Γναίος Καλπούρνιος Πίσων (ύπατος το 23 π.Χ.)

Ο Γναίος Καλπούρνιος Πίσων [1], λατιν.: Gnaeus Calpurnius Piso (βλ. 1ος αι. π.Χ.) ήταν ένας υψηλόβαθμος Ρωμαίος αριστοκράτης και συγκλητικός. Ήταν σταθερά παραδοσιακός και αντιτάχθηκε στην Πρώτη Τριανδρία των Λαϊκών (Populares), και αργότερα στον Ιούλιο Καίσαρα. Πολέμησε εναντίον του Καίσαρα στον εμφύλιο πόλεμο του Καίσαρα, και εναντίον του υιοθετημένου γιού του, Οκταβιανού (μετέπειτα Αυγούστου) στον Εμφύλιο Πόλεμο των Ελευθερωτών. Και τις δύο φορές ήταν στην πλευρά που ηττήθηκε.

Γναίος Καλπούρνιος Πίσων (ύπατος το 23 π.Χ.)
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση0ος αιώνας π.Χ.
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
στρατιωτικός
Περίοδος ακμής1ος αιώνας π.Χ.
Οικογένεια
ΤέκναΓναίος Καλπούρνιος Πίσων (ύπατος το 7 π.Χ.)
Λεύκιος Καλπούρνιος Πίσων (ύπατος το 1 π.Χ.)
ΓονείςGnaeus Calpurnius Piso[1]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαconsul suffectus
Ρωμαίος συγκλητικός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Δυο φορές συγχωρήθηκε και στη συνέχεια αποσύρθηκε από την πολιτική. Αναπάντεχα διορίστηκε ύπατος το 23 π.Χ. από τον Αυτοκράτορα Αύγουστο, θέση την οποίο υπηρέτησε μαζί του. Στα μέσα του χρόνου ο Αύγουστος αρρώστησε και αναμενόταν να πεθάνει, γεγονός που θεωρητικά θα είχε αφήσει το Πίσωνα με την υψηλότερη εξουσία στο κράτος. Στην περίπτωση αυτή, ο Αύγουστος ανέρρωσε.

Καταγωγή

Επεξεργασία

Ο Καλπούρνιος Πίσων είχε το ίδιο όνομα με τον πατέρα του, τον Γναίο Καλπούρνιο Πίσωνα. Ανήκε στο Γένος των Καλπουρνίων, ένα από τα πιο διακεκριμένα ρωμαϊκά γένη, η οποία είχε υπατικό βαθμό από το 180 π.Χ. Οι Καλπούρνιοι Πίσωνες αποτελούσαν το κύριο κλάδο του γένους, και είχαν ήδη οκτώ υπάτους μέχρι το 23 π.Χ. Ο Πίσων νυμφεύτηκε την κόρη ενός Μάρκου Ποπίλλιου και είχαν τουλάχιστον δύο γιους: τον Γναίο Καλπούρνιο Πίσωνα, ο οποίος αργότερα έγινε ύπατος το 7 π.Χ. και τον Λεύκιο Καλπούρνιος Πίσωνα, ύπατο το 1 π.Χ.[2]  

Ο ομώνυμος πατέρας τού Πίσωνα φέρεταιι να συμμετείχε στην υποτιθέμενη Α΄ Συνωμοσία του Κατιλίνα του Λεύκιου Σέργιου Κατιλίνα, για την απομάκρυνση των υπάτων που εκλέχθηκαν για το 65 π.Χ. Στάλθηκε στην Ισπανία το 64 π.Χ. ως ταμίας για τον πραίτορα (quaestor pro praetore), κατόπιν κίνησης του Μαρκου Λικίνου Κράσσου και τοποθετήθηκε πιθανότατα λόγω έλλειψης διοικητών. Σκοτώθηκε εκεί από τους δολοφόνους της Πομπήιου. [3] 

Πρώιμη σταδιοδρομία

Επεξεργασία

Ο Πίσων αναφέρεται πρώτα στα τέλη του 66 π.Χ., όταν δίωκε τον Γάιο Μανίλιο, έναν τριβούνο των πληβείων, που ήταν υποστηρικτής του Πομπήιου. Η δίωξη ήταν σε αντίποινα για τη lex Manilia, η οποία έδωσε στον Πομπήιο τη διοίκηση των ρωμαϊκών στρατευμάτων στην ανατολή, κατά τη διάρκεια του Γ΄ Πολέμου κατά του Μιθριδάτη ΣΤ΄. Τον Μανίλιο υπεράσπισε αρχικά ο Κικέρωνας, που εγκατέλειψε την υπόθεση όταν η δίκη διαταράχθηκε βίαια από ένα πλήθος πληρωμένων. Ο Πίσων συνέχισε τη δίκη και ο Μανίλιος έφυγε από την πόλη πριν από την καταδίκη του. [4] "Παρασυρμένος από τον νεανικό του ενθουσιασμό", ο Πίσων ήγηρε σοβαρές κατηγορίες στον ισχυρό χορηγό του Μανίλιου, τον Πομπήιο, τον οποίο δεν συμπαθούσε.[5] Σαν να το διασκέδαζε, ο Πομπήιος ρώτησε τον Πίσωνα γιατί δεν προχώρησε και να τον διώξει. Ο Πίσων απάντησε με δαγκώματα:

Give me a guarantee that you will not wage a civil war against the Republic if you are prosecuted, and I shall at once send the jurymen to convict you and send you into exile rather than Manilius.[5]

Αισθανόμενοι ότι απειλούνται από τον στρατηγό Ιούλιο Καίσαρα των Λαϊκών (Populares), οι Άριστοι (Οptimates) στράτευσαν τον Πομπήιο στις τάξεις τους το 53. Το έτος 50 η Σύγκλητος, με επικεφαλής τον Πομπήιο, διέταξε τον Καίσαρα να διαλύσει τον στρατό του και να επιστρέψει στη Ρώμη, επειδή η θητεία του ως ανθυπάτου (κυβερνήτη) είχε τελειώσει. Ο Καίσαρας πίστευε ότι θα διώκονταν, αν εισερχόταν στη Ρώμη χωρίς την ασυλία που απολαμβάνει ένας αξιωματούχος. Δεν υπάκουσε και με τον στρατό του στις 10 Ιανουαρίου του 49 διέσχισε το ποταμό Ρουβίκωνα και ξεκίνησε τον Εμφύλιο πόλεμο του Καίσαρα. Βάδισε γρήγορα στη Ρώμη και την κατέλαβε. Ο Πομπήιος, οι Άριστοι και οι περισσότεροι από τη Σύγκλητο διέφυγαν στην Ελλάδα. Ο Πίσων στάλθηκε στην Hispania Ulterior. Εκεί υπηρέτησε ως προταμίας (proquaestor) υπό τους απεσταλμένους (legati) τού Πομπήιου, Λεύκιο Αφράνιο και Μάρκο Πέτρειο. [6] [7] Εκμεταλλευόμενος την απουσία του Πομπήιου από την ιταλική ηπειρωτική χώρα, ο Καίσαρας έκανε μια εκπληκτικά γρήγορη 27ήμερη, προς τα δυτικά αναγκαστική πορεία στην Ισπανία και κατέστρεψε τον στρατό του Πομπήιου στη Μάχη της Ιλέρδας. [6] [7]

Μετά την ήττα των δυνάμεων της Πομπήιου στην Ισπανία, ο Πίσων διέφυγε στη Βόρεια Αφρική. Εκεί οι Άριστοιί συγκέντρωσαν έναν στρατό, που περιλάμβανε 40.000 άνδρες (περίπου οκτώ λεγεώνες), μια ισχυρή ιππική δύναμη υπό την ηγεσία του πρώην δεξιού χεριού τού Καίσαρα, τού ταλαντούχου Τίτου Λαβιηνού, δυνάμεις από τοπικούς συμμάχους βασιλείς και εξήντα πολεμικούς ελέφαντες. Αυτή η δύναμη διοικήθηκε από τον Μέτελλο Πίο Σκιπίωνα, ο οποίος τοποθέτησε τον Πίσωνα στην διοίκηση του ιππικού των Νουμιδών.[8]

Ο Καίσαρος έκανε μια κακοσχεδιασμένη και άσχημα οργανωμένη απόβαση στην Αφρική στις 28 Δεκεμβρίου 47. Δεν είχε αρκετό φαγητό και ζωοτροφές, γεγονός που τον ανάγκασε να διαχωρίσει τις δυνάμεις του για να αναζητήσει τροφή. Το ελαφρύ ιππικό του Πίσωνα διέκοψσε αποτελεσματικά αυτές τις προσπάθειες, ιδίως στη Μάχη της Ρουσπίνας, όταν παρενόχλησε τον νικημένο στρατό του Καίσαρα, καθώς αυτός υποχωρούσε στο στρατόπεδό του. [9] Οι δύο στρατοί συνέχισαν να εμπλέκονται σε μικρές συγκρούσεις, ενώ ο Καίσαρας περίμενε ενισχύσεις. Έπειτα δύο από τις λεγεώνες των Αρίστων αυτομόλησαν στον Καίσαρα. Ενθαρρρυμένος, ο Καίσαρας κατέβηκε στη Θάψο και πολιόρκησε την πόλη στις αρχές Φεβρουαρίου του 46. Οι Άριστοι δεν μπορούσαν να διακινδυνεύσουν την απώλεια αυτής της θέσης, και αναγκάστηκαν να δεχυούν τη μάχη. Ο Σκιπίων διοίκησε "χωρίς δεξιότητα ή επιτυχία",[10] και ο Καίσαρας κέρδισε μια συντριπτική νίκη, που τερμάτισε τον πόλεμο.[10]

Ο Πίσων συγχωρήθηκε με γενική αμνηστία και φάνηκε να συμβιβάζεται με την νίκη του Καίσαρα. Μετά την δολοφονία του Καίσαρα το 44 π.Χ., εντάχθηκε στους τυραννοκτόνους, τον Μάρκο Ιούνιο Βρούτο και τον Γάιο Κάσσιο Λογγίνο, κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου τους. [11] Επέτυχε νίκη στη σκληρή μάχη των Φιλίππων το 42, στην οποία συμμετείχαν 200.000 στρατιώτες. Ο Πίσων διοικούσε στρατεύματα κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, αλλά ο ακριβής ρόλος του δεν είναι γνωστός. Απαλλαχθηκε και πάλι και επέστρεψε στη Ρώμη, όπου αρνήθηκε να συμμετάσχει στην πολιτική αρένα που ήταν υπό τον έλεγχο του κληρονόμου του Καίσαρα, Οκταβιανού (μετά γνωστού ως Αυγούστου).[7][11]

Κρίση διαδοχής του 23 π.Χ.

Επεξεργασία

Το 23, η κυριαρχία του Αυγούστου άρχισε να προκαλεί στον Αυτοκράτορα κάποιες πολιτικές δυσκολίες, οι οποίες επιδεινώθηκαν από την προφανή επιθυμία του να προετοιμάσει τον ανιψιό του Μ. Κ. Μάρκελλο ως πολιτικό κληρονόμο του. Τα προβλήματα στην πολιτική συμμαχία μεταξύ Αυγούστου, Λιβίας, Μαικήνα και Αγρίππα για τα σχέδια διαδοχής του είδαν τον Αύγουστο να ψάχνει γύρω για πιθανή υποστήριξη μέσα στη Σύγκλητο. [12] Με το τέλος του εκλεγμένου υπάτου, Αύλου Τερέντιου Βάρρωνα Μουρένα, πριν μπορέσει να αναλάβει το αξίωμα, ο Αύγουστος προσέφερε την υπατεία στον γνωστό δημοκρατικό -και αυτοκρατορικό αντίπαλο- Πίσωνα.[13] Το να γίνει ύπατος ήταν η υψηλότερη τιμή του ρωμαϊκού κράτους, και έτσι οι υποψήφιοι επιλέγονταν προσεκτικά από τον Αύγουστο. [14]

Αν και ο Αύγουστος ήλπιζε σαφώς να κερδίσει τον Πίσωνα, και στη διαδικασία όχι μόνο να απομακρύνει την προσοχή από τον Μάρκελλο, αλλά και να ενισχύσει τη φαντασία ότι η δημοκρατία εξακολουθεί να λειτουργεί, δεν είναι σαφές γιατί ο Πίσων δέχτηκε τον ρόλο μετά από τόσα χρόνια απόρριψης της νομιμότητας του Πριγκιπάτου. Πολλές εξηγήσεις έχουν δοθεί, συμπεριλαμβανομένης της αίσθησης του δημόσιου καθήκοντος, της αναβίωσης των πολιτικών του φιλοδοξών, της επιθυμίας να αναγερθεί η αξιοπρέπεια της οικογένειάς του μετά από μια μακρά περίοδο σκότους, ή της ελπίδας για υπατεία για τους δύο γιους του. [7] Ο Ερνστ Μπάντιαν, γράφοντας στο Oxford Classical Dictionary, λέει ότι η αποδοχή του της υπατείας, μαζί με την αποδοχή από τον Σέστιο Κουιρινάλι μιας επαρκούς υπατείας το ίδιο έτος, σηματοδότησε την "αποδοχή της νέας τάξης του Αυγούστου από τους παλαιούς δημοκρατικούς". [15]

Καθώς περνούσε το έτος, ο Αύγουστος αρρώστησε σοβαρά, εγκατέλειψε την υπατεία του, και καθώς η κατάστασή του χειροτέρευε, άρχισε να κάνει σχέδια για τη σταθερότητα του κράτους, αν πεθάνει. Ο Αύγουστος παρέδωσε στον συνύπατό του Πίσωνα όλα τα επίσημα έγγραφά του, μια έκθεση των δημόσιων οικονομικών και την εξουσία (imperium) επάνω σε όλα τα στρατεύματα στις επαρχίες, δηλώνοντας την πρόθεσή του ότι ο Πίσων, ως ύπατος, θα αναλάβει τη λειτουργία του κράτους κατά τη διάρκεια της υπατείας του. Ωστόσο, ο Αύγουστος έδωσε το δαχτυλίδι της διαδοχής στον φίλο του για όλη του τη ζωή, τον στρατηγό Αγρίππα, ένα σημάδι ότι ο Αγρίππας θα τον διαδεχόταν αν πέθαινε, όχι ο Πίσων. [16][17] Μετά την ανάκαμψη του Αυγούστου, ο Καλπούρνιος Πίσων ολοκλήρωσε το υπόλοιπο της θητείας του χωρίς απρόοπτα. Δεν υπάρχει κάποιο αρχείο για την κάλυψη οποιασδήποτε άλλης θέσης μετά την υπατεία του. [18][19]

Σημειώσεις

Επεξεργασία

[1] Ο Μπρόουτον υποστηρίζει ότι μπορεί να ήταν ο Γναίος Καλπούρνιος Πίσων Φρούγι, αλλά ο Σάυμ απορρίπτει την πιθανότητα.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. 1,0 1,1 «Calpurnii» (Ρωσικά)
  2. Syme 1986.
  3. Badian 2012a.
  4. Ward 1970.
  5. 5,0 5,1 Valerius Maximus 2004, σελ. 204.
  6. 6,0 6,1 Broughton 1952, σελ. 261.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Syme 1986, σελ. 368.
  8. Syme 1986, σελ. 330.
  9. Goldsworthy 2006.
  10. 10,0 10,1 Syme 1986, σελ. 245.
  11. 11,0 11,1 Smith 2005, σελ. 375.
  12. Holland 2004, σελ. 294.
  13. Swan 1967, σελ. 240.
  14. Mennen 2011, σελ. 129.
  15. Badian 2012b.
  16. Alston 2015, σελ. 248.
  17. Southern 2013, σελ. 120.
  18. Syme 1986, σελ. 384.
  19. Holland 2004.

Βιβλιογραφία

Επεξεργασία

Αρχαίες πηγές

Επεξεργασία
  • Appian (1913) [2nd century AD]. Civil Wars. Loeb Classical Library. Translated by White, Horace. Cambridge: Harvard University Press – via LacusCurtius.
  • Suetonius (2009) [AD 121]. Lives of the Caesars. Oxford World's Classics. Translated by Edwards, Catherine. Oxford University Press. ISBN 978-0-1995-3756-3.

Σύγχρονες πηγές

Επεξεργασία