Λουδοβίκος του Σάουενμπουργκ
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο Λουδοβίκος ο Πηδών, γερμ. Ludwig der Springer (1042 - 1123) από τον Οίκο των Λουδοβικιδών ήταν κόμης του Σάουενμπουργκ και κόμης της Θουριγγίας (1056-1123). Αν και αναφέρεται σε πολλούς θρύλους, λίγα είναι γνωστά γι' αυτόν.
Λουδοβίκος του Σάουενμπουργκ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | 1042 ή 1065 |
Θάνατος | 6 Μαΐου 1123[1] Ραϊνχαρτσμπρούν |
Τόπος ταφής | Πύργος του Βάρτμπουργκ |
Χώρα πολιτογράφησης | Γερμανία |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Γερμανικά |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | αριστοκράτης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Αδελαΐδα του Στάντε |
Τέκνα | Λουδοβίκος Α΄ της Θουριγγίας Ερρίκος Ράσπε Α΄ Udo I of Thuringia Cäcilie von Thüringen Adelheid von Thüringen NN |
Γονείς | Λουδοβίκος ο Γενειοφόρος και Cäcilie von Sangerhausen |
Οικογένεια | Λουδοβικίδες |
Σχετικά πολυμέσα | |
Βιογραφία
ΕπεξεργασίαΉταν γιος του Λουδοβίκου του Γενειοφόρου και μέλος ευγενούς οικογένειας της Φραγκονίας. Ο Λουδοβίκος ο Πηδών βαπτίστηκε στον ενοριακό ναό τού Άλτενμπεργκεν (σήμερα μέρος του Λάιναταλ). Περί το 1800 ο Λουδοβίκος και ο αδελφός του Μπερίνγκε ίδρυσαν τη μονή Σένραϊν. Σε ένα έγγραφο του 1100, οι δύο αδελφοί αποκαλούνται του Σάουενμπουργκ από ένα κάστρο, που ο πατέρας τους είχε κτίσει κοντά στην πόλη Φρήντριχροντα.
Γενικά πιστεύεται ότι ο Λουδοβίκος έκτισε το κάστρο Βάρτμπουργκ, το οποίο έγινε ο πυρήνας του λανγκραβάτου της Θουριγγίας. Ο ίδιος ο Λουδοβίκος δεν χρησιμοποιούσε τον τίτλο λάντγκραβος· ο γιος του ήταν ο πρώτος, που χρησιμοποίησε τον τίτλο αυτόν.
Σύμφωνα με τον μύθο, ο Λουδοβίκος έλαβε το παρωνύμιό του ο Πηδών, όταν έκανε ένα τολμηρό πήδημα στο ποτάμι: Προσπάθησε να αποκτήσει την παλατινή κομητεία (δουκάτο) της Σαξονίας, δηλ. την περιοχή δυτικά του ποταμού Ζάαλε και βόρεια από τον ποταμό Ούνστρουτ. Στο τέλος μαχαίρωσε τον Φρειδερίκο Γ΄ παλατινό κόμη της Σαξονίας. Συνελήφθη και φυλακίστηκε στο κάστρο Γκήμπιχενσταϊν στην πόλη Άλλε. Έπειτα από τρία έτη αιχμαλωσίας περίμενε να εκτελεστεί. Δραπέτευσε, πηδώντας από τον πύργο του κάστρου στο ποτάμι Ζάαλε, όπου ένας υπηρέτης τον περίμενε με μία βάρκα και το αγαπημένο του άλογο, ένα λευκού χρώματος με το όνομα «Κύκνος». Ως εξιλέωση για τον φόνο του Φρειδερίκου Γ΄ έκτισε τον ναό του Αγίου Ούλριχ στο Ζάνγκερχαουζεν και αργότερα ίδρυσε το αββαείο του Ράινχαρντσμπρουνν, το οποίο έγινε το οικογενειακό αββαείο των Λουδοβικιδών.
Άλλος θρύλος περιγράφει πώς έκτισε το Βάρτμπουργκ. Το ίδρυσε το 1067, ενώ κυνηγούσε στην περιοχή. Όταν είδε το βουνό, αναφώνησε: "Περίμενε βουνό, θα φέρεις το κάστρο μου!". Όμως το βουνό αυτό ήταν έξω από την περιοχή του. Για να ξεπεράσει το πρόβλημα, διέταξε τους άνδρες του να κουβαλήσουν χώμα από την περιοχή του και να το αφήσουν στο βουνό· έπειτα διέταξε 12 ιππότες του να σταθούν στο σημείο, να θέσουν τα ξίφη τους επάνω στο χώμα αυτό και να ορκιστούν ότι το χώμα, επάνω στο οποίο στεκόταν, ανήκε νόμιμα στον Λουδοβίκο.
Ο Λουδοβίκος ήταν ένας εξέχων αντίπαλος των Σαλίων βασιλέων Ερρίκου Δ΄ και Ερρίκου Ε΄ της Γερμανίας κατά την Έριδα της Περιβολής.
Οικογένεια
ΕπεξεργασίαΝυμφεύτηκε την Αδελαΐδα του Στάντε, χήρα του Φρειδερίκου Γ΄ παλατινού κόμη της Σαξονίας, και είχε τέκνα:
- Χέρμαν.
- Λουδοβίκος Α΄ απεβ. 1440, λάντγκραβος της Θουριγγίας.
- Ερρίκος Ράσπε Α΄ απεβ. 1130.
- Ούντο Α΄ απεβ. 1148, επίσκοπος του Νάουμμπουργκ.
- Κικιλία απεβ. 1141, παντρεύτηκε τον Γκέρλαχ Α΄ κόμη του Φέλντεντς.
- Αδελαΐδα, παντρεύτηκε τον Ούλρικ Β΄ μάργραβο της Καρνιόλας.
- Κόνραντ.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 122886216. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2015.
Πηγές
Επεξεργασία- Wilfried Warsitzka: Die Thüringer Landgrafen, Verlag Dr. Bussert & Stadeler, 2002, ISBN 3932906225
- Wolfgang Hartmann: Vom Main zur Burg Trifels — vom Kloster Hirsau zum Naumburger Dom. Auf hochmittelalterlichen Spuren des fränkischen Adelsgeschlechts der Reginbodonen, in the series Veröffentlichungen des Geschichts- und Kunstvereins Aschaffenburg e.V., vol. 52, Aschaffenburg, 2004.
- Karl Robert Wenck (1884), "Ludwig der Springer", Allgemeine Deutsche Biographie (ADB) (in German), 19, Leipzig: Duncker & Humblot, pp. 589–590