Αντώνιος Α΄ Ατσαγιόλι
Ο Αντώνιος Α΄ Ατσαγιόλι, (ιταλικά : Antonio Acciaioli) ήταν Φλωρεντινής καταγωγής και Δούκας των Αθηνών. Ήταν νόθος γιος του Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι που μετά τον θάνατό του κατέλαβε τον θρόνο του δουκάτου, αν και δεν ήταν ο νόμιμος διάδοχος.
Αντώνιος Α΄ Ατσαγιόλι | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1370 Φλωρεντία |
Θάνατος | 1435[1] Αθήνα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | πολιτικός |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Μαρία Μελισσηνή |
Γονείς | Νέριο Α΄ Ατσαγιόλι |
Αδέλφια | Βαρθολομαία Ατσαγιόλι Φραγκίσκα Ατσαγιόλι |
Οικογένεια | Ατσαγιόλι |
Σχετικά πολυμέσα | |
Υπάρχουν δύο εκδοχές για την άνοδό του στην θέση του δούκα. Η πρώτη αναφέρει ότι δυσαρεστημένος από την διαθήκη του πατέρα του και από αυτά που του άφηνε και φοβούμενος ότι οι Ενετοί θα επενέβαιναν στη διαθήκη και θα τα έχανε όλα, μάζεψε στρατό και κατέλαβε το δουκάτο. Άλλη εκδοχή αναφέρει ότι με την βοήθεια του γαμβρού του Καρόλου Α' Τόκκου απέκρουσε εισβολή των Ενετών και τους νίκησε σε μάχη που έγινε στην Θήβα. Έπειτα ο Αντώνιος Α' κατέλαβε την Αθήνα μετά από πολυήμερη πολιορκία της Ακροπόλεώς της. Ο νέος δούκας μόλις ανέλαβε την εξουσία, κάλεσε μέλη της οικογένειας Ατσαγιόλι από την Φλωρεντία να εγκατασταθούν στο Δουκάτο, παραχωρώντας τους γαίες.
Ο Αντώνιος Α' έστησε στον Πειραιά σε βάθρα τους γνωστούς λέοντες, που από αυτούς ο Πειραιάς ονομαζόταν μετέπειτα "Πόρτο Λεόνε".
Πέθανε το 1435 από αποπληξία στον ύπνο του. Ήταν νυμφευμένος με τη Μαρία Μελισσηνή, αλλά δεν απέκτησαν παιδιά· έτσι υιοθέτησε δύο κορίτσια: τη μία την πάντρεψε με ευγενή της Εύβοιας και την άλλη με τον αυθέντη της Αίγινας. Από τη γυναίκα του πήρε προίκα πολλά φέουδα στην Μεσσηνία και τη Λακωνία.
Τον διαδέχθηκε ο ανιψιός του Νέριο Β΄ Ατσαγιόλι ως δούκας των Αθηνών.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ «Dizionario Biografico degli Italiani». (Ιταλικά) Dizionario Biografico degli Italiani. 1960. antonio-acciaiuoli. Ανακτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2021.
Πηγές
Επεξεργασία- Καταλανοί εν τη Ανατολή: οις προσετέθη και ανέκδοτος τις χρονολογία των Αθηνών, υπό Επαμ. Ι. Σταματιάδου, δαπάνη Κωνστ. Αντωνιάδου. -- [Αθήναι]: εκ του τυπογραφείου Κ. Αντωνιάδου, 1869. -- 249, 250, 254, 255 σ.