Συζήτηση:Σουπεροξύ

Τελευταίο σχόλιο: πριν από 6 έτη από Τακλαμακαν στο θέμα Τίτλος

Τίτλος Επεξεργασία

Υποψιάζομαι ότι το όνομα Σουπεροξύ αποτελεί λανθασμένη μετάφραση του Superacid, που κατά την άποψή μου θα έπρεπε να λέγεται Υπεροξύ (εκτός βέβαια εαν ο όρος έχει καθιερωθεί και από την ελληνική επιστημονική κοινότητα). Τακλαμακαν (συζήτηση) 13:43, 2 Ιανουαρίου 2018 (UTC)Απάντηση

Και εγώ έτσι νομίζω, πως φιλολογικά τουλάχιστον θα έπρεπε να αποδίδεται ως υπεροξύ, όμως ο Vchorozopoulos ειδικεύεται σε θέματα χημείας και τα γνωρίζει πολύ καλά, Vchorozopoulos μπορείς να διευκρινήσεις αν πράγματι είναι καθιερωμένο ως σουπεροξύ; Gts-tg (συζήτηση) 20:44, 2 Ιανουαρίου 2018 (UTC)Απάντηση

  • Κανονικά έτσι θα ήταν, αλλά ο όρος «υπεροξύ» είχε ήδη χρησιμοποιηθεί παλαιότερα για διαφορετικό είδος οξέων, δηλαδή αυτά που είναι ταυτόχρονα υπεροξείδια και οξέα, όπως το στα ελληνικά αποκαλούμενο αιθανικό ή οξικό υπεροξύ (CH3CO3H). Στα αγγλικά το ίδιο οξύ ονομάζεται perethanoic ή peracetic acid, δηλαδή το ελληνικής προέλευσης πρόθεμα υπερ (ως per) το προτάσουν της κύριας ονομασίας. Στη δική μας βιβλιογραφία το βάζουν πριν από τη λέξη οξύ. Τα υπεροξέα ανακαλύφθηκαν πρώτα και η ελληνική χημική κοινότητα είχε σπεύσει (μάλλον λανθασμένα) να τα χαρακτηρίσει με αυτόν τον όρο. Λάβετε υπόψη ότι δεν ήταν για τότε πολύ λανθασμένη η μετάφραση, γιατί αυτά που ονόμασε η ελληνική χημική κοινότητα ως «υπεοξέα» ο συλλύβδην όρος στα αγγλικά ήταν "peracids". Δεν ήταν και μεγάλο γλωσσικό σφάλμα να τα μεταφράσει κανείς υπεροξέα, έτσι; Έτσι, όταν ανακαλύφθηκαν και τα σουπεροξέα, δεν υπήρχε πια διαθέσιμος στα ελληνικά ο όρος υπεροξέα γι' αυτά, οπότε τα ονόμασαν και στα ελληνικά σουπεροξέα, από τον αγγλόφωνο όρο superacids... Άλλωστε, το πρόθεμα σουπερ-, αν και ξενόφερτο είναι σε χρήση και στα ελληνικά. Εγώ θα πρότεινα ότι οι σωστότεροι ελληνικοί όροι θα ήταν υπεροξέα τα σουπεροξέα και «υπεροξειδοξέα» τα νυν υπεροξέα, αλλά για την ώρα η ελληνική χημική βιβλιογραφία χρησιμοποιεί ακόμη διαφορετικά αυτούς τους όρους. Ίσως κάποτε να το ξανασκεφθούν ορθότερα. Αν δεν κάνω λάθος η Ακαδημία Αθηνών (η ίδια ή κάποια υποεπιτροπή της, δεν θυμάμαι καλά) έχει επίσημα το καθήκον για τη δημιουργία ελληνικών επιστημονικών όρων. Το κάνουν και τα πανεπιστήμια, ενίοτε... Αν το κάνουν, μόλις το πληροφορηθούμε μετονομάζουμε το λήμμα...

Κι άλλοι όροι είχαν παρόμοιο πρόβλημα: Η αρχική μετάφραση κάποιου όρου απέδειδε καλύτερα ένα νεώτερο, οπότε για το δεύτερο όρο η ελληνική επιστημονική κοινότητα αυτοσχεδίασε νεολογισμούς, ίσως όχι πάντα με ικανοποιητική επιτυχία λεκτικά. Ένα παράδειγμα είναι το στοιχείο γερμάνιο. ΄Ηταν germanium, το μετέφρασαν σε γερμάνιο. Μετά, όταν ανακαλύφθηκε η ένωση γερμανάνιο, που στα αγγλικά είναι germane, υπήρχε πρόβλημα: Μέχρι τότε την κατάληξη -ane τη μετέφραζαν -άνιο. Το προφανές πρόθεμα για τις γερμανιούχες ενώσεις θα ήταν γερμ-, οπότε η ένωση θα έπρεπε να ονομαστεί γερμάνιο, όπως είχαν ήδη ονομάσει το στοιχείο. Το αποτέλεσμα ήταν να χρησιμοποιήσουν ως πρόθεμα το γερμαν-, οπότε η ένωση ονομάστηκε στα ελληνικά γερμανάνιο. Σε ετεροκυκλικές ενώσεις του γερμανίου δεν απαιτούνταν πλέον ολόκληρο το πρόθεμα γερμαν-, οπότε προτιμάται το γερμ-. Οπότε, π.χ. η ένωση με τριμελή κορεσμένο δακτύλιο που περιέχει το στοιχείο γερμάνιο έχει συστηματική ονομασία στα ελληνικά γερμιράνιο. Έτσι κι αλλιώς ταιριάζει και με την αγγλόφωνη συστηματική ονομασία germirane... Απ' ότι παρατήρησα, σποφεύγει τη μετονομασία όρων που ήδη χρησιμοποιήθηκαν αλλιώς. Μάλλον πιστεύουν ότι θα προκαλούσε κάποια σύγχιση κάτι τέτοιο. Προσωπικά προτιμώ ελληνικής προέλευσης όρους, αλλά πρέπει να έχουν ήδη κάποια χρήση για να τους χρησιμοποιήσω στη ΒΠ, νομίζω... Αν έχουν έστω και λίγη χρήση σε επιστημονικά κείμενα τους προτιμώ. Υπάρχουν πολλοί ημιξενόγλωσσοι όροι που θα μπορούσαν εύκολα να ελληνοποιηθούν, αλλά δεν είναι σωστό να δημιουργούμε μόνοι μας νεολογισμούς στη ΒΠ, έτσι; Π.χ. τα σιλάνια, στα ελληνικά θα έπρεπε να αποδίδονται ως «πυριτάνια», από την ελληνική ονομασία του κεντρικού στοιχείου που περιέχουν, αλλά πουθενά δεν έχω δει να χρησιμοποιείται αυτός ο όρος... Τα καρβένια (carbenes), σε καθαρώς ελληνόφωνη μετάφραση του όρους θα έπρεπε να ονομάζονται «ανθρακένια», αλλά κάτι τέτοιο θα προκαλούσε σύγχιση με την ένωση ανθρακένιο, που αγγλόφωνα το ονομάζουν anthracene και άρα ορθά το μετέφρασαν ανθρακένιο, και τα παράγωγά του. Όπως βλέπετε και στους αγγλόφωνους όρους, αλλά επίσης και διεθνώς, όποτε απαιτείται (και όχι μόνο) συχνά χρησιμοποιούν και ελληνόφωνους όρους και συνθετικά. Ομοίως κι εμείς, μια και η επιστήμη θεωρείται διεθνής, δεν πρέπει να αποκλείουμε ξενόγλωσσης προέλευσης όρους και συνθετικά, όταν απαιτείται ή όταν έτσι χρησιμοποιούνται στα ειδικά ελληνικά εγχειρίδια... --Vchorozopoulos (συζήτηση), 2 Ιανουαρίου 2018 (UTC)


Τακλαμακαν όπως βλέπεις ο Vchorozopoulos είναι μια εγκυκλοπαίδεια χημείας από μόνος του εντός της ευρύτερης εγκυκλοπαίδειας. Gts-tg (συζήτηση) 02:28, 3 Ιανουαρίου 2018 (UTC)Απάντηση

Έχω μείνει έκπληκτος πράγματι. Τακλαμακαν (συζήτηση) 09:43, 3 Ιανουαρίου 2018 (UTC)Απάντηση
Επιστροφή στη σελίδα "Σουπεροξύ".