Για την ομώνυμη κωμόπολη, δείτε: Μοίρες Ηρακλείου.

Οι Μοίρες, κατά την ελληνική μυθολογία, είναι οι θεότητες που ορίζουν και ενίοτε προλέγουν τη γέννηση και την πορεία της ζωής των ανθρώπων. Ο βασικός μύθος, Θεογονία τού Ησιόδου, αναφέρει ότι οι μυθικές αυτές θεότητες ήταν τρεις: η Κλωθώ, η οποία παρουσιαζόταν ως υφάντρια και εθεωρείτο ότι έκλωθε τις τύχες τού βίου, η Λάχεσις (από το ρήμα λαγχάνω), η οποία παρουσιαζόταν να τραβάει το νήμα και εθεωρείτο ότι όριζε τα συμβάντα τού βίου, και η Άτροπος (από το επίθετο ἄτροπος «άκαμπτος - αναπότρεπτος, αμετάβλητος»), η οποία παρουσιαζόταν να κόβει το νήμα τής ζωής και εθεωρείτο ότι όριζε τον θάνατο[1]. Αντίστοιχες με τις ελληνικές ήταν οι ρωμαϊκές μυθικές θεότητες που αποκαλούνταν Fata ή Parcae.

Οι Τρεις Μοίρες
Γενικές πληροφορίες
Γέννησηπροχθες
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητα
Οικογένεια
ΓονείςΝυξ (Νύχτα) ή ο θεός Δίας και η Τιτανίδα Θέμιδα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Αρχαία γραμματεία Επεξεργασία

Οι Μοίρες είναι οι δυνάμεις που ευθύνονται για τα καλά και τα κακά της ζωής του κάθε θνητού, από τη γέννηση μέχρι τον θάνατό του. Παίρνουν τη δύναμή τους από τον Δία, ο οποίος για το λόγο αυτό καλείται και «Μοιραγέτης». Στη Μοίρα υπακούουν μέχρι και οι θεοί, οι οποίοι έχουν όμως τη δύναμη να την αλλάζουν. Πρακτικώς όμως, μια τέτοια αλλαγή θα διατάρασσε την αρμονία του σύμπαντος. Στον Προμηθέα Δεσμώτη ο Αισχύλος παρουσιάζει τον Δία και τους άλλους θεούς υποταγμένους στις Μοίρες.

 
Οι τρεις Μοίρες σε φλαμανδικό χαλί τοίχου του 16ου αιώνα.

Στον Ησίοδο (στ. 217), όπως και στον Αισχύλο (Ευμενίδες), οι Μοίρες είναι κόρες της Νύχτας. Ο ίδιος Ησίοδος όμως τις παρουσιάζει σαν κόρες του Δία και της Θέμιδας σε άλλο σημείο (στ. 904). Στα ομηρικά έπη εμφανίζονται ως μία και μόνη: η «Αίσα ή Μοίρα», η οποία είναι σύνθρονη του Δία και δίνει σε κάθε θνητό το μερίδιό του από τις χαρές και τις λύπες, ορίζοντας έτσι το πεπρωμένο του. Η Μοίρα, η Αίσα, η Ειμαρμένη ή η Ανάγκη, συμβαίνει κάποτε να θεωρούνται και αυτές ανώτερες των θεών. Ο Πίνδαρος προσθέτει στις τρεις Μοίρες την Τύχη, για την οποία θεωρεί μάλιστα ότι έχει μεγαλύτερο κύρος.


Την αρχική τριάδα ξανασυναντούμε και αργότερα στον Πλάτωνα που παρουσιάζει τις Μοίρες ως κόρες της θεάς Ανάγκης στο έργο του Πολιτεία, καθισμένες σε θρόνους, με χιτώνες λευκούς και στεφάνι στο κεφάλι, να συνοδεύουν με τη φωνή τους την αρμονία που βασιλεύει στις ουράνιες σφαίρες. Η Λάχεσις, κόρη της Ανάγκης, εμφανίζεται να έχει ένα ειδικό λειτούργημα στην Πολιτεία του Πλάτωνα, Βιβλίο Χ - ο Μύθος του Ηρός - φέροντας στα «γόνατά της τις μοίρες και τα είδη ζωής», κατά τη διάρκεια τελετής όπου οι ψυχές των νεκρών που πρόκειται να επιστρέψουν στη γη, καλούνται να διαλέξουν ανάμεσά τους, το πεπρωμένο τους για τη μελλοντική τους μετενσάρκωση.

Η λέξη «μοίρα» προέρχεται από το αρχαίο ρήμα μείρομαι= μοιράζω, είναι δηλαδή το «μερίδιο», το κομμάτι που παίρνει ο καθένας από τη μοιρασιά ενός συνόλου (εδώ, του συνόλου της ανθρωπότητας).

Ο τρεις Μοίρες απαντώνται και σε άλλες ευρωπαϊκές μυθολογίες να παίζουν τον ίδιο ρόλο: είναι αντίστοιχα οι τρεις Νορν στη Σκανδιναβική μυθολογία και οι τρεις Πάρκες (Parcae) στη Ρωμαϊκή.

Σύμφωνα με τον Όμηρο Επεξεργασία

Όμηρος - Ἰλιάς - Ῥαψωδία Ω΄ - στ.48 [2]

ἀλλ᾽ ἤτοι κλαύσας καὶ ὀδυράμενος μεθέηκε· τλητὸν γὰρ Μοῖραι θυμὸν θέσαν ἀνθρώποισιν. αὐτὰρ ὅ γ᾽ Ἕκτορα δῖον, ἐπεὶ φίλον ἦτορ ἀπηύρα, ἵππων ἐξάπτων περὶ σῆμ᾽ ἑτάροιο φίλοιο ἕλκει· οὐ μήν οἱ τό γε κάλλιον οὐδέ τ᾽ ἄμεινον. μὴ ἀγαθῷ περ ἐόντι νεμεσσηθέωμέν οἱ ἡμεῖς·κωφὴν γὰρ δὴ γαῖαν ἀεικίζει μενεαίνων.

Τι μεγαλύτερος καημός; Και όμως αφού τον κλάψουν παύουν από τα δάκρυα στο τέλος, ότ’ οι Μοίρες ψυχήν υπομονητικήν εδώκαν των ανθρώπων. Και αυτός αφού εθανάτωσε τον Έκτορα τον θείον ολόγυρα στου φίλου του τον τάφον με τους ίππους τον σέρνει. Και όφελος, θαρρώ, και δόξαν δεν θα λάβει. Αν και γενναίος δύναται να πέσει στην οργήν μας αφου γην άλαλην αυτός κακοποιεί με λύσσαν.».

Σύμφωνα με τον Πλάτωνα Επεξεργασία

Πλάτωνος Πολιτεία [617b] [3]

[617b] ..........ἐπὶ δὲ τῶν κύκλων αὐτοῦ ἄνωθεν ἐφ' ἑκάστου βεβηκέναι Σειρῆνα συμπεριφερομένην, φωνὴν μίαν ἱεῖσαν, ἕνα τόνον· ἐκ πασῶν δὲ ὀκτὼ οὐσῶν μίαν ἁρμονίαν συμφωνεῖν. ἄλλας δὲ καθημένας πέριξ δι' ἴσου τρεῖς, ἐν θρόνῳ ἑκάστην, θυγατέρας τῆς ἀνάγκης, Μοίρας, λευχειμονούσας, στέμματα ἐπὶ τῶν κεφαλῶν ἐχούσας, Λάχεσίν τε καὶ Κλωθὼ καὶ ῎Ατροπον, ὑμνεῖν πρὸς τὴν τῶν Σειρήνων ἁρμονίαν, Λάχεσιν μὲν τὰ γεγονότα, Κλωθὼ δὲ τὰ ὄντα, ῎Ατροπον δὲ τὰ μέλλοντα. καὶ τὴν μὲν Κλωθὼ τῇ δεξιᾷ χειρὶ ἐφαπτομένην συνεπιστρέφειν τοῦ ἀτράκτου τὴν ἔξω περιφοράν, διαλείπουσαν χρόνον, τὴν δὲ ῎Ατροπον τῇ ἀριστερᾷ τὰς ἐντὸς αὖ ὡσαύτως· τὴν δὲ Λάχεσιν ἐν μέρει ἑκατέρας ἑκατέρᾳ τῇ χειρὶ ἐφάπτεσθαι. σφᾶς οὖν, ἐπειδὴ ἀφικέσθαι, εὐθὺς δεῖν ἰέναι πρὸς τὴν Λάχεσιν.

[617b] ......... Επάνω από κάθε κύκλο στεκόταν από μία Σειρήνα που περιστρεφόταν και αυτή μαζί, βγάζοντας μια φωνή με τον ίδιο τόνο πάντοτε κανονισμένη, έτσι ώστε από τις οκτώ σχηματιζόταν μία και αρμονική συμφωνία. Γύρω από το αδράχτι και σε ίσες αποστάσεις κάθονταν απάνω σε θρόνο οι τρεις Μοίρες, θυγατέρες της Ανάγκης, η Λάχεση, η Κλωθώ και η Άτροπος, με λεύκες ενδυμασίες και στέμματα στο κεφάλι• συνόδευαν με το άσμα τους την αρμονία των Σειρηνών ψάλλοντας η Λάχεση τα περασμένα, η Κλωθώ τα τωρινά και η Άτροπος τα μέλλοντα. Η Κλωθώ αγγίζοντας κατά διαλείμματα με το δεξί της χέρι βοηθούσε στην εξωτερική περιστροφή του αδραχτιού, η Άτροπος με το αριστερό της χέρι βοηθούσε πάλι στις εσωτερικές περιστροφές• και η Λάχεση πιάνοντας πότε με το δεξί και πότε με το αριστερό της χέρι βοηθούσε και στα δύο είδη των περιστροφών. Μόλις έφτασαν εκεί, έπρεπε να παρουσιαστούν αμέσως στη Λάχεση.

Σύμφωνα με τον Ησίοδο, Θεογονία Επεξεργασία

[217-219] ....καὶ Μοίρας καὶ Κῆρας ἐγείνατο νηλεοποίνους,

[Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ Ἄτροπον, αἵ τε βροτοῖσι

γεινομένοισι διδοῦσιν ἔχειν ἀγαθόν τε κακόν τε,] - Ησίοδος, Θεογονία [4]

[901-906] δεύτερον ἠγάγετο λιπαρὴν Θέμιν, ἣ τέκεν Ὥρας, Εὐνομίην τε Δίκην τε καὶ Εἰρήνην τεθαλυῖαν,

αἵ τ᾽ ἔργ᾽ ὠρεύουσι καταθνητοῖσι βροτοῖσι, Μοίρας θ᾽, ᾗς πλείστην τιμὴν πόρε μητίετα Ζεύς,
905 Κλωθώ τε Λάχεσίν τε καὶ Ἄτροπον, αἵ τε διδοῦσι

θνητοῖς ἀνθρώποισιν ἔχειν ἀγαθόν τε κακόν τε. ' [5]

[217-219] Γέννησε και τις Μοίρες και τις Κήρες που τιμωρούνε ανελέητα,

την Κλωθώ, τη Λάχεση και την Άτροπο,

που δίνουν στους θνητούς όταν γεννιούνται το καλό και το κακό,

[901-906] Δεύτερη πήρε σύζυγο τη λαμπερή τη Θέμιδα που γέννησε τις Ώρες,

την Ευνομία, τη Δίκη και τη θαλερή Ειρήνη που των ανθρώπων των θνητών φροντίζουνε τα έργα,γέννησε και τις Μοίρες
που ο συνετός ο Δίας τούς έδωσε τη μέγιστη τιμή, τη Λάχεση, την Άτροπο και την Κλωθώ που στους ανθρώπους

δίνουν τους θνητούς και το καλό και το κακό να έχουν.

Σύμφωνα με τον Παυσανία Επεξεργασία

Ελλάδος περιήγησις/Ηλιακών Α 15.5] [6]

[15.5] ἰόντι δὲ ἐπὶ τὴν ἄφεσιν τῶν ἵππων ἔστι βωμός, ἐπίγραμμα δὲ ἐπ' αὐτῷ Μοιραγέτα: δῆλα οὖν ἐστιν ἐπίκλησιν εἶναι Διὸς ὃς τὰ ἀνθρώπων οἶδεν, ὅσα διδόασιν αἱ Μοῖραι καὶ ὅσα μὴ πέπρωταί σφισι. πλησίον δὲ καὶ Μοιρῶν βωμός ἐστιν ἐπιμήκης, μετὰ δὲ αὐτὸν Ἑρμοῦ καὶ δύο ἐφεξῆς Διὸς Ὑψίστου:......

[15-5] Πηγαίνοντας προς την αφετηρία των αρματοδρομιών, Βρίσκει κανείς βωμό µε την επιγραφή: «προς τον Μοιραγέτα». Προφανώς πρόκειται για επωνυμία του Δία, ο οποίος γνωρίζει οτιδήποτε συμβαίνει στους ανθρώπους και αυτά που δίνουν οι Μοίρες και όσα δεν θα γίνουν. Εκεί κοντά υπάρχει μακρύς βωμός των Μοιρών, μετά του Ερμή, και τέλος, δύο βωμοί του Υψίστου Δία. ....

Έκθεση φωτογραφιών Επεξεργασία


Βιβλιογραφία Επεξεργασία

Πηγές Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Α. Ρίζου-Ραγκαβή, 1888: Λεξικόν τής ελληνικής αρχαιολογίας. Εν Αθήναις: Α. Κωνσταντινίδης, σ. 680-1· M. Howatson, 1989: The Oxford Companion to Classical Literature. Oxford: OUP (μτφ. Β. Φόρη, 1996, Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη, σ. 506).
  2. Όμηρος - Ἰλιάς - Ῥαψωδία Ω΄ - στ.48 από Βικιθήκη
  3. Πλάτωνος Πολιτεία 617b από Βικιθήκη
  4. από τη Βικιθήκη - Ησίοδος, Θεογονία 217-219
  5. από τη Βικιθήκη - Ησίοδος, Θεογονία 901-906
  6. Ελλάδος περιήγησις/Ηλιακών Α 15.5 από Βικιθήκη