Πολτάβα (Πούσκιν)

ποίημα του Αλεξάντρ Πούσκιν

Πολτάβα (ρωσικά: Полтава) είναι αφηγηματικό ποίημα του Αλεξάντρ Πούσκιν που γράφτηκε το 1828 και δημοσιεύθηκε το 1829. Το ιστορικό υπόβαθρο είναι η μάχη της Πολτάβα το 1709 που έληξε με νίκη του ρωσικού στρατού του Μεγάλου Πέτρου έναντι του σουηδικού στρατού του Καρόλου ΙΒ΄ και των Κοζάκων συμμάχων του και σηματοδότησε το τέλος των σουηδικών φιλοδοξιών στη Ρωσία και της επιθυμίας των Κοζάκων για ανεξαρτησία. Για τη Ρωσία, η μάχη της Πολτάβα σήμαινε την είσοδο στο προσκήνιο της ευρωπαϊκής σκηνής.[1]

Πολτάβα
Πίνακας που απεικονίζει τη Μαρία, Ταράς Σεβτσένκο, 1840
ΣυγγραφέαςΑλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν
ΤίτλοςПолтава
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1828
Ημερομηνία δημοσίευσης1828
ΘέμαΜάχη της Πολτάβα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το κύριο θέμα του ποιήματος είναι η προδοσία του Κοζάκου αταμάνου Ιβάν Μαζέπα, που τάχθηκε στο πλευρό του βασιλιά της Σουηδίας Καρόλου ΙΒ΄ προδίδοντας τον Τσάρο Πέτρο Α΄, με την αποτυχημένη φιλοδοξία να κυβερνήσει την Ουκρανία ανεξάρτητα από τη Ρωσία. Συνδυάζεται με μια ερωτική ιστορία του Μαζέπα με μια νεαρή αρχόντισσα.[2]

Το ποίημα είναι αφιερωμένο στη Μαρία Βολκόνσκαγια, κόρη του στρατηγού Νικολάι Ραγέφσκι, ήρωα του Πολέμου του 1812, που ακολούθησε τον Δεκεμβριστή σύζυγό της στην εξορία της Σιβηρίας.

Το ποίημα ενέπνευσε την όπερα Μαζέπα του Τσαϊκόφσκι το 1884. [3]

Υπόθεση Επεξεργασία

Το ποίημα αρχίζει με στίχους από το έργο του Λόρδου Βύρωνα Μαζέπα του 1819, το οποίο παρουσιάζει τον Μαζέπα ως ρομαντικό ήρωα, που εκδιώχθηκε από την Πολωνία λόγω μιας ερωτικής σχέσης με μια παντρεμένη αρχόντισσα. Ακολουθεί μια παθιασμένη αφιέρωση σε ένα ανώνυμο αγαπημένο πρόσωπο. Η πρώτη έκδοση είχε πρόλογο στον οποίο ο Πούσκιν αντιτίθεται στην ηρωική παρουσίαση του Ιβάν Μαζέπα σε έργα άλλων συγγραφέων και δηλώνει την πρόθεσή του να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια απεικονίζοντας τον Μαζέπα όπως ήταν στην πραγματικότητα.

Το ποίημα χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο μέρος ανοίγει με το σκηνικό στο κτήμα του ευγενή Βασίλι Κοτσούμπεϊ και περιγράφει την ομορφιά της νεαρής κόρης του Μαρίας. Η Μαρία έχει ερωτευτεί τον Μαζέπα, ο οποίος είναι νονός της και πολύ μεγαλύτερος: επομένως κρατούν τον έρωτά τους κρυφό. Ωστόσο, σύντομα τους ανακαλύπτουν και αναγκάζονται να φύγουν κρυφά, κάτι που φέρνει ντροπή αλλά και φόβο στην οικογένεια της Μαρίας.[4]

Στη συνέχεια, η αφήγηση επικεντρώνεται σε μια περιγραφή των πολιτικών προβλημάτων στην Ουκρανία: υπάρχει σημαντική αναταραχή για ρήξη με τη Ρωσία και ο Μαζέπα υποστηρίζει τους εξεγερμένους. Ο Κοτσούμπεϊ ορκίζεται να τον εκδικηθεί επειδή καταχράστηκε την εμπιστοσύνη και έκλεψε τη Μαρία. Ο ίδιος, έχει μείνει πιστός στον Τσάρο και του στέλνει αγγελιοφόρο να καταγγείλει την προδοσία του Μαζέπα, αλλά ο Πέτρος αρνείται να το πιστέψει.

Το μεγαλύτερο μέρος του δεύτερου μέρους είναι ένας δραματικός διάλογος. Ο Μαζέπα επικεντρώνεται στα σχέδιά του να επαναστατήσει εναντίον του Τσάρου και η Μαρία ανησυχεί ότι δεν την αγαπά πια γιατί απουσιάζει συχνά. Αυτός της εμπιστεύεται το μυστικό του: με τη βοήθεια του βασιλιά της Σουηδίας θέλει να αποσχίσει την Ουκρανία από τη Ρωσία και να κυβερνήσει ο ίδιος. Η Μαρία του υπόσχεται πίστη.[5]

Εν τω μεταξύ, ο Κοτσούμπεϊ συλλαμβάνεται από ανθρώπους του Μαζέπα, βασανίζεται και ανακρίνεται, πριν την εκτέλεση απαιτούν να μάθουν πού έχει κρύψει τα χρήματά του, αλλά εκείνος δεν απαντάει. Η μητέρα της Μαρίας πηγαίνει και τη βρίσκει για να βοηθήσει να σωθεί ο πατέρας της αλλά φτάνουν πολύ αργά: ο Κοτσούμπεϊ έχει ήδη εκτελεστεί. Ο Μαζέπα, ανακαλύπτοντας την εξαφάνιση της Μαρίας, ξεκινά να την αναζητήσει.

Στο τρίτο μέρος, ο Μαζέπα για να να εξαπατήσει τον Τσάρο προσποιείται ότι είναι σωματικά αποδυναμωμένος, ενώ ο βασιλιάς Κάρολος ΙΒ' της Σουηδίας ετοιμάζεται για μάχη εναντίον των Ρώσων. Ο Πέτρος Α΄ και το ιππικό του φτάνουν και νικούν τον σουηδικό στρατό και τους Ουκρανούς επαναστάτες. Ο Μαζέπα συμμετέχει σε ελάχιστες μάχες και φεύγει από το πεδίο της μάχης όσο πιο γρήγορα μπορεί. Βρίσκει τη Μαρία αλλά η κοπέλα έχει βυθιστεί στην τρέλα από τη φρίκη της εκτέλεσης του πατέρα της. Σε ένα αξιομνημόνευτο απόσπασμα, η Μαρία δεν τον αναγνωρίζει πια, γιατί τον βλέπει όπως πραγματικά είναι: έναν γελοίο και φρικτό γέρο.[6]

Το ποίημα κλείνει με τον στοχασμό του αφηγητή: Ο Μαζέπα θα έχει ξεχαστεί μετά από εκατό χρόνια ενώ ένα μεγάλο μνημείο θα έχει στηθεί για τον Μέγα Πέτρο. Η τύχη της Μαρίας είναι άγνωστη στον αφηγητή.[7]

Ιστορικές πηγές και έμπνευση Επεξεργασία

Ο Ιβάν Μαζέπα, ο Βασίλι Κοτσούμπεϊ και η κόρη του Μαρία είναι ιστορικά πρόσωπα. Σύμφωνα με τους ιστορικούς, είναι αλήθεια ότι ο Μαζέπα είχε ρομαντική σχέση με τη Μαρία, η οποία πήγε να ζήσει μαζί του.

Είναι αλήθεια ότι ο Κοτσούμπεϊ κατήγγειλε τον Μαζέπα στον Πέτρο το 1706 για συνωμοσία εναντίον του με τον Κάρολο ΙΒ΄ της Σουηδίας. Επίσης, το 1708 ο Κάρολος και ο Μαζέπα υπέγραψαν μυστική συνθήκη και πολέμησαν κατά του Πέτρου Α΄ στη μάχη της Πολτάβα. Μετά την ήττα, ο Μαζέπα κατέφυγε στην Οθωμανική αυτοκρατορία και πέθανε στην πόλη Μπεντέρ τον ίδιο χρόνο σε ηλικία 70 ετών. Στη ρωσική ιστοριογραφία ο Ιβάν Μαζέπα θεωρείται προδότης και η Ορθόδοξη Εκκλησία τον αφόρισε, ενώ στην Ουκρανία τον έχουν ανακηρύξει εθνικό ήρωα από την ανεξαρτησία της χώρας το 1991.[8]

Μετάφραση στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Πολτάβα, μετάφραση: Λουκάς Καστανάκης, εκδόσεις Γνώση, 1984 [9]

Παραπομπές Επεξεργασία