Μελισσάνθη της Ιερουσαλήμ
Η Μελισσάνθη (1105 - 11 Σεπτεμβρίου 1161) από τον Οίκο του Ρετέλ ήταν βασίλισσα της Ιερουσαλήμ (1131 - 1153) και αντιβασίλισσα του ανήλικου γιου της (1153 - 1161).
Μελισσάνθη της Ιερουσαλήμ | |
---|---|
Βασίλισσα της Ιερουσαλήμ | |
Περίοδος | 1131 - 1153 |
Προκάτοχος | Βαλδουίνος Β΄ της Ιερουσαλήμ |
Διάδοχος | Βαλδουίνος Γ΄ της Ιερουσαλήμ |
Γέννηση | 1105 Έδεσσα Μεσοποταμίας |
Θάνατος | 11 Σεπτεμβρίου 1161 (56 ετών) Ιερουσαλήμ |
Σύζυγος | Φούλκων Ε΄ του Ανζού |
Επίγονοι | Βαλδουίνος Γ΄ της Ιερουσαλήμ Αμωρί Α΄ της Ιερουσαλήμ |
Οίκος | Οίκος του Ρετέλ |
Πατέρας | Βαλδουίνος Β΄ της Ιερουσαλήμ |
Μητέρα | Μορφία της Μελιτηνής |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΉταν η μεγαλύτερη κόρη του Βαλδουίνου Β΄ της Ιερουσαλήμ και της Αρμένιας Μορφίας, κόρης του Γαβριήλ κυρίου της Μελιτηνής. Πήρε το όνομα της γιαγιάς της Μελισσάνθης του Μονλερύ, συζύγου του Ούγου Α΄ κόμη του Ρετέλ. Είχε τρεις μικρότερες αδελφές: την Αλίκη, την Οδιέρνα και την Ιοβέτα. Τα Ιεροσόλυμα κατακτήθηκαν από τους Σταυροφόρους το 1099 και λίγο μετά, τη βασιλεία ασκούσε η οικογένειά της με καταγωγή από την κομητεία του Ρετέλ: ο πατέρας της νυμφεύτηκε τη Μορφία, κόρη του Αρμένιου Γαβριήλ κυρίου της Μελιτηνής, ύστερα από διπλωματική συμφωνία.[1]
Παιδικά χρόνια
ΕπεξεργασίαΗ Μελισσάνθη μεγάλωσε στην Έδεσσα. Όταν ο πατέρας της εξελέγη βασιλιάς των Ιεροσολύμων αυτή ήταν 13 ετών και είχαν 'ηδη γεννηθεί οι δύο από τις τρεις μικρότερες αδελφές της. Η μητέρα της δεν μπόρεσε να γεννήσει γιο, αλλά επειδή ο Βαλδουίνος Β΄ την αγαπούσε, αρνήθηκε προτάσεις που του έγιναν να τη χωρίσει, όπως αναφέρει ο Αρμένης ιστορικός Ματθαίος της Έδεσσας.[2] Ένδειξη της αγάπης που είχε ο πατέρας της στη σύζυγό του είναι το γεγονός, ότι περίμενε μέχρι τα Χριστούγεννα του 1119 για να γίνει η στέψη του μαζί της. Η Μορφία δεν ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική, αλλά είχε καθοριστικές επεμβάσεις, όταν χρειαζόταν ο σύζυγός της βοήθεια: όταν ο Βαλδουίνος Β΄ συνελήφθη αιχμάλωτος κατά τη διάρκεια μίας εκστρατείας (1123), η Μορφία έστειλε μια ομάδα Αρμενίων μισθοφόρων, για να ανακαλύψει πού βρίσκεται ο σύζυγός της και άρχισε τις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωσή του. Τελικά κατάφερε να τον απελευθερώσει, αφού πρώτα έδωσε ως όμηρο (εγγύηση ότι θα πληρώσει τα λύτρα) τη μικρότερη κόρη της Ιοβέτα και μετά πλήρωσε ένα μεγάλο ποσό ως λύτρα. Οι γονείς της έγιναν τα πρότυπα για τη ζωή της Μελισσάνθης, η οποία μεγάλωσε σε συνθήκες συνεχούς πολέμου.[2]
Η Μελισσάνθη, αν και κόρη, μεγάλωσε από τον πατέρα της σαν διάδοχος του θρόνου και μελλοντική βασίλισσα: συμμετείχε στην έκδοση νομισμάτων, την απονομή τίτλων και τις διπλωματικές σχέσεις.[1] Συμμετείχε μαζί με τον πατέρα της, με τους υπόλοιπους ευγενείς και τον κλήρο σε όλες τις τελετές. Οι γυναίκες στις οικογένειες των Φράγκων ήταν σε πολύ καλή θέση εκείνη την εποχή, επειδή οι σύζυγοί τους βρισκόταν συνεχώς σε αμέτρητους κινδύνους με τις επιδημίες και τους πολέμους· άφηναν τις συζύγους τους να ασκήσουν την εξουσία, σε περίπτωση που οι ίδιοι ήταν σε εκστρατεία. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα, εκτός από τη Μελισσάνθη, ήταν η Ουρράκα της Καστίλης, η Αυτοκράτειρα Ματθίλδη και η Ελεονώρα της Ακουιτανίας.
Ο γάμος της με τον Φούλκωνα Ε΄ του Ανζού
ΕπεξεργασίαΟ Βαλδουίνος Β΄ αναζήτησε για την κόρη του Μελισσάνθη έναν ικανό και δυναμικό σύζυγο από μία ευγενή οικογένεια. Ζήτησε από τον Λουδοβίκο ΣΤ΄ της Γαλλίας να του προτείνει κάποιον ισχυρό υποτελή του.[3] Οι προτεραιότητες που έδωσε για τον σύζυγο της Μελισσάνθης ήταν: να είναι Φράγκος όπως οι περισσότεροι Σταυροφόροι, να έχει δεσμούς με τους Αγίους Τόπους και να έχει αναλάβει δράση στο παρελθόν σε Σταυροφορίες.
Ο Λουδοβίκος ΣΤ΄ του πρότεινε για γαμπρό τον χήρο Φούλκωνα Ε΄ κόμη του Ανζού και του Μαιν, έναν πλούσιο Σταυροφόρο, Ναΐτη Ιππότη και στρατιωτικό με πλούσια δράση και μεγάλες επιτυχίες στους Αγίους Τόπους.[2] Στην πραγματικότητα ο Λουδοβίκος ΣΤ΄ έκανε την πρόταση αυτή στον Βαλδουίνο Β΄, επειδή φοβόταν πολύ τον Φούλκωνα Ε΄ και ήθελε να απαλλαγεί από αυτόν. Ήταν ο πιο ισχυρός αντίπαλός του με μεγάλη επιρροή στους υπόλοιπους, σε σημείο να φοβάται ακόμα και την απώλεια του θρόνου του από τον Φούλκωνα Ε΄. Επιπλέον, ο πρώτος γιος του Φούλκωνα Ε΄, ο Γοδεφρείδος Ε΄ είχε νυμφευτεί την Ματθίλδη της Νορμανδίας, διάδοχο του θρόνου της Αγγλίας, κάτι που έκανε την οικογένειά του πολύ ισχυρότερη και επικίνδυνη, σύμφωνα με τον ιστορικό Ζόε Όλντενμπουργκ.[1]
Ο Φούλκων Ε΄ ζήτησε από τον Βαλδουίνο Β΄ σαν όρο για να νυμφευτεί τη Μελισσάνθη να πάρει και ο ίδιος τον τίτλο του βασιλιά των Ιεροσολύμων μαζί της· ο Βαλδουίνος Β΄ το δέχτηκε.[4] Ο Βαλδουίνος Β΄ σύντομα κατάλαβε, ότι ο Φούλκων Ε΄ ήταν πολύ φιλόδοξος, επικίνδυνος και αποτελούσε μεγάλη απειλή για την κόρη του. Οι υποψίες του έφτασαν σε σημείο να υποπτεύεται ότι ο Φούλκων Ε΄ σκέπτεται να διώξει τη Μελισσάνθη, να αποκληρώσει τα παιδιά της και να ορίσει διάδοχό του στο βασίλειο των Ιεροσολύμων τον δεύτερο γιο από τον πρώτο του γάμο Ηλία Β΄ κόμη του Μαιν.[2] Την επόμενη χρονιά μετά τον γάμο τους ο Φούλκων Ε΄ και η Μελισσάνθη έκαναν γιο, τον μελλοντικό Βαλδουίνο Γ΄ της Ιερουσαλήμ (1130). Ο ηλικιωμένος Βαλδουίνος Β΄ λόγω των φόβων του για τον Φούλκωνα Ε΄, προσπάθησε να εξασφαλίσει τον εγγονό του: τον έστεψε συμβασιλέα, ορίζοντας σαν κηδεμόνα του τη Μελισσάνθη χωρίς τον Φούλκωνα Ε΄· την επόμενη χρονιά ο Βαλδουίνος Β΄ απεβίωσε. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, η Μελισσάνθη με τον σύζυγο της Φούλκωνα Ε΄ στέφθηκαν συμβασιλείς. Ο Γουλιέλμος της Τύρου αναφέρει επαινετικά σχόλια για τη Μελισσάνθη, σχετικά με τα κληρονομικά δικαιώματά της να κυβερνήσει το βασίλειο των Ιεροσολύμων και την αναφέρει ως βασίλισσα με την ευλογία του θεού.
Ο Φούλκων Ε΄ συγκρούεται με τον εξάδελφό της Ούγο Β΄ της Γιάφας
ΕπεξεργασίαΟι φόβοι του πατέρα της για τον Φούλκωνα Ε΄ άρχισαν να βγαίνουν αληθινοί: προσπάθησε να αφαιρέσει από τη Μελισσάνθη τις περισσότερες εξουσίες, προνόμια και καταστατικά και να τα πάρει όλα μόνος του· το βασιλικό ζεύγος ήρθε σύντομα σε σύγκρουση. Ο Φούλκων Ε΄, πέρα από την κακομεταχείριση της Μελισσάνθης, προσπάθησε να αφαιρέσει από τις πόλεις του βασιλείου τη σχετική αυτονομία που είχαν και να πάρει όλες τις εξουσίες στα χέρια του. Η συμπεριφορά του Φούλκωνα Ε΄ θύμιζε περισσότερο τον αυταρχικό τρόπο, που κυβερνούσε η οικογένειά του στο Ανζού, παρά τη δημοκρατία που υπήρχε στα χριστιανικά βασίλεια της Ανατολής.[5]
Η σύγκρουση πήρε σύντομα πολιτικές προεκτάσεις. Ο Φούλκων Ε΄ κατηγόρησε τη Μελισσάνθη για μοιχεία με τον εξάδελφό της Ούγο Β΄ της Γιάφας. Ο Ούγος Β΄ ήταν χαρισματικός, διεκδικητής από τον Φούλκωνα Ε΄ του θρόνου των Ιεροσολύμων σαν μέλος της προηγούμενης βασιλικής οικογένειας και πολύ πιστός στον Βαλδουίνο Β΄ όσο ζούσε, ενώ τιμούσε έντονα τη μνήμη του μετά το τέλος του. Οι περισσότεροι συγγραφείς, όπως ο Γουλιέλμος της Τύρου, αποκλείουν τις απιστίες της Μελισσάνθης και τις παρουσιάζουν σαν εύρημα του Φούλκωνα Ε΄. Τονίζουν ότι η Εκκλησία θα είχε πρώτα απ' όλα καταδικάσει την πράξη, αν είχε πραγματικά γίνει.
Έτσι ο Ούγος Β΄ συμμάχησε με τους Μουσουλμάνους της Ασκαλώνος εναντίον του Φούλκωνα Ε΄, αλλά αυτό έστρεψε την κοινή γνώμη σε βάρος του, όπως και την καταδίκη του Λατίνου πατριάρχη. Οι δυο πλευρές συμφιλιώθηκαν με συμφωνία την εξορία του Ούγου Β΄ για τρία χρόνια σαν την επιεικέστερη ποινή, λόγω της συμμαχίας του με τους Μουσουλμάνους. Μία αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας στη συνέχεια απέναντι στον Ούγο Β΄, χρεώθηκε στους οπαδούς του Φούλκωνα Ε΄ και έφερε μεγάλη οργή των οπαδών του Ούγου Β΄ και της Μελισσάνθης εναντίον του βασιλιά. Ο κίνδυνος πραξικοπήματος εναντίον του Φούλκωνα Ε΄ ήταν ανοιχτός μετά το 1135. Οι οπαδοί του ήταν παντού ανεπιθύμητοι και φοβόταν για τις ζωές τους· οι περισσότεροι από αυτούς προερχόταν από την ιδιαίτερη πατρίδα του το Ανζού και ήθελαν να έχουν το επάνω χέρι σε βάρος των υπολοίπων. Ο Φούλκων Ε΄ και η Μελισσάνθη τελικά συμφιλιώθηκαν και έκαναν δεύτερο γιο, τον Αμωρί Α΄ της Ιερουσαλήμ (1136). Από τότε οι σχέσεις του βασιλικού ζεύγους ήταν καλές και η Μελισσάνθη θρήνησε τον Φούλκωνα Ε΄, όταν πέθανε σε πτώση από άλογο (1143).
Η Β΄ Σταυροφορία
ΕπεξεργασίαΟι εξουσίες της Μελισσάνθης ήταν πλέον απόλυτες: μπορούσε να διανέμει τίτλους και να παρέχει χάρες. Τα δικαιώματά της δεν ήταν μόνο ως κηδεμόνας του διαδόχου, αλλά και κληρονομικά δικαιώματα από τον πατέρα της.[6] Η Μελισσάνθη είχε πάντοτε την υποστήριξη της Εκκλησίας καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής της. Ίδρυσε τη μονή του Αγίου Λαζάρου στη Βηθανία (1138), όπου η μικρότερη αδελφή της Ιοβέτα εγκαταστάθηκε σαν ηγουμένη, έδωσε στη μονή τις εύφορες πεδιάδες στην Ιεριχώ και τη διακόσμησε πολυτελώς, ώστε να μη διαφέρουν σε τίποτα από τις ανδρικές μονές. Την περίοδο 1131-1143 δέχθηκε το Ψαλτήριο της Μελισσάνθης ως δώρο από τον σύζυγό της Φούλκωνα Ε΄, όταν συμφιλιώθηκε μαζί του. Αυτό αποδεικνύεται με το όνομα Φάλκον, το οποίο είναι χαραγμένο στο πίσω σιδερένιο κάλυμμα, που σχετίζεται με το όνομα του Φούλκωνα. Τα Ιεροσόλυμα στην εποχή της, αν και είχαν πολλές επιδράσεις από τη Ρωμανία και τη Δύση, είχαν δημιουργήσει έναν ξεχωριστό διαφορετικό ρυθμό με πολλούς νέους καλλιτέχνες.
Όταν η κομητεία της Έδεσσας απειλήθηκε από τον Ρωμαϊκό στρατό (1144), η Μελισσάνθη έστειλε ενισχύσεις στον Ραϋμόνδο της Αντιόχειας με τη σύσταση να περιμένει τις ενισχύσεις πριν πολεμήσει. Ο Ραϋμόνδος αγνόησε τις συστάσεις και ξεκίνησε τον πόλεμο με τους Ρωμαίους· παρά τις ενισχύσεις τής Μελισσάνθης, η Έδεσσα έπεσε. Τότε η Μελισσάνθη έκανε έκκληση στον πάπα να οργανώσει τη Β΄ Σταυροφορία, η οποία έγινε με τη συμμετοχή τού Κορράδου Γ΄ Χοενστάουφεν της Γερμανίας, του Λουδοβίκου Ζ΄ της Γαλλίας και της συζύγου του Ελεονώρας της Ακουιτανίας. Ο Κορράδος Γ΄ και ο Λουδοβίκος Ζ΄ ζήτησαν από τον νεαρό Βαλδουίνο Γ΄ στην Άκρα (1148) να καταλάβει τη Δαμασκό, την οποία θα χρησιμοποιούσαν σαν βάση για την ανακατάληψη της Έδεσσας. Η Σταυροφορία κατέληξε μετά από 11 μήνες σε αποτυχία και ο Λουδοβίκος Ζ΄ με την Ελεονώρα αναχώρησαν για τη Γαλλία.
Κηδεμόνας του Βαλδουίνου Γ΄
ΕπεξεργασίαΗ Μελισσάνθη και ο μεγαλύτερος γιος της Βαλδουίνος Γ΄ στέφθηκαν συμβασιλείς (1143)· οι σχέσεις μητέρας και γιου πέρασαν από πολλές περιπέτειες. Ο νεαρός Βαλδουίνος Γ΄ ήταν ικανός στρατιωτικός αρχηγός, αλλά όχι τόσο λαμπρός όσο ο πατέρας του. Την περίοδο 1145-1152 που ενηλικιώθηκε, η Μελισσάνθη εξακολουθούσε να έχει όλες τις εξουσίες στα χέρια της, χωρίς καμιά ιδιαίτερη αντίδραση από τον ίδιο. Μόλις ξεπέρασε την ηλικία των 20 ετών, ο Βαλδουίνος ζήτησε από τη μητέρα του να αναλάβει ο ίδιος την εξουσία (1150 - 1152), όμως η Μελισσάνθη αρνήθηκε πεισματικά, επειδή τον θεωρούσε ανώριμο και ανεύθυνο. Η κρίση έφτασε στο αποκορύφωμα, όταν ο Βαλδουίνος Γ΄ κατηγόρησε τον Μανασσή, ότι στρέφει τη μητέρα του εναντίον του. Ο Βαλδουίνος Γ΄ ζήτησε από τον πατριάρχη Φούλκωνα να τον στέψει βασιλιά χωρίς την παρουσία της μητέρας του, ωστόσο ο πατριάρχης από σεβασμό στη Μελισσάνθη το αρνήθηκε (1152).
Η Μελισσάνθη και ο Βαλδουίνος κλήθηκαν στο βασιλικό συμβούλιο να λύσουν τις διαφορές τους. Εκεί αποφασίστηκε η διανομή του βασιλείου: η Μελισσάνθη θα κυβερνούσε στην Ιουδαία και τη Σαμάρεια και ο Βαλδουίνος Γ΄ το βόρειο τμήμα. Η χώρα απειλήτο με εμφύλιο πόλεμο μεταξύ μητέρας και γιου. Η Μελισσάνθη αρνήθηκε πεισματικά να δώσει οποιαδήποτε εξουσία στον Βαλδουίνο Γ΄, επειδή τον θεωρούσε ακατάλληλο· η Εκκλησία και ο λαός ήταν με το μέρος της Μελισσάνθης.
Ο νεαρός Βαλδουίνος Γ΄ ετοιμάστηκε για επίθεση στα εδάφη της μητέρας του: κατέλαβε εύκολα τη Νεάπολη και τα Ιεροσόλυμα. Η Μελισσάνθη με τον μικρότερο γιο της Αμαλρίκ κατέφυγαν στον πύργο του Δαυίδ. Με την επέμβαση της Εκκλησίας, μητέρα και γιος συμφιλιώθηκαν (1153). Ο Βαλδουίνος Γ΄ επέστρεψε τη Νεάπολη και έδωσε όρκο να μην ξαναενοχλήσει τη μητέρα του, αλλά στη Μελισσάνθη απέμεινε για το υπόλοιπο της ζωής της το βάρος της ήττας από τον γιο της.
Τελευταία χρόνια
ΕπεξεργασίαΟ Βαλδουίνος Γ΄ συμμετείχε σε πλήθος από εκστρατείες, όπου γνώρισε την ανικανότητα των συμβούλων του· η Μελισσάνθη συνδέθηκε μαζί του σε πολλές δημόσιες υποθέσεις. Υπέγραψαν συνθήκη με τους μηχανικούς της Πίζας (1156). Στην εκστρατεία του Βαλδουίνου Γ΄ στην Αντιόχεια, η Μελισσάνθη βρήκε την ευκαιρία να ελέγξει τα εδάφη πέραν του Ιορδάνη (1157). Μετά το τέλος του πατριάρχη Φούλκωνα, η Μελισσάνθη, η προγονή της Σιβύλλη της Φλάνδρας και η αδελφή της Ιοβέττα ηγουμένη της Βηθανίας εξέλεξαν νέο πατριάρχη τον Αμαλρίκ του Νεσλ. Η Μελισσάνθη ήταν παρούσα στον γάμο του δεύτερου γιου της Αμαλρίκ με την Αγνή του Κουρτεναί (1157), ενώ αναφέρονται δωρεές της στον Πανάγιο Τάφο, όταν έκαναν το πρώτο τους παιδί, τη Σιβύλλα της Ιερουσαλήμ (1160).
To 1161 η Μελισσάνθη έπαθε βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο πριν το τέλος της, που της έφερε απώλεια μνήμης. Ειδοποιήθηκαν οι αδελφές της Οδιέρνα και Ιοβέτα, οι οποίες ήταν παρούσες στον θάνατό της στις 11 Σεπτεμβρίου 1161. Η Μελισσάνθη τάφηκε μαζί με τη μητέρα της Μορφία, καθώς ήταν και οι δυο κάτοχοι της Ορθόδοξης μονής του Αγίου Σάββα.
Ο Γουλιέλμος της Τύρου εξύμνησε σε μεγάλο βαθμό τις ικανότητες και τα προσόντα της Μελισσάνθης: την ανέφερε σαν ισάξια ή ανώτερη ενός άνδρα και ότι αδικήθηκε από το φύλο της.
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΝυμφεύτηκε τον Φούλκωνα Ε΄ κόμη τού Ανζού και είχε τέκνα:
- Βαλδουίνος Γ΄ 1130-1163, βασιλιάς της Ιερουσαλήμ. Νυμφεύτηκε τη Θεοδώρα Κομηνηή.
- Αμωρί Α΄ 1136-1174, βασιλιάς της Ιερυσαλήμ. Νυμφεύτηκε πρώτα την Αγνή του Κουρτεναί και μετά τη Μαρία Κομνηνή.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ 1,0 1,1 1,2 Oldenbourg, Zoe, The Crusades, Pantheon Books, 1966, Baldwin II searches for a husband for Melisende, feudal relatiolnship between France and Jerusalem, Fulk V of Anjou, pg 264.
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 Hamilton, Bernard, Queens of Jerusalem, Ecclesiastical History Society, 1978, Frankish women in the Outremer, pg 143, Melisende's youth pgs 147, 148, Recognized as successor pg 148, 149, Offers patronage and issues diplomas, Marriage with Fulk, Birth of Baldwin III, Second Crowing with father, husband, and son, pg 149.
- ↑ Baldwin II's embassy to France was headed by his constable, William I of Bures and with Hugues de Payens.
- ↑ Historian Hans E. Mayer argued that Baldwin II had promised sole rulership of Jerusalem after his death to Fulk, however historian Bernard Hamilton points out that there is no evidence to support Mayer's conclusion that Baldwin ever intended to prevent Melisende from ruling, rather the opposite, that Baldwin II purposefully associated Melisende, and then Fulk, with his rule up until the time of his death. Medieval Women; Queens of Jerusalem, page 151
- ↑ Oldenbourg wrote that Fulk had "broken the resistance of his principal vassals on his own domains and paralyzed all attempts at emancipation by the townspeople. Page 264
- ↑ reseditque reginam regni potestas penes dominam Melisendem, Deo amabilem reginam, cui jure hereditario competebat
Πηγές
Επεξεργασία- Hamilton, Bernard (1978). Medieval Women edited by Derek Baker; Women in the Crusader States: The Queens of Jerusalem. Oxford: Ecclesiastical History Society.
- Hodgson, Natasha R. (2007). Women, Crusading and the Holy Land in Historical Narrative. Woodbridge, Suffolk, England: Boydell Press.
- Hopkins, Andrea (2004). Damsels Not in Distress: the True Story of Women in Medieval Times. New York: Rosen Publishing Group, Inc.
- Mayer, Hans E. (1974). Studies in the History of Queen Melisende of Jerusalem. Dumbarton Oaks Papers 26.
- Leon, Vicki (1997). Uppity Women of the Medieval Times. Berkeley, CA: Conari Books.
- Oldenbourg, Zoé (1965). The Crusades. New York: Pantheon Books, A Division of Random House.
- Tranovich, Margaret, Melisende of Jerusalem: The World of a Forgotten Crusader Queen (Sawbridgeworth, East and West Publishing, 2011).
- Gaudette Helen A. (2010), « The Spending Power of a Crusader Queen: Melisende of Jerusalem », in Theresa Earenfight (éd.), Women and Wealth in Late Medieval Europe, Basingstoke, Palgrave Macmillan,, p. 135‑148
- Gerish Deborah (2006), « Holy War, Royal Wives, and Equivocation in Twelfth-Century Jerusalem », in Naill Christie et Maya Yazigis (éd.), Noble Ideals and Bloody Realities, Leiden, J. Brill, p. 119‑144
- Gerish Deborah (2012), « Royal Daughters of Jerusalem and the Demands of Holy War », Leidschrift Historisch Tijdschrift, vol. 27, no 3, p. 89‑112
- Hamilton Bernard (1978), « Women in the Crusader States: the Queens of Jerusalem », in Derek Baker et Rosalind M. T. Hill (éd.), Medieval Women, Oxford, Oxford University Press, p. 143‑174 ; Nurith Kenaan-Kedar, « Armenian Architecture in Twelfth-Century Crusader Jerusalem », Assaph Studies in Art History,, no 3, p. 77‑91
- Kühnel uBianca(1991), « The Kingly Statement of the Bookcovers of Queen Melisende’s Psalter », in Ernst Dassmann et Klaus Thraede (éd.), Tesserae: Festschrift für Joseph Engemann, Münster, Aschendorffsche Verlagsbuchhandlung,, p. 340‑357
- Lambert Sarah (1997), « Queen or Consort: Rulership and Politics in the Latin East, 1118-1228 », in Anne J. Duggan (éd.), Queens and Queenship in Medieval Europe, Woodbridge, Boydell Press, p. 153‑169
- Mayer Hans Eberhard (1972), « Studies in the History of Queen Melisende of Jerusalem », Dumbarton Oaks Papers,, vol. 26, p. 93‑182.