Μουχούστι

συνοικία της Άρτας, Ελλάδα

Συντεταγμένες: 39°09′29″N 20°58′57″E / 39.158056°N 20.982397°E / 39.158056; 20.982397 Το Μουχούστι ήταν μία από τις συνοικίες της Άρτας όπου λάμβανε χώρα η ετήσια εμποροπανήγυρη της πόλης.

Ετυμολογία Επεξεργασία

Η ακριβής προέλευση του ονόματος «Μουχούστι» (ή μχουστ στο τοπικό ιδίωμα) δεν είναι γνωστή όμως υπάρχουν δύο εκδοχές. Η πρώτη εκδοχή είναι εκείνη που υποστηρίζει ότι η λέξη είναι αρβανίτικης προέλευσης και σημαίνει εμποροπανήγυρη ενώ σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή προέρχεται από την αραβική λέξη Medhuseua, που σημαίνει ζωοπάζαρο.[1] Σήμερα ο όρος «Μουχούστι» διατηρείται ακόμη στην περιοχή και έχει ταυτιστεί με την Πανελλήνια Γενική Έκθεση Άρτας.

Συνοικία Επεξεργασία

 
Το παλάτι του Αλή Πασά στη συνοικία Μουχούστι της Άρτας, Τσάρλς Ρόμπερτ Κόκρελλ, 1813.

Ο μητροπολίτης Άρτας Σεραφείμ Ξενόπουλος στο «Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884) μας πληροφορεί ότι στην Άρτα υπήρχαν 11 ενορίες και 10 θέσεις (συνοικίες). Οι συνοικίες ήταν της Περιβλέπτου, των Ταμπακιάδων (βυρσοδεψών) ή της Δάφνης, Τουρκοπάζαρο, Αγίας Θεοδώρας ή Λούκενας ή Καραπάνου, Μουχούστι, Μονοπώλειο, Πλάτανος, Αλμπαναριά, Ρωμιοπάζαρο, Eβραϊκα και μαζί με τις συνοικίες του Ελιγιασβέη, του Βαγιαζήτ, των Μπέηδων και του Γεφυρόπουλου, η πόλη αριθμούσε συνολικά 14 συνοικίες.[2]

Το Μουχούστι βρίσκονταν στα νοτιοδυτικά της πόλης, μεταξύ της σημερινής πλατείας Σκουφά και του πρώην κρατικού νοσοκομείου, δίπλα από τη συνοικία Αλμπαναριά και σε μικρή απόσταση από την αρχή της αγοράς, το Ρωμιοπάζαρο. Η συνοικία εικάζεται ότι πήρε το ονομά της από την Μονή Μουχουστίου Πλάκας στους Ραφταναίους, όπου κάθε χρόνο στις αρχές του Σεπτέμβρη γινόταν ζωοπανήγυρη. Η Μονή της Πλάκας συνδέθηκε με τη συνοικία της Άρτας μέσω κάποιων κτημάτων που είχε στην ιδιοκτησία της και βρίσκονταν στη συγκεκριμένη περιοχή.[3][4]

Σημείο αναφοράς για τη συνοικία ήταν ο βυζαντινός ναός της Παρηγορήτισσας που δέσποζε στην περιοχή. Κοντά στο ναό υπήρχαν δύο μεγάλοι ογκόλιθοι, τους οποίους οι Αρτινοί αποκαλούσαν «καμήλες» διότι σύμφωνα με την παράδοση, υπήρχαν δύο καμήλες οι οποίες εκ θαύματος μεταμορφώθηκαν σε λίθους. Η συνοικία ήταν επίσης γνωστή για τους 4 νερόμυλους, οι οποίοι κατασκευάστηκαν στις αρχές του 18ου αιώνα για να εξυπηρετήσουν τους κατοίκους ενώ υπήρχε και ένα αυλάκι που μετέφερε το νερό του ποταμού για την άρδευση των κήπων και των περιβολιών.[5] Σε μικρή απόσταση από τους νερόμυλους, κοντά στη σημερινή πλατεία Κιλκίς, υπήρχε ο τεκές των Μπεκτασήδων, το μουσουλμανικό νεκροταφείο, ένα από τα 6 τζαμιά της Άρτας και ο οικισμός των γύφτικων.[6][7][8][9][10] Σύμφωνα με τον Σεραφείμ Ξενόπουλο, το έτος 1779, ο επόπτης των διοδίων και πασάς του Βερατίου της Αλβανίας, Κουρτ Αχμέτ πασάς, οικοδόμησε μεγαλοπρεπή παλάτια στη συνοικία Μουχούστι, μέρος των οποίων κατεδάφισε ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων για να κατασκευάσει το δικό του σεράι.[11][12][13] To σεράι του Αλή χρησίμευε ως έδρα των διοικητών της Άρτας και χώρος δικαστηρίων.[14]

 
Ο βυζαντινός ναός της Παρηγορήτισσας.

Η συνοικία υπήρξε θέατρο μαχών κατά τη διάρκεια της Πολιορκίας της Άρτας. Σύμφωνα με τον Ιωάννη Μακρυγιάννη, στις 16 Νοεμβρίου 1821, μετά τη μάχη στο Μαράτι, καταστρώθηκε σχέδιο βάση του οποίου 300 Έλληνες με αρχηγούς τους Γεώργιο Καραϊσκάκη, Μάρκο Μπότσαρη, Φωτομάρα, Δράκο, Βέικο, Κουτελίδα και άλλους θα έπιαναν τους Μύλους στο Μουχούστι και θα εξαπέλυαν επίθεση. Οι Τούρκοι είχαν οχυρώσει καλά το Μουχούστι και είχαν τοποθετήσει μικρά κανόνια στην εκκλησία της Παρηγορήτισσας. Η συντονισμένη επίθεση των 300 Ελλήνων μαζί με τη συνδρομή άλλων 100 που είχαν τοποθετηθεί στην περιοχή της Οδηγήτριας (κοντά στο σημερινό δημοτικό στάδιο) είχε ως αποτέλεσμα να εκδιώξουν τους Τούρκους από την Παρηγορίτισσα και να κάψουν το παρακείμενο σεράι του Αλή πασά.[15] Αργότερα, στη θέση του κατεστραμμένου παλατιού, η Τουρκική κυβέρνηση εγκατέστησε εργαστήρια, κρεοπωλείο και ιχθυοπωλείο ενώ με βάση τα αρχεία της Μονής Κάτω Παναγιάς, το 1878 υπήρχε στη συνοικία ένας φούρνος, ένα ελαιοτριβείο, ένας στάβλος και ένας ξενώνας, τα οποία ήταν ιδιοκτησία της Μονής.[16][17]

Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης στα Ραδοβύζια, το 1854, η συνοικία υπήρξε και πάλι πεδίο μαχών ανάμεσα στις ελληνικές δυνάμεις και τους Τούρκους. Στις 31 Ιανουαρίου 1854, ο Σπυρίδων Καραϊσκάκης, ο οποίος είχε στρατοπεδεύσει στο Πέτα, ξεκίνησε την πολιορκία της Άρτας. Στην πόλη βρίσκονταν 1500 Τούρκοι, οι οποίοι είχαν ενισχυθεί και με 300 στρατιώτες από τα Ιωάννινα. Οι στρατιωτικές δυνάμεις των Τούρκων είχαν τοποθετηθεί στην Παρηγορήτισσα και στο παρακείμενο χάνι που βρίσκονταν στο ύψος του σημερινού 1ου Λυκείου Άρτας ενώ ένα τρίτο τμήμα τοποθετήθηκε στο ύψος των Αγίων Θεοδώρων. Το απόγευμα της 31ης Ιανουαρίου, οι ελληνικές δυνάμεις κατάφεραν να εκδιώξουν τη φρουρά που υπήρχε στο χάνι και οδήγησαν τους Τούρκους προς την περιοχή της Μητρόπολης. Η συντονισμένη επίθεση των ελληνικών δυνάμεων, ανάγκασε τους Τούρκους να κλειστούν μέσα στο κάστρο. Η απρόσμενη όμως βροχόπτωση που ξέσπασε τη νύχτα και το ισχυρό κρύο, αχρήστευσαν τα πολεμοφόδια των Ελλήνων, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη στις 4 τη νύχτα και να επιστρέψουν στις αρχικές τους θέσεις. Οι απώλειες της συγκεκριμένης επίθεσης ήταν 15 νεκροί Τούρκοι και 3 Έλληνες.[18]

Εμποροπανήγυρη Επεξεργασία

 
Η οδός Σκουφά όπου κατά το παρελθόν βρίσκονταν το Ρωμιοπάζαρο.

Οι εμποροπανήγυρεις έχουν τις ρίζες τους στην αρχαιότητα και κατά την μεσαιωνική περίοδο διετελούσαν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του εσωτερικού εμπορίου. Κύριοι παράγοντες για την επιλογή του χώρου διεξαγωγής της εμποροπανήγυρης σε μία πόλη αποτελούσαν η γεωγραφική της θέση, η οδική σύνδεση, η γειτνιασή της με κάποιο λιμάνι και η εμπορικότητα. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, οι σημαντικότερες εμποροπανήγυρεις στην περιοχή της Ήπειρου ήταν εκείνες των Ιωαννίνων, της Άρτας, της Κόνιτσας και ο Λάμποβος της Παραμυθιάς.[19]

Η Άρτα ήταν μία ακμάζουσα οικονομικά πόλη και αποτελούσε χώρο προνομιακό για το εμπόριο ενώ η γεωγραφική της θέση και η μικρή απόσταση από το σημαντικό λιμάνι της Σαλαώρας, την καθιστούσε κομβικό σημείο για τον έλεγχο της διακίνησης των προϊόντων. Η πόλη βρίσκονταν στο κέντρο μίας εύφορης πεδιάδας όπου οι κάτοικοι καλλιεργούσαν καπνό, σιτάρι, καλαμπόκι, κριθάρι, βρώμη, φασόλια, ρύζι και έκαναν εξαγωγές δερμάτων από βουβάλια, μάλλινων υφασμάτων και αυγοτάραχου ενώ υπήρχαν και άφθονα βοσκοτόπια για άλογα και βοοειδή, γεγονός που μαρτυρεί την ανάπτυξη της κτηνοτροφίας.[20][21][22][23]

Την περίοδο από τον 17ο ως τα τέλη του 19ου αιώνα και μετά υπήρχαν τρεις αγορές στην πόλη, το Ρωμιοπάζαρο το οπόιο εκτείνονταν στη σημερινή οδό Σκουφά μέχρι την πλατεία Μονοπωλείου, το Τουρκοπάζαρο από το Ρολόι μέχρι τη σημερινή λαική και τα Εβραϊκά από την πλατεία Μονοπωλείου ως το κάστρο. Η κυκλοφορία και η ανταλλαγή των προίοντων στην τοπική αγορά της Άρτας πραγματοποιούνταν μέσω της καθημερινής αγοράς, της εβδομαδιαίας αγοράς και της ετήσιας εμποροπανήγυρης.[24] Η καθημερινή αγορά λειτουργούσε κατά κύριο λόγο στο Ρωμιοπάζαρο και ο χώρος ήταν σκεπασμένος με φτέρες και καλάμια. Η αγορά είχε περίπου 400 καταστήματα, κατά κύριο λόγο παπουτσάδικα και μαχαιράδικα, ενώ δεν υπήρχε μπεζεστένι. Η ψαραγορά της πόλης βρίσκονταν σε μία άκρη της αγοράς ενώ παρόμοια καταστήματα είχαν και οι Τούρκοι στη δική τους αγορά. Η εβδομαδιαία αγορά διεξάγονταν κάθε Κυριακή ενώ μετά τις ταραχές που ξέσπασαν το 1777 ανάμεσα σε Έλληνες και Εβραίους με παρότρυνση του Κοσμά του Αιτωλού, η διεξαγωγή της αγοράς μετατέθηκε για την Πέμπτη και γινόταν στην πλατεία Μονοπωλείου όπου οι κάτοικοι των γύρω χωριών εμπορεύονταν κυρίως είδη διατροφής όπως γιαούρτι, αβγά, γάλα, τυρί, λαχανικά, φρούτα και μέλι.[25]

Η ετήσια εμποροπανήγυρη της Άρτας λάμβανε χώρα στη συνοικία Μουχούστι και διεξάγονταν κάθε Σεπτέμβριο. Σύμφωνα με τον Βενετό υποπρόξενο της Άρτας Μαρίν Ντε Λούνα, η εμποροπανήγυρη άρχιζε την 1η Σεπτεμβρίου και τελείωνε στις 8 του ίδιου μήνα ενώ σύμφωνα με τον Σεραφείμ Ξενόπουλο διαρκούσε 10 ημέρες και ξεκινούσε στις 14 Σεπτεμβρίου και έληγε στις 24 του μήνα.[26] Στο εμπόριο που διεξαγόταν κατά τη διάρκεια του πανηγυριού συμπεριλαμβάνονταν, γεωργικά προϊόντα, εμπορεύματα εισαγωγής, προϊόντα κτηνοτροφίας αλλά και αγοραπωλησία ζώων. Αντίθετα, ο Γάλλος ιστορικός και διπλωμάτης Φρανσουά Πουκεβίλ, υποστήριζε ότι το ετήσιο ζωοπάζαρο (κατσικοπάζαρο) άρχιζε τη Μεγάλη Πέμπτη και διεξαγόταν σε ένα πλάτωμα του δρόμου Άρτας - Ιωαννίνων, όπου οι ταξιδιώτες σταματούσαν για να ξεκουραστούν.[27] Ο Σεπτέμβριος αποτελούσε ιδανική περίοδο για την εμποροπανήγυρη διότι τα ζώα ήταν καλοθρεμμένα και μπορούσαν να πουληθούν σε καλύτερες τιμές ενώ ο καιρός ήταν ακόμη ευνοϊκός για τη θαλάσσια μεταφορά των εμπορευμάτων από και προς το λιμάνι της Σαλαώρας. Εξίσου σημαντικός παράγοντας ήταν και η οργάνωση των πανηγυριών, τα οποία διεξάγονταν με χρονική αλληλουχία (στα Γρεβενά τον Ιούλιο, στα Ιωάννινα τον Αύγουστο, στην Άρτα στα μέσα Σεπτεμβρίου και στην Παραμυθιά στα τέλη του ίδιου μήνα), γεγονός που επέτρεπε τη συμμετοχή του ίδιου εμπόρου σε περισσότερα από ένα εμπορικά πανηγύρια.

 
Το Εκθεσιακό Κέντρο Άρτας, χώρος διεξαγωγής της Γενικής Έκθεσης Άρτας.

Στην εμποροπανήγυρη της Άρτας συμμετείχαν έμποροι από διάφορα μέρη της Ελλάδας, οι οποίοι όταν έφθαναν στο χώρο του πανηγυριού, νοίκιαζαν ξύλινα παραπήγματα και εξέθεταν τα προϊόντα τους. Oι Βενετοί κατά τον 18ο αιώνα έδειξαν έντονο ενδιαφέρον για την εμποροπανήγυρη της Άρτας με συχνή παρουσία εμπόρων κυρίως από τα Επτάνησα, οι οποίοι έφερναν για πώληση υφάσματα, χαρτιά, γυαλικά και μπογιές ενώ αγόραζαν για λογαριασμό τους προϊόντα από την περιοχή της Ηπείρου. Σημαντικός παράγοντας για το εμπόριο των Βενετών ήταν η παρουσία του Βενετικού προξενείου στην Άρτα, το οποίο βοηθούσε στην προστασία των Βενετών υπηκόων και διασφάλιζε το εμπορικό τους συμφέρον.[28]

Μετά την ενσωμάτωση της πόλης της Άρτας στο ελληνικό κράτος, στις 24 Ιουνίου 1881, η εμποροπανήγυρη άρχισε να χάνει σταδιακά την αίγλη της και η εμπορική κίνηση που παρουσίαζε ήταν αισθητά μικρότερη σε σχέση με την περίοδο της Τουρκοκρατίας διότι την εποχή αυτή γινόταν και ένα δεύτερο εμπορικό πανηγύρι στη Φιλιππιάδα, πιο ανταγωνιστικό και με χαμηλότερες τιμές, το οποίο προσέλκυε μεγάλο αριθμό Αρτινών εμπόρων.[29]

Με την πάροδο του χρόνου υπήρξαν και τοπογραφικές μεταλλαγές με το ζωοπάζαρο να παραμένει στο Μουχούστι ενώ η ετήσια εμποροπανήγυρη μεταφέρθηκε κοντά στο κάστρο, περίπου στο ύψος της σημερινής πλατείας Καραϊσκάκη, όπου και παρέμεινε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του '90, πριν μεταφερθεί οριστικά στον χώρο του Εκθεσιακού Κέντρου Άρτας «Κώστας Βάγιας».[30] Η σημερινή Πανελλήνια Γενική Έκθεση Άρτας, η οποία διεξάγεται κάθε χρόνο στα τέλη Σεπτεμβρίου, μπορεί να θεωρηθεί ως η φυσική συνέχεια της πρώτης εμποροπανήγυρης του Μουχουστίου.[31]

Φωτογραφίες Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Εμποροπανηγύρεις: Το εμπόριο της περιπλάνησης, Αφέντρα Μουτζάλη.
  2. «Η πόλις "Αρτα διαιρείται εις εκκλησιαστικάς ένορίας 11 κα θέσεις δέκα, 1) της Περιλήφτης (Περιβλέπτου), εκ του Χριστιανικού Ναού πρότερον, είτα Μετσιτίου υπάρξαντος τών Μπέιδων, και κειμένου πλησίον της Μητροπόλεως, 2) τών Βυρσοδεψών ή Δάφνης, 3) Τουρκοπάζαρο, 4) άγ. Θεοδώρας ή Λούκενας ή Καραπάνου, 5) Μουχούστον (ξε) (Προάστειον τής Αρτης), εντεύθεν άρχεται ή αγορά ευθύδρομος ένθεν και ένθεν έχουσα εργαστήρια διάφορα, και καταλήγουσα μέχρι της 6 ενορίας του Μονοπωλείου, 7) Πλάτανος, 8) Αλπαναρία, 9) Ρωμαιοπάζαρον, 10) Εβραϊκά εις ταύτας κεντα αι επόμεναι Εκκλησίαι.», Σεραφείμ Ξενόπουλος, Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884), σ.139.
  3. Μονή Μουχουστίου Πλάκας, Ιερά Μητρόπολις Άρτης.
  4. Churches in Greece, 1453-1850, Volume 1. Front Cover. The University, 1979
  5. «Μέχρι της αρχής της ΙΗ', εκατοντ.μη όντων αλευρομύλων εις Αρταν και δυσκολευομένων τών κατοίκων να άλήθωσιν εις τινας κώμας, άπεχούσας δύω ή τρεις ώρας, ανηγέρθησαν υπ' αυτών, οι κατά την συνοικίαν Μουχούστον τέσσαρες νερόμυλοι.», Σεραφείμ Ξενόπουλος, Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884), σ.183. -«Εν τη θέσει ταύτη εις τινα οδον στενόπορον όθεν μετοχες τεύεται το ύδωρ του ποταμού εις άρδευσιν τών περιβολίων υπάρχουσιν ογκωδέστατοι τίνες λίθοι, σωζόμενοι άχρι τούδε και καλούμενοι υπό τών Αρταίων καμήλες, μυθολογείται δε ότι, εν τη θέσει ταύτη δύο υπερμεγέθεις κάμηλοι, αίτινες και τελευτήσασα αμέσως απελθώθησαν ώς εκ θαύματος.», Σεραφείμ Ξενόπουλος, Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884), σ.361.
  6. Βυζαντινή κεραμεική στην Άρτα, Αγγελική Βαβυλοπούλου Χαριτωνίδου, Δελτίον XAE 12 (1984), Περίοδος Δ', σ.458.
  7. «Τα τζαμιά της Άρτας ήταν 8 από τα οποία τα 6 βρίσκοταν εντός της πόλης (Φεϋζούλ τζαμί, Τζαμί Σουλτάν Μεχμέτ, Τζαμί Σουλτάνου Βαγιαζήτ, Τζαμί Κιλίτς Μπέη, Τζαμί του Τεκέ, Τζαμί των Μπέηδων) και τα 2 εκτός (Τζαμί Φαίκ Πασά και Τζαμί στα Ρόκκα)», Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης και Πρεβέζης(εκδ.1884), Σεραφείμ Ξενόπουλος, σελ. 176-179. -«The population of Arta exceeds 6000: it contains six mosques, and twentyfour Greek churches.», Travels in Albania and Other Provinces of Turkey in 1809 & 1810, Volume 1, John Cam Hobhouse Broughton.
  8. Ιμαρέτ-Φεϋζούλ: Επαρμηνεύοντας τα τεμένη της Άρτας, Κοντογιάννης Ευάγγελος, Αθήνα 2014.
  9. Ιμαρέτ. Στη σκιά του ρολογιού, Γιάννης Καλπούζος, 2008, ΙSBN 978-618-01-1119-4.
  10. Αφιέρωμα 1821-1871, Δημ. Τσάκωνας, 1971, σ.367.
  11. «Near this church is a seraglio, occupied occasionally by the Vizier in his joumies to the coast. It is of the same construction as that of Salaora, but on a larger scale.», Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia, Volume 1, 1819, p.118, Henry Holland.[1]
  12. «Entering the suburbs we passed by a serai of the pasha's painted externally in vivid colours, and a very curious Greek church of the Lower Empire.», Travels in Sicily, Greece and Albania, Thomas Smart Hughes, 1820, p.431.[2]
  13. Travels in Southern Epirus, Acarnania, Aetolia, Attica, and Peloponesus: Or the Morea, in the Years 1814-1816, François Charles Hugues Laurent Pouqueville, p.32.
  14. «Συμβολή στην ιστορία της Άρτας (τέλη 18ου- αρχές 19ου αιώνα), Κωνσταντίνα Πανάγου, 1997, σ.188» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 3 Ιουλίου 2021. Ανακτήθηκε στις 15 Φεβρουαρίου 2017. 
  15. Στρατηγοῦ Μακρυγιάννη, Ἀπομνημονεύματα, Βιβλίον Α´, Κεφάλαιον τρίτον.
  16. «Τώ 1821 πυρποληθέντα κατεστράφησαν ολοτελώς, σορός έρειπίων γινόμενα εν τη θέσει ήδη αυτών, κατά το 1869 ήγειρεν η Τουρκική Κυβέρνησις εργαστήριά τινα, προς όφελος τής Δημαρχίας κρεωπωλείων και ιχθυοπωλείων.», Σεραφείμ Ξενόπουλος, Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884), σ.13.
  17. Τά αστικά άκίνητα στήν άμεση κυριότητα της Μονής Κάτω Παναγίας (1878), Ιστορικά, εκδ. 14-15, σ.93.
  18. Η Επανάστασις της Άρτης του 1854, Δημητρίου Καρατζένη, σ.49-51.
  19. Τα παζάρια της Ηπείρου, Ιστορικά, εκδ. 20-21, σ.333.
  20. «In Arta are reckoned seven or eight thousand Inhabitants; This Town, and the Country round about, Traffick in Tobacco, Botargo, and Furrs, with which they drive a great Trade», Journey Into Greece. 6 Books. Ith Variety of Sculptures. - London, Cademan 1682, George and Spon Wheeler Jacques, book 1, p.38 [3]
  21. «L'Arta exporte beaucoup de denrées qui proviennent de son territoire: les principales sont le bled , le maïs, l'orge , l'avoine , les haricots. Outre les productions territoriales , l'Arta a deux manufactures, l'une plus considérable que l'autre. La première est celle d'une espèce de drap grossier, brun ou blanc, qui sert à faire de ces manteaux que les gens de mer appellent caban[..]Le golfe de l'Arta a aussi beaucoup de bois, lesquels appartiennent en' partie au gouvernement et en partie aux particuliers.[..]Ces bois consistent , en chênes blancs et une petite quantité d'ormes.», Voyage en Grèce de Xavier Scrofani, sicilien fait en 1794 et 1795, Volume 3, Saverio Scrofani, p.19-20.[4]
  22. «We had passed one small village about three hours from Salaghora, and the road, from our leaving the marsh, had been over the plain, which was bounded on every side except that of the Gulf, by mountains, and which, though cultivated in some spots, appeared to serve principally as a pasture for horses and bullocks.», Travels in Albania and Other Provinces of Turkey in 1809 & 1810, Volume 1, John Cam Hobhouse Broughton.[5]
  23. «The plain of Arta is in fact one of the most fertile districts and notwithstanding many deficiencies of culture, teems with a luxuriant and profitable vegetation. The greater part is occupied as pasture land; a large portion also is devoted to the culture of the maize, wheat, rice, and tobacco;», Travels in the Ionian Isles, Albania, Thessaly, Macedonia, Volume 1, 1819, p.116, Henry Holland.[6]
  24. Περίπατος στην Οθωµανική Άρτα 1449 – 1881 και από την απελευθέρωση, Φώτης Βράκας, Academia.edu, σ.46-47.
  25. Το αρτινό εμπόριο από τον 17ο ως τον 19ο αιώνα, Φώτης Βράκας, Academia.edu.
  26. «Εις Αρταν εμπορική τις πανήγυρις, οϋχι ευκαταφρόνητος, Μουχούστον καλουμένη, ώς έκ τής ένοριακής θέσεως, ήτις άρχεται συνήθως από της 14 Σεπτεμβρίου και λήγει την 24 σχεδόν τού αυτού διαρκεί ήτοι δέκα σχεδόν ήμέρας. Συνάμα και κατά πάσαν πέμπτήν τής εβδομάδος γίνεται εν "Αρτη αγορά (Παζάρι) διαφόρων εδωδίμων και ενδυμάτων.», Σεραφείμ Ξενόπουλος, Δοκίμιον Ιστορικόν περί Άρτης & Πρεβέζης» (εκδ.1884), σ.183.
  27. «On traverse le lit sablonneux de plusieurs torrents réunis, pour s'arrêter sur un plateau verdoyant qui est une halte des voyageurs, et le lieu d'une foire appelée Catchico-Bazaro, qui a lieu tous les ans le jeudi de la semaine-sainte.», Voyage dans la Grèce, François Charles Hugues Laurent Pouqueville, 1820, p.88.[7]
  28. Η διπλωματική και οικονομική παρουσία των Βενετών στην περιοχή της Άρτας κατά τον 18ο αιώνα, Θεσσαλονίκη, Βέτσιος, Ελευθέριος Λ, Θεσ/νικη, 2007.
  29. Όψεις της οικονομικής και κοινωνικής ζωής στην Άρτα μετά την προσάρτηση στο Ελληνικό κράτος, Κωνσταντίνα Πανάγου, 1997, σ.238
  30. Μετονομασία του Εκθεσιακού Κέντρου Δ. Αρταίων σε «Εκθεσιακό Κέντρο Κων/νος Βάγιας», Αριθ. Απόφασης 315/2010, Δήμος Αρταίων.[νεκρός σύνδεσμος]
  31. Εμποροπανήγυρη. Παζάρι ή εορταστικός εκθεσιακός θεσμός;, ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ Άρτας.