Νικηφόρος Γ΄ Βοτανειάτης
Ο Νικηφόρος Γ΄ Βοτανειάτης (1002[1] - 10 Δεκεμβρίου 1081) ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας (1078 - 1081). Ανήκε σε οικογένεια που ισχυριζόταν ότι κατάγεται από τη Δυναστεία των Φωκάδων.[2]. Ο Νικηφόρος Γ΄ είχε σημαντικό ρόλο την εποχή που ήταν αυτοκράτορας ο Κωνσταντίνος Ι΄ Δούκας, υποστήριξε τον Ισαάκιο Α΄ Κομνηνό στην επιτυχή του προσπάθεια να καταλάβει τον θρόνο και ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές στη "μάχη του Πολέμωνος". Επαναστάτησε εναντίον του ανίκανου αυτοκράτορα Μιχαήλ Ζ΄, διεκδίκησε και πήρε τον θρόνο (1078), τον βοήθησαν οι Σελτζούκοι. Ο Μιχαήλ Ζ΄ Δούκας βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση επειδή την ίδια εποχή επαναστάτησε και ο περίφημος στρατηγός Νικηφόρος Βρυέννιος ο Πρεσβύτερος, παραιτήθηκε και κλείστηκε σε μοναστήρι, τον διαδέχθηκε ο Νικηφόρος ως Νικηφόρος Γ΄.
Νικηφόρος Γ΄ Βοτανειάτης | |
---|---|
Περίοδος | 7 Ιανουαρίου 1078 - 4 Απριλίου 1081 |
Προκάτοχος | Μιχαήλ Ζ΄ Δούκας |
Διάδοχος | Αλέξιος Α´ Κομνηνός |
Γέννηση | 1002 |
Θάνατος | 10 Δεκεμβρίου 1081 (79 ετών) Κωνσταντινούπολη |
Σύζυγος | Μαρία Αλανή |
Οίκος | Βοτανειάται |
Σχετικά πολυμέσα | |
δεδομένα ( ) |
Με τη στέψη του ο Νικηφόρος Γ΄ προσπάθησε να παντρευτεί την Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα αλλά απέτυχε, παντρεύτηκε τελικά τη Μαρία Αλανή πρώην σύζυγο του προκατόχου του Μιχαήλ Ζ΄. Ο Νικηφόρος Γ΄ αντιμετώπισε στην αρχή εξεγέρσεις στις οποίες συμμετείχαν πολλοί Αρμένιοι πρίγκιπες και δύο Παυλικιανοί αρχηγοί. Σταδιακά εξαρτήθηκε πλήρως από τον Αλέξιο Α΄ Κομνηνός που τον διαδέχτηκε όταν αναγκάστηκε να παραιτηθεί ύστερα από επανάσταση (1081). Ο Ροβέρτος Γυισκάρδος επιτέθηκε στη Βυζαντινή αυτοκρατορία με το πρόσχημα ότι ο Νικηφόρος Γ΄ αρνήθηκε να ορίσει Συναυτοκράτορα τον γιο του Μιχαήλ Ζ΄ και της Μαρίας Αλανής Κωνσταντίνο όπως είχε υποσχεθεί. Ο υπέργηρος Νικηφόρος Βοτανειάτης αποσύρθηκε στην εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Περιβλέπτου και πέθανε την ίδια χρονιά.
Πρώτα χρόνια
ΕπεξεργασίαΤα πρώτα χρόνια υπηρέτησε σαν στρατηγός τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο Θ΄ τον Μονομάχο, έγινε κυβερνήτης του θέματος Ανατολής, του Θέματος Κύπρου και διοικητής του στρατού στην Ασία. Διετέλεσε Δούκας της Αντιόχειας και Δούκας της Εδέσσης, κατείχε επίσης τους τίτλους του "Μάγιστρου" και του "Βεστάρχη".[3]. Συνδέθηκε στενά με τον μετέπειτα αυτοκράτορα Ισαάκιο Α΄ από τη Δυναστεία των Κομνηνών, τον βοήθησε να ανέβει στον θρόνο (1057) και ήταν ένας από τους πρωταγωνιστές στη "μάχη του Πολέμωνος".[4] Ο Νικηφόρος ήταν ικανός και πετυχημένος στρατηγός αλλά στη διάρκεια της θητείας του υπέστη πολλές φορές σημαντικές ήττες και ταπεινώσεις. Οι Ογούζοι Τούρκοι επιτέθηκαν στα Βαλκάνια, ο ίδιος και ο δούκας Βασίλειος Αποκάπης προσπάθησαν να υπερασπιστούν την περιοχή αλλά γνώρισε τη συντριβή και αιχμαλωτίστηκε. Η έκρηξη θανατηφόρας επιδημίας στο στρατόπεδο των Τούρκων επέφερε την απελευθέρωση των αιχμαλώτων, οι περισσότεροι επιζώντες επανήλθαν στον Βυζαντινό στρατό.[5]
Όταν πέθανε ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ι΄ (1067) ο Νικηφόρος Γ΄ ήταν ένας από τους υποψήφιους μνηστήρες για τη χήρα του Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, τελικά εκείνη επέλεξε τον γενναίο στρατηγό Ρωμανό Δ΄ Διογένη που έγινε ο επόμενος αυτοκράτορας. Ο Ρωμανός Διογένης δεν του είχε εμπιστοσύνη και τον απέκλεισε από τη Μάχη του Μαντζικέρτ, ο Νικηφόρος αποσύρθηκε στα πατρικά του κτήματα στην Ανατολή. Ο Μιχαήλ Ζ΄ τον διόρισε ξανά στρατηγό στο Θέμα Ανατολικών και αρχηγό των στρατευμάτων του στη Μικρά Ασία.[6] Οι Νορμανδοί μισθοφόροι επαναστάτησαν, ο αυτοκράτορας έστειλε στρατεύματα με αρχηγό τον θείο του Καίσαρα Ιωάννη Δούκα αλλά ηττήθηκαν και ο Καίσαρας αιχμαλωτίστηκε.[7]
Άνοδος στον θρόνο
ΕπεξεργασίαΟ Νικηφόρος Γ΄ επαναστάτησε εναντίον του Μιχαήλ Ζ΄ και του υπουργού Οικονομικών Νικηφορίτζη, με τη βοήθεια των Σελτζούκων συγκέντρωσε στρατό βάδισε στη Νίκαια και ανακηρύχτηκε αυτοκράτορας. Ο στρατηγός Νικηφόρος Βρυέννιος διεκδίκησε και αυτός τον θρόνο αλλά η εκλογή του Νικηφόρου Γ΄ επικυρώθηκε από την αριστοκρατία και τον κλήρο, ο Μιχαήλ Ζ΄ αποσύρθηκε στη Μονή Στουδίου. Ο Νικηφόρος Γ΄ εισήλθε στην Κωνσταντινούπολη θριαμβευτικά, ο πατριάρχης Κοσμάς Α΄ Ιεροσολυμίτης τον έστεψε αυτοκράτορα (24 Μαρτίου 1078).[8] Με τη βοήθεια του στρατηγού Αλέξιου Κομνηνού νίκησε τον Νικηφόρο Βρυέννιο και τους υπόλοιπους διεκδικητές αλλά δεν μπόρεσε να διώξει τους Σελτζούκους από τη Μικρά Ασία.[9]
Ο Νικηφόρος Γ΄ ήθελε να ισχυροποιήσει τη θέση του στον θρόνο, αναζήτησε γάμο με την Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα χήρα του Κωνσταντίνου Ι΄ και του Ρωμανού Διογένη, οι προσπάθειες του υπονομεύτηκαν από τον Καίσαρα Ιωάννη Δούκα, παντρεύτηκε τελικά τη Μαρία της Αλανίας.[9] Η επιλογή αυτή ήταν εναντίον στους εκκλησιαστικούς κανόνες επειδή η Μαρία ήταν ήδη παντρεμένη με τον Μιχαήλ Ζ΄, ο σύζυγος της ζούσε ακόμα αν και είχε αποσυρθεί σε μοναστήρι. Ο Νικηφόρος Γ΄ δεν αναγνώρισε τα κληρονομικά δικαιώματα του γιου της Μαρίας Κωνσταντίνου, δεν τον έστεψε Συναυτοκράτορα όπως όφειλε αντίθετα προωθούσε τον ανεψιό του Νικηφόρο Συναδινό, η στάση αυτή τον έφερε σε σύγκρουση με τη Δυναστεία των Δουκών. Η βασιλεία του Νικηφόρου Γ΄ ήταν αποτυχημένη, οι αυλικοί του αποξενώθηκαν με την προηγούμενη γραφειοκρατία των ανακτόρων και υποτιμήθηκε το Βυζαντινό νόμισμα.[10]
Η ανεξαρτησία της Αρμενίας
ΕπεξεργασίαΣτην εποχή του ο τελευταίος βασιλιάς του Αρμενικού βασιλείου του Ανί, Γκαζίκ Β΄ που είχε καταλυθεί από τους Βυζαντινούς (1045) δολοφονείται στην Καισάρεια της Καππαδοκίας από φανατικούς Ορθοδόξους λόγω προστριβών σχετικά με το δόγμα της Αρμενικής εκκλησίας η οποία είχε δεχτεί τον Μονοφυσιτισμό από τον 6ο αιώνα. Ο πρίγκιψ Ρουπέν Α΄ της Αρμενίας από τον Οίκο των Ρουπενιδών συγγενής του Γκαζίκ Β΄ που ανήκε στον Οίκο των Βαγρατιδών κατέλαβε την πόλη Σις (σημερινό Κοζάν) κοντά στα Άδανα της Κιλικίας. Ο Ρουπέν Α΄ έγινε ο πρώτος Πρίγκιπας της Μικρής Αρμενίας με πρωτεύουσα τη Σις (1080). Το πριγκιπάτο θα προαχθεί στο Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας (1199) με πρώτο βασιλιά τον Λέων Β΄ της Αρμενίας, επιβίωσε συνολικά περίπου τρεις αιώνες ως την κατάλυσή του απο τους Μαμελούκους (1375) την εποχή του Λέων ΣΤ΄ της Αρμενίας.
Επαναστάσεις
ΕπεξεργασίαΟι επαναστάσεις ξεκίνησαν σύντομα: εκτός από τη Βυζαντινή αριστοκρατία και τους Αρμένιους πρίγκιπες, επαναστάτησαν στη Θράκη δύο Παυλικιανοί ηγέτες, οι οποίοι θα προκαλέσουν μεγάλη θρησκευτική σύγκρουση, που θα κάνει πολύ δύσκολη την καταστολή της.[11] Ο Νικηφόρος Γ΄ συνδέθηκε στενά με τον ικανό στρατηγό Αλέξιο Κομνηνό, που κατέστειλε την επανάσταση του Νικηφόρου Βασιλάκη στα Βαλκάνια (1079), αλλά κατηγορήθηκε ότι υποκίνησε την επανάσταση τού γαμπρού του, στρατηγού Νικηφόρου Μελισσηνού, στην Ανατολή (1080). Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία δέχτηκε επίθεση από τον πρίγκιπα Ροβέρτο Γυισκάρδο της Απουλίας, ο οποίος διεκδικούσε τον θρόνο για λογαριασμό τού μικρού Κωνσταντίνου Δούκα, που είχε αρραβωνιαστεί την κόρη του Έλενα.[12] Ο Αλέξιος Κομνηνός γινόταν εν τω μεταξύ όλο και περισσότερο ισχυρός· ο δολοπλόκος καίσαρας Ιωάννης Δούκας αποφάσισε να ανατρέψει τον Νικηφόρο Γ΄ και να τον αντικαταστήσει με τον Αλέξιο.[13]
Ανατροπή
ΕπεξεργασίαΟ Νικηφόρος Γ΄ απέτυχε να κερδίσει την υποστήριξη των Σελτζούκων και του στρατηγού Νικηφόρου Κομνηνού με τους οποίους ήταν πάντοτε εχθροί, μετά το αιματηρό πραξικόπημα του 1081 παραιτήθηκε για χάρη της δυναστείας των Κομνηνών. Ο Νικηφόρος Γ΄ είχε συγγενικές σχέσεις με τον διάδοχο του Αλέξιο Α΄ αφού ένας εγγονός του είχε παντρευτεί την κόρη του μεγαλύτερου αδελφού του Μανουήλ Κομνηνού. Ο έκπτωτος και ηλικιωμένος αυτοκράτορας αποσύρθηκε στην εκκλησία της Αγίας Μαρίας της Περίβλεπτου όπου και πέθανε αργότερα την ίδια χρονιά.[4]
Νομίσματα
ΕπεξεργασίαΣτην εποχή του κυκλοφόρησαν ιστάμενα και τεταρτηρά από ήλεκτρο, αργυρά ολόκληρα ή στα 2/3 του μιλιαρησίου και χάλκινες φόλλεις[εκκρεμεί παραπομπή]. Το ότι δεν κόπηκαν χρυσά νομίσματα αλλά μόνο εξ ηλέκτρου, φανερώνει τη μεγάλη οικονομική κατάπτωση.[14]
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΝυμφεύτηκε πρώτα τη Βεβντένε. Φαίνεται πως είχε τουλάχιστον ένα τέκνο.
Έπειτα ο Νικηφόρος Γ΄ έκανε δεύτερο γάμο με τη Μαρία των Βαγρατιδών, κόρη του Βαγράτιος Δ΄ της Γεωργίας και της 2ης συζύγου του Μπορένα της Αλανίας. Δεν απέκτησε απογόνους από το γάμο αυτόν.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Alexander Canduci, Triumph & Tragedy: The Rise and Fall of Rome's Immortal Emperors, σελ. 275, Pier 9 (2010), ISBN 978-1-74196-598-8
- ↑ Αλέξανδρος Καζντάν, Βυζαντινό Λεξικό της Οξφόρδης, τ. III, σελ. 1479, Oxford University Press (1991)
- ↑ Γεώργιος Α. Λεβενιώτης, Η πολιτική κατάρρευση του Βυζαντίου στην ανατολή, Θεσσαλονίκη 2007, σελίδα 535
- ↑ 4,0 4,1 Αλεξάντρ Καζντάν (1991), Βυζαντινό Λεξικό της Οξφόρδης, σ. 1479
- ↑ Curta 2006, σ. 298
- ↑ Norwich 1993, σ. 360
- ↑ Finlay 1844, σ. 52
- ↑ Norwich 1993, σ. 361
- ↑ 9,0 9,1 Norwich 1996, σ. 3
- ↑ Finlay 1844, σ. 56
- ↑ Finlay 1844, σ. 57
- ↑ Norwich 1996, σ. 15
- ↑ Finlay 1844, σ. 60
- ↑ David R. Sear, Byzantine coins & their values, Seaby Ltd., 2nd edition 1996
Πηγές
Επεξεργασία- Αλεξάντρ Καζντάν (1991), Βυζαντινό Λεξικό της Οξφόρδης
- Curta, Florin (2006), Southeastern Europe in the Middle Ages, 500–1250, Cambridge University Press.
- Finlay, George (1844), History of the Byzantine and Greek Empires from 1057–1453, 2, William Blackwood & Sons.
- Norwich, John Julius (1993), Byzantium: The Apogee, Penguin.
- Norwich, John Julius (1996), Byzantium: The Decline and Fall, Penguin.