Ηλίας Μόσκος

Έλληνας ζωγράφος

Ο Ηλίας Μόσκος ή Λέος Μόσκος ή Ηλίας Μόσχος ήταν Έλληνας αγιογράφος του 17ου αιώνα.

Ηλίας Μόσκος
Γέννηση1629
Ρέθυμνο
Θάνατος26  Ιανουαρίου 1687
Ζάκυνθος[1]
Ιδιότηταζωγράφος και αγιογράφος
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

 
Θεοτόκος Βρεφοκρατούσα
έργο του Ηλία Μόσκου

Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο της Κρήτης. Ήκμασε κατά το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα. Ήταν άριστος συνθέτης που με χρωματισμούς διέφυγε τα στερεότυπα της βυζαντινής αγιογραφίας. Είχε τέχνη απλογραμμική, με την οποία συνέθετε πολύπλοκες παραστάσεις. Η χρυσοκονδυλιά του απέδιδε χάρη στις εικόνες του. Έργα του σώζονται σε ναούς, ιδιωτικές συλλογές και μουσεία. Πέθανε στις 26.1.1687.[2]

 
Ο Ιησούς Ελκόμενος
έργο του Ηλία Μόσκου, 1648.[3]

Ο παραγωγικός αυτός ζωγράφος, έμπορος και πλοιοκτήτης, συναντάται για πρώτη φορά στη Ζάκυνθο το 1649, όταν συμφώνησε να διδάξει αγιογραφία στον Συμεώνα Μαρούδα. Την ίδια χρονιά συμφώνησε με τους επιτρόπους των Αγίων Θεοδώρων στο Καταστάρι νά ζωγραφήσει τα διάστηλα του ναού, με αμοιβή 130 ρεάλια. Το 1651 αναφέρεται για κάποιο χρέος του και το 1653 ανέλαβε να διδάξει ζωγραφική στον Κ. Αρβανιτάκη. Το 1655 κατέστησε επιτρόπους του τους μαθητές του Σ. Μαρούδα και Α. Λαρισσαίο και το 1657 τον Μ. Πάτζο. Κατά τό διάστημα 1659-1666 συναντάται συνεχώς στη Ζάκυνθο σε πράξεις που σχετίζονται με οικονομικές υποθέσεις, κυρίως με ναύλο ενός πλοίου καί κατασκευή ενός καϊκιού, άλλα και με τον διορισμό επιτρόπων του στην Κέρκυρα και τη Βενετία. Στις 12 Οκτωβρίου 1666 ο sir Ηλίας Μόσκος του ποτέ Τζουάνε απο το Ρέθυμνος, άρρωστος βαρειά, έκανε τη διαθήκη του στη Ζάκυνθο. Το κείμενο της διαθήκης του παρέχει πολλές πληροφορίες για την οικογενειακή ζωή και την περιουσία του ζωγράφου. Έτσι γνωρίζομε ότι την εποχή εκείνη ήταν ανύπανδρος και είχε έναν αδελφό, τον Γεώργιο, τον όποιο και άφηνε γενικό κληρονόμο του. Διέθετε αξιόλογη περιουσία στη Ζάκυνθο άλλα είχε οικονομικές δοσοληψίες και με κατοίκους της Κέρκυρας και της Κεφαλονιάς. Επιθυμία τού ζωγράφου, σύμφωνα με τη διαθήκη του, ήταν να ταφεί στη μονή Προδρόμου στη Λαγκάδα (Καταστάρι), στην όποια άφηνε ένα σπίτι με αυλή και το καΐκι του, καθώς και οδηγίες στους μοναχούς για την κηδεία και τα μνημόσυνἀ του. Εάν οι μοναχοί δεν ακολουθούσαν τις οδηγίες του, η δωρεά του θα πήγαινε στη μονή της Σκοπιώτισσας. Από το κείμενο της διαθήκης του αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι ο σύμβουλος του προβλεπτή Ζακύνθου χρωστούσε στο ζωγράφο χρήματα για μια εικόνα της Θεοτόκου και η μονή Σκοπού (Σκοπιώτισσα) 30 ρεάλια για τρία βημόθυρα, που είχε ζωγραφίσει με δικό του χρυσάφι. Για τέσσερα θωράκια που είχε ζωγραφίσει για το ναό της Αναλήψεως στην Κεφαλονιά κρατούσε έξι ασημένια κουταλάκια και μία χρυσή αλυσίδα, αντί 25 ρεαλίων που του χρωστούσαν. Ο ίδιος άφηνε χρηματικά ποσά για εικόνες, που είχε τάξει στους ναούς της Βλαχέραινας στις σγούρνες, στη μονή Κυρία των Αγγέλων στο Αργάσι και στο ναό Ιωάννη του Θεολόγου στο Κάστρο. Από τη βαρειά αρρώστια του θα πρέπει πάντως να επέζησε, γιατί στις 9 Σεπτεμβρίου 1677 νυμφεύθηκε την Αικατερίνη Γρυπάρη, με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Γεώργιο και τη Μαρία. Ο ζωγράφος αναφέρεται συνεχώς έως το 1687 στη Ζάκυνθο, σε έγγραφα που αφορούν κυρίως κτηματικές υποθέσεις, άλλα και σε μία ακύρωση συμφωνίας για ζωγράφιση μιας εικόνας της Αναλήψεως στο ναό της Φανερωμένης Ζακύνθου. Σύμφωνα με πληροφορία του κώδικα Πλαίσα της Ζακύνθου, στο ναό της Αγίας Σοφίας στο χωριό Κούκεσι Ζακύνθου υπήρχε εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ με την υπογραφή του Ηλιού Μόσχου. Στις 8 Ιανουαρίου 1687 συνέταξε νέα διαθήκη, με την οποία ζητούσε να ταφεί στον ναό της Φανερωμένης και άφηνε κληρονόμους τα δύο του παιδιά. Πέθανε στις 26 Ιανουαρίου του ίδιου χρόνου.[4]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Ανακτήθηκε στις 13  Φεβρουαρίου 2018.
  2. Σπύρος Καρύδης, "Οι Κρητικοί ζωγράφοι Μόσκοι. Νέα στοιχεία για τη ζωή και την καλλιτεχνική τους δραστηριότητα", Θησαυρίσματα 43 (2013), Βενετία, 2014, σελ. 233-276.
  3. Βλ. Ηλίας Βασιλάς, Άπαντα, Πρέβεζα, 2012, σελ. 59-62.
  4. Μανόλης Χατζηδάκης & Ευγενία Δρακοπούλου, Έλληνες Ζωγράφοι μετά την Άλωση (1450-1830), Αθήνα, 1997, σελ. 198-203.

Πηγές Επεξεργασία