Έμιλ Κραίπελιν

Γερμανός ψυχίατρος

Ο Έμιλ Βίλχελμ Γκέοργκ Μάγκνους Κραίπελιν (γερμ. Emil Wilhelm Georg Magnus Kraepelin, 15 Φεβρουαρίου 18567 Οκτωβρίου 1926) ήταν σημαντικός Γερμανός ψυχίατρος. Η Εγκυκλοπαίδεια Ψυχολογίας του H.J. Eysenck τον χαρακτηρίζει ως τον «ιδρυτή της σύγχρονης επιστημονικής ψυχιατρικής, της ψυχοφαρμακολογίας και της ψυχιατρικής γενετικής».

Έμιλ Κραίπελιν
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Emil Kraepelin (Γερμανικά)
Γέννηση15  Φεβρουαρίου 1856[1][2][3]
Νόιστρελιτς[4]
Θάνατος7  Οκτωβρίου 1926[5][1][2]
Μόναχο[4]
Αιτία θανάτουπνευμονία
Τόπος ταφήςBergfriedhof
Χώρα πολιτογράφησηςΔημοκρατία της Βαϊμάρης
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓερμανικά[6][7]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Λειψίας
Πανεπιστήμιο του Βύρτσμπουργκ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταψυχίατρος[4]
διδάσκων πανεπιστημίου[4]
Εργοδότηςαυτοκρατορικό πανεπιστήμιο του Ντόρπατ
Πανεπιστήμιο του Μονάχου
Πανεπιστήμιο Φρειδερίκου και Αλεξάνδρου των Έρλανγκεν-Νυρεμβέργης
Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης
Επηρεάστηκε απόΒίλχελμ Βουντ
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΓερμανικό κόμμα της Πατρίδας
Οικογένεια
ΓονείςKarl Kraepelin
ΑδέλφιαKarl Kraepelin
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Έμιλ Κραίπελιν πίστευε ότι οι κυριότερες αιτίες των ψυχιατρικών ασθενειών είναι βιολογικές και γενετικής προελεύσεως δυσλειτουργίες. Οι θεωρίες του κυριάρχησαν στην ψυχιατρική στις αρχές του 20ού αιώνα και, παρά τη μεταγενέστερη επίδραση της ψυχοδυναμικής του Φρόυντ και των μαθητών του, γνώρισαν μια αναζωογόνηση κατά τα τέλη του αιώνα.

Τα συγγράμματά του δεν περιέχουν λεπτομερή ιστορικά μεμονωμένων περιπτώσεων, αλλά συγκεντρώσεις χαρακτηριστικών συμπτωμάτων, δηλώσεων και συμπεριφορών από ασθενείς με συγκεκριμένη διάγνωση. Χαρακτηρίσθηκε «επιστημονικός μάνατζερ» και «πολιτικός της επιστήμης», που ανέπτυξε ένα «μεγάλης κλίμακας επιδημιολογικό ερευνητικό πρόγραμμα με κλινικό προσανατολισμό».[8][9]

Οικογένεια και σπουδές Επεξεργασία

Ο πατέρας του Κραίπελιν, ο Καρλ Βίλχελμ, ήταν τραγουδιστής της όπερας και δάσκαλος της μουσικής[10]. Ο Έμιλ γεννήθηκε το 1856 στο Νεουστρέλιτς του τότε Δουκάτου του Μεκλεμβούργου-Στρέλιτς. Γνώρισε τη βιολογία από τον μεγαλύτερο (κατά δέκα έτη) αδελφό του Καρλ, μετέπειτα διευθυντή του Ζωολογικού Μουσείου του Αμβούργου.[11]

Ο Κραίπελιν άρχισε να σπουδάζει ιατρική το 1874 στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Βύρτσμπουργκ (1877-1878).[12] Στη Λειψία μελέτησε νευροπαθολογία με καθηγητή τον Paul Flechsig και πειραματική ψυχολογία με καθηγητή τον Βίλχελμ Βουντ. Ακολούθησε τις θεωρίες του Βουντ και διετήρησε ένα ισόβιο ενδιαφέρον για την πειραματική ψυχολογία. Στη Λειψία ο Κραίπελιν συνέγραψε ένα βραβευμένο δοκίμιο με τίτλο «Η επίδραση των οξείων παθήσεων στην προκληση νοητικών διαταραχών».[13]

Στο Πανεπιστήμιο του Βύρτσμπουργκ πέρασε το Rigorosum (δηλαδή τις πτυχιακές προφορικές εξετάσεις) τον Μάρτιο του 1878 και τις εξετάσεις για την άδεια ασκήσεως της ιατρικής τον Ιούλιο και Αύγουστο[12] του 1878. Αμέσως μετά και μέχρι[12] το 1882 συνεργάσθηκε με τον Μπέρναρντ φον Γκούντεν στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου.

Επιστρέφοντας στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας τον Φεβρουάριο του 1882, ο Κραίπελιν εργάσθηκε στη νευρολογική κλινική του Βίλχελμ Χάινριχ Ερμπ και στο εργαστήριο ψυχοφαρμακολογίας του Βουντ.[13] Ολοκλήρωσε τη διατριβή του «επί υφηγεσία» στη Λειψία[12], με τίτλο «Η θέση της ψυχολογίας στην ψυχιατρική».[13] Στις 3 Δεκεμβρίου 1883 αναγορεύθηκε σε υφηγητή στο Μόναχο.[12]

Σταδιοδρομία Επεξεργασία

Το μείζον έργο του Κραίπελιν, το Compendium der Psychiatrie: Zum Gebrauche für Studirende und Aerzte (= «Σύνοψις Ψυχιατρικής / για χρήση από φοιτητές και ιατρούς»), εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1883 και επαυξήθηκε μεταγενέστερα σε πολύτομες εκδόσεις υπό τον τίτλο Ein Lehrbuch der Psychiatrie (= «Σύγγραμμα ψυχιατρικής»). Σε αυτό ο συγγραφέας επιχειρηματολόγησε υπέρ της απόψεως ότι η ψυχιατρική ήταν ένας κλάδος της ιατρικής επιστήμης και ότι θα έπρεπε οι έρευνές της να βασίζονται στην παρατήρηση και στον πειραματισμό, όπως οι έρευνες των άλλων φυσικών επιστημών. Επίσης ότι θα έπρεπε να γίνονται έρευνες στα φυσικά-σωματικά αίτια των ψυχασθενειών. Ξεκίνησε να θέτει τα θεμέλια του σύγχρονου ταξινομικού συστήματος των νοητικών διαταραχών. Πρότεινε επίσης ότι με τη μελέτη ιστορικών ασθενών και την ταυτοποίηση συγκεκριμένων διαταραχών μπορούσε να προβλεφθεί η εξέλιξη μιας ψυχασθένειας, αφού πρώτα λαμβανόταν υπόψη οι ατομικές διαφορές στην προσωπικότητα και την ηλικία του ασθενούς κατά την έναρξη των συμπτωμάτων.[13]

Το 1884 ο Κραίπελιν διορίσθηκε ιατρός στην επαρχιακή κωμόπολη Λέουμπους της Πρωσίας, το σημερινό Λούμπιας της Πολωνίας, και το 1885 διευθυντής του Ινστιτούτου Θεραπείας και Νοσηλευτικής στη Δρέσδη. Την 1η Ιουλίου 1886, σε ηλικία 30 ετών[12], έγινε Καθηγητής της Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Ντόρπατ (το σημερινό Πανεπιστήμιο του Τάρτου στην Εσθονία). Στις 5 Δεκεμβρίου 1890 έγινε πρόεδρος τμήματος στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης, όπου και παρέμεινε μέχρι[13] το 1904. Στο Ντόρπατ έγινε και διευθυντής της Πανεπιστημιακής Κλινικής, 80 κλινών. Εκεί άρχισε να μελετά και να καταγράφει λεπτομερώς πολλά ιστορικά, «οδηγηθείς στην εκτίμηση της σημασίας της πορείας της ασθενείας ως προς την ταξινόμηση των ψυχικών/νοητικών διαταραχών».

Το 1903 ο Κραίπελιν έγινε Καθηγητής της Κλινικής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου[14], ενώ το 1908 εκλέχθηκε μέλος της Σουηδικής Βασιλικής Ακαδημίας των Επιστημών.

Το 1912, μετά από αίτημα της DVP (Γερμανικής Ενώσεως Ψυχιατρικής)[15], της οποίας ήταν πρόεδρος από το 1906 μέχρι το 1920, ο Κραίπελιν άρχισε να μελετά την ίδρυση ενός ερευνητικού κέντρου. Μετά από μια μεγάλη δωρεά του Γερμανοαμερικανού τραπεζίτη Τζέημς Λεμπ, που είχε υπάρξει ο ίδιος ψυχιατρικός ασθενής, αλλά και υποσχέσεις για στήριξη από άλλους «πάτρονες της επιστήμης», ιδρύθηκε το 1917 στο Μόναχο το Γερμανικό Ινστιτούτο Ψυχιατρικών Ερευνών, το σημερινό Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ Ψυχιατρικής.[16][17].

Ο Κραίπελιν μίλησε με θάρρος εναντίον της απάνθρωπης μεταχειρίσεως που επικρατούσε στα ψυχιατρικά άσυλα της εποχής του, και της φυλακίσεως αντί της προσπάθειας για θεραπεία των φρενοβλαβών. Επιπλέον υπεστήριξε αγώνες κατά του αλκοολισμού και της θανατικής ποινής. Για την αντιμετώπιση επιθετικών ασθενών, ο Κραίπελιν συνιστούσε τη χορήγηση βρωμιούχου καλίου ως ηρεμιστικού.[18] Απέρριπτε τις ψυχαναλυτικές θεωρίες, που θεωρούσαν την εγγενή ή παιδική σεξουαλικότητα ως το αίτιο των ψυχασθενειών, αλλά και τις φιλοσοφικές εικασίες ως μη επιστημονικές. Εστίασε στη συλλογή κλινικών δεδομένων και ενδιαφερόταν ιδιαιτέρως για τη νευροπαθολογία (π.χ. στις αλλοιώσεις του νευρικού ιστού).[13]

Προς το τέλος της σταδιοδρομίας του, πεπεισμένος για την ορθότητα των θέσεων του κοινωνικού δαρβινισμού, προήγαγε την έρευνα σε θέματα φυλετικής υγιεινής και ευγονικής.[19]

Ο Κραίπελιν αποσύρθηκε από τη διδασκαλία σε ηλικία 66 ετών και πέρασε τα υπόλοιπα χρόνια του ασχολούμενος με την οργάνωση του Ινστιτούτου Ψυχιατρικών Ερευνών. Η ένατη και τελευταία έκδοση του Συγγράμματος ψυχιατρικής έγινε το 1927, λίγο μετά τον θάνατό του, σε 4 τόμους και δεκαπλάσιο αριθμό σελίδων από την πρώτη έκδοση.[13]

 
Ο τάφος του Κραίπελιν στη Χαϊδελβέργη

Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Κραίπελιν ασχολήθηκε με τη βουδιστική διδασκαλία και σχεδίαζε να επισκεφθεί βουδιστικά ιερά την εποχή του θανάτου του, σύμφωνα με την κόρη του Αντόνιε Σμιντ-Κραίπελιν.[20] Ο Έμιλ Κραίπελιν πέθανε σε ηλικία εβδομήντα ετών στο Μόναχο, ωστόσο ο τάφος του βρίσκεται στη Χαϊδελβέργη. Με τη σύζυγό του Ίνα Μαρίε Βιλχελμίνε, το γένος Σβάμπε, είχαν αποκτήσει δύο γιους και 6 κόρες.

Θεωρίες και ταξινομικά σχήματα Επεξεργασία

Ο Κραίπελιν διεκήρυσσε ότι είχε ανακαλύψει έναν νέο τρόπο αντιμετωπίσεως των ψυχασθενειών, αναφερόμενος στην παραδοσιακή αντιμετώπιση ως «συμπτωματική» και στη δική του ως «κλινική». Αυτό εξελίχθηκε στη σύνθεσή του των εκατοντάδων νοητικών διαταραχών που είχαν καταγραφεί μέχρι τον ύστερο 19ο αιώνα, καθώς ομαδοποίησε τις ψυχικές νόσους με βάση κοινά συμπτωματολογικά χρονοεξελισσόμενα μοτίβα, αντί με βάση απλές ομοιότητες των κυριότερων συμπτωμάτων, όπως έκαναν οι προγενέστεροί του.

Περιέγραψε το έργο του στην 5η έκδοση του Συγγράμματος ως «ένα αποφασιστικό βήμα από μια συμπτωματολογική σε μια κλινική θεώρηση της φρενοβλαβείας... ...Η σημασία των εξωτερικών κλινικών σημείων έχει... ...υποταχθεί στη θεώρηση των συνθηκών γενέσεως, την πορεία της κάθε συγκεκριμένης νόσου και της τελικής καταλήξεως αυτής. Με τον τρόπο αυτόν, όλες οι καθαρώς συμπτωματολογικές κατηγορίες έχουν εξαφανισθεί από τη νοσολογία[21]

Ψύχωση και διάθεση Επεξεργασία

Στον Κραίπελιν πιστώνεται η ταξινόμηση της, μέχρι τότε θεωρούμενης ενιαίας, ψυχώσεως, σε δύο διαφορετικές μορφές (θεώρηση γνωστή ως «Κραιπελίνεια διχοτόμηση»):

Αρυόμενος από τις μακροπρόθεσμες έρευνές του και με χρήση των κριτηρίων της πορείας, της τελικής καταστάσεως και της προγνώσεως, ο Κραίπελιν ανέπτυξε την έννοια της dementia praecox , την οποία όρισε ως την «υποξεία ανάπτυξη ιδιόμορφης απλής καταστάσεως νοητικής εξασθενήσεως που συμβαίνει σε μη ηλικιωμένα άτομα». Εισήγαγε για πρώτη φορά αυτή την έννοια ως διαγνωστική οντότητα στην 4η γερμανική έκδοση του Lehrbuch der Psychiatrie το 1893, εντάσσοντάς την τότε στις εκφυλιστικές διαταραχές, μαζί με την κατατονία και τη dementia paranoides («παρανοειδή άνοια»), αλλά διαχωρίζοντάς την σαφώς από αυτές. Η έννοια αντιστοιχούσε βασικά στην «ηβηφρένεια» του Έβαλντ Χέκερ. Στην έκτη έκδοση του Lehrbuch το 1899 και οι τρεις παραπάνω κλινικές μορφές θεωρούνται ως διαφορετικές εκφράσεις μιας και μόνης ασθένειας, της dementia praecox.[23]

Μια από τις κατευθυντήριες αρχές της μεθόδου του Κραίπελιν ήταν η αναγνώριση του ότι το οποιοδήποτε σύμπτωμα μπορούσε να εμφανισθεί σε πρακτικά όλες αυτές τις διαταραχές. Π.χ. δεν υπάρχει σχεδόν σύμπτωμα που συναντάται στην dementia praecox που να μην έχει καταγραφεί και στη μανιοκατάθλιψη. Εκείνο που διαχωρίζει την κάθε νόσο συμπτωματολογικώς (και όχι σύμφωνα με την υποκείμενη παθολογία) δεν είναι κάποιο συγκεκριμένο (παθογνωμονικό) σύμπτωμα ή συμπτώματα, αλλά ένα συγκεκριμένο μοτίβο συμπτωμάτων. Χωρίς άμεσο έλεγχο της φυσιολογίας ή της γενετικής για την κάθε νόσο, μπορούμε μόνο να τις διακρίνουμε από το συγκεκριμένο μοτίβο συμπτωμάτων. Το σύστημα του Κραίπελιν αποτελεί έτσι μια μέθοδο αναγνωρίσεως μοτίβων και όχι ομαδοποιήσεως κατά σύμπτωμα.

Κατά καιρούς έχει υποστηριχθεί ότι ο Κραίπελιν απέδειξε την ύπαρξη συγκεκριμένων μοτίβων και στη γενετική αυτών των διαταραχών, καθώς και μοτίβων στην εξέλιξη και κατάληξή τους[24], αλλά δεν έχουν ταυτοποιηθεί ούτε και μέχρι σήμερα ιδιαίτεροι βιοδείκτες. Γενικώς, τείνουν να διαγιγνώσκονται περισσότεροι άνθρωποι με σχιζοφρένεια μεταξύ των συγγενών σχιζοφρενών από όσο στον γενικό πληθυσμό, ενώ και η μανιοκατάθλιψη είναι συχνότερη στους συγγενείς μανιοκαταθλιπτικών. Ωστόσο αυτό δεν αποδεικνύει γενετική συσχέτιση, καθώς μπορεί να υπάρχει ο παράγοντας του κοινωνικού και άλλου περιβάλλοντος.

Ο Κραίπελιν ανέφερε και ένα μοτίβο στην εξέλιξη και την έκβαση αυτών των καταστάσεων. Πίστευε ότι η σχιζοφρένεια είχε μια εκφυλιστική εξέλιξη, κατά την οποία οι νοητικές λειτουργίες παρήκμαζαν συνεχώς, ενώ οι μανιοκαταθλιπτικοί είχαν μια διαλείπουσα εξέλιξη, με τους ασθενείς να έχουν ελάχιστα συμπτώματα κατά περιόδους και οξεία «επεισόδια» ενδιαμέσως. Αυτό οδήγησε τον Κραίπελιν να ορίσει τη σημερινή σχιζοφρένεια ως dementia praecox, με το dementia (= άνοια) να σηματοδοτεί τη μη αντιστρεπτή διανοητική παρακμή. Αργότερα διαφάνηκε ότι η dementia praecox δεν κατέληγε απαραιτήτως σε έκπτωση των νοητικών λειτουργιών και έτσι μετονομάθηκε σε «σχιζοφρένεια» από τον Όιγκεν Μπλόυλερ.

Καθώς όμως ο Κραίπελιν παραδέχθηκε το 1920, «γίνεται όλο και περισσότερο προφανές ότι δεν μπορούμε να διακρίνουμε ικανοποιητικώς μεταξύ αυτών των δύο ψυχασθενειών». Συμπλήρωσε ότι: «Από τη μία παρατηρούμε ασθενείς με μη αντιστρεπτή άνοια και μείζονες βλάβες του εγκεφαλικού φλοιού. Από την άλλη υπάρχουν εκείνοι οι ασθενείς των οποίων η προσωπικότητα παραμένει άθικτη».[25] Ωστόσο, η αλληλοεπικάλυψη ανάμεσα στις διαγνώσεις και στις νευρολογικές ανωμαλίες (όπου αυτές ανιχνεύονται) συνεχίσθηκε να παρατηρείται. Στην πραγματικότητα μια διαγνωστική κατηγορία, η σχιζοσυναισθηματική διαταραχή, θα εισαγόταν για να «καλύψει» τις ενδιάμεσες περιπτώσεις.

Ο Κραίπελιν αφιέρωσε πολύ λίγες σελίδες σε εικασίες σχετικώς με την αιτιολογία των δύο αυτών ψυχασθενειών, της dementia praecox και της μανιοκαταθλίψεως. Ωστόσο, από το 1896 μέχρι τον θάνατό του το 1926 συνέχισε να πιστεύει ότι αμφότερες (και ιδίως η πρώτη) θα αποδεικνυόταν κάποτε ότι προκαλούνται από μια σταδιακή συστημική διαδικασία νοσήσεως που αφορά όλο το σώμα, πιθανώς μεταβολικής φύσεως, η οποία επηρεάζει πολλά από τα όργανα και τα νεύρα στο σώμα, αλλά επηρέαζε τον εγκέφαλο με κάποιον «τελειωτικό», αποφασιστικό τρόπο.[26]

Ψυχοπαθολογικές προσωπικότητες Επεξεργασία

Στις πρώτες 6 εκδόσεις του επιδραστικού συγγράμματος ψυχιατρικής του Κραίπελιν υπήρχε μια ενότητα με θέμα την «ηθική φρενοβλάβεια», δηλαδή μια διαταραχή των συναισθημάτων ή των ηθικών κριτηρίων χωρίς παραισθήσεις ή αλλοίωση των λογικών και κριτικών ικανοτήτων του ασθενούς. Ο Κραίπελιν την όριζε ως «έλλειψη ή εξασθένηση των αισθημάτων εκείνων τα οποία αντιρροπούν την ανελέητη ικανοποίηση του εγωισμού». Την απέδιδε κυρίως σε «εκφυλισμόν». Αυτή η άποψη έχει χαρακτηρισθεί ως ένας ψυχιατρικός «επανορισμός» των θεωριών του Τσέζαρε Λομπρόζο περί «γεννημένων εγκληματιών», μορφοποιημένων σε μια έννοια «ηθικού ελαττώματος», αν και ο Κραίπελιν τόνιζε ότι δεν ήταν ακόμα δυνατή η αναγνώρισή τους από φυσικά, σωματικά χαρακτηριστικά.[27]

Ωστόσο από το 1904 ο Κραίπελιν μετακίνησε την ενότητα από το κεφάλαιο «Συγγενής νοητική αδυναμία» σε ένα νέο κεφάλαιο με τίτλο «Ψυχοπαθολογικές προσωπικότητες». Εξετάζονταν υπό το πρίσμα μιας θεωρίας «εκφυλισμού» και διακρίνονταν 4 τύποι: οι «γεννημένοι εγκληματίες», οι «παθολογικοί ψεύτες, οι συνεχώς παραπονούμενοι και οι Triebmenschen (δηλαδή άνθρωποι παρακινούμενοι από μια βασική ενώθηση ή ψυχαναγκασμό, π.χ. προς την αλητεία, προς την παθολογική φιλαργυρία ή σπατάλη, ή τον αλκοολισμό).

Η έννοια των «ψυχοπαθολογικών κατωτεροτήτων» είχε τότε διαδοθεί στη Γερμανία από τον Γιούλιους Λούντβιχ Άουγκουστ Κοχ (1841-1908), που πρότεινε τον διαχωρισμό σε συγγενείς και επίκτητες περιπτώσεις. Ο Κραίπελιν δεν είχε κάποια στοιχεία ή ερμηνεία που να υποδεικνύουν συγγενή αίτια, οπότε το συμπέρασμά του φαίνεται ότι ήταν ένας απλός «βιολογισμός». `Αλλοι, όπως ο Γκούσταφ Ασάφενμπουργκ, υπεστήριξαν έναν συνδυασμό αιτίων. Το συμπέρασμα του Κραίπελιν, περί ενός ηθικού ελαττώματος αντί μιας ενισχυτικής παρορμήσεως προς το έγκλημα έχει επίσης επικριθεί, καθώς υπονοεί ότι το ηθικό αισθητήριο είναι κατά κάποιο τρόπο έμφυτο.

Ο Κουρτ Σνάιντερ επέκρινε τη νοσολογία του Κραίπελιν σε θέματα όπως η διαταραχή προσωπικότητας Haltlose, επειδή φαινόταν να είναι ένας κατάλογος συμπεριφορών που ο ίδιος θεωρούσε ανεπιθύμητες, παρά ιατρικών καταστάσεων. Ωστόσο και η άποψη του Σνάιντερ έχει επικριθεί πάνω στην ίδια βάση. Παρά το γεγονός αυτό, πολλά ουσιώδη μέρη αυτών των διαγνωστικών συστημάτων εισάχθηκαν στα μεταγενέστερα διαγνωστικά συστήματα, με αξιοσημείωτες ομοιότητες να παραμένουν στο DSM-V και το ICD-10.[27]

Ο Κραίπελιν αναφερόταν στις ψυχοπαθολογικές καταστάσεις στην έκδοση του 1896 του συγγράμματός του, συμπεριλαμβάνοντας την ψυχαναγκαστική παράνοια, την ομοφυλοφιλία και τις διαταραχές στη διάθεση. Αλλά από το 1904 τις αποκαλούσε «συνθήκες πρωτογενούς νόσου» και εισήγαγε τη νέα, εναλλακτική κατηγορία των ψυχοπαθολογικών προσωπικοτήτων. Στην 8η έκδοση (1909) η κατηγορία συμπεριελάμβανε, εκτός από έναν ξεχωριστό «ακοινώνητο» τύπο, τον ασταθή, τους Triebmenschen (βλ. παραπάνω), τους εκκεντρικούς, τους ψεύτες και τους εριστικούς. Πλέον ο Κραίπελιν δεν ενέτασσε τις διαταραχές της διαθέσεως στην ίδια κατηγορία, αλλά μόνο σε (ηπιότερες) φάσεις του μανιοκαταθλιπτικού φάσματος, κάτι που αντιστοιχεί στα σημερινά ταξινομικά σχήματα.[28]

Νόσος Αλτσχάιμερ Επεξεργασία

Ο Κραίπελιν υπέθεσε ότι υπάρχει μια ειδική παθολογία του εγκεφάλου ή άλλου οργάνου ως υποκείμενη βλάβη σε κάθε μείζονα ψυχιατρική διαταραχή. Ως συνάδελφος του Αλοΐσιου Άλτσχαϊμερ, ανεκάλυψε μαζί του τη Νόσο Αλτσχάιμερ ως ξεχωριστή πάθηση. Μάλιστα το εργαστήριο του Κραίπελιν ήταν εκείνο που ανεκάλυψε την παθολογική της βάση: τις αλλοιώσεις στον εγκέφαλο. Ο Κραίπελιν ήταν βέβαιος ότι κάποια μέρα θα ήταν δυνατή η ταυτοποίηση της παθολογικής βάσεως κάθε μείζονος ψυχιατρικής διαταραχής.

Ευγονική Επεξεργασία

Από τότε που έγινε καθηγητής της Κλινικής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου (1903), ο Κραίπελιν άρχισε να γράφει περισσότερο πάνω σε θέματα κοινωνικής πολιτικής. Υπήρξε ισχυρός και επιδραστικός υπέρμαχος της ευγονικής και της φυλετικής υγιεινής. Οι δημοσιεύσεις του περιελάμβαναν θέματα όπως ο αλκοολισμός, το έγκλημα, ο «κοινωνικός εκφυλισμός» και η υστερία.[8]

Ο Κραίπελιν ήταν πεπεισμένος ότι θεσμοί όπως το εκπαιδευτικό σύστημα και το κράτος πρόνοιας, εξαιτίας της τάσεώς τους να αναιρούν τη λειτουργία της φυσικής επιλογής, υπενόμευαν τον βιολογικό «αγώνα για επιβίωση» του έθνους.[19] Ενδιαφερόταν για τη διατήρηση και ενδυνάμωση των χαρακτηριστικών του γερμανικού λαού-έθνους (Volk). Φαίνεται[8] να είχε μια λαμαρκιανή αντίληψη της μη βιολογικής εξελίξεως, όπως ότι η πολιτιστική φθορά μπορούσε να κληρονομηθεί. Υπεστήριξε και προήγαγε το έργο του μαθητή, συνεργάτη και αργότερα διαδόχου του στη διεύθυνση της ψυχιατρικής κλινικής Ερνστ Ρύντιν για τη διευκρίνηση των μηχανισμών της γενετικής κληρονομικότητας, ώστε να πραγματοποιηθεί μια λεγόμενη «εμπειρική γενετική πρόγνωση».[8]

Ο Μάρτιν Μπρύνε σημειώνει ότι οι Κραίπελιν και Ρύντιν φαίνεται ότι ήταν υπέρμαχοι και μιας θεωρίας «αυτο-εξημερώσεως», μιας εκδοχής του κοινωνικού δαρβινισμού σύμφωνα με την οποία ο σύγχρονος πολιτισμός δεν επέτρεπε τον αφανισμό των λιγότερο προσαρμόσιμων ανθρώπων, με αποτέλεσμα περισσότερες νοητικές διαταραχές και υποβάθμιση της δεξαμενής γονιδίων. Ως «συμπτώματα» αυτού ο Κραίπελιν θεωρούσε «την εξασθένηση της βιωσιμότητας και της δυνάμεως αντιστάσεως, τη μείωση της γονιμότητας», την «προλεταριοποίηση» και την «ηθική ζημία» εξαιτίας του «μαντρώματος» των ανθρώπων (Zusammenpferchung). Επίσης έγραψε ότι «ο αριθμός των ηλιθίων, των επιληπτικών, των ψυχοπαθών, των εγκληματιών, των πορνών και των αλητών που έχουν αλκοολικούς και συφιλιδικούς γονείς, οι οποίοι μεταφέρουν την κατωτερότητά τους στους απογόνους τους, είναι ανυπολόγιστος». Προσέθετε ότι «το γνωστόν παράδειγμα των Εβραίων, με την ισχυρή τους προδιάθεση προς νευρικές και νοητικές διαταραχές, μάς διδάσκει ότι η εξαιρετικώς προκεχωρημένη αυτοεξημέρωσή τους ίσως τελικώς αποτυπώνει καθαρά σημάδια στη φυλή». Ο Μπρύνε υποστηρίζει ότι το νοσολογικό σύστημα του Κραίπελιν «ήταν δομημένο, σε μεγάλο βαθμό, πάνω στο υπόδειγμα του εκφυλισμού».[29]

Επίδραση Επεξεργασία

Η μεγάλη συνεισφορά του Κραίπελιν στην ταξινόμηση της σχιζοφρένειας και της μανιοκατάθλιψης παραμένει σχετικώς άγνωστη στο ευρύ κοινό, και το έργο του, που δεν διέθετε τη λογοτεχνική ποιότητα, ούτε την ισχύ «υποδείγματος» του Φρόυντ, διαβάζεται ελάχιστα εκτός των κύκλων των ειδικών. Οι συνεισφορές του είχαν περιθωριοποιηθεί σε μεγάλο βαθμό κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, όσο κυριαρχούσαν οι φροϋδικές αιτιολογικές θεωρήσεις. Σήμερα ωστόσο πολλές από τις απόψεις του κυριαρχούν σε αρκετά θέματα της ψυχιατρικής έρευνας και της ακαδημαϊκής ψυχιατρικής. Οι θεμελιακές θεωρίες του σχετικώς με τη διάγνωση των ψυχιατρικών διαταραχών αποτελούν τη βάση των κυριότερων διαγνωστικών συστημάτων που χρησιμοποιούνται σήμερα, ιδίως του DSM-IV της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Ενώσεως και του ICD του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Αυτά βασίζονται στα «Ερευνητικά Διαγνωστικά Κριτήρια» (RDC) της δεκαετίας του 1970 και στα προγενέστερα «Κριτήρια Feighner», που αναπτύχθηκαν από δεδηλωμένους «νεο-κραιπελιανούς», δια του Ρόμπερτ Σπίτσερ και άλλων μελών των επιτροπών των DSM, που πρόσεχαν να μη συμπεριλάβουν συμπεράσματα περί αιτιολογίας, όπως είχε κάνει ο ίδιος ο Κραίπελιν.[21][30]

Ο Κραίπελιν έχει χαρακτηρισθεί «διαχειριστής («manager») επιστημονικών προγραμμάτων»[31][32], έχοντας αναπτύξει ένα μεγάλης κλίμακας κλινικού προσανατολισμού ερευνητικό πρόγραμμα στη βάση της επιδημιολογίας. Στον ρόλο αυτό συνέλεξε πληροφόρηση από μεγάλη ποικιλία πηγών και δικτύων.

Ως συγγραφέας, ο Κραίπελιν έγραφε σε ένα knapp und klar (συμπαγές και καθαρό) ύφος, που κατέστησε τα βιβλία του χρήσιμα εργαλεία για τους ιατρούς. Ωστόσο, οι αγγλικές μεταφράσεις του Συγγράμματός του, τουλάχιστον οι πρώτες, μέσω των οποίων τον πρωτογνώρισε ο αγγλοσαξονικός κόσμος, ήταν περιληπτικές και αδέξιες.[33]

Εργογραφία Επεξεργασία

Συλλογή των έργων του Επεξεργασία

Δείτε επίσης Επεξεργασία


Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Emil-Kraepelin. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) SNAC. w6np3s42. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) Who Named It?. 615. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. kraepelin-emil. Ανακτήθηκε στις 21  Μαΐου 2021.
  5. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 27  Σεπτεμβρίου 2015.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11910056p. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  7. CONOR.SI. 104454499.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 Engstrom, E.J. (1 September 2007). «On the Question of Degeneration' by Emil Kraepelin (1908)». History of Psychiatry 18 (3): 389-398. doi:10.1177/0957154X07079689. PMID 18175639. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-05-26. https://web.archive.org/web/20130526013902/http://134.76.163.171:8080/jspui/bitstream/123456789/10898/1/PEER_stage2_10.1177%252F0957154X07079689.pdf. Ανακτήθηκε στις 2023-06-25. .
  9. Shepherd, M. (1 August 1995). «Two faces of Emil Kraepelin». The British Journal of Psychiatry 167 (2): 174-183. doi:10.1192/bjp.167.2.174. PMID 7582666. 
  10. Peter Barham: Forgotten Lunatics of the Great War, Yale Univ. Press, 2004, σελ. 163
  11. Burgmair κ.ά., τόμ. I
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 12,4 12,5 Dagmar Drüll: Heidelberger Gelehrtenlexikon: 1803-1932, Springer-Verlag, 2013, σελ. 149
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 13,4 13,5 13,6 «Kraepelin, Emil (1856-1926)» λήμμα της Margaret Alic στην Gale Encyclopedia of Psychology, 2001
  14. «Klinik für Psychiatrie und Psychotherapie, Historie». LMU Klinikum München. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2021. 
  15. Ιστορία της Deutsche Gesellschaft für Psychiatrie und Psychotherapie, Psychosomatik und Nervenheilkunde
  16. Wolfgang Burgmair & Matthias M. Weber: «'Das Geld ist gut angelegt, und du brauchst keine Reue zu haben': James Loeb, ein deutsch-amerikanischer Wissenschaftsmäzen zwischen Kaiserreich und Weimarer Republik», Historische Zeitschrift, τόμ. 277 (2003), σσ. 343-37
  17. «James Loeb» Αρχειοθετήθηκε 2019-11-14 στο Wayback Machine., Harvard University Press
  18. Hans C. Bangen: Geschichte der medikamentösen Therapie der Schizophrenie, VWB, Βερολίνο 1992, ISBN 3-927408-82-4
  19. 19,0 19,1 Engstrom E.J., Weber M.M., Burgmair W. (Οκτώβριος 2006). «Emil Wilhelm Magnus Georg Kraepelin (1856-1926)». The American Journal of Psychiatry 163 (10): 1710. doi:10.1176/appi.ajp.163.10.1710. PMID 17012678. https://archive.org/details/sim_american-journal-of-psychiatry_2006-10_163_10/page/n111. .
  20. Shepherd, Michael (1990). Conceptual Issues in Psychological Medicine. Λονδίνο: Tavistock/Routledge. σελ. 230. ISBN 978-0415165303. 
  21. 21,0 21,1 Decker, Hannah S. (2007). «How Kraepelinian was Kraepelin? How Kraepelinian are the neo-Kraepelinians?—from Emil Kraepelin to DSM-III». History of Psychiatry 18 (3): 337-360. doi:10.1177/0957154X07078976. PMID 18175636. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-10-29. https://web.archive.org/web/20131029211818/http://peer.ccsd.cnrs.fr/docs/00/57/08/96/PDF/PEER_stage2_10.1177/0957154X07078976.pdf. Ανακτήθηκε στις 2023-06-25. 
  22. Teodoro T., Durval R. (Οκτώβριος 2022). «Emil Kraepelin's taxonomic unitary view of manic-depressive insanity in the 21st century: the never-ending diagnostic conundrum of bipolar depression». CNS Spectrums: 1-2. doi:10.1017/s109285292200102x. PMID 36210529. 
  23. Yuhas, Daisy. «Throughout History, Defining Schizophrenia Has Remained a Challenge (Timeline)». Scientific American Mind (Μάρτιος 2013). Ανακτήθηκε στις 2 Μαρτίου 2013. 
  24. Ebert, Andreas (2010). «Emil Kraepelin: A pioneer of scientific understanding of psychiatry and psychopharmacology». Indian Journal of Psychiatry 52 (2): 191-192. doi:10.4103/0019-5545.64591. PMID 20838510. 
  25. Berrios G.E., Luque R., Villagran J.M. (2003). «Schizophrenia: a conceptual history». International Journal of Psychology and Psychological Therapy 3 (2): 111-140. http://www.ijpsy.com/volumen3/num2/60/schizophrenia-a-conceptual-history-esquizofrenia-EN.pdf. 
  26. Noll, Richard. «Whole Body Madness». Psychiatric Times. http://www.psychiatrictimes.com/display/article/10168/2104852. Ανακτήθηκε στις 26 September 2012. .
  27. 27,0 27,1 Richard Wetzell (2000): «Inventing the criminal: a history of German criminology, 1880-1945» από σσ. 59 & 146
  28. Henning Sass & Alan Felthous (2008): κεφ. 1 («History and Conceptual Development of Psychopathic Disorders») στο International Handbook on Psychopathic Disorders and the Law, επιμ. Alan Felthous, Henning Sass
  29. Brüne, Martin (1 January 2007). «On human self-domestication, psychiatry, and eugenics». Philosophy, Ethics, and Humanities in Medicine 2 (1): 21. doi:10.1186/1747-5341-2-21. PMID 17919321. 
  30. Engstrom Eric J., Weber Matthias (2007). «Making Kraepelin History: A Great Instauration?: Special Issue». History of Psychiatry 18 (3): 267-273. doi:10.1177/0957154x07080819. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-10-29. https://web.archive.org/web/20131029215301/http://www.tara.tcd.ie/bitstream/2262/51636/1/PEER_stage2_10.1177/0957154X07080819.pdf. Ανακτήθηκε στις 2023-06-25. 
  31. Engstrom, Eric J.: «Organizing Psychiatric Research in Munich (1903-1925): A Psychiatric Zoon Politicon between State Bureaucracy and American Philanthropy», στο: International Relations in Psychiatry: Britain, Germany, and the United States through World War II, επιμ. Volker Roelcke, Paul J. Weindling και Louise Westwood (σσ. 48-66), University of Rochester Press, Rochester 2010
  32. Engstrom, Eric; Weber, Matthias; Burgmair, Wolfgang (2016). «Psychiatric Governance, völkisch Corporatism, and the German Research Institute for Psychiatry in Munich (1912-1926)». History of Psychiatry 27 (1/2): 38-50, 137-152. doi:10.1177/0957154x15623692. PMID 26823087. 
  33. Noll, Richard. «The Bed Makes Gestures». Psychiatric times. Ανακτήθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2013. 

Πηγές Επεξεργασία

  • Noll, Richard: American Madness: The Rise and Fall of Dementia Praecox, Harvard University Press, Cambridge και Λονδίνο 2011
  • Briole G.: «Emil Kraepelin: The Fragility of a Colossal Oeuvre», περιοδ. Hurly-Burly, τόμ. 8, έτος 2012 (σσ. 125-147)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία