Ντεμόπολις

κωμόπολη της Κομητείας Μαρένγκο στην Αλαμπάμα των ΗΠΑ

Η Ντεμόπολις (Demopolis) είναι κωμόπολη αλλά και ο μεγαλύτερος οικισμός της Κομητείας Μαρένγκο, στη δυτική Αλαμπάμα, στις ΗΠΑ. Σύμφωνα με την απογραφή του 2010, είχε 7.483 κατοίκους.[6]

Ντεμόπολις
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Ντεμόπολις
32°30′34″N 87°50′14″W
ΧώραΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής[1]
Διοικητική υπαγωγήΚομητεία Μαρένγκο
Ίδρυση1817[2]
Έκταση46,778317 km²[3]
Υψόμετρο37 μέτρα
Πληθυσμός7.162 (1  Απριλίου 2020)[4][5]
Ταχ. κωδ.36732
Τηλ. κωδ.334
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Ντεμόπολις είναι κτισμένη στην ανατολική όχθη του ποταμού Τόμπιγκμπη, κοντά στη συμβολή του με τον ποταμό Μπλακ Γουόριορ.[7]

Ο οικισμός δημιουργήθηκε μετά την πτώση της Ναπολεόντειας Αυτοκρατορίας από ομάδα Γάλλων εξόριστων Βοναπαρτιστών και άλλων Γάλλων μεταναστών. Αυτοί της έδωσαν το όνομά της από την ελληνική γλώσσα, τον νεολογισμό Δημόπολις, που σημαίνει «Πόλη του Λαού», για να τιμήσουν τα δημοκρατικά ιδεώδη που ήθελαν να επικρατήσουν εκεί. Με την πρώτη κατοίκησή της να χρονολογείται από το 1817, η Ντεμόπολις είναι ένας από τους παλαιότερους συνεχώς κατοικούμενους οικισμούς σε ολόκληρη την Αλαμπάμα.[8][9]

Ιστορία Επεξεργασία

Αρχικός εποικισμός Επεξεργασία

Οι Γάλλοι εκπατρισμένοι, έχοντας οργανωθεί αρχικώς στη Φιλαδέλφεια, αιτήθηκαν από το Κογκρέσο των Ηνωμένων Πολιτειών να τους πωλήσει γη για να εγκατασταθούν. Το Κογκρέσο συγκατένευσε με πράξη του στις 3 Μαρτίου 1817, η οποία τους επέτρεπε να αγοράσουν 4 εκτάσεις στην Αλαμπάμα στην τιμή των 2 δολαρίων ανά έικρ (δηλαδή μισού σχεδόν δολαρίου ανά στρέμμα). Ακολουθώντας συμβουλή από έμπειρους Δυτικούς πιονιέρους, είχαν σκοπό να δημιουργήσουν εκεί αμπελώνες και ελαιώνες. Στις 14 Ιουλίου 1817, μια μικρή ομάδα πρωτοπόρων είχε ήδη εγκατασταθεί στην λευκή υψηλή όχθη (White Bluff) του Τόμπιγκμπη, στη σημερινή Ντεμόπολις, ιδρύοντας την «Αποικία της Αμπέλου και της Ελαίας» (Vine and Olive Colony).[10]

Ο πλέον εξέχων και εύπορος μεταξύ των μεταναστών αυτών ήταν ο Κόμης Σαρλ Λεφέμπβρ-Ντενουέτ (Lefebvre Desnouettes), ανώτατος αξιωματικός του ιππικού, τραυματίας της Μάχης του Βατερλώ και θεωρούμενος ως ο καλύτερος φίλος του Ναπολέοντα. Υπήρχαν και άλλοι εξέχοντες στην ομάδα των Γάλλων, όπως ο υποστράτηγος βαρόνος Λαλεμάν, ο κόμης Μπερτράν Κλωζέλ και ο Ζοζέφ Λακανάλ. Οι περισσότεροι από αυτούς ελάχιστα ενδιαφέρονταν για τη λιτή και επαρχιώτικη ζωή του πιονιέρου, και πούλησαν τα μερίδιά τους στην Αποικία παραμένοντας στη Φιλαδέλφεια.[11] Το 1818 η Αποικία είχε μόλις 69 οικιστές.[12]

Δυστυχώς για αυτούς, μετά από μία τοπογραφική μελέτη τον Αύγουστο του 1818, πληροφορήθηκαν ότι η έκταση που μόλις είχαν καθαρίσει δεν βρισκόταν μέσα στην έκταση που περιελάμβανε η πράξη του Κογκρέσου, οπότε η Αποικία της Αμπέλου και της Ελαίας υποχρεώθηκε σύντομα να μετακομίσει. Η νόμιμη γη τους άρχιζε λίγο περισσότερο από ένα χιλιόμετρο προς τα ανατολικά. Αφού εγκατέλειψαν την Ντεμόπολις, ίδρυσαν σύντομα δύο άλλους οικισμούς, την Αιγκλβίλ (Aigleville) και την Αρκολά (Arcola).[13]

Εγκατάσταση Αμερικανών Επεξεργασία

 
Η «Λευκή κρεμαστή όχθη» (White Bluff) στην Ντεμόπολις το 1903

Μόλις έμαθαν ότι η γη των Γάλλων βρισκόταν αλλού, Αμερικανοί έποικοι άρχισαν να αγοράζουν γρήγορα τις ιδιοκτησίες στην Ντεμόπολη, με την προοπτική να την καταστήσουν μεγάλο ποτάμιο λιμάνι. Συστήθηκε και σχετική μεσιτική εταιρεία το 1819, η «Ένωση της Λευκής Όχθης» (White Bluff Assoc.), που αργότερα μετονομάσθηκε σε «Company of the Town of Demopolis».

Οι επίτροποι της εταιρείας ήταν υπεύθυνοι για τα τοπογραφικά, τις πωλήσεις οικοπέδων, αλλά και τις πρώτες λειτουργίες της κωμόπολης. Οι πρώτοι κλήροι πουλήθηκαν την άνοιξη του 1819 (22 Απριλίου).[9]

Οι οδοί χαράχθηκαν με πλάτος 20 μέτρα, ακολουθώντας τετραγωνισμένο πολεοδομικό σχέδιο, με πρότυπο τη Φιλαδέλφεια, στις διευθύνσεις βορρά-νότου και ανατολής-δύσης. Το κάθε οικοδομικό τετράγωνο είχε έκταση περί τα 4 στρέμματα και διαιρέθηκε σε οκτώ κλήρους. 1 τετράγωνο κρατήθηκε ελεύθερο και έγινε η κεντρική πλατεία, όπως ελεύθερη έμεινε και η λωρίδα της όχθης του ποταμού.[9]

 
Το Bluff Hall το 2008

Παρά τη μικρή έκταση των κλήρων, που εμπόδιζε την κατασκευή μεγαλόπρεπων μεγάρων, σύντομα ανεγέρθηκαν μερικά, όπως το δυόμισι ορόφων μέγαρο του Άλεν Γκλόβερ, ίσως το πρώτο νεοκλασικό κτίσμα στην Κομητεία Μαρένγκο. Σύντομα, το 1832, ακολουθήθηκε από το Bluff Hall, που έκτισε ο ίδιος για την κόρη του.[9]

 
Το μέγαρο της φυτείας Gaineswood, κατασκευής 1843–1861, σήμερα οικία-μουσείο

Μια παράβλεψη στο σχέδιο του οικισμού ήταν ότι δεν υπήρχε ξεχωριστή περιοχή επαγγελματικών δραστηριοτήτων, ωστόσο η πόλη αναπτύχθηκε εμπορικά και εγκαταστάθηκαν αρκετοί τεχνίτες, με στυλοβάτη της οικονομίας, όπως στο μεγαλύτερο μέρος του Νότου, τις φυτείες βαμβακιού. Οι φορτηγίδες μετέφεραν το προϊόν δια των ποταμών μέχρι το θαλάσσιο λιμάνι του Μομπίλ και από την άλλη πλευρά μέχρι το Κολόμπους της πολιτείας Μισισίπι. Επίσης μέχρι το 1840 δεν υπήρχε ναός και μια ομάδα μεθοδιστών εφημέριων σε μία τοπική σύνοδό τους το 1843 είχε χαρακτηρίσει την Ντεμόπολις ως «τελείως άθρησκη». Το ίδιο έτος πάντως οι Πρεσβυτεριανοί έκτισαν τον πρώτο μικρό τούβλινο ναό στην κεντρική πλατεία. Εβραϊκή συναγωγή ιδρύθηκε το 1858 και ήταν η τέταρτη παλαιότερη σε όλη την Αλαμπάμα. Μόλις είχε αρχίσει κάποια καλλιτεχνική δραστηριότητα, ο Εμφύλιος Πόλεμος τα διέκοψε όλα.

Ο Εμφύλιος και τα μετέπειτα Επεξεργασία

Με δύο πλωτούς ποταμούς και σιδηροδρομική γραμμή, η Ντεμόπολις αναπόφευκτα έγινε έδρα στρατιωτικών εγκαταστάσεων και γραφείων των Νοτίων. Δύο στρατιωτικά νοσοκομεία και τεράστιο στρατόπεδο στα προάστια προκάλεσαν την εισροή χιλιάδων στρατιωτών, που έφεραν στα όρια τις υποδομές της κώμης. Πολλές εκατοντάδες στρατιώτες που πέθαναν στα δύο νοσοκομεία θάφτηκαν σε πρόχειρο παραποτάμιο κοιμητήριο, που σήμερα βρίσκεται κάτω από τα νερά, μετά την κατασκευή φράγματος στον ποταμό κάτω από την Ντεμόπολις τον 20ό αιώνα. Νέος σιδηροδρομικός άξονας που περνούσε από την πόλη ολοκληρώθηκε μετά την κατάληψη του βασικού άξονα ανατολής-δύσης από τους Βόρειους.

Καθώς ο πόλεμος μαινόταν ένα γύρω, η κωμόπολη γνώρισε το 1864 και έναν κατακλυσμό εσωτερικών προσφύγων πολέμου. Τον Μάρτιο του 1865 πλέον άρχισαν να οχυρώνουν την πόλη για προστασία από τυχόν επιδρομή του εχθρού. Στολίσκος από 18 κανονιοφόρους και άλλα πλοιάρια των Νοτίων έκανε βάση του τον ποταμό Τόμπιγκμπη στην Ντεμόπολις.

Με την παράδοση και των τελευταίων δυνάμεων των Νοτίων, η κωμόπολη βρέθηκε υπό την κατοχή της 5ης Μεραρχίας Πεζικού της Μινεσότα. Παρά το ότι στις 4 Δεκεμβρίου 1868 οι κατοχικές αρχές απεφάσισαν τη μεταφορά της έδρας της Κομητείας Μαρένγκο από το Λίντεν στην Ντεμόπολις, μετά από τη λαϊκή αντίδραση προκηρύχθηκε σχετικό δημοψήφισμα στην κομητεία, που είχε αμφισβητούμενο αποτέλεσμα, και μετά από συνεχείς προσπάθειες των προκρίτων του Λίντεν η μεταφορά ακυρώθηκε τον Φεβρουάριο του 1871. Χρειάστηκε μισός αιώνας για να ανορθωθεί η οικονομία της Ντεμόπολις. Μέχρι το 1920 η κώμη απέκτησε ηλεκτροφωτισμό, ύδρευση, αποχέτευση και σταθμό πυροσβεστικής. Η μοναδική εφημερίδα της που επεβίωσε μέχρι σήμερα, η Demopolis Times, ιδρύθηκε το 1904. Με το οικονομικό κραχ τη δεκαετία του 1920 και την κατάρρευση της παραγωγής βαμβακιού, η εκτροφή βοοειδών και, πιο πρόσφατα, η ιχθυοτροφία γατόψαρου ανέλαβαν τα ηνία στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας. Στη βιομηχανία υπάρχει παραγωγή τσιμέντου, προϊόντων ξύλου και χαρτιού.

Γεωγραφία και δημογραφία Επεξεργασία

Το κέντρο της Ντεμόπολις βρίσκεται σε γεωγραφικές συντεταγμένες 32°30΄34΄΄ Β πλάτος και 87°50΄14΄΄ Δ μήκος. Η έκτασή της είναι 32 τετραγωνικά χιλιόμετρα, από τα οποία το 2% καλύπτεται από νερά. Συγκοινωνιακά η πόλη εξυπηρετείται από σιδηρόδρομο, υπεραστικά λεωφορεία και το Δημοτικό Αεροδρόμιο της Ντεμόπολις.

Ο πληθυσμός αυξήθηκε από 5.004 κατοίκους το 1950 σε 7.678 το 1980 και μετά άρχισε να μειώνεται. Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή (2010) υπήρχαν στην κωμόπολη 3.049 νοικοκυριά. Σε 100 ενήλικες γυναίκες αντιστοιχούσαν μόλις 78,2 άνδρες. Το 50,1% του πληθυσμού ήταν Αφροαμερικανοί, το 47,3% λευκοί και το 2,4% ισπανόφωνοι. Το 19,1% των οικογενειών και το 26,8% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 25939. Ανακτήθηκε στις 6  Αυγούστου 2018.
  2. Ανακτήθηκε στις 16  Νοεμβρίου 2018.
  3. 3,0 3,1 United States Census Bureau: «2010 U.S. Gazetteer Files» (Αγγλικά) United States Census Bureau. Ουάσινγκτον. 2010. Ανακτήθηκε στις 9  Ιουλίου 2020.
  4. data.census.gov/cedsci/table?t=Populations+and+People&g=0100000US%2C%241600000&y=2020. Ανακτήθηκε στις 1  Ιανουαρίου 2021.
  5. data.census.gov/cedsci/table?t=Populations+and+People&g=0100000US%2C%241600000&y=2020. Ανακτήθηκε στις 1  Ιανουαρίου 2022.
  6. «American FactFinder». United States Census Bureau. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 2008-01-31. 
  7. «ADAH: Marengo Historical Markers». "Alabama Department of Archives and History". Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Αυγούστου 2007. Ανακτήθηκε στις 28 Μαΐου 2011. 
  8. Blaufarb, Rafe: Bonapartists in the Borderlands: French Exiles and Refugees on the Gulf Coast, 1815–1835, University of Alabama Press, 2006.
  9. 9,0 9,1 9,2 9,3 Smith, Winston (2003). The Peoples City: The Glory and the Grief of an Alabama Town 1850–1874. Demopolis, Alabama: The Marengo County Historical Society. σελίδες 32–56. OCLC 54453654. 
  10. Smith, Winston: Days of Exile: The Story of the Vine and Olive Colony in Alabama, σσ. 31-43. W.B. Drake & Son, Tuscaloosa, Alabama 1967.
  11. Smith: Days of Exile, σσ. 96-115.
  12. Blaufarb, Rafe (19 Μαΐου 2008). «Vine and Olive Colony». Encyclopedia of Alabama. Auburn University. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Νοεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 5 Οκτωβρίου 2010. 
  13. Smith: Days of Exile, σσ. 47-53.

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Demopolis Chamber of Commerce: The Story of Demopolis, a condensed history of the founding and development of Demopolis, Alabama, Demopolis 1965
  • Martin, Thomas: French military adventurers in Alabama, 1818–1828. Princeton University Press, 1937
  • Smith, Winston: The people's city: the glory and grief of an Alabama town, 1850–1874, Marengo County Historical Society, Demopolis 2003
  • Whitfield, Gaius: The French Grant in Alabama: A History of the Founding of Demopolis, Historical Papers, 1st-2nd Ser., 1904

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία