Αβραάμ Λίνκολν

16ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Λίνκολν (αποσαφήνιση).

Ο Αβραάμ Λίνκολν (αγγλικά: Abraham Lincoln, 12 Φεβρουαρίου 180915 Απριλίου 1865) ήταν Αμερικανός πολιτικός και δικηγόρος, που υπηρέτησε ως 16ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών από το 1861 έως την δολοφονία του τον Απρίλιο του 1865. Ήταν ο πρώτος Ρεπουμπλικανός πρόεδρος. Ο Λίνκολν, ένας μετριοπαθής πολιτικός, κατάφερε από το αξίωμα του Προέδρου να διατηρήσει την Ένωση και να υπερασπιστεί τις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1861–1865), νικώντας την εξεγερμένη Συνομοσπονδία και μέσω της Διακήρυξης Χειραφέτησης του 1863 να πολεμήσει την δουλεία στις ΗΠΑ.

Αβραάμ Λίνκολν
Abraham Lincoln
16ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών
Περίοδος
4 Μαρτίου 1861 – 15 Απριλίου 1865
ΑντιπρόεδροςΧάνιμπαλ Χάμλιν,
Άντριου Τζόνσον
ΠροκάτοχοςΤζέιμς Μπιουκάναν
ΔιάδοχοςΆντριου Τζόνσον
Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ για την 7η περιφέρεια του Ιλινόι
Περίοδος
4 Μαρτίου 1847 – 3 Μαρτίου 1849
ΠροκάτοχοςΤζον Χένρι
ΔιάδοχοςΤόμας Χάρις
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση12 Φεβρουαρίου 1809, Κεντάκι, ΗΠΑ
Θάνατος15 Απριλίου 1865 (56 ετών)
Ουάσινγκτον Π.Κ., ΗΠΑ
ΕθνότηταΑμερικανός
Πολιτικό κόμμαΡεπουμπλικανικό Κόμμα
ΣύζυγοςΜαίρη Τοντ Λίνκολν
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφία Επεξεργασία

Ο Αβραάμ "Άμπι" Λίνκλον, γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1809 στο Χότζβιλ του Κεντάκυ, σε μια φτωχική καλύβα και ήταν γιος του αγρότη Τόμας Λίνκολν και της βαθύτατα θρησκευόμενης Νάνσυ Χανκς. Η μητέρα του πέθανε όταν αυτός ήταν 9 χρονών και γι' αυτό ο πατέρας του παντρεύτηκε τη Σάρα Μπους Τζόνστον, η οποία ουσιαστικά τον υιοθέτησε. Από μικρή ηλικία άρχισε να εργάζεται ως αγρότης, ενώ ταυτόχρονα διάβαζε εντατικά για να τελειοποιήσει τη μόρφωσή του. Το 1830 εγκαταστάθηκε στη Νέα Ορλεάνη και κατατάχθηκε στο στρατό όπου έφτασε μέχρι τον βαθμό του λοχαγού. Το 1834 εξελέγη μέλος της Βουλής του Ιλινόι, θέση στην οποία εκλεγόταν μέχρι το 1840. Από το 1837 ασχολήθηκε με τη δικηγορία και σε επαγγελματικό επίπεδο, ενώ το 1844 έγινε αρχηγός του κόμματος των Ουίγων. Δύο χρόνια αργότερα κατάφερε να εκλεγεί στο Κογκρέσο χωρίς όμως να διακριθεί. Επανήλθε στην πολιτική σκηνή το 1854, όταν ιδρύθηκε το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και τέθηκε επί τάπητος το θέμα της δουλείας. Με πύρινους λόγους κατά της δουλείας κατάφερε να προσελκύσει την προσοχή του κόσμου και να αναδειχτεί σε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της εποχής.[1] Το 1858, ο Λίνκολν έβαλε υποψηφιότητα για γερουσιαστής, αλλά τη θέση κέρδισε ο Στίβεν Ντάγκλας του Δημοκρατικού Κόμματος.[1]

Προεδρία των ΗΠΑ (1861–1865) Επεξεργασία

Προεδρικές εκλογές του 1860 Επεξεργασία

Ο Αβραάμ Λίνκολν, δικηγόρος και πρώην βουλευτής από την πολιτεία του Ιλινόι, αναδείχθηκε ως ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του 1860 και επέλεξε ως συνυποψήφιό του και υποψήφιο αντιπρόεδρο τον γερουσιαστή από το Μέιν, Χάνιμπαλ Χάμλιν. Το νεοπαγές τότε, Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, που ιδρύθηκε το 1854, ήταν ένα κόμμα κατά της δουλείας που αντιτάχθηκε στην επέκταση της δουλείας. Αυτή η στάση εκείνη την εποχή, ερχόταν σε άμεση σύγκρουση με τα συμφέροντα πολλών πολιτειών ειδικά στο Νότο που βασίζονταν στην εργασία των σκλάβων για την αγροτική τους οικονομία.

Οι εκλογές του 1860, συνέπεσαν σε σημείο καμπής στην Ιστορία των ΗΠΑ, εξαιτίας των συνεχώς κλιμακούμενων εντάσεων και διαιρέσεων μεταξύ Βορρά και Νότου στις Ηνωμένες Πολιτείες και ιδιαίτερα με το φλέγον ζήτημα της δουλείας.[2] Εν μέσω εσωκομματικών διενέξεων στο Δημοκρατικό Κόμμα, ο Αβραάμ Λίνκολν κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές της 6ης Νοεμβρίου 1860, συγκεντρώνοντας 180 εκλεκτορικές ψήφους (από τις 303 τότε συνολικά) και το 39.8% των ψήφων, έναντι των αντιπάλων του. Ορκίστηκε ως 16ος Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών στις 4 Μαρτίου 1861.[3]

Η εκλογή του Λίνκολν, χωρίς εκλογικές ψήφους του Νότου, πυροδότησε φόβους στις νότιες πολιτείες ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα μπορούσε να λάβει μέτρα για τον περιορισμό ή την κατάργηση της δουλείας. Στο μήνυμα προς τον αμερικανικό λαό, τον Μάρτιο του 1861, ο Λίνκολν διακήρυξε πως προσωρινά η δουλεία θα συνεχιζόταν αλλά δεν θα επεκτεινόταν. Οι νότιες πολιτείες όμως είχαν ήδη αποφασίσει για τις επόμενες κινήσεις τους και ως απάντηση σε αυτές τις ανησυχίες, αρκετές νότιες πολιτείες αποσχίστηκαν από την Ένωση, οδηγώντας στο σχηματισμό των Συνομόσπονδων Πολιτειών της Αμερικής με δική τους κυβέρνηση και πρωτεύουσα το Ρίτσμοντ της Βιρτζίνια, πυροδοτώντας τελικά τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο, ο οποίος ξέσπασε τον Απρίλιο του 1861.

Προεδρικές εκλογές του 1864 Επεξεργασία

Καιρό πριν από τις εκλογές, ο Λίνκολν είχε να αντιμετωπίσει σημαντικές προκλήσεις απέναντι στο πρόσωπό του για την επανεκλογή του στο αξίωμα του Προέδρου, εξαιτίας της συνεχιζόμενης κούρασης του στρατού της Ένωσης και της γενικότερης δυσαρέσκειας για τον Πόλεμο και την έκβαση των συγκρούσεων. Ύστερα μία σειρά από συνεχείς νίκες του στρατού της Ένωσης, το κλίμα αντιστράφηκε και ο Λίνκολν με συνυποψήφιό του και υποψήφιο αντιπρόεδρο τον Άντριου Τζόνσον από το Τενεσί, κατάφερε να κερδίσει με άνετη επικράτηση τις προεδρικές εκλογές του 1864 έχοντας αντίπαλό του, τον υποψήφιο των Δημοκρατικών στρατηγό Τζορτζ ΜακΚλέναν, λαμβάνοντας 212 εκλεκτορικές ψήφους (επί συνόλου 234) και το 55% των ψήφων έναντι 22 εκλεκτορικών ψήφων και 44.9% του ΜακΚλέναν.[4]

Προεδρία Επεξεργασία

Η προεδρία του Αβραάμ Λίνκολν, σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από τον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο (1861–1865), μια σύγκρουση που ξέσπασε λίγο μετά την ορκωμοσία του. Αντιμέτωπος με την απόσχιση των νότιων πολιτειών μετά την εκλογή του το 1860, ο Λίνκολν, ένθερμος αντίπαλος της επέκτασης της δουλείας, ήταν αποφασισμένος να διατηρήσει την Ένωση. Η ηγεσία του κατά τη διάρκεια αυτής της ταραχώδους περιόδου άφησε μια διαρκή κληρονομιά και ένα ιστορικό προηγούμενο ως Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

Από την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Μάρτιο του 1861, ο Λίνκολν είχε να αντιμετωπίσει μια άνευ προηγουμένου πρόκληση της διαχείρισης ενός κατακερματισμένου κράτους και έθνους.

Ο πρωταρχικός του στόχος ήταν να διατηρήσει την Ένωση και τόνιζε σταθερά ότι η σύγκρουση αφορούσε τη διατήρηση των δημοκρατικών και συνταγματικών αρχών πάνω στις οποίες βασίστηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά την ίδρυσή τους. Το 1862, διατύπωσε αυτό το όραμα σε μια από τις πιο διάσημες ομιλίες του, τη Διακήρυξη της Χειραφέτησης. Την Πρωτοχρονιά του 1863, ο Λίνκολν υπέγραψε το περίφημο εκτελεστικό διάταγμα, την Διακήρυξη της Χειραφέτησης (Emancipation Proclamation), η οποία κήρυξε ελεύθερους όλους τους σκλάβους στην επικράτεια που κατείχε η Συνομοσπονδία.[5] Αν και δεν απελευθέρωσε αμέσως όλους τους σκλάβους, άλλαξε την εστίαση του πολέμου προς την κατάργηση της δουλείας και ενίσχυσε την ηθική υπόθεση της Ένωσης. Η συγκεκριμένη διακήρυξη, μπήκε ως τροπολογία στο Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών το 1865.[1]

Η ηγεσία του Λίνκολν ως Πρόεδρος της χώρας, επεκτάθηκε και πέρα ​​από τη στρατιωτική στρατηγική. Κατάφερε παρά τον αντιφατικά ήρεμο, μελαγχολικό και τον καταθλιπτικό χαρακτήρα του[6], να διαχειριστεί επιδέξια τις επιθέσεις από πολιτικούς αντιπάλους και την κοινή γνώμη. Ο Αβραάμ Λίνκολν, όντας δικηγόρος, ήταν γνωστός για την ευγλωττία και την ικανότητά του να επικοινωνεί με σαφήνεια και πεποίθηση. Αυτό αποδεικνύεται μεταξύ άλλων και με την ιστορική Ομιλία στο Γκέτισμπεργκ της Πενσυλβάνια, τον Νοέμβριο του 1863. Σε αυτή τη σύντομη αλλά ισχυρή και καθηλωτική ομιλία, επιβεβαίωσε τις αρχές της ισότητας και της δημοκρατίας, δηλώνοντας ρητά ότι «όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ίσοι».[7][8] Ένα ακόμα σημαντικό επίτευγμα της προεδρίας του Αβραάμ Λίνκολν ήταν ο νόμος Homestead "Homestead Act of 1862" μέσω του οποίου ενθαρρύνθηκε η επέκταση της χώρας προς τα δυτικά[9], καθώς επίσης και οι ενέργειές του για την κατασκευή του πρώτου διηπειρωτικού σιδηροδρόμου, του Σιδηροδρόμου του Ειρηνικού, ο οποίος συνέδεε πρώτη φορά τις δυτικές με τις ανατολικές ακτές της χώρας.[10]

 
Άγαλμα του Αβραάμ Λίνκολν

Καθ' όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου, ο Λίνκολν αντιμετώπισε κριτική για τον χειρισμό στις στρατιωτικές διοικήσεις, συμπεριλαμβανομένης της αμφιλεγόμενης απομάκρυνσης του στρατηγού Τζορτζ ΜακΚλέλαν.[11] Ωστόσο, επέμενε και οι νίκες της Ένωσης σε βασικές μάχες, όπως τη Μάχη του Γκέτισμπεργκ το 1863 και η Πορεία προς τη Θάλασσα του Σέρμαν το 1864, ενίσχυσαν την ηγεσία του. Σημείο καμπής για την στρατιωτική ηγεσία του Λίνκολν, προς τα τέλη του πολέμου, ήταν η επιλογή του στρατηγού Οδυσσέα Γκραντ, ο οποίος μέσω των επιτευγμάτων του, όπως την Πολιορκία του Πήτερσμπεργκ και την τελική κατάληψη του Ρίτσμοντ το 1865, οδήγησαν στην ήττα του Συνομόσπονδου Στρατού, αναδεικνύοντας τον Γκραντ ως βασικό διοικητή και νικητή του Πολέμου.[12][13] Κορυφαία στιγμή και τελική στιγμή ήταν η Μάχη και η Παράδοση του δικαστηρίου του Απόματοξ στις 9 Απριλίου 1865.[14]

Γνώριζε τους αντιπάλους και τους εχθρούς του. Είχε κάποτε εκμυστηρευθεί ότι είχε δύο εχθρούς - στο εξωτερικό τον στρατό των Νοτίων και στο εσωτερικό τους τραπεζίτες δανειστές του κράτους. Και όμως στην ομιλία του μετά την ορκωμοσία της επανεκλογής του, στις 4 Μαρτίου 1865, ο Αβραάμ Λίνκολν διακήρυξε ότι δεν τρέφει «κακίες για κανέναν», ότι ζητεί «ευσπλαχνία για όλους» και ότι επιθυμεί πάνω απ' όλα «ειρήνη ανάμεσά μας».

Δολοφονία Επεξεργασία

 
Δολοφονία του Αβραάμ Λίνκολν 1865

Στις 14 Απριλίου 1865, ενώ βρισκόταν σε θεωρείο στο Θέατρο Φορντ της Ουάσιγκτον, ο Τζον Γουίλκς Μπουθ, ηθοποιός και φανατικός υποστηρικτής των Νοτίων, τον πυροβόλησε με μια σφαίρα στο κεφάλι, ενώ αμέσως μετά φώναξε στα λατινικά «Sic semper tyrannis!», δηλαδή «Έτσι πάντα στους τυράννους!».[15] Ο Λίνκολν μεταφέρθηκε σε γειτονικό σπίτι σε κωματώδη κατάσταση, όπου και εξέπνευσε νωρίς το πρωί της 15ης Απριλίου. Ο δολοφόνος του κυνηγήθηκε από τις ομοσπονδιακές υπηρεσίες και πολιορκήθηκε σε έναν αχυρώνα στη Βιρτζίνια μετά από 12 μέρες, όπου και τραυματίστηκε από πυροβολισμό των διωκτών του, πεθαίνοντας λίγο αργότερα. Όπως αποδείχθηκε, ήταν μέλος σπείρας.[16][εκκρεμεί παραπομπή]

Ο Λίνκολν ήταν παντρεμένος με τη Μαίρη Τοντ και είχαν αποκτήσει 4 παιδιά.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 Εγκυκλοπαίδεια Δομή, εκδοτικός οργανισμός Τεγόπουλου - Μανιατέα, λήμμα Λίνκολν Αβραάμ, τόμος 20, σελ. 146
  2. «The Election of 1860 [ushistory.org]». www.ushistory.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  3. Drexler, Ken. «Research Guides: Presidential Election of 1860: A Resource Guide: Introduction». guides.loc.gov (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  4. «The Election of 1864». American Battlefield Trust (στα Αγγλικά). 17 Σεπτεμβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  5. «The Emancipation Proclamation». National Archives (στα Αγγλικά). 6 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  6. https://www.npr.org/2005/10/26/4976127/exploring-abraham-lincolns-melancholy
  7. «Gettysburg Address». education.nationalgeographic.org (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  8. «Gettysburg address delivered at Gettysburg Pa. Nov. 19th, 1863. [n. p. n. d.].». Library of Congress, Washington, D.C. 20540 USA. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  9. «Homestead Act (1862)». National Archives (στα Αγγλικά). 29 Ιουλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  10. Drexler, Ken. «Research Guides: Pacific Railway Act: Primary Documents in American History: Introduction». guides.loc.gov (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  11. «Lincoln removes General McClellan from Army of the Potomac | November 5, 1862». HISTORY (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  12. «1862 | Time Line of the Civil War | Articles and Essays | Civil War Glass Negatives and Related Prints | Digital Collections | Library of Congress». Library of Congress, Washington, D.C. 20540 USA. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  13. «7 Major Civil War Battles». HISTORY (στα Αγγλικά). 1 Αυγούστου 2023. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  14. «Appomattox Court House». American Battlefield Trust (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2023. 
  15. «Αβραάμ Λίνκολν». "Το Βήμα". 22 Φεβρουαρίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Απριλίου 2012. Ανακτήθηκε στις 6 Οκτωβρίου 2019. 
  16. «John Wilkes Booth - Theater Actor, Murderer». Biography.com. Ανακτήθηκε στις 1 Φεβρουαρίου 2017. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία