Πωλ Λεωτώ

Γάλλος συγγραφέας

Ο Πωλ Λεωτώ (γαλλικά: Paul Léautaud) (1872 - 1956) ήταν Γάλλος συγγραφέας και θεατρικός κριτικός, υπογράφοντας τις συχνά καυστικές κριτικές του με το ψευδώνυμο Μωρίς Μπουασάρ.[7]

Πωλ Λεωτώ
Ο Πωλ Λεωτώ το 1920
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Paul Léautaud (Γαλλικά)
Γέννηση18  Ιανουαρίου 1872[1][2][3]
1ο δημοτικό διαμέρισμα του Παρισιού
Θάνατος22  Φεβρουαρίου 1956[4][2][3]
Λε Πλεσί-Ρομπενσόν
Τόπος ταφήςCimetière ancien de Châtenay-Malabry
ΨευδώνυμοMaurice Boissard
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία[5]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Μητρική γλώσσαΓαλλικά
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[4]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας
ημερολογιογράφος
κριτικός θεάτρου
ποιητής
κριτικός λογοτεχνίας[6]
Οικογένεια
ΣύντροφοςMarie Dormoy
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βιογραφικά στοιχεία Επεξεργασία

Ο Πωλ Λεωτώ γεννήθηκε στο Παρίσι στις 18 Ιανουαρίου 1872. Εγκαταλελειμμένος από τη μητέρα του, τραγουδίστρια της όπερας, αμέσως μετά τη γέννησή του, τον μεγάλωσε ο πατέρας του, ηθοποιός και θεατρικός υποβολέας στην Κομεντί Φρανσαίζ, ο οποίος, ζώντας μια αντισυμβατική ζωή, δεν τον φρόντιζε σχεδόν καθόλου, ωστόσο τον πήγαινε τακτικά στην Κομεντί Φρανσαίζ και τον άφηνε να κυκλοφορεί στους διαδρόμους και στα παρασκήνια του θεάτρου. Ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε και απέκτησε έναν άλλο γιο, τον Μωρίς. Από την ηλικία των 5 ετών, του έδωσε το κλειδί του σπιτιού: «Κάνε ό,τι θέλεις αρκεί να είσαι εδώ για το δείπνο και να μην σε φέρει πίσω αστυνομικός.»[8]

«Ο πατέρας μου κατέβαινε στο καφενείο κάθε πρωί, πριν το μεσημεριανό γεύμα. Είχε δεκατρία σκυλιά. Περπατούσε στο δρόμο με τα σκυλιά του και κρατούσε στο χέρι του ένα μαστίγιο που δεν το χρησιμοποιούσε για τα σκυλιά. Όταν περνούσε μια γυναίκα που του άρεσε, την έπαιρνε από πίσω περνώντας το μαστίγιο γύρω της».[9]

Ο Λεωτώ τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο Κουρμπεβουά. Το 1887, σε ηλικία 15 ετών, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι όπου εργάστηκε σε διάφορες δουλειές για να επιβιώσει. «Για οκτώ χρόνια έτρωγα μεσημεριανό και βραδινό τυρί τεσσάρων δεκάρων, ένα κομμάτι ψωμί, ένα ποτήρι νερό, λίγο καφέ. Τη φτώχεια, ποτέ δεν τη σκέφτηκα, ποτέ δεν υπέφερα από αυτήν.»

Το 1894, έγινε υπάλληλος σε δικηγορικό γραφείο. Από το 1902 έως το 1907 εργάστηκε σε γραφείο δικαστικού διαχειριστή. Εκπαιδεύτηκε μόνος του, διαβάζοντας αγαπημένους του συγγραφείς μέχρι αργά το βράδυ: Μπαρές, Ρενάν, Ταίν, Ντιντερό, Βολταίρος και Σταντάλ. «Διδάχθηκα μόνος, χωρίς κανέναν, χωρίς κανόνες, χωρίς αυθαίρετη κατεύθυνση, ό,τι μου άρεσε, ό,τι με σαγήνευε, ό,τι αντιστοιχούσε στη φύση του μυαλού μου».

Στους λογοτεχνικούς κύκλους Επεξεργασία

 
Ο Πωλ Λεωτώ σε προσωπογραφία του Εμίλ Μπερνάρ, 1929

Έγινε γνωστός στους λογοτεχνικούς κύκλους από το 1903 με το αυτογραφικό μυθιστόρημα Le Petit Ami (Ο μικρός φίλος), στο ευρύ κοινό μόλις το 1950 με τις ραδιοφωνικές συνεντεύξεις στη μακρά σειρά Συνομιλίες με τον Ρομπέρ Μαλέ που τον έκαναν διάσημο. [10]Για να έχει την ελευθερία να γράφει ό,τι τον ευχαριστεί, δέχεται, το 1907, μια κακοπληρωμένη δουλειά στο περιοδικό Ερμής της Γαλλίας (Mercure de France), όπου παρέμεινε για περίπου 30 χρόνια. Υπεύθυνος της θεατρικής κριτικής με το ψευδώνυμο «Μωρίς Μπουασάρ», έγινε γνωστός για την ειλικρίνειά του, το σκωπτικό και ανατρεπτικό του πνεύμα.[11]

Το 1929, αρχικά σε συνεργασία με τον Αντόλφ βαν Βεμπέρ, έγραψε μια ποιητική ανθολογία σε 3 τόμους: Σύγχρονοι ποιητές, επιλεγμένα κομμάτια συνοδευόμενα από βιογραφικές σημειώσεις και ένα βιβλιογραφικό δοκίμιο.[12]Το 1930 έγραψε ένα ακόμη αυτογραφικό μυθιστόρημα: Amours (Έρωτες).

Μοναχικός, παίρνοντας εγκαταλελειμμένα ζώα στο σπίτι του στο Φοντεναί-ω-Ροζ κοντά στο Παρίσι και ζώντας στη φτώχεια, αφοσιώθηκε για περισσότερα από 60 χρόνια στο Ημερολόγιό του, το οποίο ονόμαζε λογοτεχνικό, όπου διηγούνταν, μέρα με τη μέρα, υπό την άμεση εντύπωση, τα γεγονότα που τον επηρέασαν. «Έζησα μόνο για να γράφω. Ένιωσα, είδα, άκουσα πράγματα, συναισθήματα, ανθρώπους μόνο για να γράψω. Προτίμησα αυτό από την υλική ευτυχία, από την εύκολη φήμη. Θυσίασα μάλιστα συχνά την ευχαρίστηση της στιγμής, τις πιο απόκρυφες στιγμές ευτυχίας και στοργής, ακόμη και την ευτυχία λίγων άλλων, για να γράψω αυτό που μου έκανε ευχαρίστηση να γράψω. Διατηρώ μια βαθιά ευτυχία από όλο αυτό.»

Η Μαρί Ντορμουά, διευθύντρια βιβλιοθήκης, κριτικός τέχνης και μεταφράστρια, με την οποία είχαν σχέση από το 1933 έως το 1939 και έκτοτε παρέμειναν φίλοι, ήταν η γενική κληρονόμος του και συνέβαλε στη δημοσίευση και τη δημοσιότητα του Λογοτεχνικού ημερολογίου του μετά τον θάνατό του, όπως και άλλων έργων του, τη συλλογή Το θέατρο του Μωρίς Μπουασάρ, 1907-1941, 2 τόμοι, διηγήματα και την Αλληλογραφία του.

Ο Πωλ Λεωτώ πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου 1956 στο Σατεναί-Μαλαμπρί. Η πλατεία Πωλ Λεωτώ στο 17ο διαμέρισμα του Παρισιού ονομάστηκε προς τιμήν του.

Το Λογοτεχνικό ημερολόγιο Επεξεργασία

Το σπουδαίο έργο του Πωλ Λεωτώ είναι το Λογοτεχνικό Ημερολόγιο που έγραφε σχεδόν καθημερινά για περισσότερα από 60 χρόνια - από το 1893 έως τον θάνατό του το 1956 - κατά τη διάρκεια της νύχτας, στο φως των κεριών.

Αυτές οι σελίδες που γράφονταν κάθε μέρα, περιλαμβάνουν γεγονότα της ημέρας. Ο Λεωτώ μιλά για τις εντυπώσεις του, τους έρωτές του, τα ζώα του. Αδίστακτος κριτής, αναφέρεται επίσης στους συγγραφείς που συναντούσε στο περιοδικό Mercure de France, μεταξύ των οποίων οι Φρανσίς Ζαμ, Φρανσουά Κοπέ, Αντρέ Ζιντ, Πωλ Βαλερύ, Μαρσέλ Σβόμπ, Ρασίλντ, Κολέτ, Ανρί ντε Ρενιέ, Αντρέ Μπιλί, Ζωρζ Ντυαμέλ, Φρανσουά Μωριάκ, Ερνστ Γιούνγκερ, Αντρέ Μαλρώ, Ζαν Κοκτώ, Μαρσέλ Ζουαντού, Πιερ Ντριε Λα Ροσέλ και πολλοί άλλοι.

Το Λογοτεχνικό ημερολόγιο περιλαμβάνει 18 τόμους συν έναν τόμο ευρετηρίου στην αρχική έκδοση (περισσότερες από 6.000 σελίδες).[13]

Η γραφή είναι φυσική και αυθόρμητη. «Ο Λεωτώ γράφει, χωρίς χυδαιότητα, σε ένα ζωηρό μείγμα γραπτού και προφορικού λόγου, μέσα από ένα συναισθηματικό, αντιδραστικό, πνευματώδες ρεύμα σκέψης. Όσοι είχαν ανακαλύψει τη φωνή του στις διάσημες ραδιοφωνικές συνεντεύξεις του, είχαν την εντύπωση, σε κάθε σελίδα, ότι τον ακούνε. Λίγοι συγγραφείς μπόρεσαν να αποδώσουν τον πλαστικό δυναμισμό της γαλλικής γλώσσας σαν αυτόν.»[14]

Από το 1922, ο Λεωτώ έδινε ευχαρίστως επιλεγμένα αποσπάσματα σε λογοτεχνικά περιοδικά που τα ζητούσαν, αλλά παρά την ένδειά του και τα επανειλημμένα αιτήματα από εκδότες (Mercure de France, Γκαλιμάρ, Γκρασέ και άλλοι) αρνήθηκε την πλήρη δημοσίευσή του.

Ο πρώτος τόμος κυκλοφόρησε από τη Mercure de France το 1954, ο δεύτερος το 1955, ο τρίτος το 1956 δύο μήνες μετά τον θάνατό του. Όλοι οι άλλοι τόμοι εκδόθηκαν υπό την ευθύνη της Μαρί Ντορμουά, διευθύντριας της λογοτεχνικής βιβλιοθήκης Ζακ-Ντουσέ, του τελευταίου έρωτα του Λεωτώ, που παρέμεινε αφοσιωμένη φίλη και εκτελεστής της διαθήκης του.[15]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 11911833g.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Αγγλικά) Discogs. 826527. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 3,2 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. leautaud-paul. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11911833g. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  5. LIBRIS. 14  Ιανουαρίου 2013. libris.kb.se/katalogisering/dbqt048x189x6c2. Ανακτήθηκε στις 24  Αυγούστου 2018.
  6. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  7. . «babelio.com/auteur/Paul-Leautaud». 
  8. Ραδιοφωνικές συνεντεύξεις με τον Ρομπέρ Μαλέ, έβδομη συνέντευξη.
  9. Ραδιοφωνικές συνεντεύξεις με τον Ρομπέρ Μαλέ, πρώτη συνέντευξη.
  10. . «nytimes.com/archives/paul-leautaud». 
  11. . «francearchives.fr/fr/pages_histoire/Paul Léautaud». 
  12. . «leautaud.com/les-poetes-daujourdhui/». 
  13. . «leautaud.com/les-editions-du-journal/». 
  14. . «brumes.wordpress.com/2015/01/17/vie-dun-ecrivain-francais-le-journal-litteraire-de-paul-leautaud/». 
  15. . «babelio.com/livres/Leautaud-Journal-litteraire-Choix-de-pages».