Λεονόρα Ντόρι

Ακόλουθος της Μαρίας των Μεδίκων

Η Λεονόρα Ντόρι Γκαλιγκάι (ιταλικά: Leonora Dori Galigaï)(1568 - 1617) ήταν Ιταλίδα προστατευόμενη και σύμβουλος της Μαρίας των Μεδίκων, μητέρας του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΓ΄ της Γαλλίας, στην οποία άσκησε μεγάλη επιρροή. Ήταν σύζυγος του Κοντσίνο Κοντσίνι, μαρκήσιου του Ανκρ και στη συνέχεια στρατάρχη της Γαλλίας.[5]

Λεονόρα Ντόρι
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Leonora Dori (Ιταλικά)
Γέννηση19  Μαΐου 1568[1]
Φλωρεντία[2]
Θάνατος8  Ιουλίου 1617[3][1]
Παρίσι[3]
Αιτία θανάτουαποκεφαλισμός[3]
Συνθήκες θανάτουθανατική ποινή[3]
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[4]
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΚυρία επί των τιμών
Ποινική κατάσταση
Κατηγορίες εγκλήματοςμαγγανεία
Οικογένεια
ΣύζυγοςΚοντσίνο Κοντσίνι
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

Η Λεονόρα Ντόρι γεννήθηκε στις 19 Μαΐου 1568 στη Φλωρεντία. Ήταν ταπεινής καταγωγής, κόρη ξυλουργού και μεγάλωσε στο παλάτσο Πίτι, όπου η μητέρα της ήταν τροφός της Μαρίας των Μεδίκων και η ίδια μεγάλωσε μαζί με την πριγκίπισσα της Τοσκάνης και στη συνέχεια βασίλισσα της Γαλλίας ως νεαρή συνοδός της. Κατόρθωσε να αγοράσει τίτλο ευγενείας από μια παλιά οικογένεια της Φλωρεντίας, τους Γκαλιγκάι: «Εδώ και μερικά χρόνια την αποκαλούν Γκαλιγκάι, που είναι το όνομα μιας λαμπρής οικογένειας στη Φλωρεντία, έχοντας άδεια από τον Μεγάλο Δούκα να πάρει τον τίτλο και το οικόσημο αυτής της οικογένειας, από την οποία έμεινε μόνο ένας ηλικιωμένος...»[6]

Στη Γαλλία Επεξεργασία

 
Η Λεονόρα Ντόρι, Μουσείο Κοντέ, 16ος αιώνας

Το 1600, ακολούθησε την κυρία της στη Γαλλία όπου αυτή παντρεύτηκε τον βασιλιά Ερρίκο Δ΄της Γαλλίας. Ο βασιλιάς αρχικά ήταν αντίθετος στον γάμο της Ντόρι με τον φιλόδοξο Φλωρεντινό ευγενή Κοντσίνο Κοντσίνι, επίσης μέλος της ακολουθίας της βασίλισσας. Τελικά, τον Απρίλιο του 1601 ο βασιλιάς έδωσε τη συγκατάθεσή του για την ένωσή τους και την ονόμασε κυρία των τιμών της βασίλισσας Μαρίας.

Έχοντας γίνει μία από τις πιο ισχυρές γυναίκες στη Γαλλία, η Λεονόρα απέκτησε προνόμια από τη βασίλισσα: ο σύζυγός της έλαβε το αξίωμα του στρατάρχη της Γαλλίας, αν και ουδέποτε έλαβε μέρος σε πόλεμο της Γαλλίας και τον τίτλο του μαρκήσιου, η ίδια απέκτησε τον τίτλο μαρκησία ντ'Ανκρ.

Ιδιότροπη και άπληστη, σύμφωνα με τους επικριτές της, είναι βέβαιο ότι έδειξε μεγάλη ευφυΐα και, σε αντίθεση με τον σύζυγό της, δεν αναμείχθηκε ιδιαίτερα στις αυλικές πολιτικές ίντριγκες. Λόγω της κακοδιαχείρισης, το ζευγάρι προκάλεσε τη βαθιά αντιπάθεια τόσο των ευγενών όσο και του λαού.

Παρά τη μέτρια καταγωγή της, κατάφερε να συγκεντρώσει μια κολοσσιαία περιουσία, το 1617 ένας Βενετός πρέσβης την εκτίμησε σε δεκαπέντε εκατομμύρια λίρες, που ισοδυναμούσε με τα τρία τέταρτα του ετήσιου προϋπολογισμού του βασιλείου της Γαλλίας. Την περιουσία της επένδυσε σε τράπεζες και ακίνητα στη Γαλλία και την Ιταλία.

Η κατάσταση της υγείας της Επεξεργασία

Η Ντόρι υπέφερε από σοβαρές νευρικές διαταραχές που την έκαναν να υποφέρει από υστερίες και σπασμούς, τα οποία μπορεί να ήταν συμπτώματα επιληψίας. Αλλά ενώ αυτές οι ασθένειες έκαναν την εμφάνισή τους το χειμώνα του 1602, η ιατρική αποδείχθηκε ανίκανη να τις λύσει. Η βασίλισσα και οι αυλικοί της πίστεψαν τότε ότι οφείλονταν σε δαιμονισμό, μια εξήγηση που φαινόταν λογική στα πολιτιστικά πλαίσια της εποχής,[7] αλλά παρ' όλους τους εξορκισμούς, λειτουργίες, προσευχές, πομπές και προσκυνήματα, η κατάσταση της υγείας της δεν βελτιώνονταν. Θεραπεύτηκε τελικά από τον Πορτογάλο Εβραίο αυλικό γιατρό της Μαρίας και του Λουδοβίκου ΙΓ ' Ελίας Μοντάλτο.[8]

Εκείνη την εποχή που οι άνθρωποι πίστευαν στη μαγεία και τη δαιμονική κατοχή, μερικοί μοναχοί και Εβραίοι γιατροί ασκούσαν τις γνώσεις τους με αποκρυφιστικό τρόπο. Οι συνεδρίες εξορκισμού της γρήγορα θεωρήθηκαν ότι δεν είναι τίποτα περισσότερο από κακόβουλες μαγικές τελετουργίες. Ομοίως, οι θεραπείες που συνταγογραφούνταν από τον Μοντάλτο φάνηκαν επίσης ύποπτες. Από εκεί και πέρα, οι κατηγορίες για μαγεία δεν άργησαν να έρθουν: Έχοντας απομακρυνθεί από τις παραδοσιακές θεραπείες που προσέφερε ο Χριστιανισμός, η Λεονόρα σύντομα διώχθηκε για προσφυγή σε ιουδαϊκές και μαγικές πρακτικές.

Η ίδια επίσης έκανε εξορκισμούς και λευκή μαγεία για να αντιμετωπίσει τη μαύρη μαγεία και τις κατάρες. Κέρδισε τεράστια χρηματικά ποσά από αυτές τις πρακτικές, καθώς και από δωροδοκίες από ανθρώπους που επιζητούσαν πρόσβαση στη βασίλισσα. [9]

Δίκη και θάνατος Επεξεργασία

 
Ο θάνατος της Λεονόρας Ντόρι

Το 1610 ο βασιλιάς Ερρίκος Δ΄ δολοφονήθηκε και η χήρα του έγινε αντιβασίλισσα της Γαλλίας κατά την ανηλικότητα του Λουδοβίκου ΙΓ΄. Το 1614, ο νεαρός βασιλιάς τυπικά ενηλικιώθηκε αλλά η εξουσία έμενε στα χέρια της αντιβασίλισσας και των Κοντσίνι.[10] Μετά τη δολοφονία του Κοντσίνι από τους πολιτικούς του εχθρούς το 1617, η σύζυγός του Λεονόρα Ντόρι συνελήφθη, φυλακίστηκε στο Μπλουά με την κατηγορία προσβολής του βασιλέως μέσω άσκησης μαύρης μαγείας και «εβραϊσμού». Κρίθηκε ένοχη εσχάτης προδοσίας διότι είχε μαγέψει την αντιβασίλισσα. Αποκεφαλίστηκε και το σώμα της στη συνέχεια κάηκε στην πυρά στις 8 Ιουλίου 1617 στην Πλας ντε Γκρεβ στο Παρίσι.[11]

Ο γιος της, γεννημένος το 1605, έφυγε από τη Γαλλία και πέθανε το 1631 στη Φλωρεντία.

Τα περιουσιακά στοιχεία των Κοντσίνι κατασχέθηκαν από τον Λουδοβίκο ΙΓ΄ και παραχωρήθηκαν στον Σαρλ ντ'Αλμπέρ ντε Λυν, ευνοούμενο του βασιλιά.

Στη λογοτεχνία Επεξεργασία

Η ζωή της Λεονόρας Ντόρι είναι το θέμα της τραγωδίας του Αλφρέ ντε Βινί του 1831 La Maréchale d'Ancre (Η Στρατάρχισσα ντ'Ανκρ) και της ιταλικής όπερας La Marescialla d'Ancre του 1839, σε λιμπρέτο του Τζοβάνι Πράτι, βασισμένη στο έργο του Βινί και μουσική του Αλεσάντρο Νίνι.[9]

Παραπομπές Επεξεργασία