Σεκόγια

μεγάλο κωνοφόρο δέντρο

Η σεκόια (επιστημονική ονομασία σεκόγια η αειθαλής, Sequoia sempervirens) είναι μεγάλο κωνοφόρο δέντρο. Είναι το μόνο υπάρχον είδος του γένους Σεκόια, στην οικογένεια Κυπαρισσοειδή. Είναι αειθαλής, μονόοικη και μακρόβια, αφού ζει 1.200 με 1.800 χρόνια ή και περισσότερο. Είναι το ψηλότερο δέντρο στη Γη, αφού μια σεκόγια (ο Υπερίων) έχει μετρηθεί ότι έχει ύψος 115,61 μέτρα, ενώ μια άλλη είχε διάμετρο στο ύψος του στήθους 7,9 μέτρα. Υπάρχουν αναφορές για ευκάλυπτους και ψευδοτσούγκες που έφταναν σε ύψος τα 120 μ. αλλά κόπηκαν, αλλά το ίδιο μπορεί να υποτεθεί και γι'αυτό το είδος, όποτε δεν υπάρχει σιγουριά. Πριν την υλοτόμηση, δάση σεκόγιας κάλυπταν περίπου 8.500 τ.χλμ. στην παράκτια Καλιφόρνια και το νοτιοδυτικό Όρεγκον.

Σεκόγια
Σεκόιες δίπλα στο δρόμο US 199
Σεκόιες δίπλα στο δρόμο US 199
Κατάσταση διατήρησης
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Pinophyta
Ομοταξία: Πευκόψιδα (Pinopsida)
Τάξη: Πευκώδη (Pinales)
Οικογένεια: Κυπαρισσοειδή (Cupressaceae)
Υποοικογένεια: Σεκοιόμορφα
Γένος: Σεκόγια (Sequoia)
Είδος: S. sempervirens
Διώνυμο
Sequoia sempervirens
(D. Don) Endl.
Sequoia sempervirens

Περιγραφή

Επεξεργασία

Οι σεκόιες έχουν κωνική κόμη, με τα κλαδιά να είναι οριζόντια ή να γέρνουν ελαφρώς προς τα κάτω. Ο φλοιός είναι πολύ παχύς, έως 30 εκ. και αρκετά μαλακός, ινώδης και έχει λαμπερό κόκκινο-καφέ χρώμα όταν εκτεθεί (εξ ου και το όνομα Redwood= κόκκινο ξύλο στα αγγλικά), και με την έκθεση στις καιρικές συνθήκες γίνεται πιο σκούρο. Το ριζικό σύστημα αποτελείται από επιφανειακές, απλωμένες πλάγιες ρίζες.

Τα φύλλα έχουν μεταβλητά χαρακτηριστικά. Επίπεδα φύλλα μήκους 15-25 χιλιοστών βρίσκονται σε νεαρά δέντρα και βλαστούς στη σκιά, στο κάτω μέρος της κόμης των αιωνόβιων δέντρων, ενώ λεπιδόμορφα φύλλα μήκους 5-10 χιλιοστών απαντώνται σε μεγάλους βλαστούς με καλό φωτισμό στο πάνω μέρος της κόμης των ηλικιωμένων δέντρων. Υπάρχει ένα πλήρες φάσμα ενδιάμεσων μορφών από τη μία μέχρι την άλλη ακραία μορφή. Η πάνω επιφάνεια είναι σκούρα πράσινη και έχει δύο μπλε-λευκές στοματικές ζώνες κάτω. Η διάταξη των φύλλων είναι σπειροειδής, αλλά τα μεγαλύτερα φύλλα στη σκιά είναι περιστραμμένα στη βάση για να βρεθούν σε ένα οριζόντιο επίπεδο για τη μέγιστη σύλληψη φωτός.

Το είδος είναι μονόοικο, με τη γύρη και τους κώνους στο ίδιο φυτό. Οι κώνοι είναι ωοειδείς, μήκους 15-32 χιλιοστών, με 15-25 σπειροειδώς διατεταγμένες φολίδες. Η επικονίαση είναι στα τέλη του χειμώνα και η ωρίμανση περίπου 8-9 μήνες μετά. Κάθε φολίδα κώνου φέρει 3-7 σπόρους και κάθε σπόρος έχει μήκος 3-4 χιλιοστά και 0,5 χιλιοστά πλάτος, με δύο φτερά ενός χιλιοστού. Οι σπόροι απελευθερώνονται όταν οι φολίδες στεγνώσουν και ανοίξουν κατά την ωρίμανση. Οι κώνοι γύρης είναι ωοειδείς, μήκους 4-6 χιλιοστών.

Το γενετικό υλικό της σεκόγιας είναι ασυνήθιστο μεταξύ των κωνοφόρων, επειδή είναι εξαπλοειδές και ενδεχομένως αλλοπολυπλοειδές (AAAABB). Η καρυοτυπική ανάλυση των χρωμοσωμάτων έχει δείξει ότι τα περισσότερα από τα συνολικά 66 χρωμοσώματα του κάθε κυττάρου είναι μετακεντρικά.[1] Το μιτοχονδριακό γονιδίωμα είναι πατρικής προέλευσης (σε αντίθεση με τα άλλα κωνοφόρα).[2]

Εξάπλωση και ενδιαίτημα

Επεξεργασία

Οι σεκόιες καταλαμβάνουν μια στενή λωρίδα γης περίπου 750 χιλιόμετρα σε μήκος και 8 έως 75 χιλιόμετρα σε πλάτος κατά μήκος της ακτής του Ειρηνικού της Βόρειας Αμερικής, από το νοτιότερο άλσος στην κομητεία Μοντερέι, Καλιφόρνια μέχρι το νοτιοανατολικό άκρο του Όρεγκον. Φύονται σε υψόμετρο από 30 έως 750 μέτρα, περιστασιακά από το επίπεδο της θάλασσας έως και τα 920 μ. (Farjon 2005). Συνήθως αναπτύσσονται στα βουνά όπου υπάρχουν περισσότερες βροχοπτώσεις από την προερχόμενη από τον ωκεανό υγρασία. Τα ψηλότερα και γηραιότερα δέντρα βρίσκονται σε βαθιές κοιλάδες και ρεματιές, όπου όλο το χρόνο το ρέμα μπορεί να ρέει και η ομίχλη είναι τακτική. Τα δέντρα πάνω από το επίπεδο ομίχλης, πάνω από περίπου 700 μέτρα, είναι νεαρότερα και μικρότερα, λόγω των ξηρότερων και ψυχρότερων συνθηκών. Επιπλέον, δέντρα όπως ο νοθολιθόκαρπος, το πεύκο και το έλατο του Ντάγκλας είναι αφθονότερα σε αυτά τα υψόμετρα. Λίγες σεκόγιες αναπτύσσονται κοντά στον ωκεανό, λόγω της έντονης αλατονέφωσης, της άμμου και του ανέμου. Συμπύκνωση από τις παράκτιες ομίχλες ικανοποιεί ένα σημαντικό μέρος των αναγκών για νερό των δέντρων.[3]

Παραπομπές

Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία