Λουί Ζουβέ

Γάλλος ηθοποιός, σκηνοθέτης και διευθυντής θεάτρου

Ο Ιούλιος Ευγένιος Λουί Ζουβέ (24 Δεκεμβρίου 1887 – 16 Αυγούστου 1951) ήταν Γάλλος ηθοποιός, σκηνοθέτης θεάτρου και καθηγητής στο εθνικό κονσερβατόριο ανώτατης δραματικής τέχνης στο Παρίσι.

Λουί Ζουβέ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Louis Jouvet (Γαλλικά)
Γέννηση24  Δεκεμβρίου 1887[1][2][3]
Κροζόν[4]
Θάνατος16  Αυγούστου 1951[5][1][3]
Παρίσι[6][4]
Αιτία θανάτουέμφραγμα του μυοκαρδίου
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςΚοιμητήριο της Μονμάρτρης
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΓαλλικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταηθοποιός[7][8]
θεατρικός σκηνοθέτης[8]
καθηγητής[7]
διευθυντής θεάτρου[8]
σκηνοθέτης κινηματογράφου
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΑ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Πρώιμα χρόνια Επεξεργασία

Ο Ζουβέ γεννήθηκε στην Κροζόν, κωμόπολη βορειοδυτικά της Γαλλίας. Έπασχε από τραυλισμό ως νέος. Ορφανός από πατέρα σε ηλικία 14 ετών, έμενε με τη μητέρα του και τον θείο του, ο οποίος ήταν φαρμακοποιός. Επηρεασμένος από την οικογένειά του, εγγράφεται στο τμήμα των φαρμακευτικών σπουδών. Έλαβε το πτυχίο του στη φαρμακευτική το 1913 σε ηλικία 26 ετών, ωστόσο, δεν εργάστηκε ποτέ σε αυτό τον τομέα και προτίμησε να περνά το χρόνο του συμμετέχοντας σε ερασιτεχνικές θεατρικές ομάδες.

Καριέρα Επεξεργασία

Έδωσε τρείς φορές εξετάσεις για να εισαχθεί στο κονσερβατόριο ανώτατων δραματικών σπουδών του Παρισιού αλλά απέτυχε. Εντέλει έγινε δεκτός στο θέατρο Vieux-Colombier του Ζακ Κοπώ. Η εκπαίδευσή του περιλάμβανε ένα απαιτητικό και πλούσιο πρόγραμμα με καθημερινές ασκήσεις ευκινησίας και αντοχής. Ο Κοπώ τους ενθάρρυνε ν' ανακαλύψουν θεατρικά εφέ σε ένα πλήρως άδειο σκηνικό. Εκεί o Ζουβέ ανέπτυξε τις σκηνογραφικές δεξιότητές του, με έμφαση στο μέικ απ και το φωτισμό. Μάλιστα, ενα είδος φωτισμού που ο ίδιος επινόησε το ονόμασε ζουβέ. Στα πλαίσια της εκπαίδευσής του δίπλα στον Κοπώ του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει διάφορα θεατρικά πόστα ως σκηνογράφος, ως σκηνοθέτης, άλλοτε ως βοηθός σκηνοθέτη και τέλος ως ηθοποιός.

Το 1914, ξεσπά ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, στον οποίο συμμετέχει ως εθελοντής (αρχικά ως διασώστης και ύστερα ως νοσηλευτής). Το 1917 αποστρατεύται και επιστρέφει στην ομάδα του Vieux-Colombier

Τον Νοέμβριο του 1917, η ομάδα του Vieux-Colombier εγκαθίσταται για δύο σεζόν στο Garrick Theater της Νέας Υόρκης. Οι εμφανίσεις τους δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες με αποτέλεσμα οι σχέσεις ανάμεσα στον Κοπώ και στον Ζουβέ να χειροτερέψουν.

Το 1920 επιστρέφει στο Παρίσι, όπου το Vieux-Colombier ανοίγει ξανά τις πόρτες του. Παρόλο που είχε ιδιαίτερη επιρροή δεν ήταν μια επικερδής επιχείρηση.

Έτσι, το 1922, εντέλει, χωρίζουν οριστικά οι δρόμοι του Κοπώ και του Ζουβέ. Προσλαμβάνεται από τον Ζακ Εμπερτό, διευθυντή του θεάτρου των Ηλυσίων Πεδίων, ως τεχνικός διευθυντής των δύο θεατρικών σκηνών της (théâtre des Champs-Élysées και Comédie des Champs-Élysées). Παράλληλα, αναλαμβάνει ως σκηνογράφος την τρίτη σκηνή (Studio des Champs-Élysées) ενώ του ανατίθεται και η σκηνοθεσία διάφορων έργων εναλλάξ με τον Ζώρζ Πιτοέφ.

Την επόμενη χρονιά, τον Δεκέμβριο του 1923 ανεβάζει την πιο επιτυχημένη παραγωγή του, "Κνοκ ή ο θρίαμβος της ιατρικής" (Knock ou le Triomphe de la médecine), του Ζυλ Ρομαίν που θα παιχτεί πάνω από 1500 φορές. Ο χαρακτήρας του μανιακού γιατρού εμπλουτίζεται από την προσωπική του εμπειρία την περίοδο των φαρμακευτικών σπουδών του. Το έργο αυτό έγινε η υπογραφή του και το αποκούμπι του. Το ανέβαζε σχεδόν κάθε χρόνο μέχρι το τέλος της ζωής του.

Στα τέλη του 1924, πολλοί ηθοποιοί από το θέατρο του Vieux-Colombier ενώνονται μαζί του. Ο Ζακ Εμπερτό απομακρύνεται. Ο Λουί Ζουβέ γίνεται ο διευθυντής του Comédie des Champs-Élysées όπου θα παραμείνει μέχρι το 1934.

Το 1927 σχηματίζει ένα σωματείο αλληλοβοήθειας ονόματι Το Καρτέλ των Τεσσάρων (Le Cartel des Quatre) μαζί με τους Σάρλ Ντουλάν, Γκαστόν Μπατί και Ζώρζ Πιτοέφ που θα κρατήσει μέχρι το 1940. Το Καρτέλ ήταν μια καλλιτεχνική και οικονομική συμμαχία ενάντια στο ακαδημαϊκό και εμπορικό θέατρο, και οι διευθυντές του δεν ανήκαν σε ένα συγκεκριμένο αισθητικό κίνημα. Στόχος τους ήταν το θέατρο να δημιουργήσει τη δική του ποίηση και ν'ανεβάζουν έργα σύγχρονων συγγραφέων.

Το 1928 συναντά τον Ζαν Ζιρωντού και σκηνοθετεί και ερμηνεύει τα σπουδαιότερα έργα του. Ξεκινά με έναν ριζικό εξορθολογισμό του μυθιστορήματός του "Ο Ζήγκφρηντ και ο Λιμουζέν" (Siegfried et le Limousin). Στη συνεργασία τους περιλαμβάνεται και το πρώτο ανέβασμα του έργου "Η τρελή του Σαγιό" (La Folle de Chaillot) το 1945 με την Μαργκερίτ Μορενό. Το έργο ήταν αφιερωμένο στον ίδιο τον Ζιρωντού ως φόρο τιμής, ο οποίος είχε αποβιώσει την προηγούμενη χρονιά.

Αναλαμβάνει για δύο χρόνια το θέατρο Πιγκάλ (Théâtre Pigalle) όπου παρουσιάζει με επιτυχία το έργο Donogoo Tonka του Ζυλ Ρομαίν στις 8 Οκτωβρίου του 1930, και έπειτα το 1931 το έργο "Ιουδήθ" (Judith) του Ζιρωντού.

Το 1934, λόγω των υψηλών εξόδων λειτουργίας του θιάσου στο Comédie, μετακομίζει στο Théâtre de l'Athénée, όπου και θα παραμείνει μέχρι και το θάνατό του το 1951. Εκεί θα κάνει πρεμιέρα το έργο "Ο πόλεμος της Τροίας δεν θα γίνει" (La guerre de Troie n'aura pas lieu) το 1935 και το 1939 το έργο "Οντίν" (Ondine) και τα δύο γραμμένα από τον Ζιρωντού.

Κατά τη διάρκεια του δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, θα πραγματοποιήσει μια περιοδεία στη Λατινική Αμερική μετά τη γερμανική κατοχή. Μεταξύ 1941 και 1945, κάνει εμφανίσεις στο Μπουένος Άιρες της Αργεντινής, όπου έχει εγκατασταθεί ο ξάδερφός του Μορίς Ζουβέ που είναι επίσης ηθοποιός. Ανεβάζει την "Οντίν" του φίλου του, Ζαν Ζιρωντού, ένα έργο που είχε ετοιμάσει δύο χρόνια νωρίτερα στο Παρίσι. Περιοδεύει με το συγκεκριμένο έργο στο Μοντεβιδέο, στο Σάο Πάολο και στο Ρίο ντε Τζανέιρο. Σ'αυτή την πόλη ανεβάζει το έργο "Ο Ευαγγελισμός" (L'Annonce faite à Marie) του Πωλ Κλωντέλ, στην οποία παίζει η Βελγίδα ηθοποιός Μαντλέν Οζερέ, μέλος του θίασού του η οποία γίνεται σύντροφός του.

Μετά το τέλος του πολέμου, αναλαμβάνει ξανά το ρόλο του διευθυντή στο Théâtre de l'Athénée, που αργότερα θα μετονομαστεί σε Théâtre de l'Athénée-Louis-Jouvet.

Στις 30 Ιουλίου του 1950 του απονέμεται το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής.

Στις 7 Φεβρουαρίου του 1951, διαβάζει την προσευχή του Willette στη λειτουργία της Τετάρτης των Τεφρών που τελέστηκε στην εκκλησία Saint-Germain-l'Auxerrois παρουσία του αποστολικού πρεσβευτή Ρονκάλλι (μελλοντικός Πάπας Ιωάννης ΚΓ'), του καρδινάλιου Μορίς Φελτάν και πλήθος καλλιτεχνών. Αυτή η λειτουργία και η προσευχή της απευθύνονται σε όσους θα πεθάνουν κατά τη διάρκεια του έτους. Ο θάνατός του έξι μήνες αργότερα τους σημάδεψε σε τέτοιο βαθμό που την επόμενη χρονιά η προσευχή απαγγέλθηκε από τρεία διαφορετικά άτομα. Ο Ζουβέ υποστήριξε τις νέες φιγούρες του θεάτρου και της θεατρικής αποκέντρωσης, ειδικότερα τους Μορίς Σαραζάν, Αντρέ Μπαρσάκ, Ζαν Λουί Μπαρό και Ζαν Βιλάρ. Το 1951 ανέβασε στο θέατρο Théâtre Antoine του Παρισιού το έργο "Ο Διάβολος και ο Θεός" (Le Diable et le Bon Dieu) του Ζαν-Πολ Σαρτρ. Το βράδυ της πρεμιέρας του έργου θα βρεθεί στην Τουλούζη για να δώσει συμβουλές στον καινούργιο και νεαρό διευθυντή του Κέντρου Δραματικής Τέχνης, κύριο Σαραζάν.

Ο Ζουβέ στο σινεμά Επεξεργασία

Στο σινεμά έπαιξε σε τριάντα δύο ταινίες, συμπεριλαμβανομέων πολλών αριστουργημάτων: "Στις όχθες του Σηκουάνα" (Quai des Orfèvres) του Ανρί-Ζωρζ Κλουζό, όπου υποδύθηκε, όπως έχουν υποστηρίξει πολλοί, έναν από τους καλύτερους ρόλους του. Στο "Ξενοδοχείο του βορρά" (Hôtel du Nord) έπαιξε στο πλευρό της Αρλετί, και στο "Αστείο δράμα" (Drôle de drame) δίπλα στον Μισέλ Σιμόν. Το "Κνοκ ή ο θρίαμβος της ιατρικής" μεταφέρθηκε από τον ίδιο στην οθόνη (μαζί με τον Ροζέ Γκουπιλιέρ) το 1933. Ο Ζουβέ ερμηνεύει ξανά τον χαρακτήρα στην εκδοχή του Γκι Λεφράνκ το 1951, λίγο πρίν το θάνατό του. Έπαιξε σε δύο ταινίες σε σκηνοθεσία του Ζαν Ρενουάρ: "Τα χαμηλά βάθη" (Les bas-fonds) το 1936, με τον Ζαν Γκαμπέν και "Η Μασσαλιώτιδα" (La Marseillaise) το 1937. "Στο άλλοθι" (L'Alibi), υπό τη σκηνοθεσία του Πιέρ Σενάλ, διασταυρώθηκαν οι δρόμοι του με τον Έριχ φον Στρόχαϊμ. Στο "Γνήσιο αντίγραφο" (Copie conforme), υποδύεται τον αρχηγό μιας συμμορίας κλεφτών ο οποίος προσλαμβάνει έναν σωσία του και τον χρησιμοποιεί για να τη βγάζει ο ίδιος καθαρή. Δίπλα στην Σουζί Ντελέρ, ο Ζουβέ παίζει έναν διπλό ρόλο. Το 1948, ερμηνεύει τον ρόλο του επιθεωρητή Καρέλ, που ερευνά το θάνατο του μαφιόζου Βιντομπάν, που επίσης είναι σωσίας του, στο "Μεταξύ έντεκα η ώρα και μεσάνυχτα" (Entre onze heures et minuit) του Ανρί Ντεκουέν. Ο φίλος του και αγαπημένος σεναριογράφος Ανρί Ζανσόν γυρίζει την "Κυρία Πανάμ" (Lady Paname) και επανενώνει το δίδυμο Ζουβέ - Ντελέρ.

Ο Ζουβέ αγαπούσε το θέατρο περισσότερο από το σινεμά. "Στο θέατρο παίζουμε, στο σινεμά έχουμε παίξει", έλεγε. Αυτό δεν τον εμπόδισε να παίξει, στο σινεμά, κινηματογραφικές διασκευές θεατρικών έργων που είχαν καταξιωθεί από τους κριτικούς και εκτιμηθεί πολύ από το κοινό: όπως το "Βολπόνε" (Volpone), με τους Χάρι Μπόρ και τον Σάρλ Ντουλάν, ή όπως οι δύο εκδοχές του Κνοκ. Πιστός στις φιλίες του, δεχόταν αυθόρμητα να παίξει σε μια ταινία το σενάριο της οποίας είχε υπογράψει ο Ζανσόν, είτε ζητούσε ακόμη και κάποιον ρόλο για τους φίλους του στις ταινίες που έπαιζε ο ίδιος (όπως συνέβει με τον Σάρλ Ντουλάν στις ταινίες "Βολπόνε" και "Στις όχθες του Σηκουάνα"). Το πάθος του για το θέατρο τον ώθησε να παίξει στην ταινία "Η είσοδος των καλλιτεχνών" (Entrée des artistes) του Μάρκ Αλεγκρέ, όπου έπαιζε τον εαυτό του, δηλαδή τον καθηγητή θεάτρου στο κονσερβατόριο και που σε ένα βαθμό αποτέλεσε μια αναφορά στην τέχνη του ίδιου του Ζουβέ. Στην ταινία "Το λυκόφως της δόξας" (La Fin du jour) του Ζυλιέν Ντυβιβιέ ενσαρκώνει έναν ηθοποιό του θεάτρου που έχει κυριευτεί από τους χαρακτήρες που υποδύεται, και χαμένος ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία, βυθίζεται στην τρέλα. Τέλος "Η Μικέτ και η μητέρα της" (Miquette et sa mère), όπου ο Κλουζό του εμπιστεύτηκε το ρόλο του γραφικού Μονσαμπλόν, "μεγάλου πρωταγωνιστή κάθε είδους" και σκηνοθέτη ενός περιοδεύοντος θεατρικού θιάσου.

"Όσο μαύρη είναι η κοσμηματοθήκη, τόσο περισσότερο λάμπει το μαργαριτάρι".

Η απάντηση που έδωσε στον κριτικό θεάτρου Πολ Γκορντό στην ερώτηση "Γιατί παίζεις με ηθοποιούς τρίτης κατηγορίας".

Προσωπική ζωή Επεξεργασία

Ο Λουί Ζουβέ παντρεύτηκε στις 26 Σεπτεμβρίου του 1912 την Έλς Κολάν, με την οποία απέκτησε τρία παιδιά: την Άννα - Μαρία (1914 - 1998), τον Ζαν Πολ (1917 - 1978) και τη Λίζα (1924 - 2004).

Στη συνέχεια θα διατηρήσει σχέση για πολλά χρόνια με την ηθοποιό Μονίκ Μελινάν.

Θάνατος Επεξεργασία

Όντας καρδιοπαθής, πέθανε από καρδιακή προσβολή στις 16 Αυγούστου του 1951, μέσα στο θέατρό του ενώ σκηνοθετούσε μια πρόβα της παράστασης "Η δύναμις και η δόξα" (The Power and the Glory) του Γκράχαμ Γκρήν. Αναπαύεται στο κοιμητήριο της Μονμάρτρης στο Παρίσι.

Κληρονομιά Επεξεργασία

Η Pixar απέτισε φόρο τιμής στον Ζουβέ βασίζοντας την εμφάνιση του χαρακτήρα Anton Ego στο Ratatouille (2007) πάνω του. 

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11909146m. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 118776460. Ανακτήθηκε στις 17  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Louis-Jouvet. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  5. «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 27  Σεπτεμβρίου 2015.
  6. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  7. 7,0 7,1 The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/124294. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  8. 8,0 8,1 8,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: «BnF catalogue général» (Γαλλικά) Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. Παρίσι. 11909146m. Ανακτήθηκε στις 3  Αυγούστου 2022.