Ο τελικός επρόκειτο να διεξαχθεί ανάμεσα στον πρωταθλητή Ευρώπης Άγιαξ και στην πρωταθλήτρια Νοτίου Αμερικής Νασιονάλ. Ο ΑΦΚ Άγιαξ αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διοργάνωση υποστηρίζοντας πως οι αθλητές της Νασιονάλ αγωνιζόταν αντιαθλητικά.[1] Παράλληλα είχε ήδη προκριθεί στον προημιτελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, το οποίο στη συνέχεια κατάκτησε για δεύτερη συνεχόμενη φορά και δεν διακινδύνεψε να έχει απώλειες από τραυματισμούς αθλητών του. Η ΦΙΦΑ κάλεσε τον Παναθηναϊκό να εκπροσωπήσει τη συμμετοχή του πρωταθλητή Ευρώπης καθώς ήταν ο φιναλίστ του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1971. Η πρωταθλήτρια Νοτίου Αμερικής με έδρα το Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης αποτέλεσε τον δεύτερο αντίπαλο. Κορυφαίος αθλητής της ήταν ο Αργεντινός επιθετικός Λουίς Αρτίμε ο οποίος είχε αναδειχθεί πρώτος σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Αργεντινής. Τερματοφύλακάς της ήταν ο διεθνής Βραζιλιάνος Μάνγκα ενώ οι περισσότεροι αθλητές της αγωνίζονταν στην εθνική ομάδα της Ουρουγουάης.[2] Στον τελικό του Κυπέλλου Λιμπερταδόρες η Νασιονάλ είχε επικρατήσει επί της Εστουάντες η οποία είχε κατακτήσει το τρόπαιο και τις τρεις προηγούμενες χρονιές.
Ο πρώτος αγώνας διεξήχθη στον Πειραιά στο Στάδιο Καραϊσκάκη και στο γήπεδο βρέθηκαν περίπου 35.000 θεατές (38.440 σύμφωνα με άλλες πηγές)[3][4]. Στο 21ο λεπτό του αγώνα ο Παναθηναϊκός είχε την πρώτη απώλεια καθώς μετά από χτύπημα του Ουμπίνιας ο Σάκης Κουβάς αποχώρησε από τον αγώνα τραυματίας.[2] Στο 48ο λεπτό ο Τότης Φυλακούρης έδωσε το προβάδισμα στον Παναθηναϊκό ανοίγοντας το σκορ του αγώνα. Στο 51ο λεπτό ο Λουίς Αρτίμε ισοφάρισε για τη Νασιονάλ και όλα έδειχναν ότι η συνέχεια του αγώνα θα ήταν εξίσου αμφίρροπη. Στο 60ο λεπτό όμως μετά από αντιαθλητική επέμβαση του Χούλιο Μοράλες, ο Γιάννης Τομαράς έπεσε λιπόθυμος στο έδαφος, έχοντας υποστεί διπλό κάταγμα κνήμης, με συνέπεια το πόδι του να κοπεί στα δύο και να τερματιστεί η η ελπιδοφόρα καριέρα του καθώς μετά την επιστροφή του ένα χρόνο αργότερα δεν κατάφερε να επανέρθει στα επίπεδα που βρισκόταν.[2]
Ο δεύτερος αγώνας διεξήχθη στο Μοντεβιδέο στο Στάδιο Σεντενάριο με 63.000 θεατές στο γήπεδο ενώ τον αγώνα παρακολούθησαν και 300 Έλληνες που ταξίδεψαν από την Ελλάδα.[5] Ο Λουίς Αρτίμε έδωσε το προβάδισμα με 1-0 στη Νασιονάλ. Στη συνέχεια ο Μίμης Δομάζος στο 46ο λεπτό και ο Αντώνης Αντωνιάδης στο 53ο λεπτό έχασαν μεγάλες ευκαιρίες για να ισοφαρίσουν. Την αναγκαστική αντεπίθεση του Παναθηναϊκού εκμεταλλεύτηκε η Νασιονάλ με το Λουίς Αρτίμε να σημειώνει το 2-0 στο 75ο λεπτό. Στο 89ο λεπτό ο Τότης Φυλακούρης μείωσε σε 2-1 για τον Παναθηναϊκό ενώ στη συνέχεια ο Μίμης Δομάζος είχε 2 ευκαιρίες να δώσει τον τίτλο στον Παναθηναϊκό. Με τη συμμετοχή του ο Παναθηναϊκός έγινε η πρώτη και μοναδική ελληνική ομάδα που συμμετείχε σε τελικό Διηπειρωτικού Κυπέλλου στο ποδόσφαιρο.[6]