Απόψεις του Αριστοτέλη για τις γυναίκες

Οι απόψεις του Αριστοτέλη για τις γυναίκες επηρέασαν μεταγενέστερους δυτικούς αλλά και άραβες διανοητές οι οποίοι θεώρησαν τον Αριστοτέλη αυθεντία μέχρι τα τέλη του Μεσαίωνα, επηρεάζοντας με αυτόν τον τρόπο την ιστορία των γυναικών αλλά και τις προκαταλήψεις σε βάρος των γυναικών καθώς από το έργο εκείνου αντλήθηκαν στη Δύση πολλά από τα επιχειρήματα σχετικά με την κατωτερότητα των γυναικών και την πολιτική κυριαρχία τους από τους άντρες.[1] Οι παρατηρήσεις του Αριστοτέλη για τις γυναίκες της Αθήνας του 4ου αιώνα π.Χ. επηρέασαν τις βιολογικές, ηθικές και πολιτικές του απόψεις οι οποίες θεωρήθηκαν αυθεντία για πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια με αποτέλεσμα πολλές αριστοτελικές γενικεύσεις να θεωρηθούν και να αναπαραχθούν μέσα στους αιώνες ως παγκόσμιες και φυσικές αλήθειες.[1]

Στα «Πολιτικά» ο Αριστοτέλης θεώρησε τις γυναίκες υποτελείς στους άντρες αλλά ανώτερες από τους δούλους και χωρίς εξουσία. Θεωρούσε πως ο σύζυγος διέθετε πολιτική εξουσία πάνω στη σύζυγό του. Ανάμεσα στις διαφορές που, κατά τη γνώμη του, είχαν οι γυναίκες από τους άντρες ήταν ότι εκείνες ήταν πιο συναισθηματικές, πιο συμπονετικές, πιο παραπονιάρες και πιο πονηρές. Θεωρούσε εξίσου σημαντική την ευτυχία των γυναικών με εκείνη των αντρών και στη «Ρητορική» είπε πως μία κοινωνία δεν μπορούσε να ευτυχήσει αν δεν ευτυχούσαν και οι γυναίκες.

Αντίθετα ο δάσκαλός του, ο Πλάτωνας, αποδεχόταν την εν δυνάμει ισότητα των γυναικών και των αντρών λέγοντας πως οι γυναίκες δεν ήταν ίσες με τους άντρες στη δύναμη και την αρετή, αλλά ήταν ίσες με αυτούς στη λογική και τις δυνατότητες. Έτσι στην ιδανική πολιτεία που περιέγραψε οι γυναίκες έπρεπε να μορφώνονται και να εργάζονται μαζί με τους άντρες χωρίς διάκριση. Σε αυτά ο Αριστοτέλης φαίνεται ότι διαφωνούσε.

Στη θεωρία του για την κληρονομικότητα ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι η μητέρα συμβάλλει στο παιδί μόνο με παθητικό υλικό στοιχείο, ενώ ο πατέρας παρείχε ένα ενεργό έμψυχο στοιχείο με τη μορφή του ανθρώπινου είδους.

Διαφορές ανάμεσα σε γυναίκες και άντρες

Επεξεργασία

Ο Αριστοτέλης θεωρούσε ότι οι γυναίκες ήταν κατώτερες από τους άντρες. Για παράδειγμα, στα «Πολιτικά» αναφέρει «σχετικά με τα φύλα, το αρσενικό είναι από τη φύση του ανώτερο και το θηλυκό κατώτερο, το αρσενικό κυριαρχεί και το θηλυκό κυριαρχείται».[2] Στα «Πολιτικά» έγραψε «ο δούλος δεν διαθέτει βουλευτικόν. Η γυναίκα το διαθέτει αλλά δεν έχει εξουσία. Το παιδί το διαθέτει αλλά είναι ατελές». Η ιστορικός Σύνθια Φρίλαντ έγραψε: «Ο Αριστοτέλης λέει πως το θάρρος ενός άντρα φαίνεται στη διοίκηση, μίας γυναίκας στην υπακοή. Ότι η ύλη αποζητά τη μορφή όπως το θηλυκό για το αρσενικό και η ασχήμια για την ομορφιά. Ότι οι γυναίκες έχουν λιγότερα δόντια από τους άντρες. Ότι το θηλυκό είναι ένα ατελές αρσενικό ή μία ‘δυσμορφία’[3] ή ένας ‘ακρωτηριασμένος άντρας’[1]».

Ο Αριστοτέλης πίστευε πως οι άντρες και οι γυναίκες διαφέρουν από τη φύση τους τόσο εμφανισιακά όσο και πνευματικά. Ισχυρίσθηκε πως οι γυναίκες ήταν «πιο πονηρές, λιγότερο απλές, πιο συναισθηματικές... πιο συμπονετικές... πιο ευσυγκίνητες... πιο ζηλιάρες, πιο γκρινιάρες, πιο δύστροπες... είχαν την τάση να αποθαρρύνονται πιο εύκολα και να απελπίζονται πιο εύκολα... πιο αναίσχυντες και με λιγότερο αυτοσεβασμό, με πιο λανθασμένο λόγο, πιο εκδικητικές [και]... επίσης χρειάζονται λιγότερο ύπνο, πιο ευθυνόφοβες [και] πιο δύσκολο να τις ωθήσεις σε δράση από ότι τους άντρες».[4]

Έγραψε πως μόνο οι ανοιχτόχρωμες γυναίκες, και όχι οι πιο μελαμψές, είχαν σεξουαλικές εκκρίσεις και μπορούσαν να νιώσουν οργασμό. Θεωρούσε επίσης πως αυτές οι εκκρίσεις μπορούσαν να αυξηθούν με την κατανάλωση τροφών με έντονη γεύση και μυρωδιά. Ο Αριστοτέλης θεωρούσε πως οι σεξουαλικές εκκρίσεις μίας γυναίκας ήταν όμοιες με εκείνες ενός στείρου ή ακρωτηριασμένου άντρα.[5] Συμπέρανε πως και τα δύο φύλα συνέβαλλαν στην αναπαραγωγή αλλά ότι η συμβολή της γυναίκας βρισκόταν στις εκκρίσεις της και όχι στις ωοθήκες της.[5]

Ο Αριστοτέλης εξηγεί πως η σχέση ανάμεσα στη γυναίκα και τον άντρα παίρνει ιεραρχικό χαρακτήρα αναφερόμενος στην αντρική εξουσία πάνω στους «βάρβαρους» ή μη-Έλληνες, «Από τη φύση του το θηλυκό είναι διαφορετικό από τον δούλο. Γιατί η φύση δεν έχει καμία σχέση με το πως φτιάχνουν οι χαλκουργοί τα Δελφικά μαχαίρια -δηλαδή με φειδώ- αλλά, αντίθετα, κάνει το κάθε πράγμα για έναν συγκεκριμένο σκοπό. Γιατί το κάθε πράγμα θα έκανε καλύτερα τη δουλειά του αν είχε μόνο έναν σκοπό αντί για πολλούς. Ανάμεσα στους βαρβάρους η γυναίκα και ο δούλος έχουν την ίδια θέση. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν υπάρχουν φυσικοί νόμοι μεταξύ τους, αλλά, αντίθετα, ο συσχετισμός μεταξύ τους είναι ανάμεσα σε αρσενικό και θηλυκό δούλο. Για τον λόγο αυτόν οι ποιητές λένε πως ‘είναι πρέπον οι Έλληνες να κυριαρχούν στους βαρβάρους’, καθώς ο βάρβαρος και ο δούλος είναι από τη φύση τους το ίδιο.»[6]

Την ίδια στιγμή όμως που ο Αριστοτέλης περιόριζε τον κοινωνικό ρόλο των γυναικών και προωθούσε την ιδέα ότι οι γυναίκες έπρεπε να λαμβάνουν λιγότερο φαγητό από τους άντρες, ταυτόχρονα ασκούσε κριτική και στα αποτελέσματα αυτού: μία γυναίκα τότε, πίστευε, γινόταν ακόμα πιο συμπονετική, πιο αυθάδης και πιο δύστροπη. Έλεγε πως τότε οι γυναίκες αποθαρρύνονταν ακόμα πιο εύκολα, γίνονταν ακόμα πιο αναίσχυντες με μικρότερο αυτοσεβασμό, έκαναν περισσότερα λάθη στον λόγο τους και γίνονταν πιο εκδικητικές.[4]

Ο ρόλος των γυναικών στην κληρονομικότητα

Επεξεργασία

Το μοντέλο κληρονομικότητας του Αριστοτέλη επιχειρούσε να εξηγήσει πως τα χαρακτηριστικά των γονέων μεταδίδονται στο παιδί και επηρεάζονται από το περιβάλλον.[7] Κατά τη γνώμη του ένα ενεργό, έμψυχο αρσενικό στοιχείο γονιμοποιούσε ένα θηλυκό παθητικό στοιχείο που λειτουργούσε απλά ως υλικό «σκεύος» για τη διαδικασία της αναπαραγωγής.[2][8] Οι απόψεις του Αριστοτέλη περί αναπαραγωγής που καθιστούσαν τη γυναίκα παθητικό φορέα της αντρικής γονιμότητας υποβίβαζε τη σημασία της γυναίκας στον μοναδικό ίσως τομέα όπου η γυναικεία υπεροχή είναι εμφανής.[1]

Το σύστημα του Αριστοτέλη λειτουργούσε ως εξής: Το σπέρμα του πατέρα και η έμμηνος ρύση της μητέρας περιέχουν τα γονικά χαρακτηριστικά.[2][7] Το μοντέλο είναι εν μέρει ασυμμετρικό καθώς σε αυτό μόνο ο πατέρας προσδιορίζει το ανθρώπινο είδος ενώ τόσο τα υγρά του πατέρα όσο και της μητέρας προσδιορίζουν άλλα χαρακτηριστικά πέρα από το είδος όπως το χρώμα των ματιών του πατέρα και το σχήμα της μύτης της μητέρας.[7] Η θεωρία είναι κάπως συμμετρική στον βαθμό που θεωρεί πως το σπέρμα προσδιορίζει το αρσενικό φύλο ενώ η έμμηνος ρύση το θηλυκό. Αν το σπέρμα είναι αρκετά ζεστό για να ξεπεράσει το κρύο της εμμήνου ρύσεως τότε το παιδί θα είναι αγόρι, διαφορετικά θα είναι κορίτσι. Δηλαδή η κληρονομικότητα που περιέγραψε ο Αριστοτέλης είναι διαφορική (το ένα χαρακτηριστικό αποκλείει το άλλο) όπως και στη Μεντελική κληρονομικότητα, αντίθετα από το Ιπποκρατικό μοντέλο το οποίο ήταν συνεχές και αλληλένδετο.[7] Το φύλο του παιδιού μπορεί να επηρεαστεί από παράγοντες όπως η θερμοκρασία, ο καιρός, η κατεύθυνση του ανέμου, η διατροφή και η ηλικία του πατέρα. Άλλα χαρακτηριστικά πέρα από το φύλο επηρεάζονται επίσης από το κατά πόσο η θερμοκρασία του σπέρματος καταφέρνει να ξεπεράσει τη θερμοκρασία της εμμήνου ρύσης ή όχι με αποτέλεσμα να υπονοείται πως ένας άντρας με ισχυρό σπέρμα θα έχει γιους που θα του μοιάζουν ενώ ένας άντρας με ασθενές σπέρμα θα έχει κόρες που θα μοιάζουν στη μητέρα τους.[7]

Η αριστοτελική θεωρία αναπαραγωγής και κληρονομικότητας οδηγεί μοιραία σε μία αντίφαση την οποία παρατήρησε μάλιστα και ο ίδιος ο Αριστοτέλης. Αν είναι το σπέρμα του άντρα που μεταδίδει την ψυχή στο έμβρυο και αν τα κορίτσια γίνονται από την έμμηνο ρύση των γυναικών και όχι από το σπέρμα τότε πως γίνεται να διαθέτουν ψυχή και οι γυναίκες; Ο Αριστοτέλης ήταν σαφής πως ψυχή διέθεταν και οι άντρες και οι γυναίκες και κατέληξε σε μία αναπροσαρμογή της θεωρίας του. Προσπαθώντας να ανακουφίσει, όπως είπε ο ίδιος, «τον φόβο του άντρα ότι μπορεί να υπάρχει χωρίς λόγο ύπαρξης» θεώρησε πως κάθε αναπαραγωγή, ακόμα και με αποτέλεσμα ένα θηλυκό έμβρυο, χρειάζονταν την αντρική συμβολή προκειμένου να εμφυσηθεί η ψυχή αντλώντας επιχειρήματα από την παρατήρηση των αυγών των πουλιών.[1] Ποτέ όμως δεν εξήγησε γιατί θεωρούσε ότι η αντρική ψυχή είχε τη δυνατότητα αναπαραγωγής αλλά η θηλυκή όχι και με ποιον τρόπο το παθητικό θηλυκό στοιχείο που αποτελούσε απλά το «σκεύος» της αναπαραγωγικής διαδικασίας κατάφερνε να περνά τα χαρακτηριστικά της γυναίκας στα θηλυκά έμβρυα.[1]

Ηθική και πολιτική

Επεξεργασία

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη πρέπει να υπάρχει «πολιτική εξουσία» του άντρα πάνω στη σύζυγό του.[9][10]

Σχετικά με τις διαφορές ανάμεσα στους συζύγους ο Αριστοτέλης λέει πως αυτές «πάντα» οφείλονται σε διαφορετικά παρουσιαστικά, εκφράσεις και τιμές.[9] Οι οικιακές ασχολίες του άντρα και της γυναίκας διαφέρουν γιατί εκείνος οφείλει «να φέρνει» και εκείνη «να διατηρεί».[9]

Σχετικά με την «καλή σύζυγο»

Επεξεργασία

Στα «Οικονομικά» ο Αριστοτέλης έγραψε πως δεν είναι στο συμφέρον ενός λογικού άντρα να είναι πολυγαμικός ή να έχει τυχαίες συνευρέσεις με γυναίκες γιατί διαφορετικά οι κατώτεροι θα αρχίσουν να διεκδικούν τα προνόμια των νόμιμων τέκνων του και η σύζυγός του θα χάσει την τιμή της ενώ θα αμαυρωθεί το όνομα των γιων του. Το σωστό είναι να τιμά τη σύζυγό του και να την προσεγγίζει με αυτοσυγκράτηση και δέος και οι συζητήσεις του μαζί της να είναι εύφρονες, υπονοώντας πως μόνο τέτοια συμπεριφορά είναι νόμιμη και έντιμη. Ο Αριστοτέλης πίστευε πως μία γυναίκα τιμάται με το να βλέπει πως ο σύζυγός της τής είναι πιστός και πως δεν προτιμούσε άλλη γυναίκα, αλλά πάνω από όλα αγαπά, εμπιστεύεται και θεωρεί δική του μόνο εκείνη.[11] Ο Αριστοτέλης έγραψε πως ο σύζυγος οφείλει να εξασφαλίσει στη σύζυγό του συναίνεση, πίστη και αφοσίωση έτσι ώστε ανεξάρτητα από το αν εκείνος είναι ή όχι παρόν να μην υπάρχει διαφορά στη συμπεριφορά της απέναντί του αφού εκείνη θα έχει συνειδητοποιήσει ότι είναι από κοινού προστάτες των κοινών συμφερόντων τους. Έτσι όταν εκείνος θα βρίσκεται μακριά εκείνη θα αισθάνεται ότι κανένας άλλος άντρας δεν είναι πιο καλός ή πιο ενάρετος ή πιο δικός της.

Σπαρτιάτισσες γυναίκες

Επεξεργασία

Ο Αριστοτέλης ήταν αντίθετος σε κάθε καθεστώς που αμφισβητούσε τον παραδοσιακό ρόλο των γυναικών.[1] Έγραψε πως στη Σπάρτη ο νομοθέτης ήθελε να σκληραγωγήσει και να πειθαρχήσει όλη την πόλη και εφάρμοσε το θέλημα του στους άντρες, αλλά παρέβλεψε τις γυναίκες οι οποίες ζούσαν εν μέσω κάθε είδους τρυφηλότητας και πλούτου. Προσέθεσε πως σε καθεστώτα στα οποία οι συνθήκες των γυναικών ήταν άσχημες, μπορούσε να θεωρηθεί πως η μισή πόλη ζούσε στην ανομία.[12]

Ίση σημασία στην ευτυχία των γυναικών και των αντρών

Επεξεργασία

Ο Αριστοτέλης έδωσε ίση σημασία στην ευτυχία των γυναικών και των αντρών και σχολίασε στη «Ρητορική» πως μία κοινωνία δεν μπορεί να είναι ευτυχισμένη εκτός και αν οι γυναίκες είναι επίσης ευτυχισμένες. Ο Αριστοτέλης πίστευε πως στη φύση το κοινό καλό προέκυπτε από την εξουσία ενός ανώτερου πλάσματος αλλά δεν ανέφερε ποτέ πως το κοινό καλό των αντρών βρισκόταν στην εξουσία τους πάνω στις γυναίκες. Πίστευε επίσης πως ήταν η λογική σκέψη εκείνη που έκανε κάποιον ανώτερο από άλλα κατώτερα όντα στη φύση, όμως εκείνος χρησιμοποίησε τη λέξη «κρείττων» που σημαίνει πιο ισχυρός για να δηλώσει την ανωτερότητα και όχι κάποια λέξη που θα υποδήλωνε τη λογική ή την ευφυΐα.[12]

Σχετικά με τα παιδιά είπε «τι θα μπορούσε να είναι πιο θεϊκό ή πιο επιθυμητό από έναν λογικό άντρα από το να κάνει παιδιά με μία ευγενή και έντιμη σύζυγο τα οποία θα είναι οι πιο πιστοί υποστηρικτές και οι πιο διακριτικοί προστάτες των γονιών τους όταν εκείνοι γεράσουν αλλά και οι συνεχιστές όλου του οίκου; Τα παιδιά, εφόσον ανατραφούν σωστά από πατέρα και μητέρα, θα γίνουν ενάρετοι ενήλικοι όπως αξίζει σε εκείνους που τα μεγάλωσαν έντιμα και ενάρετα...»[13]

Ο Αριστοτέλης πίστευε πως όλοι διαθέτουν τη βιολογική ορμή της αναπαραγωγής, να αφήσουν κάτι πίσω τους να πάρει τη θέση τους και να τους μοιάζει. Αυτό δικαιολογούσε τη φυσική συντροφικότητα ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα. Και κάθε άτομο έχει έναν συγκεκριμένο σκοπό γιατί είναι καλύτερα να τελειοποιείς ένα χαρακτηριστικό αντί να είσαι απλά ικανός σε πολλαπλά. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη ο σκοπός της γυναίκας ήταν να κάνει παιδιά. Ο Αριστοτέλης τόνισε πως ο άντρας και η γυναίκα εργάζονται από κοινού για να αναθρέψουν τα παιδιά τους και το πως το κάνουν αυτό επηρεάζει το τι είδους άνθρωποι γίνονται αυτά αργότερα και κατά συνέπεια και το σε τι είδους κοινωνία ζουν όλοι.

Σύγκριση με τις απόψεις του Πλάτωνα σχετικά με τις γυναίκες

Επεξεργασία

Ο Αριστοτέλης φαίνεται να διαφωνεί με τον Πλάτωνα σχετικά με το αν οι γυναίκες πρέπει να μορφώνονται όπως έλεγε ο Πλάτωνας. Και οι δύο όμως θεωρούν τις γυναίκες κατώτερες. Ο Πλάτωνας στον «Τιμαίο» ισχυρίζεται πως οι άντρες που επέδειξαν δειλία ή τεμπελιά θα ξαναγεννιούνταν ως γυναίκες και στους «Νόμους» εξηγεί γιατί θα πρέπει να μορφώνονται οι γυναίκες: «Επειδή παραμελήσατε αυτό το φύλο, σταδιακά χάσατε τον έλεγχο πολλών πραγμάτων που σήμερα θα βρίσκονταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση αν τα ήλεγχαν οι νόμοι. Η φυσική δυνατότητα της γυναίκας για αρετή είναι κατώτερη από εκείνη ενός άντρα, επομένως βρίσκεται σε μεγαλύτερο κίνδυνο, ίσως ακόμα και στον διπλάσιο.» Ο Πλάτωνας εξηγεί την πεποίθησή του ότι η «φυσική δυνατότητα» των γυναικών είναι κατώτερη από εκείνη των αντρών ισχυριζόμενος στην «Πολιτεία» ότι «οι γυναίκες μοιράζονται από τη φύση τους όλα όσα είναι στη ζωή με τους άντρες αλλά σε όλα είναι πιο αδύναμες από αυτούς».

Ο Πλάτωνας πίστευε ακράδαντα στη μετεμψύχωση και αυτό ήταν σημαντικό για τη διάκριση που έκανε ανάμεσα στη φύση του άντρα και της γυναίκας. Αυτό δεν ίσχυε για τον Αριστοτέλη που θεωρούσε τις διαφορές βιολογικές. Ο Πλάτωνας αναφέρεται στο θέμα με περισσότερη λεπτομέρεια στον «Τιμαίο» όπου λέει πως οι άντρες διαθέτουν ανώτερη ψυχή από τις γυναίκες: «Οι άνθρωποι έχουν διττή φύση και η ανώτερη από αυτές ονομάζεται άντρας». Ο Πλάτωνας επίσης χρησιμοποιεί τη λέξη «θηλυπρεπής» ως υποτιμητικό χαρακτηριστικό υπονοώντας κατωτερότητα και συναισθηματική αστάθεια.

Επιρροή και συνέπειες των απόψεων του Αριστοτέλη για τις γυναίκες

Επεξεργασία

Κοινωνία

Επεξεργασία

Οι απόψεις του Αριστοτέλη επηρέασαν και την πολιτική σκέψη και τις πεποιθήσεις των ανθρώπων σχετικά με τη σωστή κατανομή των κοινωνικών ρόλων. Η αμφισβήτηση του Αριστοτέλη στις απόψεις του Πλάτωνα σχετικά με την εκπαίδευση των γυναικών και την ίση συμμετοχή τους στα κοινά επηρέασε και τους μεταγενέστερους επί αιώνες με αποτέλεσμα αυτοί οι δύο τομείς να παρακμάσουν κατά την εποχή του Μεσαίωνα αλλά και αργότερα να τεθούν εμπόδια στην κοινωνική πρόοδο, τη μόρφωση των γυναικών και τη συμμετοχή τους στα κοινά.[1]

Όμως οι απόψεις αυτές του Αριστοτέλη δεν επηρέασαν αρνητικά μόνο τις γυναίκες αλλά και τους περισσότερους άντρες καθώς οι πολιτικές του απόψεις προέβλεπαν και δικαιολογούσαν μια «αναλογική δικαιοσύνη» που δεν αποδίδονταν ίσα μεταξύ των ανθρώπων αλλά αναλογικά σύμφωνα με την αξία τους η οποία προσδιορίζονταν από την καταγωγή τους και τη θέση τους στην κοινωνική ιεραρχία.[1] Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να δικαιολογηθεί ένα ιεραρχικό και άνισο φεουδαρχικό καθεστώς που κυριάρχησε στην Ευρώπη επί αιώνες και να δοθούν δικαιολογίες σε διάφορες διακρίσεις που εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι και σήμερα στη Δύση.[1]

Επίσης η πεποίθηση του Αριστοτέλη περί φυσικής και πολιτικής ανωτερότητας του ελεύθερου άντρα έναντι της γυναίκας, του παιδιού και του δούλου οδήγησε στη διαμόρφωση μίας μορφής οικογένειας που στηρίζονταν όχι στην αμοιβαία συνεργασία και εκτίμηση αλλά σε σχέσεις εξουσίας ανάμεσα σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους ενώ δικαιολόγησε πολιτικά και ηθικά τον θεσμό της δουλείας.[1][14][15]

Εκκλησία και εκπαίδευση

Επεξεργασία

Ο Αριστοτέλης επηρέασε σχεδόν καθολικά τη μεσαιωνική θεολογική σκέψη και βλέπουμε χαρακτηριστικά την επίδρασή του στη σκέψη ενός από τους μεγαλύτερους θεολόγους και διανοητές του Μεσαίωνα, του Θωμά Ακινάτη. Οι απόψεις αυτές, περασμένες μέσα από θεολογικά, φιλοσοφικά και πνευματικά φίλτρα οδήγησαν, με ηγετική φυσιογνωμία τον Θωμά Ακινάτη, στην εμφάνιση του σχολαστικισμού, ένα από τα σημαντικότερα φιλοσοφικά κινήματα του Μεσαίωνα που υιοθέτησε μια στάση εχθρότητας προς τις γυναίκες και στηρίχθηκε στην έννοια της αντρικής ανωτερότητας αντλώντας επιχειρήματα από τον Αριστοτέλη.[14][16]

Μέσω της επίδρασης του σχολαστικισμού και της εχθρότητας προς τις γυναίκες που εκείνος συνεπάγονταν εξελίχθηκε το αντρικό μοναστικό κίνημα που στηρίζονταν στην αγνότητα, την αποχή από κάθε σεξουαλική δραστηριότητα και την αποφυγή των γυναικών.[16] Οι Πατέρες της Εκκλησίας επηρεασμένοι από τις απόψεις του Αριστοτέλη αντιτάχθηκαν στον ανεξάρτητο γυναικείο ασκητισμό γιατί απειλούσε την κυριαρχία των αντρών πάνω στις γυναίκες[17] με αποτέλεσμα από τον 12ο αιώνα περίπου και μετά να κλείσουν πολλά γυναικεία μοναστήρια σε όλη την Ευρώπη ή να μειωθεί ο ρόλος τους και η εξουσία τους.[16] Αυτό είχε σαν συνέπεια την παρακμή της γυναικείας εκπαίδευσης και τη μείωση του λογοτεχνικού και ιστορικού έργου της Ευρώπης που από τον 9ο αιώνα και μέχρι την επικράτηση του σχολαστικισμού ανθούσε και αναπαράγονταν σε μεγάλο βαθμό στα κατά κανόνα πανίσχυρα γυναικεία μοναστήρια που λειτουργούσαν ως κέντρα εκπαίδευσης για άντρες και γυναίκες (βλ. Οθωνική Αναγέννηση).[16]

Η επίδραση του σχολαστικισμού στα νεοσύστατα πανεπιστήμια που άρχισαν να ιδρύονται από τον 12ο αιώνα σταδιακά σε όλη την Ευρώπη ως μετεξέλιξη των αντρικών εκκλησιαστικών σχολών οδήγησε στη διαμόρφωση μιας αυστηρά αντρικής εκπαίδευσης που απαγόρευε τη συμμετοχή στις γυναίκες και ακολουθούσε τα αριστοτελικά δόγματα της αντρικής ανωτερότητας και της γυναικείας ανεπάρκειας.[16] Αυτό όχι μόνο στέρησε από τις γυναίκες τη δυνατότητα εκπαίδευσης (και κατά συνέπεια άσκησης διάφορων επαγγελμάτων) μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οπότε και άρχισαν σταδιακά και υπό περιορισμούς να γίνονται δεκτές σε διάφορες σχολές, αλλά διαμόρφωσε και μία επιστημονική παράδοση που στηρίζονταν στις αριστοτελικές προκαταλήψεις που άρχισε να αμφισβητείται σταδιακά από τον 17ο αιώνα με την επικράτηση της καρτεσιανής επιστήμης.

Ιατρική και βιολογία

Επεξεργασία

Οι υποθέσεις του Αριστοτέλη σχετικά με την κρύα φύση της γυναίκας επηρέασαν τον Γαληνό. Δεδομένου ότι ο Γαληνός αποτέλεσε ιατρική αυθεντία για πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια και μέχρι τον 16ο αιώνα διαφαίνεται η ισχυρή επίδραση των αριστοτελικών απόψεων στην ιατρική επί πολλούς αιώνες.[18] Ειδικά ο ορισμός του Αριστοτέλη για τη γυναίκα ως «ακρωτηριασμένος άντρας» αναπαράχθηκε στα βιολογικά, μαιευτικά, γυναικολογικά και ιατρικά κείμενα αιώνων.[1]

Η τάση να θεωρείται το γυναικείο σώμα απόκλιση από το αντρικό διαμόρφωσε μία επίσημη βιολογική και ιατρική σκέψη που διδάσκονταν στα μεσαιωνικά πανεπιστήμια η οποία απέτρεπε την αποτελεσματική αντιμετώπιση και πρόληψη των γυναικείων ασθενειών ενώ υποτιμούσε τη γυναικεία βιολογία.[1] Επίσης ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην αριστοτελική θεωρία του ενός σπέρματος και την Ιπποκρατική-Γαληνική θεωρία των δύο σπερμάτων καθυστέρησε την επιστημονική ανακάλυψη της γυναικείας συμβολής στη διαδικασία της αναπαραγωγής.[1] Η ύπαρξη και η λειτουργία του ωαρίου ανακαλύφθηκε μόλις τον 17ο αιώνα, μία εποχή που οι αριστοτελικές απόψεις είχαν αρχίσει να αμφισβητούνται σοβαρά.[1]

Η θεώρηση της γυναικείας φύσης ως παθητική και κρύα σε αντίθεση με την αντρική που υποτίθεται ότι ήταν ενεργή και ζεστή οδήγησε σε παρανοήσεις σχετικά με τη διαδικασία της αναπαραγωγής και στη διαμόρφωση θεωριών σεξουαλικότητας που οδηγούσαν μακριά από την πραγματικότητα. Αν και η Χίλντεγκαρντ του Μπίνγκεν ήδη από τον 11ο αιώνα έκανε λόγο για μια ενεργή και γεμάτη ζωτικότητα γυναικεία σεξουαλικότητα, η επίδραση των αριστοτελικών απόψεων ήταν τόσο ισχυρή που έπρεπε να φτάσουμε στον 20ο αιώνα ώστε η ανθρωπότητα να αρχίσει να κατανοεί σταδιακά τη γυναικεία σεξουαλικότητα.

Η μοναδική θετική συνέπεια για τις γυναίκες της αριστοτελικής άποψης περί «ακρωτηριασμένου άντρα» και «ατελούς αρσενικού» ήταν ότι εδράζονταν στην πεποίθηση ότι τόσο το αρσενικό στοιχείο όσο και το θηλυκό αποσκοπούσαν αρχικά στη δημιουργία αρσενικών εμβρύων, δηλαδή στην τέλεια κατά τον Αριστοτέλη μορφή ανθρώπου. Αυτό συνεπάγονταν ότι τόσο οι γυναίκες όσο και οι άντρες άνηκαν στο ίδιο είδος, το ανθρώπινο, μία θεώρηση που επί αιώνες κάθε άλλο παρά αυτονόητη ήταν.[1]

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 Horowitz, M. (1976). «Aristotle and Woman». Journal of the History of Biology 9 (2): 183-213. http://www.jstor.org/stable/4330651. Ανακτήθηκε στις 2019-03-01. 
  2. 2,0 2,1 2,2 Smith, Nicholas D. (1983). «Plato and Aristotle on the Nature of Women» (στα αγγλικά). Journal of the History of Philosophy 21 (4): 467–478. doi:10.1353/hph.1983.0090. ISSN 1538-4586. http://muse.jhu.edu/content/crossref/journals/journal_of_the_history_of_philosophy/v021/21.4smith.pdf. 
  3. Witt, Charlotte· Shapiro, Lisa (9 Μαρτίου 2015). «Feminist History of Philosophy». Stanford Encyclopedia of Philosophy Archive. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2019. 
  4. 4,0 4,1 Τῶν περὶ τὰ ζῷα ἱστοριῶν
  5. 5,0 5,1 Περὶ ζῴων γενέσεως
  6. Stauffer, Dana Jalbert (Οκτώβριος 2008). «Aristotle's Account of the Subjection of Women» (στα αγγλικά). The Journal of Politics 70 (4): 929–941. doi:10.1017/S0022381608080973. ISSN 0022-3816. https://www.journals.uchicago.edu/doi/10.1017/S0022381608080973. 
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 Leroi Armand, Marie (2014). The lagoon : how Aristotle invented science. New York, New York. σελ. 215–221. ISBN 9780698170391. 883341616. 
  8. «Aristotle on Woman». www.newfoundations.com. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2019. 
  9. 9,0 9,1 9,2 Πολιτικά.
  10. Zamfir, Korina (2013). Men and women in the household of God : a contextual approach to roles and ministries in the Pastoral Epistles. Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht. σελ. 375. ISBN 9783525593608. 841148827. 
  11. Walford, English, Edward· Gillies, John (2007). The Politics and Economics of Aristotle. Gardners Books. σελ. 298. ISBN 9780548319925. 166377428. 
  12. 12,0 12,1 Jowett, Benjamin (2010). The Politics of Aristotle,. Nabu Press. ISBN 1142460835. 
  13. Barnes, Jonathan (2016). Aristotle's Politics. Princeton University Press. σελ. 254. ISBN 1400882966. 963726272. 
  14. 14,0 14,1 Mulgan, Richard (1994). «Aristotle and the Political Role of Women». History of Political Thought. http://www.jstor.org/stable/26214315. Ανακτήθηκε στις 2019-03-01. 
  15. Sparshott, Francis (1984). «Aristotle on Women». The Society For Ancient Greek Philosophy (University of Torondo). https://orb.binghamton.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1106&context=sagp. Ανακτήθηκε στις 2019-03-01. 
  16. 16,0 16,1 16,2 16,3 16,4 Noble, David, F. (2013). A world without women : the christian clerical culture of western science (Πλήρης έκδοση). New York: Knopf. ISBN 9780307828521. 869500089. 
  17. Salisbury, Joyce, E. (1991). Church fathers, independent virgins. London: Verso. ISBN 0860912930. 21521284. 
  18. Tuana, Nancy (1993). The less noble sex : scientific, religious, and philosophical conceptions of woman's nature. Bloomington: Indiana University Press. σελίδες 21, 169. ISBN 0253360986. 27265899.