Μαρία Αλανή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

αυτοκρατορική σύζυγος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: Η '''Μάρθα-Μαρία Μπαγκρατιόνι''' έγινε ευρύτερα γνωστή στο Βυζάντιο αλλά και στις ιστορικές συγγ...
(Καμία διαφορά)

Έκδοση από την 10:44, 7 Σεπτεμβρίου 2017

Η Μάρθα-Μαρία Μπαγκρατιόνι έγινε ευρύτερα γνωστή στο Βυζάντιο αλλά και στις ιστορικές συγγραφές ως Μαρία Αλανή, όπως εσφαλμένα την αποκαλούσαν στο Βυζάντιο. Η Μάρθα ήταν πριγκίπισσα της Γεωργίας που παντρεύτηκε δύο Βυζαντινούς αυτοκράτορες, τον Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα και τον Νικηφόρο Γ΄ Βοτανειάτη, ενώ ο γιός που απέκτησε με τον Μιχαήλ Ζ΄ ο Κωνσταντίνος Δούκας διετέλεσε συναυτοκράτορας του Αλέξιου Α΄ Κομνηνού. Την ομορφιά και τα χαρίσματά της τα περιγράφει με πολλούς επαίνους η Άννα Κομνηνή στην Αλεξιάδα[1].

Καταγωγή

Η Μάρθα Μπαγκρατιόνι γεννήθηκε το 1053 στη Γεωργία και ήταν κόρη του βασιλιά Μπαγκράτ Δ΄ από τον δεύτερό του γάμο με την Μπορένα την Αλανή (Βorena της Αλανίας). Σημειωτέον ότι πρώτη σύζυγος του Μπαγκράτ Δ΄ ήταν η Ελένη Αργυροπούλαινα, ανεψιά του Ρωμανού Γ΄ Αργυρού, η οποία απεβίωσε ένα χρόνο μετά το γάμο της. Σε ηλικία περίπου 5 ετών ο πατέρας της Μπαγκράτ Δ΄ , ανταποκρινόμενος στην επιθυμία της αυτοκράτειρας Θεοδώρας, έστειλε τη Μάρθα στην Κωνσταντινούπολη για να ανατραφεί υπό την κηδεμονία της αυτοκράτειρας. Τη στιγμή της άφιξης του παιδιού στην Πόλη, η Θεοδώρα αιφνιδίως πέθανε και η Μάρθα επέστρεψε στην πατρίδα της.

Με το Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα

Δέκα χρόνια αργότερα με τη μεσολάβηση της γιαγιάς της, της μητέρας του Μπαγκράτ, η Μάρθα θα ξαναπάρει το δρόμο για την Πόλη προκειμένου να συνάψει τους αρραβώνες της με τον διάδοχο του θρόνου Μιχαήλ Δούκα, γιό του Κωνσταντίνου του Ι΄. Ο γάμος της με τον διάδοχο έγινε το 1065, και εικάζεται ότι μετά την ανάρρησή της στον αυτοκρατορικό θρόνο μετονομάστηκε σε Μαρία (στο Βυζάντιο την αποκάλεσαν, κατά λάθος, Μαρία Αλανή). Δύο χρόνια αργότερα το 1067 πέθανε ο αυτοκράτορας πεθερός της και ενώ ο Μιχαήλ, σε ηλικία 17 ετών περίπου, διαδέχθηκε τυπικά τον πατέρα του για λίγους μόνο μήνες, καθώς η μητέρα του παντρεύτηκε το στρατηγό Ρωμανό Διογένη, ο οποίος τον Ιανουάριο του 1068 ανέλαβε τη βασιλική αρχή. Το 1071 στη μάχη του Ματζικέρτ οι Σελτζούκοι του Αλπ Αρσλάν αιχμαλώτισαν τον αυτοκράτορα Ρωμανό Δ'. Όταν όμως αυτός ελευθερώθηκε, ο Μιχαήλ Ζ΄ θορυβηθείς εξαπέστειλε στρατεύματα τα οποία συνέλαβαν τον Ρωμανό Δ' και τον τύφλωσαν. Σε αυτό το κλίμα το 1071 ο Μιχαήλ και η Μαρία ανεβαίνουν στο θρόνο και το 1074 γεννήθηκε ο διάδοχος Κωνσταντίνος.

Με το Νικηφόρο Γ΄ Βοτανειάτη

Το 1078 ο Νικηφόρος Βοτανειάτης επαναστάτησε ενάντια στο αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ´ και με τη σύμπραξη των Σελτζούκων Τούρκων βάδισε προς τη Νίκαια, όπου ανακήρυξε τον εαυτό του αυτοκράτορα. Η εκλογή του επικυρώθηκε από την αριστοκρατία και τον κλήρο, ενώ ο Μιχαήλ ο Ζ´, ανίκανος να αντιμετωπίσει την κατάσταση παραιτήθηκε από το θρόνο και έγινε μοναχός. Ο Νικηφόρος Γ΄ αρχικά επεδίωξε να παντρευτεί την Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, μητέρα του Μιχαήλ Ζ´ και χήρα του Κωνσταντίνου Ι΄ και Ρωμανού Δ΄. Αυτό το σχέδιο υπονομεύτηκε από τον Καίσαρα Ιωάννη Δούκα και ο Νικηφόρος τελικά επέλεξε να παντρευτεί τη Μαρία, τη χήρα του Μιχαήλ Ζ´, καθώς είχε ανάγκη την υποστήριξη της ισχυρής οικογένειας των Δουκών, ενώ η Μαρία δέχθηκε καθώς ήλπιζε να εξασφαλίσει έτσι το δικαίωμα του γιού της στη διαδοχή του θρόνου. Ο γάμος έγινε το 1078 και η Μαρία μετά τη συμβίωσή της με τον Μιχαήλ, άτομο με ενδιαφέροντα πνευματικά, αναγκάστηκε να ζήσει με κάποιον στρατιωτικό και κατά 50 χρόνια μεγαλύτερό της. Εν τούτοις, ο Νικηφόρος Γ' δεν αναγνώρισε τα δικαιώματα διαδοχής του γιού της Μαρίας Κωνσταντίνου Δούκα και υπέδειξε ως διάδοχο κάποιον ευνοούμενό του.

Ο Αλέξιος Α΄ Κομνηνός και ο γιός της

Στη συνωμοσία που εξυφάνθηκε εναντίον του Νικηφόρου το 1081 από τον Αλέξιο Α΄ Κομνηνό με τους αδερφούς του, η Μαρία συμπαρατάχθηκε με τους συνωμότες. Για να εξασφαλίσει την υποστήριξη των Δουκών, ο Αλεξιος Κομνηνός επανέφερε τον Κωνσταντίνο Δούκα, τον γιο της Μαρίας ως συναυτοκράτορα. Μάλιστα αργότερα τον αρραβώνιασε με την πρωτότοκο κόρη του, την Άννα. Και έτσι η Άννα Κομνηνή θα ανατραφεί στο σπίτι της Μαρίας ως μνηστή του Κωνσταντίνου. Όμως η γέννηση του γιου του Αλέξιου, Ιωάννη, το 1087 τερμάτισε την αναγνώριση του Κωνσταντίνου ως συναυτοκράτορα. Ο Κωνσταντίνος, όμως, συνέχισε να έχει φιλικές σχέσεις με τον αυτοκράτορα μέχρι τον αιφνίδιο θάνατό του, περίπου το 1095.

Εκτοπισμένη

Λίγα χρόνια μετά, η Μαρία εισέρχεται σε μοναστήρι, αλλά τελικά έζησε στο παλάτι της, στα Μάγγανα και στην ιδιοκτησία της στο κάστρο του Πετριτζού, στη Θράκη. Παρόλο που φορούσε το ράσο της μοναχής συνέχισε την κοινωνική της ζωή συναναστρεφόμενη λόγιους όπως τον νεοπλατωνιστή Ιωάννη Πετρίτσι, τον Ιωάννη Ιταλό και τον Θεοφύλακτο αρχιεπίσκοπο Αχρίδος, καθώς και τη φιλανθρωπική της δράση και το ενδιαφέρον της για τη Μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Όπως τεκμηριώνεται από τα έγγραφα της συνόδου Rouis-Ourbnisi το έτος 1103 βρισκόταν ακόμα στη ζωή και από αυτό συνάγεται ότι η Μάρθα-Μαρία Μπαγκρατιόνι έζησε πολλά χρόνια μετά την εκτόπισή της.

Επίλογος

Τα χρόνια που έζησε η Μάρθα-Μαρία Μπαγκρατιόνι στο Βυζάντιο ήταν χρόνια παρακμής και γεωγραφικής συρρίκνωσης της αυτοκρατορίας. Στην παρακμή αυτή είχε μερίδιο ευθύνης και ο Μιχαήλ Ζ΄ Δούκας. Αλλά και στη Γεωργία τα χρόνια αυτά δεν ήταν καθόλου καλύτερα, καθώς η χώρα ζούσε τους καταστροφικούς πολέμους με τους Σελτζούκους και υπήρχε μεγάλη δυστυχία και πείνα στον πληθυσμό.

Παραπομπές

  1. Alexidze Alexander: Μάρθα-Μαρία: μια εξέχουσα φυσιογνωμία στην ιστορία του βυζαντινού και γεωργιανού πολιτισμού. Στο βιβλίο της Μ. Κορομηλά: Οι Έλληνες στη Μαύρη Θάλασσα, Έκδοση Πολιτιστικής Εταιρείας "ΠΑΝΟΡΑΜΑ", Αθήνα 1991,σελ. 204-212, ISBN 960-85142-1-5