Ξάνθος
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Αυτό το λήμμα χρειάζεται επιμέλεια ώστε να ανταποκρίνεται σε υψηλότερες προδιαγραφές ορθογραφικής και συντακτικής ποιότητας ή μορφοποίησης. Αίτιο: συντακτικά λάθη κατά τη μετάφραση, ακατανόητο κείμενο σε μερικά σημεία Για περαιτέρω βοήθεια, δείτε τα λήμματα πώς να επεξεργαστείτε μια σελίδα και τον οδηγό μορφοποίησης λημμάτων. |
Η Ξάνθος (Arñna, Λατινικά: Xanthus, Τούρκικα: Ksantos) ήταν πόλη της αρχαίας Λυκίας.[1] Βρισκόταν στην περιοχή της σημερινής πόλης Κινίκ, στην τουρκική Επαρχία Αττάλειας, πλησίον του ποταμού στον οποίο βρίσκεται σήμερα η πόλη. Κατά τις αρχαίες πηγές το όνομα «Ξάνθος» χρησιμοποιήθηκε ως συνώνυμο της Λυκίας στο σύνολό της.
Ξάνθος | |
Μερική ανακατασκευή του Μνημείου των Νηρηίδων από την Ξάνθο, στο Βρετανικό Μουσείο. | |
Τοποθεσία | Κινίκ, Επαρχία Αντάλια, Τουρκία |
---|---|
Περιοχή | Λυκία |
Συντεταγμένες | 36°21′22″N 29°19′7″E / 36.35611°N 29.31861°EΣυντεταγμένες: 36°21′22″N 29°19′7″E / 36.35611°N 29.31861°E |
Είδος | Οικισμός |
Έκταση | 126 εκτ. |
Επίσημη ονομασία | Ξάνθος-Λητώον |
Τύπος | Πολιτισμικό |
Κριτήρια | ii, iii |
Καταγραφή | 1988 (12η συνεδρίαση) |
Παραπομπή no. | 484 |
Περιοχή | Ευρώπη και Βόρεια Αμερική |
Ο αρχαιολογικός χώρος εντάχθηκε στον κατάλογο των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO το 1988.
Η πόλη
ΕπεξεργασίαΞάνθος ήταν η ελληνική ονομασία της πόλης Arñna. Η ονομασία που της είχαν δώσει οι Χετταίοι ήταν Αρίνα (Arinna), που όμως δεν πρέπει να συγχέεται με την Αρίνα κοντά στην Χαττούσα. Οι Ρωμαίοι ονόμασαν την πόλη Xanthus, καθώς όλες οι ελληνικές καταλήξεις –ος άλλαξαν στα λατινικά σε –us. Η Ξάνθος ήταν το πολιτιστικό και εμπορικό κέντρο της Λυκίας και, μετέπειτα, των Περσών, Ελλήνων και Ρωμαίων που κατά σειρά κατάκτησαν την πόλη και κατέλαβαν τις παρακείμενες περιοχές.
Η Ξάνθος αναφέρεται από πληθώρα αρχαίων Ελλήνων και Ρωμαίων συγγραφέων. Ο Στράβωνας αναφέρει την Ξάνθο ως τη μεγαλύτερη πόλη της Λυκίας[2]. Αμφότεροι ο Ηρόδοτος και ο Αππιανός περιγράφουν την κατάκτηση της πόλης από τον Άρπαγο για λογαριασμό της Περσικής Αυτοκρατορίας το 540 π.Χ περίπου. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο οι Πέρσες αναμετρήθηκαν και νίκησαν τον μικρό Λυκιακό στρατό στην πεδιάδα βόρεια της πόλης. Μετά την αναμέτρηση οι Λύκιοι υποχώρησαν μέσα στην πόλη η οποία πολιορκήθηκε από τον Άρπαγο. Οι Λύκιοι κατέστρεψαν την ακρόπολη τους, σκότωσαν τις γυναίκες, τα παιδιά και τους σκλάβους τους και στη συνέχεια πραγματοποίησαν επίθεση αυτοκτονίας ενάντια στις υπέρτερες περσικές δυνάμεις[3]. Ολόκληρος ο πληθυσμός της Ξάνθου χάθηκε εκτός από 80 οικογένειες που απουσίαζαν κατά τη διάρκεια της μάχης.
Κατά τη διάρκεια της περσικής κατοχής τοποθετήθηκε τοπική ηγεσία στην Ξάνθο, η οποία μέχρι το 520 π.Χ. είχε ήδη κόψει το δικό της νόμισμα. Η τύχη της Ξάνθου συνδέθηκε με αυτή της Λυκίας καθώς η Λυκία άλλαξε πλευρές κατά τη διάρκεια των Ελληνο-περσικών πολέμων. Αρχαιολογικές ανασκαφές επιδεικνύουν ότι η Ξάνθος καταστράφηκε μεταξύ του 475-470 π.Χ., είτε από τον Αθηναίο Κίμωνα είτε από τους Πέρσες. Καθώς δεν υπάρχουν αναφορές για αυτή την καταστροφή στις περσικές ή ελληνικές πηγές, κάποιοι λόγιοι αποδίδουν την καταστροφή σε φυσικά ή άλλα αίτια. Η Ξάνθος κτίστηκε εκ νέου μετά την καταστροφή και τις τελευταίες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ. κατέκτησε την γειτονική Τελμησσό και την προσάρτησε στην Λυκία.
Η ευημερία της Λυκίας κατά τη διάρκεια της Περσικής κατοχής αναδεικνύεται από τα πολλά αρχιτεκτονικά μνημεία της Ξάνθου, ιδίως τους πολλούς τάφους, με χαρακτηριστικότερο όλων το Μνημείο των Νηρηίδων.
Οι αναφορές για την παράδοση της πόλης στον Μέγα Αλέξανδρο διαφέρουν. Ο Αρριανός περιγράφει μία ειρηνική παράδοση[4], όμως ο Αππιανός ισχυρίζεται ότι η πόλη λεηλατήθηκε. Μετά τον θάνατο του Αλέξανδρου η πόλη άλλαξε χέρια μεταξύ των αντίπαλων κληρονόμων του. Ο Διόδωρος Σικελιώτης αναφέρει ότι ο Πτολεμαίος ο Σωτήρ κατέλαβε την Ξάνθο από τον Αντίγονο. Οι Αππιανός, Δίων Κάσσιος και Πλούταρχος αναφέρει ο καθένας ότι η πόλη καταστράφηκε ξανά στους Ρωμαϊκούς Εμφυλίους Πολέμους, περίπου το 42 π.Χ., από τον Βρούτο, όμως ο Αππιανός σημειώνει ότι κτίστηκε εκ νέου από τον Μάρκο Αντώνιο. Ερείπια του ρωμαϊκού αμφιθέατρου υπάρχουν ακόμα στο χώρο. Ο Μαρίνος αναφέρει ότι στην αρχαιότητα υπήρχε στην Ξάνθο γραμματική σχολή.
Οι αρχαιολογικές ανασκαφές στην Ξάνθο έφεραν στο φως πολλά κείμενα στη Λυκιακή γλώσσα και στα Ελληνικά, συμπεριλαμβανομένων και δίγλωσσων κειμένων τα οποία ήταν χρήσιμα για την αποκωδικοποίηση των Λυκιακών.
Ο ποταμός Ξάνθος
ΕπεξεργασίαΟ Στράβωνας αναφέρει ότι το όνομα του ποταμού ήταν Σίβρος ή Σίβρις[2]. Κατά τη διάρκεια της Περσικής εισβολής ο ποταμός ονομάστηκε Σίβρε το οποίο σημαίνει «κίτρινος» ή "αμμόχρους", όπως η ελληνική λέξη «ξανθός». Ο ποταμός συνήθως έχει μία κίτρινη απόχρωση λόγω του εδάφους από την προσχωσιγενή βάση της κοιλάδας. Σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος της Ξάνθου βρίσκεται πάνω από το σύγχρονο τουρκικό χωριό Κινίκ. Κάποτε η ρωμαϊκή γέφυρα Κεμέρ, με μήκος μεγαλύτερο των 500 ποδών, διέσχιζε τον άνω ρου του ποταμού κοντά στο σημερινό χωριό Κεμέρ.
Ένας ελληνικός μύθος αναφέρει ότι ο ποταμός δημιουργήθηκε από τους πόνους κατά τη γέννα της Λητούς, ο ναός της οποίας, το Λητώον, βρίσκεται στην δυτική όχθη του ποταμού, μερικά χιλιόμετρα νότια της Ξάνθου. Το Λητώον ανεσκάφη κατά τον 20ο αιώνα και απέφερε πολυάριθμα Λυκιακά, Ελληνικά και Αραμαϊκά κείμενα. Ένα σημαντικό τρίγλωσσο κείμενο, γνωστό ως το Τρίγλωσσο του Λητώου, και στις τρεις γλώσσες αποκαλύφθηκε ότι περιέχει αναφοράς στον Βασιλιά Αρταξέρξη[χρειάζεται αποσαφήνιση]. Το Λητώον χαρακτηρίστηκε επίσης μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς.
Στην Ιλιάδα
ΕπεξεργασίαΞάνθος ήταν το όνομα του ποταμού Σκάμανδρος ο οποίος προσπάθησε να πνίξει τον Αχιλλέα στο βιβλίο ΧΧΙ στης Ιλιάδας.
Επίσης στην Ιλιάδα, Ξάνθος ήταν το όνομα ενός από τα αθάνατα άλογα του Αχιλλέα, το οποίο το επέπληξε για το θάνατο του Πάτροκλου, θύμισε στον Αχιλλέα προκαθορισμένο θάνατό του.
Τέλος, οι ήρωες του Τρωικού πολέμου, Γλαύκος και Σαρπηδόνας, ηγέτες των Λύκιων, αναφέρονται ότι έρχονται από την χώρα του Ξανθού ποταμού.
Παραπομπές
Επεξεργασία- ↑ Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού
- ↑ 2,0 2,1 Εἶθ´ ὁ Ξάνθος ποταμός, ὃν Σίρβιν ἐκάλουν τὸ πρότερον· ἀναπλεύσαντι δ´ ὑπηρετικοῖς δέκα σταδίους τὸ Λητῷον ἔστιν· ὑπὲρ δὲ τοῦ ἱεροῦ προελθόντι ἑξήκοντα ἡ πόλις ἡ τῶν Ξανθίων ἐστὶ μεγίστη τῶν ἐν Λυκίᾳ. μετὰ δὲ τὴν Ξάνθον Πάταρα, καὶ αὕτη μεγάλη πόλις λιμένα ἔχουσα καὶ ἱερὰ Ἀπόλλωνος, κτίσμα Πατάρου. Πτολεμαῖος δ´ ὁ φιλάδελφος ἐπισκευάσας Ἀρσινόην ἐκάλεσε τὴν ἐν Λυκίᾳ, ἐπεκράτησε δὲ τὸ ἐξ ἀρχῆς ὄνομα. Γεωγραφικά, βιβλίο ΙΔ, 3, 6
- ↑
176 1 Πηδασέες μέν νυν χρόνῳ ἐξαιρέθησαν. Λύκιοι δέ, ὡς ἐς τὸ Ξάνθιον πεδίον ἤλασε ὁ Ἅρπαγος τὸν στρατόν, ἐπεξιόντες καὶ μαχόμενοι ὀλίγοι πρὸς πολλοὺς ἀρετᾶς ἀπεδείκνυντο, ἑσσωθέντες δὲ καὶ κατειληθέντες ἐς τὸ ἄστυ συνήλισαν ἐς τὴν ἀκρόπολιν τάς τε γυναῖκας καὶ τὰ τέκνα καὶ τὰ χρήματα καὶ τοὺς οἰκέτας, καὶ ἔπειτα ὑπῆψαν τὴν ἀκρόπολιν πᾶσαν ταύτην καίεσθαι. 2 ταῦτα δὲ ποιήσαντες καὶ συνομόσαντες ὅρκους δεινούς, ἐπεξελθόντες ἀπέθανον πάντες Ξάνθιοι μαχόμενοι. 3 τῶν δὲ νῦν Λυκίων φαμένων Ξανθίων εἶναι οἱ πολλοί, πλὴν ὀγδώκοντα ἱστιέων, εἰσὶ ἐπήλυδες· αἱ δὲ ὀγδώκοντα ἱστίαι αὗται ἔτυχον τηνικαῦτα ἐκδημέουσι καὶ οὕτω περιεγένοντο. τὴν μὲν δὴ Ξάνθον οὕτω ἔσχε ὁ Ἅρπαγος, παραπλησίως δὲ καὶ τὴν Καῦνον ἔσχε· καὶ γὰρ οἱ Καύνιοι τοὺς Λυκίους ἐμιμήσαντο τὰ πλέω.
- ↑
ἔπειτα εἰσβαλὼν εἰς Λυκίαν Τελμισσέας μὲν ὁμολογίᾳ προσηγάγετο, περάσας δὲ τὸν Ξάνθον ποταμὸν Πίναρα καὶ Ξάνθον τὴν πόλιν καὶ Πάταρα ἐνδοθέντα ἔλαβε καὶ ἄλλα ἐλάττω πολίσματα ἐς τριάκοντα
— Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις, Βιβλίο Α, 24, 4
Πηγές
Επεξεργασία- Trevor R. Bryce, The Lycians, vol. I, pp. 12–27
- Στράβωνας, 14.3.6
- Ηρόδοτος, 1.176
- Αππιανος, bell. civ., 4.10.76-80, 5.1.7
- Αρριανός, anab. 1.24.4
- Διόδωρος 20.27.1
- Δίων Κάσσιος, 47, 34.1-3
- Πλούταρχος, βρούτος 30-31
- Μαρίνος, vita Procli 6-8
- Κουίντος (Quintus Smyrn'). 11.22-26
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
Επεξεργασία- Η Ξάνθος και το Λητώον στην επίσημη ιστοσελίδα της UNESCO
- H επίσημη ιστοσελίδα της Γαλλικής αρχαιολογικής αποστολής στην Ξάνθο και το Λητώον
- Καναδική επιγραφική αποστολή στην Ξάνθο
- Γαλλική αρχαιολογικής αποστολής στην Ξάνθο και το Λητώον Αρχειοθετήθηκε 2011-05-24 στο Wayback Machine.
- Ο Τόξαρχος απο το μνημείο των Νηρηίδων