ότι τα φύλλα της είναι δηλητηριώδη για τα περισσότερα ζώα και έτσι αποφεύγονται από τα φυτοφάγα, ενώ ο καρπός τους είναι λιχουδιά για πολλά πουλιά. Αυτά διανέμουν τους σπόρους και έτσι συμβάλλουν άθελά τους στην υποβάθμιση του εγχώριου οικοσυστήματος τους. 

Οι λαντάνες είναι χρήσιμες ως μελιτοφόρα φυτά μελιού, και τα είδη L. camara, L. lilacina και L. trifolia φυτεύονται μερικές φορές για το σκοπό αυτό.

Χρήσεις Επεξεργασία

 
Πολύχρωμο λουλούδι λαντάνας

Τα είδη Λαντάνας καλλιεργούνται ευρέως για τα άνθη τους σε τροπικά και υποτροπικά περιβάλλοντα και (ως ετήσιο φυτό) σε εύκρατα κλίματα.

Τα περισσότερα από τα φυτά που πωλούνται ως λαντάνες είναι τους είδους L.<span typeof="mw:Entity" id="mwzA"> </span>camara και των υβριδίων τους ή L. montevidensis.[3] Υπάρχουν πολυάριθμες ποικιλίες. Η Lantana montevidensis έχει μπλε (ή λευκά) λουλούδια όλο το χρόνο. Το φύλλωμά του είναι σκούρο πράσινο και έχει χαρακτηριστική οσμή.

Αν και οι λαντάνες είναι γενικά ανθεκτικές και, όντας κάπως τοξικές, συνήθως απορρίπτονται από τα φυτοφάγα ζώα, μπορεί να μολυνθούν από παράσιτα.

Η βρωσιμότητα των καρπών της λαντάνας αμφισβητείται. Μερικοί ειδικοί ισχυρίζονται ότι τα μούρα της λαντάνας είναι βρώσιμα όταν είναι ώριμα,[4][5] αν και όπως πολλά φρούτα είναι ήπια δηλητηριώδη εάν καταναλωθούν ενώ είναι ακόμη πράσινα. Άλλοι ειδικοί ισχυρίζονται ότι η πειραματική έρευνα δείχνει ότι τόσο τα άγουρα όσο και τα ώριμα μούρα λαντάνας είναι δυνητικά θανατηφόρα.[6]

Εκχυλίσματα Lantana camara μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προστασία του λάχανου από την αφίδα Lipaphis erysimi.[7]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Holloway, Joel Ellis· Neill, Amanda (2005). A Dictionary of Common Wildflowers of Texas & the Southern Great Plains. TCU Press. σελ. 88. ISBN 978-0-87565-309-9. 
  2. Major, Tom (11 April 2021). «Aspiring Indigenous rangers fight weeds threatening Australia's endangered 'dry rainforest'». ABC News (Australian Broadcasting Corporation). https://www.abc.net.au/news/2021-04-11/aspiring-indigenous-rangers-fight-weeds-in-endangered-rainforest/100058888. Ανακτήθηκε στις 11 April 2021. 
  3. Sanders, R.W. (2012) Taxonomy of Lantana sect.
  4. Herzog, F.; Gautier-Béguin, D. & Müller, K. (1996): Uncultivated plants for human nutrition in Côte d'Ivoire Αρχειοθετήθηκε 2019-01-27 στο Wayback Machine..
  5. Texas A&M Research and Extension Center (2000): Native Plants of South Texas - Velvet Lantana Αρχειοθετήθηκε 2017-07-12 στο Wayback Machine..
  6. Tull, Delena "Edible and Useful Plants of Texas and the Southwest: A Practical Guide" University of Texas Press (1999) (ISBN 978-0292781641)
  7. Shreth, Chongtham Narajyot; K. Ibohal; S. John William (2009). «Laboratory evaluation of certain cow urine extract of indigenous plants against mustard aphid, Lipaphis erysimi (Kaltenbach) infesting cabbage». Hexapoda: 11–13.