Οι Πίκτοι ή Πίκτες (Αγγλικά: Picts) ήταν μια συνομοσπονδία κελτικών φυλών που ζούσε στη σημερινή ανατολική και βόρεια Σκωτία από την ύστερη αρχαιότητα έως την πρώιμη μεσαιωνική περίοδο. Η καταγωγή των Πικτών ήταν εθνογλωσσικά κελτική. Η λατινική ονομασία Picti εμφανίζεται σε γραπτές πηγές από τον 3ο έως τον 10ο αιώνα μ.Χ., ενώ αναφορές για τους Πίκτες εντοπίζονται ήδη πριν από τη Ρωμαϊκή κατάκτηση της Βρετανίας.

Πικτικός λίθος με εγχάρακτα σύμβολα.
Χάρτης της Βρετανίας και της Ιρλανδίας που δείχνει που έζησαν οι Πίκτοι.

Ο τρόπος ζωής και ο πολιτισμός τους μπορεί να συναχθεί από πρώιμα μεσαιωνικά κείμενα, βρυθονικά τοπωνύμια και πικτικές επιγραφές σε λίθους. Πρώιμες μεσαιωνικές πηγές αναφέρουν την ύπαρξη μιας διακριτής Πικτικής γλώσσας, η οποία σήμερα θεωρείται πως ανήκε στις Νησιωτικές Κελτικές γλώσσες και ήταν στενά συνδεδεμένη με τις υπόλοιπες Βρυθονικές που ομιλούνταν από τους Βρετανούς στο νότια τμήμα της Βρετανικής νήσου.[1][2]

Οι Πίκτοι θεωρούνται απόγονοι των Καληδόνων (συνομοσπονδία κελτικών φυλών που ομιλούσε την Βρυθονική γλώσσα) και άλλων φυλών της Εποχής του Σιδήρου σύμφωνα με Ρωμαίους ιστορικούς και τον παγκόσμιο χάρτη του Πτολεμαίου. Η επικράτεια των Πικτών αποτελούταν από διάφορα πικτικά φύλα της ύστερης αρχαιότητας, τα οποία κατά τον 7ο και 8ο αιώνα εμφάνιζαν πολιτική ενότητα και αποκαλούνται συλλογικά ως Βασίλειο των Πικτών. Έως το 900 μ.Χ. το βασίλειο των Πικτών συγχωνεύθηκε με το Γαελικό βασίλειο της Νταλ Ριάτα για να σχηματίσουν το Βασίλειο της Άλμπα (Βασίλειο της Σκωτίας). Έως τον 13ο αιώνα η Άλμπα επεκτάθηκε απορροφώντας το βρυθονικό βασίλειο του Στράθκλαϊντ και το Λόθιαν της Νορθουμβρίας. Από τον 11ο αιώνα η ταυτότητα των Πίκτων θα υπαχθεί στη «σκωτική» ταυτότητα μέσω της αμαλγάμωσης με το Γαελικό στοιχείο.

Η κοινωνία των Πίκτων ήταν μια τυπική κοινωνία της Βρετανικής Εποχής του Σιδήρου (800 π.Χ. - 100 μ.Χ.) στην βόρεια Ευρώπη, έχοντας ευρείες συνδέσεις και παραλληλισμούς με γειτονικές ομάδες.[3] Παρόλο που σώζονται ελάχιστα γραπτά κείμενα των Πίκτων, η ιστορία τους από τα τέλη του 6ου αιώνα είναι γνωστή από διάφορες πηγές, όπως το Historia ecclesiastica gentis Anglorum του Βέδα, βίοι αγίων, όπως του Κολόμβα από του Αδοβνόν, και διάφορα Ιρλανδικά Χρονικά.

Η λατινική ονομασία Picti εμφανίζεται σε πανηγυρική ομιλία του 297 μ.Χ.[4] Συχνότερα ανάγεται στο λατινικό ρήμα pingere («ζωγραφίζω» > pictus «ζωγραφισμένος») και θεωρείται πως οφείλεται στο πικτικό έθιμο των τατουάζ.[5] Έχει επίσης προταθεί πως οι Ρωμαίοι μπορεί να υιοθέτησαν την ονομασία από άγνωστη λέξη της γλώσσας των ιθαγενών.

Δείτε επίσης

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Katherine Forsyth, Language in Pictland. The case against non-Indo-European Pictisch, Studia Hamelina 2, Utrecht 1997
  2. Rhys, Guto. "Approaching the Pictish language: historiography, early evidence and the question of Pritenic" (PDF). University of Glasgow. University of Glasgow. Archived (PDF) from the original on 9 October 2022.
  3. Foster 1996. p. 17.
  4. Nixon, C. E. V.· Rodgers, Barbara Saylor (1994). In praise of later Roman emperors : the Panegyrici Latini : introduction, translation, and historical commentary, with the Latin text of R.A.B. Mynors. Berkeley: University of California Press. ISBN 0-520-08326-1. 28423769. 
  5. From Ancient Scythia To The Problem Of The Picts: Thoughts On The Quest For Pictish Origins. BRILL. 1 Ιανουαρίου 2010. σελίδες 13–43.