Ιερουσαλήμ

πρωτεύουσα του Ισραήλ
(Ανακατεύθυνση από Ιεροσόλυμα)

Συντεταγμένες: 31°46′44″N 35°13′32″E / 31.77889°N 35.22556°E / 31.77889; 35.22556

Η Ιερουσαλήμ (εβραϊκά: יְרוּשָׁלַיִםΓερουσαλάιμ, αραβικά: القُدسαλ-Κουντς, γνωστή και ως Ιεροσόλυμα, είναι πόλη στη Μέση Ανατολή που βρίσκεται σε ένα οροπέδιο στα όρη της Ιουδαίας, ανάμεσα στη Μεσόγειο και τη Νεκρά Θάλασσα. Το καθεστώς της πόλης είναι αντικείμενο διαμάχης ανάμεσα σε Ισραήλ και Παλαιστίνη. Το Ισραήλ την έχει ανακηρύξει πρωτεύουσά του από το 1949, και παράλληλα αποτελεί τη μεγαλύτερη πόλη του Ισραήλ[5], αλλά το ανατολικό τμήμα της πόλης θεωρείται από τη διεθνή κοινότητα ως κατεχόμενο τμήμα της Παλαιστίνης[6][7][8], μετά τον πόλεμο των έξι ημερών, το 1967, όταν οι Ισραηλινές δυνάμεις το κατέλαβαν από την Ιορδανία. Στην Ιερουσαλήμ βρίσκονται η Κνεσέτ (το κοινοβούλιο του Ισραήλ), η προεδρική και η πρωθυπουργική κατοικία και το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ.

Ιερουσαλήμ
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Ιερουσαλήμ
31°46′44″N 35°13′32″E
ΧώραΙσραήλ[1]
Διοικητική υπαγωγήΔιαμέρισμα των Ιεροσολύμων
Ίδρυση4η χιλιετία π.Χ.
Διοίκηση
 • Δήμαρχος της ΙερουσαλήμΜοσέ Λιόν (από 2018)
Έκταση125,42 km²
Υψόμετρο754 μέτρα
Πληθυσμός936.425 (2019)[2]
Ταχ. κωδ.91000–91999[3]
Τηλ. κωδ.2[4]
Ζώνη ώραςUTC+02:00
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Είναι πόλη, η οποία αποτελεί ιουδαϊκό, χριστιανικό και ισλαμικό κέντρο θρησκευτικής και ιστορικής σημασίας. Πιθανώς πρόκειται για την αρχαία πόλη Σαλήμ, της οποίας βασιλιάς υπήρξε ο Μελχισεδέκ. Την πόλη αυτή, η οποία μεταγενέστερα ονομαζόταν Ιεβούς, κατέλαβε ο βασιλιάς Δαβίδ από τους Ιεβουσαίους. Μετά τη διαίρεση του έθνους του Ισραήλ η Ιερουσαλήμ κατέστη πρωτεύουσα και άγια πόλη των Ισραηλιτών και του νοτίου βασιλείου του Ιούδα. Επίσης στην πόλη αυτή ο βασιλιάς Σολομώντας έχτισε τον μεγαλοπρεπή ιουδαϊκό Ναό ο οποίος καταστράφηκε λίγους αιώνες αργότερα από τους Βαβυλώνιους. Σήμερα σώζεται μόνο ένα τμήμα του τείχους από την περίοδο του Δεύτερου Ναού, το γνωστό «τείχος των δακρύων» ή ορθότερα «Δυτικό Τείχος».

Η παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ αποτελεί μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, περιβάλλεται από έναν οχυρωμένο τοίχο και διαιρείται σε τέσσερις συνοικίες: την αρμένικη, την χριστιανική, τη μουσουλμανική και την εβραϊκή. Λόγω των Αγίων Τόπων παρουσιάζει σημαντική τουριστική κίνηση. Αξιοθέατα της αποτελούν το Κάστρο (24 π.Χ.), ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Ιακώβου του 12ου αιώνα, το Όρος του Ναού (Χαράμ αλ-Σαρίφ), το τέμενος Αλ-Ακσά (705–715), ο Τρούλος (ή Θόλος) του Βράχου, το Δυτικό τείχος, το Φρούριο Αντωνία, ο Ναός του Πανάγιου Τάφου, ο κήπος της Γεσθημανής, οι Τάφοι των Βασιλέων και το Όρος των Ελαιών.

Ετυμολογία Επεξεργασία

Μια πόλη που αποκαλείται Ρουσαλίμ σε έγγραφα του Μέσου Βασιλείου της Αιγύπτου (περίπου 19ος αιώνα π.Χ.) ταυτίζεται, αν και όχι από όλους, με την Ιερουσαλήμ.[9][10] Η Ιερουσαλήμ αποκαλείται Ουρουσαλίμ στις επιστολές της Αμάρνα (1330 π.Χ.).[11]

Το όνομα Ιερουσαλήμ ετυμολογείται συχνά ως «θεμέλιο (σουμεριακά γιερού, να θεμελιώσει) του θεού Σαλίμ»[12][13], και έτσι ο θεός Σαλίμ θεωρείται ως πρώτος «πολιούχος» του πόλη της εποχής του ορείχαλκου.[14] Η μορφή Ιερουσαλήμ ή Ιερουσαλαγίμ πρωτοεμφανίζεται στη Βίβλο, στο βιβλίο του Ιησού του Ναυή. Σύμφωνα με ένα Μιδράς, το όνομα είναι συνδυασμός του Yhwh Yir'eh («ο Θεός θα το είδε», το όνομα που ο Αβραάμ έδωσε στο μέρος όπου ξεκίνησε να θυσιάζει το γιο του) και της πόλης Σαλήμ.[15]

Η πρώτη αναφορά πέρα των βιβλικών Εβραίων της λέξης Ιερουσαλήμ χρονολογείται από τον 6ο ή 7ο αιώνα π.Χ.[16][17] και ανακαλύφθηκε στο Χιρμπέτ Μπέιτ Λέι το 1961. Η επιγραφή αναφέρει «Είμαι ο Γιαχβέ ο Θεός, θα αποδεχθώ τις πόλεις της Ιουδαίας και θα λυτρώσω την Ιερουσαλήμ»,[18][19][20] ενώ άλλοι μελετητές την αποδίδουν ως «Ο Γιαχβέ είναι ο Θεός όλης της γης. Τα βουνά της Ιουδαίας του ανήκουν, στον Θεό της Ιερουσαλήμ».[21][22]

Σαλίμ ή Σαλήμ ήταν το όνομα του θεού του λυκόφωτος στη θρησκεία των Χαναανιτών, του οποίου το όνομα βασίζεται στην ίδια ρίζα Σ-Λ-Μ από την οποία προέρχεται η εβραϊκή λέξη για την «ειρήνη» (Σαλάμ ή Σαλόμ στα σύγχρονα αραβικά και εβραϊκά).[23][24] Οπότε, το όνομα μπορούσε να ετυμολογηθεί ως «Πόλη της Ειρήνης»[13][25] ή «Καταφύγιο της Ειρήνης»,[26][27] εναλλακτικά «Όραμα της Ειρήνης» για κάποιους Χριστιανούς συγγραφείς.[28] Η κατάληξη -αγίμ δηλώνει το διττό, οδηγώντας στο συμπέρασμα ότι το όνομα Ιερουσαλαγίμ αναφέρεται στο γεγονός ότι η πόλη είναι κτισμένη πάνω σε δύο λόφους.[29][30]

Ο πιο αρχαίος οικισμός της Ιερουσαλήμ, ο οποίος ιδρύθηκε την εποχή του χαλκού στο λόφο πάνω από την πηγή Γκιχόν, σύμφωνα με τη Βίβλο ονομαζόταν Ιεβούς.[31] Αρχικά ονομαζόταν οχυρό Σιών, αλλά ο Δαυίδ την ονόμασε Πόλη του Δαβίδ,[32] και έτσι ήταν γνωστή στην αρχαιότητα.[33][34] Το όνομα Σιών αρχικά χρησιμοποιούταν μόνο για ένα τμήμα της πόλης, αλλά στη συνεχεία έφτασε να σημαίνει όλη τη πόλη και τη βιβλική Γη του Ισραήλ. Στα ελληνικά και στα λατινικά, το όνομα της πόλης είναι Ιεροσόλυμα ή Ιερουσαλήμ, συσχετίζοντας το όνομα ετυμολογικά με τη λέξη «ιερός».[35][36]

Ιστορία της Ιερουσαλήμ Επεξεργασία

Η Ιερουσαλήμ είναι μια από τις αρχαιότερες πόλεις της παγκόσμιας ιστορίας. Την ίδρυσαν οι Καναανίτες το 2000 π.Χ. Το 1400 π.Χ. ήταν υποτελής στον Φαραώ της Αιγύπτου. Το 1000 π.Χ. ο Δαβίδ την έκανε πρωτεύουσα του Ισραηλιτικού έθνους κι αργότερα ο Σολομώντας έχτισε εκεί τον περίφημο ναό του για τη λατρεία του Θεού των Εβραίων, καθιστώντας την και θρησκευτικό κέντρο. Όταν ο Σολομώντας πέθανε και το κράτος του Ισραήλ χωρίστηκε στα δύο, η Ιερουσαλήμ ήταν πρωτεύουσα του βασιλείου του Ιούδα. Η πόλη πέρασε στα χέρια των Βαβυλωνίων το 586 π.Χ. οπότε και καταστράφηκε μαζί με τον ναό του Σολομώντα. Στη συνέχεια πέρασε στην κατοχή των Περσών, των Ελλήνων, των Σελευκιδών, των Πτολεμαίων και των Ρωμαίων γνωρίζοντας και άλλες καταστροφές, αλλά πάντοτε αναστηλωνόταν. Στα χρόνια μάλιστα του Αντιόχου Δ΄ του Επιφανούς (175 -164 π.Χ.), η πόλη έλαβε προσωρινά την ονομασία Αντιόχεια. Η πιο μεγάλη καταστροφή έγινε το 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους με αφορμή την επανάσταση των Εβραίων. Η πόλη ξαναχτίστηκε το 134 μ.Χ. από τον αυτοκράτορα Αδριανό ως νέα πόλη με το όνομα Αιλία Καπιτωλίνα. Στην καταστροφή του 70 μ.Χ. καταστράφηκε και ο δεύτερος ναός της Ιερουσαλήμ, ο οποίος είχε οικοδομηθεί πάνω στα ερείπια του πρώτου το 516 π.Χ. Μετά τους Ρωμαίους, η πόλη περιήλθε στην Βυζαντινή αυτοκρατορία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος της απόδωσε το παλιό της όνομα, έχτισε με τη μητέρα του την Αγία Ελένη το ναό της Ανάστασης στο λόφο του Γολγοθά και τη στόλισε με πολλά μνημεία. Το 637 μ.Χ. κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ οι Άραβες οι οποίοι την έλεγαν Κουντούς Σερίφ, που σημαίνει ιερή πόλη. Οι Άραβες έχτισαν το 691 μ.Χ. πάνω στα ερείπια του δευτέρου ναού της Ιερουσαλήμ ένα περίλαμπρο τζαμί, το Τέμενος του Ομάρ. Το 1099 την πήραν οι Σταυροφόροι, οι οποίοι την έκαναν έδρα βασιλείου. Το 1187 την ανακατέλαβαν οι Άραβες, ενώ αργότερα την κατέλαβαν εκ νέου οι Σταυροφόροι.[εκκρεμεί παραπομπή] Το 1517 την πήραν οι Οθωμανοί και το 1917 οι Βρετανοί, οι οποίοι αποχώρησαν από εκεί όταν άρχισε να γίνεται αντικείμενο σφοδρής διαμάχης μεταξύ των Αράβων και των Εβραίων. Τελικά, το 1947 ένα τμήμα της έγινε εβραϊκό και το άλλο αραβικό, ενώ από το 1967 βρίσκεται υπό πλήρη Ισραηλινή κατοχή.

Φωτοθήκη Επεξεργασία

Πανοραμική θέα της πόλης από το Όρος των Ελαιών

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 45421. Ανακτήθηκε στις 6  Αυγούστου 2018.
  2. Κεντρικό Γραφείο Στατιστικής του Ισραήλ. citypopulation.de/en/israel/jerusalem/_/3000__yerushalayim/.
  3. www.geopostcodes.com/Jerusalem.
  4. dialcode.org/Asia/Israel/.
  5. Μεγαλύτερη πόλη:
  6. «Israel plans 1,300 East Jerusalem Jewish settler homes». BBC News. 9 November 2010. http://www.bbc.co.uk/news/world-middle-east-11709617. «East Jerusalem is regarded as occupied Palestinian territory by the international community, but Israel says it is part of its territory.» 
  7. «The status of Jerusalem» (PDF). The Question of Palestine & the United Nations. United Nations Department of Public Information. East Jerusalem has been considered, by both the General Assembly and the Security Council, as part of the occupied Palestinian territory. 
  8. Resolution 298 September 25, 1971: Αρχειοθετήθηκε 2013-08-19 στο Wayback Machine. "Recalling its resolutions... concerning measures and actions by Israel designed to change the status of the Israeli-occupied section of Jerusalem,..."
  9. David Noel Freedman· Allen C. Myers· Astrid B. Beck (2000). Eerdmans dictionary of the Bible. Wm. B. Eerdmans Publishing. σελίδες 694–695. ISBN 978-0-8028-2400-4. Ανακτήθηκε στις 19 Αυγούστου 2010.  Nadav Na'aman, Canaan in the 2nd Millennium B.C.E., Eisenbrauns, 2005 pp.177ff. offers a dissenting opinion, arguing for the transcription Rôsh-ramen, etymologized to r'š (head) and rmm (be exalted), to mean 'the exalted Head', and not referring to Jerusalem.
  10. G. Johannes Botterweck, Helmer Ringgren (eds.) Theological Dictionary of the Old Testament, (tr. David E. Green) William B. Eerdmann, Grand Rapids Michigan, Cambridge, UK 1990, Vol. VI, p. 348
  11. «The El Amarna Letters from Canaan». Tau.ac.il. Ανακτήθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2010. 
  12. Meir Ben-Dov, Historical Atlas of Jerusalem, Continuum International Publishing Group, 2002, p. 23.
  13. 13,0 13,1 Binz, Stephen J. (2005). Jerusalem, the Holy City. Connecticut, USA.: Twenty-Third Publications. σελ. 2. ISBN 9781585953653. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2011. 
  14. G. Johannes Bottereck, Helmer Ringgren, Heinz-Josef Fabry, (eds.) Theological Dictionary of the Old Testament, tr. David E. Green, vol. XV, pp. 48–49 William B. Eeerdmanns Co. Grand Rapids, Michigan/Cambridge UK 2006, pp. 45–6
  15. Louis Ginzberg (Οκτωβρίου 1998). «The Legends of the Jews Volume 1». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 8 Ιουλίου 2015. 
  16. Writing, Literacy, and Textual Transmission: The Production of Literary by Jessica N. Whisenant p. 323
  17. King Manasseh and Child Sacrifice: Biblical Distortions of Historical Realities by Francesca Stavrakopoulou p. 98
  18. Oral World and Written Word: Ancient Israelite Literature by Susan Niditch p. 48
  19. The Mountain of the Lord by Benyamin Mazar p. 60
  20. Blessing and Curse in Syro-Palestinian Inscriptions by T. G Crawford p. 137
  21. Joseph Naveh (2001). «Hebrew Graffiti from the First Temple Period». Israel Exploration Journal 51 (2): 194–207. https://archive.org/details/sim_israel-exploration-journal_2001_51_2/page/194. 
  22. Discovering the World of the Bible by LaMar C. Berrett p. 178
  23. Elon, Amos. Jerusalem. HarperCollins Publishers Ltd. ISBN 0-00-637531-6. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 26 Απριλίου 2007. The epithet may have originated in the ancient name of Jerusalem—Salem (after the pagan deity of the city), which is etymologically connected in the Semitic languages with the words for peace (shalom in Hebrew, salam in Arabic). 
  24. Ringgren, H., Die Religionen des Alten Orients (Göttingen, 1979), 212.
  25. Hastings, James (2004). A Dictionary of the Bible: Volume II: (Part II: I – Kinsman), Volume 2. Honolulu, Hawaii: Reprinted from 1898 edition by University Press of the Pacific. σελ. 584. ISBN 1-4102-1725-6. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2011. 
  26. Bosworth, Clifford Edmund (2007). Historic cities of the Islamic world. The Netherlands: Koninklijke Brill NV. σελίδες 225–226. ISBN 90-04-15388-8. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2011. 
  27. Denise DeGarmo (9 Σεπτεμβρίου 2011). «Abode of Peace?». Wandering Thoughts. Center for Conflict Studies. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2011. 
  28. Bosworth, Francis Edward (1968). Millennium: a Latin reader, A. Oxford, United Kingdom: Oxford University Press. σελ. 183. ASIN B0000CO4LE. Ανακτήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2011. 
  29. Wallace, Edwin Sherman (Αυγούστου 1977). Jerusalem the Holy. New York: Arno Press. σελ. 16. ISBN 0-405-10298-4. A similar view was held by those who give the Hebrew dual to the word 
  30. Smith, George Adam (1907). Jerusalem: The Topography, Economics and History from the Earliest Times to A.D. 70. Hodder and Stoughton. σελ. 251. ISBN 0-7905-2935-1. The termination -aim or -ayim used to be taken as the ordinary termination of the dual of nouns, and was explained as signifying the upper and lower cities  (see here [1], σ. 251, στα Google Books)
  31. The Oxford encyclopedia of ancient Greece and Rome, Volume 1, p. 113
  32. 2 Samuel 5:7,9. cited Israel Finkelstein, Amihay Mazar, Brian B. Schmidt, (eds) The Quest for the Historical Israel, Society of Biblical Literature, 2007 p.127.
  33. Bar-Kochva, Bezalel (2002). Judas Maccabeus: The Jewish Struggle Against the Seleucids. Cambridge, United Kingdom: Cambridge University Press. σελ. 447. ISBN 0-521-01683-5. 
  34. Mazar, Eilat (2002). The Complete Guide to the Temple Mount Excavations. Jerusalem: Shoham Academic Research and Publication. σελ. 1. ISBN 965-90299-1-8. 
  35. Alexander Hopkins McDannald (editor), The Encyclopedia Americana, Volume 16, Americana Corporation, 1947, entry Jerusalem
  36. Gerhard Kittel (editor), Gerhard Friedrich (editor), Geoffrey W. Bromiley (editor),Theological Dictionary of the New Testament: Abridged in One Volume, Eerdmans, 1985, entry Sion [Zion], Ierousalem [Jerusalem], Hierosolyma [Jerusalem], Hierosolymites [inhabitants of Jerusalem]

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία