Με τον όρο Αγγλοσάξονες (αγγλικά: Anglo-Saxons) περιγράφεται μια ομάδα λαών γερμανικής καταγωγής, οι οποίοι κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 5ου μ.Χ. αιώνα, ξεκινώντας από την ευρύτερη περιοχή της βόρειας Γερμανίας, εισέβαλαν στα Βρετανικά νησιά υποτάσσοντας τους ντόπιους κελτικούς πληθυσμούς. Πιο συγκεκριμένα, στην ομάδα αυτή περιλαμβάνονται οι Άγγλοι, οι Σάξονες και οι Γιούτοι. Οι Άγγλοι, όπως και οι γείτονές τους Σάξονες, ξεκίνησαν από την περιοχή Σλέσβιχ-Χόλσταϊν στο νότιο ήμισυ της χερσονήσου της Γιουτλάνδης (βορειότερο άκρο της σημερινής Γερμανίας), ενώ οι Γιούτοι κατοικούσαν στο βόρειο ήμισυ της χερσονήσου της Γιουτλάνδης (τμήμα της σημερινής Δανίας).

Αγγλοσαξονική μετανάστευση, 5ος αιώνας μ.Χ.

Ως αγγλοσαξονική ορίζεται η περίοδος της βρετανικής ιστορίας από την αρχική εγκατάσταση των Αγγλοσαξόνων (περίπου 450 μ.Χ.) μέχρι τη νορμανδική κατάκτηση (1066 μ.Χ.), περίοδος μέσα στην οποία συντελείται βαθμιαία η ομογενοποίηση των γερμανικών με τα κελτικά/βρετανικά φύλα και η δημιουργία του Αγγλικού Έθνους. [1][2]

Ιστορία Επεξεργασία

Στις αρχές του 5ου μ.Χ. αιώνα, το δυτικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα από τις επιδρομές βαρβαρικών λαών και ουσιαστικά βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο πριν από την κατάρρευσή του. Το 410 μ.Χ. αποσύρονται από τη Βρετανία τα τελευταία ρωμαϊκά στρατεύματα, για να ενισχύσουν την άμυνα της Ρώμης ενάντια στους Βησιγότθους. Την εποχή αυτή, η οποία σε γενικές γραμμές συμπίπτει χρονικά με την άφιξη των πρώτων Αγγλοσαξόνων, οι κύριοι κάτοικοι των νησιών είναι λαοί κελτικής προέλευσης, όπως οι Σκώτοι και οι Πίκτοι στον βορρά, και οι Βρετανοί καθώς και κάποιοι εναπομείναντες ρωμαϊκοί πληθυσμοί στον νότο. Οι λαοί αυτοί, μετά την απόσυρση των ρωμαϊκών λεγεώνων άρχισαν να συγκρούονται μεταξύ τους. Στη σύγκρουση αυτή, οι Βρετανοί με τη βοήθεια μισθοφόρων από τις νεοφερμένες γερμανικές φυλές κατάφεραν να αντιμετωπίσουν τους Πίκτους και τους Σκώτους. Ωστόσο, οι Αγγλοσάξονες, μετά τη νίκη τους αυτή και αφού δεν έμειναν ικανοποιημένοι από τα εδάφη που έλαβαν ως αποζημίωση, βρήκαν κάποιο πρόσχημα και εγκατέλειψαν τους Βρετανούς συμμαχώντας με τους Πίκτους. Από το σημείο αυτό, αρχίζουν να κατακτούν σταδιακά την ενδοχώρα. Η κατάκτηση αυτή θα είναι μια αργή διαδικασία που θα διαρκέσει πάνω από έναν αιώνα.

Επταρχία Επεξεργασία

Κύριο λήμμα: Επταρχία
 
Η επονομαζόμενη "Αγγλοσαξονική Επταρχία", 802 μ.Χ.

Στις περιοχές όπου εγκαταστάθηκαν οι Άγγλοι, δηλαδή βόρεια, βορειοανατολικά και κεντρικά της σημερινής Αγγλίας, δημιουργήθηκαν αργότερα τα βασίλεια της Μερκίας, της Νορθουμβρίας και της Ανατολικής Αγγλίας. Οι Σάξονες εγκαταστάθηκαν κυρίως στο νότιο τμήμα του νησιού, όπου αργότερα προέκυψαν τα βασίλεια Έσσεξ, Σάσσεξ και Ουέσσεξ. Τέλος, η περιοχή που κατείχαν οι Γιούτοι στο νοτιοανατολικό άκρο της Αγγλίας θα μετεξελιχθεί στο βασίλειο του Κεντ. Αυτά τα επτά βασίλεια αποτέλεσαν την επονομαζόμενη "Αγγλοσαξονική Επταρχία".

Κατά την άφιξή τους στη Βρετανία οι αγγλοσαξονικοί λαοί έφεραν μαζί τις παγανιστικές συνήθειές τους εκτοπίζοντας τους εκχριστιανισμένους πληθυσμούς προς την περιοχή της σημερινής Ουαλίας. Ωστόσο, σύντομα η κατάσταση αναστράφηκε και ξεκίνησε η διαδικασία εκχριστιανισμού τους, η οποία ακολούθησε δύο διαφορετικές πορείες: Η πρώτη ξεκίνησε από την Κελτική Εκκλησία, η οποία με έδρα την Ιρλανδία, τη Σκωτία και την Ουαλία έδρασε ιεραποστολικά από τον 5ο έως τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Από τη μονή της Αϊόνα, που ιδρύθηκε το 563 μ.Χ. από τον Άγιο Κολούμπα, ξεκίνησαν ιεραποστολές για τον προσηλυτισμό των ειδωλολατρών Αγγλοσαξόνων με κατεύθυνση από βορρά προς νότο. Στα πλαίσια των ιεραποστολών αυτών, ο βασιλιάς της Νορθουμβρίας Όσβαλντ ασπάσθηκε τον χριστιανισμό. Το δεύτερο κύμα εκχριστιανισμού προήλθε από τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και ακολούθησε αντίθετη κατεύθυνση ξεκινώντας από το νότο. Ο πάπας Γρηγόριος Α' έστειλε τον βενεδικτίνο μοναχό Αυγουστίνο στην αυλή του βασιλιά του Κεντ Έθελμπερτ, του οποίου η σύζυγος ήταν χριστιανή, για να προσηλυτίσει τους Αγγλοσάξονες. Η πόλη του Καντέρμπουρυ έγινε έδρα της ρωμαιοκαθολικής ιεραποστολής και έδρα αρχιεπισκοπής με πρώτο αρχιεπίσκοπο τον Αυγουστίνο, ο οποίος έμεινε γνωστός ως Αυγουστίνος του Καντέρμπερι. Ανάμεσα στα δύο ρεύματα εκχριστιανισμού δημιουργήθηκαν αρκετές διαφορές. Η Εκκλησία της Αϊόνα, αφού προσηλύτισε τους Αγγλοσάξονες, διαφοροποιήθηκε από τη Ρώμη αναπτύσσοντας δικές της θεωρίες, παρόμοιες με τα δόγματα των Ανατολικών Ορθοδόξων Εκκλησιών. Έτσι, οι Κέλτες παρέμεναν πιστοί στην αρχική παράδοση για τον εορτασμό του Πάσχα, τον οποίο είχε αναθεωρήσει η Ρώμη, και χρησιμοποιούσαν την ελληνική και όχι τη λατινική γλώσσα στις τελετουργίες τους. Η κατάσταση ξεκαθάρισε το 664 μ.Χ. στη Σύνοδο του Γουίτμπι, όπου έλαβε χώρα η μεγαλύτερη διαμάχη μεταξύ των αντιπροσώπων της Κελτικής και της Ρωμαϊκής Εκκλησίας. Σε αυτήν τα αγγλοσαξονικά βασίλεια απέρριψαν την Κελτική Εκκλησία και επέλεξαν τη Ρωμαϊκή, με αποτέλεσμα η ρωμαϊκή επιρροή να επεκταθεί βαθμιαία στις κελτικές χώρες: Κορνουάλη, Βρετάνη, Νήσος του Μαν, Ιρλανδία και Σκωτία.

Πινακοθήκη Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Frank M. Stenton, The Oxford history of England: Anglo-Saxon England: Volume 2: 550-1087 (3rd ed. 1971)
  2. BBC - History - Anglo-Saxons