Το Σαντζάκι της Ρόδου (Οθωμανικά Τουρκικά: Sancak-i/Liva-i Rodos) ήταν δευτέρας τάξεως οθωμανική επαρχία (σαντζάκι ή λιβάς), η οποία περιελάμβανε τα Δωδεκάνησα ή τις Νότιες Σποράδες, με τη Ρόδο ως πρωτεύουσά του.

Σαντζάκι της Ρόδου
Οθωμανικά Τουρκικά:
Liva-i Rodos
Σαντζάκι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας

1522 – 1912
Πρωτεύουσα Ρόδος
Πολιτική δομή Σαντζάκι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Ιστορία
 -  Κατάληψη από τους Οθωμανούς της Ρόδου 1522
 -  Κατάληψη από τους Ιταλούς 1912
Σήμερα Ελλάδα Ελλάδα

Ιστορία Επεξεργασία

Μετά την οθωμανική κατάκτηση της Ρόδου από τους Ιωαννίτες Ιππότες το 1522,[1] το νησί αποτέλεσε αρχικά την έδρα ενός μπεηλέρμπεη, ενώ δεν υπαγόταν στο Εγιαλέτι του Αρχιπελάγους ως υποεπαρχία (σαντζάκι) έως το 1546.[2] Ωστόσο, κατά το μεγαλύτερο διάστημα της οθωμανικής περιόδου κυριαρχίας, με εξαίρεση την ίδια τη Ρόδο, τα υπόλοιπα νησιά των Νότιων Σποράδων (τα υπόλοιπα νησιά των Δωδεκανήσων συμπεριλαμβανομένης της Σάμου) ήταν ουσιαστικά αυτόνομα, ενώ δεν υπόκειντο σε κάποια μορφή κεντροποιημένης διοίκησης έως και την εισαγωγή του ενιαίου βασιζόμενου στο βιλαέτι διοικητικού συστήματος στη διάρκεια της δεκαετίας του 1860.[2] Η Ρόδος αυτή καθαυτή δεν έχαιρε αυτής της αυτονομίας και παρήκμασε κατά τη διάρκεια της πρότερης οθωμανικής περιόδου, τόσο ως εμπορικός σταθμός, όσο και ως στρατηγικής σημασίας τοποθεσία, καθώς η Ανατολική Μεσόγειος μετετράπη σε οθωμανική λίμνη. Δεν ήταν παρά μονάχα μετά τον 18ο αιώνα που άρχισε να φαίνεται οικονομική ανάπτυξη επί του νησιού.[1][3]

Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, η Ρόδος και η Κως δεν έλαβαν μέρος στον ξεσηκωμό, κι αυτό παρά το γεγονός πως αρκετοί Ροδίτες ήσαν μέλη της Φιλικής Εταιρείας και αναχώρησαν, προκειμένου να παράσχουν βοήθεια στους Έλληνες επαναστάτες. Τα υπόλοιπα νησιά του σαντζακίου, ωστόσο, ξεσηκώθηκαν, με σημαντικότερη την Κάσο έως και την καταστροφή της το 1824.[3]

Η Ρόδος φαίνεται να αποτέλεσε την έδρα του Καπουδάν Πασά (του αρχιναυάρχου του Οθωμανικού Ναυτικού, ο οποίος λειτουργούσε και ως κυβερνήτης του Εγιαλετιού του Αρχιπελάγους) κατά τα τέλη του 17ου αιώνα. Το 1849, η Ρόδος κατέστη επισήμως πασά-σαντζάκ της επαρχίας του Αρχιπελάγους, το οποίο ουδεμία σχέση είχε, πλέον, με τον Καπουδάν Πασά. Με την υιοθέτηση του συστήματος των βιλαετιών, η πρωτεύουσα του νέου Βιλαετιού του Αρχιπελάγους μετακινήθηκε στο Καλέ-ι Σουλτανιγιέ το 1867, ενώ, στη συνέχεια, επέστρεψε στη Ρόδο το 1877, μετακινήθηκε στη Χίο το 1880, προτού τελικώς επιστρέψει στη Ρόδο το 1888.[1][2]

Το 1912, έτος κατά το οποίο η επαρχία κατελήφθη από το Βασίλειο της Ιταλίας στη διάρκεια του Ιταλοτουρκικού Πολέμου, περιελάμβανε τους καζάδες (περιφέρειες) της ίδιας της Ρόδου, της Kasot (Κάσος), του Mis (Καστελλόριζο), του Sömbeki (Σύμη), του Kerpe (Κάρπαθος), καθώς και του Istanköy (Κως).[2] Τα νησιά είχε προβλεφθεί να επιστραφούν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία μετά τη Συνθήκη του Ουσύ, ωστόσο η Ιταλία εκμεταλλεύτηκε το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων, προκειμένου να συνεχίσει την κατοχή τους. Τα νησιά τελικώς επιστράφηκαν στην Ελλάδα το 1947, με το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.[1]

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Soucek, S. (1995). «Rodos». The Encyclopedia of Islam, New Edition, Volume VIII: Ned–Sam. Leiden and New York: BRILL, σσ. 568–571, esp. p. 570. ISBN 90-04-09834-8. http://referenceworks.brillonline.com/entries/encyclopaedia-of-islam-2/rodos-SIM_6309. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Birken, Andreas (1976). Die Provinzen des Osmanischen Reiches. Beihefte zum Tübinger Atlas des Vorderen Orients (στα Γερμανικά). 13. Reichert. σελίδες 106–107. ISBN 9783920153568. 
  3. 3,0 3,1 Μπαζίνη, Ελένη (21 Νοεμβρίου 2006). «Ρόδος, Κεφάλαιο 2.4: Η οθωμανική κυριαρχία». Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού - Μικρά Ασία. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2023.