Ο Ερμανάριχος[2], Ermanaric, [α] (απεβ. το 376) ήταν ένας Γότθος βασιλιάς των Γρευθούνγιων, που πριν από την εισβολή των Ούννων κυβέρνησε προφανώς ένα σημαντικό τμήμα του Όιουμ, το τμήμα της Σκυθίας που κατοικούσαν οι Γότθοι εκείνη την εποχή. Αναφέρεται σε δύο ρωμαϊκές πηγές: τα σύγχρονα γραπτά του Ammianus Marcellinus και στο Getica από τον ιστορικό του 6ου αι. Ιορδάνη. Εμφανίζεται επίσης σε μυθιστορηματική μορφή σε μεταγενέστερους ηρωικούς θρύλους της Γερμανίας.

Ερμανάριχος
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Hermanaricus (Λατινικά)
Γέννηση265 (περίπου)
Θάνατος376 (περίπου)[1]
Συνθήκες θανάτουαυτοκτονία
ΘρησκείαΠαγανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΤέκναHunimundo
ΓονείςAchiulf
ΟικογένειαΔυναστεία των Αμαλών
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΒασιλιάς των Οστρογότθων

Οι σύγχρονοι ιστορικοί διαφωνούν σχετικά με το μέγεθος του βασιλείου του Eρμανάριχ. Ο Χέρβιχ Βόλφραμ υποστηρίζει ότι κάποια στιγμή κυβέρνησε ένα βασίλειο που εκτεινόταν από τη Βαλτική Θάλασσα έως τον Εύξεινο Πόντο μέχρι τα ανατολικά ως τα Ουράλια Όρη. [3] Ο Πήτερ Χήδερ είναι δύσπιστος ως προς τον ισχυρισμό ότι ο Ερμανάριχ κυβέρνησε όλους τους Γότθους εκτός από τους Τερβίνγιους, και επιπλέον επισημαίνει το γεγονός ότι μία τέτοια τεράστια αυτοκρατορία θα ήταν μεγαλύτερη από οποιαδήποτε γνωστή γοτθική πολιτική μονάδα, ότι θα είχε αφήσει μεγαλύτερα ίχνη στις πηγές και ότι οι πηγές -στις οποίες βασίζεται ο ισχυρισμός- δεν είναι αρκετά αξιόπιστες, ώστε να ληφθούν στην ονομαστική τους αξία. [4]

Ετυμολογία Επεξεργασία

Το πρώτο στοιχείο του ονόματος Ermanaric φαίνεται να βασίζεται στην πρωτογερμανική ρίζα * ermena-, που σημαίνει «καθολική». [5] Το δεύτερο στοιχείο προέρχεται από το στοιχείο * -rīks, Γοτθικά reiks, που σημαίνει «ηγεμόνας». Αυτό απαντάται συχνά στα γοτθικά βασιλικά ονόματα. [6]

Στις ρωμαϊκές πηγές Επεξεργασία

Σύμφωνα με τον Αμμιανό, ο Ερμανάριχ ήταν «ένας πιο πολεμοχαρής βασιλιάς» που τελικά αυτοκτόνησε, αντιμέτωπος με την επιθετικότητα των Αλανών και των Ούννων, που εισέβαλαν στα εδάφη του τη δεκαετία του 370. Ο Aμμιανός λέει ότι "κυβέρνησε σε εκτεταμένα ευρείες και εύφορες περιοχές". [7] [8] Ο Αμμιανός λέει επίσης ότι μετά το τέλος του Ερμανάριχ, νέος βασιλιάς εξελέγη κάποιος Βιθίμιρις.

Σύμφωνα με την Getica του Ιορδάνη, ο Eρμανάριχ κυβέρνησε το βασίλειο του Oium. Ο Ιορδάνης τον περιγράφει ως «Αλέξανδρο των Γότθων», που «κυβέρνησε όλα τα έθνη της Σκυθίας και της Γερμανίας, σαν να ήταν δικά του». Ο Ιορδάνης αναφέρει επίσης ότι ο βασιλιάς σκότωσε μία νεαρή γυναίκα με το όνομα Σουνίλδα (Σβανχίλδρ) με τη χρήση αλόγων, λόγω της απιστίας της. Τότε τα δύο αδέλφια της, ο Σάρος και ο Άμμιος, τραυμάτισαν βαριά τον Ερμανάριχ, αφήνοντάς τον ανίκανο να υπερασπιστεί το βασίλειό του από τις επιδρομές των Ούννων. Παραλλαγές αυτού του μύθου είχαν μία βαθιά επίδραση στη μεσαιωνική γερμανική λογοτεχνία, συμπεριλαμβανομένης της Αγγλίας και της Σκανδιναβίας (βλ. γιοι του Γιόναρκ). Ο Ιορδάνης ισχυρίζεται ότι κυβέρνησε με επιτυχία τους Γότθους μέχρι το τέλος του σε ηλικία 110 ετών.

Ο Έντουαρντ Γκίμπον δίνει την εκδοχή του Aμμιανού και του Ιορδάνη ως ιστορική, αναφέροντας ότι ο Ερμανάριχ κατέκτησε διαδοχικά, κατά τη διάρκεια μίας βασιλείας περίπου 30 ετών -από το 337 έως το 367- τους δυτικούς Γότθους, τους Ερούλους, τους Βενέδιους και τους Αιστίους, ιδρύοντας ένα βασίλειο που κυμαινόταν από τη Βαλτική ως τον Εύξεινο Πόντο. [9] και απεβίωσε σε ηλικία 110 ετών από ένα τραύμα, που προκάλεσαν τα αδέλφια μίας γυναίκας, την οποία είχε εκτελέσει βάναυσα για την εξέγερση του συζύγου της. Τον διαδέχθηκε ο αδελφός του Βιθίμιρις. [10]

Σε γερμανικές πηγές και θρύλους Επεξεργασία

Ο Eρμανάριχ εμφανίζεται σε μία ποικιλία διαφορετικών ηρωικών γερμανικών θρύλων.

Το Ιορμούνρεκ (Jörmunrekkr) είναι η σκανδιναβική μορφή του ονόματος. [11] Ο Eρμανάρικ εμφανίζεται στον αγγλοσαξονικό και σκανδιναβικό θρύλο. Στον πρώτο, το ποίημα Μπέογουλφ επικεντρώνεται στην εικόνα των «μαγιών και του μίσους του Eορμένρικ». [12] Περιγράφεται στο ποίημα του 10ου αι. Ντέορ ως ένας ισχυρός, αλλά προδοτικός βασιλιάς: "Έχουμε ακούσει για το σαν λύκου μυαλό του Εορμάνρικ: παντού κυβέρνησε τους ανθρώπους του βασιλείου των Γότθων: ήταν ένας σκληρός βασιλιάς". [11]

Το τέλος της Σβανχιδρ (Svanhildr Sigurðardóttir) και ο μετέπειτα θάνατος του Eρμανάρικ (Jörmunrek) στα χέρια των γιων του Γιόνακρ κατέχει σημαντική θέση στον κόσμο του γερμανικού θρύλου. Η ιστορία επαναλαμβάνεται σε πολλές βορειοευρωπαϊκές ιστορίες, συμπεριλαμβανομένης της Ισλανδικής Έμμετρης Έντας (Hamðismál and Guðrúnarhvöt), της Πεζής Έντα και τού Έπους Βόλσουνγκα. Η νορβηγική Ragnarsdrápa, η Δανεζική Gesta Danorum και το γερμανικό Nibelungenlied [13] και τα Χρονικά του Κβέντλινμπουργκ.

Στο σκανδιναβικό Thidreks Saga, μεταφρασμένο από πηγές της κάτω γερμανικής γλώσσας, ο Eρμανάρικ δεν συμβουλεύεται τον δόλιο σύμβουλό του Bicke, Bikka, Sifka ή Seveke (που θέλει να εκδικηθεί για τον βιασμό της γυναίκας του από τον Eρμανάρικ), [14] με αποτέλεσμα ο βασιλιάς βάζει τη γυναίκα του σε θάνατο για υποτιθέμενη μοιχεία με τον γιο του. [15] Στη συνέχεια ακρωτηριάζεται από τους κουνιάδους του για εκδίκηση. [16]

Στα Μέση Υψηλά Γερμανικά ποιήματα Dietrichs Flucht, the Rabenschlacht και Alpharts Tod για τον Ντήτριχ της Βέρνης, ο Eρμανάρικ είναι ο θείος του Ντήτριχ, που έχει οδηγήσει τον ανιψιό του στην εξορία. [17] Το πρώιμο μοντέρνο κάτω γερμανικό ποίημα Ermenrichs Tod αφηγείται μία συγκεχυμένη εκδοχή του τέλους του Eρμανάρικ, που θυμίζει τη σκηνή που αναφέρεται στο Ιορδάνη και τον σκανδιναβικό μύθο. [18]

Το όνομα Επεξεργασία

Το γοτθικό όνομα του Eρμανάρικ ανακατασκευάζεται ως *Airmanareiks. Καταγράφεται στις διάφορες λατινοποιημένες μορφές:

  • στη Getica του Ιορδάνη λέγεται Ερμανάρικος ή Χερμανάρικος, αλλά μερικά από τα χειρόγραφα έχουν ακόμη και Αρμανάρικους, Χερμερίκους, Χερμανάρικους κ.λπ.
  • στο Res gestae του Αμμιανού, είναι Ermenrichus (το όνομά του εμφανίζεται μόνο μία φορά).

Στο μεσαιωνικό γερμανικό ηρωικό μύθο, το όνομα εμφανίζεται ως:

Δεδομένου ότι το όνομα Heiðrekr μπορεί να συγχέεται με το Ermanaric μέσω της λαϊκής ετυμολογίας, το Ermanaric είναι πιθανόν να ταυτίζεται με τον Heiðrekr Ulfhamr του έπους Χερβαράρ.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Σημειώσεις Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. www.deutsche-biographie.de/pnd118911309.html. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. Μπογδάντσαλης 2020, σελ. 39.
  3. Wolfram, Herwig (1997). The Roman Empire and Its Germanic Peoples. University of California Press. σελ. 27. ISBN 0-520-08511-6. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2013. 
  4. Heather, Peter (1991). Goths and Romans 332-489. Oxford University Press. σελίδες 86–89. ISBN 0-19-820234-2. 
  5. Gillespie 1973, σελ. 39.
  6. Gillespie 1973, σελ. 30.
  7. Michael Kulikowski (2007), Rome's Gothic Wars, σελ. 111, 112, ISBN 9780521846332 
  8. Ammianus Marcellinus, Thayer, επιμ., Res Gestae XXXI 3, https://penelope.uchicago.edu/Thayer/E/Roman/Texts/Ammian/31*.html#3 
  9. Edward Gibbon, The Decline And Fall Of The Roman Empire, (The Modern Library, 1932), chap. XXV., pp. 890, 891
  10. Gibbon, Ibid. chap. XXVI., pp. 920, 921
  11. 11,0 11,1 Deor, quoted in J R R Tolkien, The Legend of Sigurd and Gudrun (London 2009) p. 322-323.
  12. Seamus Heaney trans., Beowulf (London 2000) p. 40
  13. Lettsom, William Nanson; Carpenter, William H. (1901), The Nibelungenlied, Colonial Press, https://archive.org/stream/nibelungenlied00lettuoft/nibelungenlied00lettuoft_djvu.txt, ανακτήθηκε στις 7 May 2011 
  14. Gillespie 1973, 117
  15. J. R. Tanner ed., The Cambridge Medieval History Vol VI (Cambridge 1929) p. 839
  16. Tom Shippey, The Road to Middle-Earth (London 1992) p. 16
  17. Heinzle 1999, pp. 4-7
  18. Millet 2008, p. 475

Πηγές Επεξεργασία

  • Μπογδάντσαλης, Δημήτριος (2020). Οι Γότθοι στη Θράκη και οι σχέσεις τους με το Βυζάντιο. Κομοτηνή: Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. doi:10.26257/heal.duth.12625. 
  • Gillespie, George T. (1973). Catalogue of Persons Named in German Heroic Literature, 700-1600: Including Named Animals and Objects and Ethnic Names. Oxford: Oxford University. ISBN 9780198157182.
  • Heinzle, Joachim (1999). Einführung in die mittelhochdeutsche Dietrichepik. Berlin, New York: De Gruyter. pp. 58–82. ISBN 3-11-015094-8.
  • Millet, Victor (2008). Germanische Heldendichtung im Mittelalter. Berlin, New York: de Gruyter. pp. 332–370. ISBN 978-3-11-020102-4.