Το σπίτι της γάτας που παίζει με το κουβάρι

μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ

Το σπίτι της γάτας που παίζει με το κουβάρι (γαλλικός τίτλος: La Maison du Chat-qui-pelote) είναι μυθιστόρημα του Ονορέ ντε Μπαλζάκ που δημοσιεύτηκε το 1830. [1]Είναι το εναρκτήριο έργο στις Σκηνές της ιδιωτικής ζωής, του πρώτου από τους αφηγηματικούς κύκλους που συνθέτουν την Ανθρώπινη κωμωδία, τη φιλόδοξη συλλογή μυθιστορημάτων, διηγημάτων και δοκιμίων με στόχο την περιγραφή και ανάλυση της σύγχρονης του συγγραφέα γαλλικής κοινωνίας, τόσο από οικονομική-κοινωνική όσο και ιδεολογική-αξιακή άποψη.[2]

Το σπίτι της γάτας που παίζει με το κουβάρι
ΣυγγραφέαςΟνορέ ντε Μπαλζάκ
ΤίτλοςLa Maison du chat-qui-pelote
ΓλώσσαΓαλλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1829
Ημερομηνία δημοσίευσης1829
ΣειράΗ Ανθρώπινη κωμωδία
ΧαρακτήρεςDuchesse de Carigliano
ΤόποςΠαρίσι
ΕπόμενοΟ χορός του Σω
Δημοσιεύθηκε στοΗ Ανθρώπινη κωμωδία

Ο τίτλος προέρχεται από την πινακίδα καταστήματος που απεικονίζει μια γάτα να παίζει ρακέτες με ένα κουβάρι. Η υπόθεση αναφέρεται στην αποτυχία και τραγική κατάληξη ενός γάμου λόγω της διαφορετικής κοινωνικής θέσης των συζύγων. [3]

Το έργο θεωρείται ως εισαγωγή στο σύμπαν της Ανθρώπινης κωμωδίας καθώς εισάγει όλα τα μεγάλα θέματα με τα οποία θα ασχοληθεί αργότερα ο Μπαλζάκ στο έργο του.

Έχει διασκευαστεί για την τηλεόραση και το θέατρο.[4][5]

Δημοσίευση Επεξεργασία

Αρχικά με τίτλο Δόξα και Δυστυχία (Gloire et Malheur), αυτό το σύντομο μυθιστόρημα ολοκληρώθηκε στο Μαφλιέ τον Οκτώβριο του 1829 και εκδόθηκε το 1830. Την πρώτη έκδοση ακολούθησαν τέσσερις αναθεωρημένες εκδόσεις. Η τελική έκδοση, που δημοσιεύτηκε το 1842, εμφανίστηκε με τον τίτλο Το σπίτι της γάτας που παίζει με το κουβάρι.[6]

Η ιδέα για την ιστορία προήλθε από το κατάστημα υφασμάτων και ψιλικών των Σαλαμπιέ, παππούδων του Μπαλζάκ από την πλευρά της μητέρας του.

Υπόθεση Επεξεργασία

Η ιστορία διαδραματίζεται από το 1808 έως στις αρχές του 1811 στο Παρίσι. Ο ευκατάστατος έμπορος Γκιγιώμ είναι ιδιοκτήτης καταστήματος υφασμάτων που βρίσκεται στην οδό Σαιν-Ντενί στο Παρίσι και είναι γνωστό για την πινακίδα που απεικονίζει μια γάτα να παίζει ρακέτες με ένα κουβάρι (εξ ου και το όνομα του καταστήματος). Έχει δύο κόρες, τη μεγαλύτερη και άσχημη Βιρζινί και τη μικρότερη, όμορφη και ρομαντική Ογκιστίν. Ο αριστοκρατικής καταγωγής ζωγράφος Τεοντόρ ντε Σομερβιέ ερωτεύεται παράφορα την Ογκιστίν, οι δύο ερωτευμένοι αρραβωνιάζονται, κάπως ενάντια στην επιθυμία των γονιών της Ογκιστίν, που βλέπουν δύσπιστα αυτή την «αλλαγή κοινωνικής τάξης» για την κόρη τους, την οποία αρχικά σκόπευαν να την παντρέψουν με τον υπάλληλο του καταστήματός τους, τον Ζοζέφ Λεμπά που ήταν ερωτευμένος μαζί της. Τελικά, η Ογκιστίν παντρεύτηκε τον Τεοντόρ και την ίδια μέρα, η μεγαλύτερη αδερφή της Βιρζινί παντρεύτηκε τον Λεμπά, που πρόκειται να κληρονομήσει το μαγαζί.[7]

Ο γάμος της Βιρζινί με τον Λεμπά, αν και στερείται ρομαντικής έκστασης, αποδεικνύεται επιτυχημένος, οι σύζυγοι υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον και γίνονται αξιοσέβαστοι κάτοικοι της περιοχής τους. Αντίθετα, ο γάμος της Ογκιστίν της φέρνει απογοήτευση. Μετά από δυόμισι χρόνια ευτυχίας, ο ντε Σομερβιέ αρχίζει να παρατηρεί ότι η γυναίκα του διαφέρει σε ευαισθησία, μόρφωση και συμπεριφορά από το περιβάλλον στο οποίο αυτός κινείται. Οι σύζυγοι απομακρύνονται όλο και περισσότερο και τελικά ο ντε Σομερβιέ βρίσκει ερωμένη, τη δούκισσα ντε Καριλιάνο. Η Ογκιστίν προσπαθεί να παλέψει για την αγάπη του συζύγου της, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Τελικά πεθαίνει από θλίψη.[6]

Πρόσωπα που εμφανίζονται Επεξεργασία

Αρκετοί από τους χαρακτήρες εμφανίζονται και στα υπόλοιπα έργα της Ανθρώπινης Κωμωδίας.

  • Τεοντόρ ντε Σομερβιέ – ένας άστατος νέος αριστοκρατικής καταγωγής, ταλαντούχος ζωγράφος που επέστρεψε από την Ιταλία μετά το πολυπόθητο Βραβείο της Ρώμης που κέρδισε, ιππότης της Λεγεώνας της Τιμής, λάτρης της ομορφιάς γενικότερα και αφοσιωμένος στην τέχνη του. Ερωτεύεται την Ογκιστίν, ζωγραφίζει το πορτρέτο της και την εικόνα της οικογένειας Γκιγιώμ σε ένα γεύμα. Την παντρεύεται αλλά μετά από ένα «μήνα του μέλιτος» δυόμισι ετών, επιστρέφει στις παλιές του συνήθειες και βρίσκει ερωμένη. Εμφανίζεται επίσης στα μυθιστορήματα Οι υπάλληλοι και Η Μοντέστ Μινιόν.[8]
  • Ογκιστίν Γκιγιώμ - κυρία Τεοντόρ ντε Σομερβιέ, η δεύτερη κόρη του Γκιγιώμ, η δυστυχισμένη ηρωίδα του έργου, παντρεύεται από έρωτα, αλλά δεν ανήκει στον ίδιο κύκλο με τον άντρα της, δεν μπορεί να ανταποκριθεί στον κόσμο του. Αν και πολιτιστικά πολύ πιο εκλεπτυσμένη από τους γονείς της, η ανατροφή και η κοινωνική θέση της την τοποθετούν πολύ κάτω από το επίπεδο του συζύγου της, οι φίλοι του οποίου την αντιμετωπίζουν με απροκάλυπτη περιφρόνηση, και σύντομα το πάθος του γι' αυτήν εξαφανίζεται. Πεθαίνει συντετριμμένη σε ηλικία 27 ετών.
  • Ζοζέφ Λεμπά - Ο πρώτος υπάλληλος του κυρίου Γκιγιώμ, προοριζόταν να παντρευτεί τη μεγαλύτερη κόρη Βιρζινί, αλλά ερωτεύτηκε τη μικρότερη Ογκιστίν. Ωστόσο, η γυναίκα του, χάρη στη σοφία της, ξύπνησε μέσα του τον σεβασμό και την αγάπη. Ανέλαβε το μαγαζί του πεθερού του, κάνοντας κάποιες αλλαγές. Εμφανίζεται επίσης σταΚαίσαρ Μπιροτώ, Μεγαλεία και αθλιότητες των κουρτιζάνων και Η Εξαδέλφη Μπέτη.
  • Βιρζινί Γκιγιώμ – κυρία Ζοζέφ Λεμπά. Η μεγαλύτερη κόρη του Γκιγιώμ, άσχημη αλλά ήσυχη και υπομονετική. Ερωτευμένη με τον Ζοζέφ, δημιούργησε έναν ευτυχισμένο γάμο μαζί του.
  • Η δούκισσα του Καριλιάνο, διάσημη κοκέτα της αυτοκρατορικής αυλής, γοργόνα, μάγισσα. Αφού παρέσυρε τον άντρα της Ογκιστίν, της αποκαλύπτει τα μυστικά της συζυγικής ευτυχίας. Εμφανίζεται επίσης στα έργα Οι χωριάτες, Ο μπάρμπα-Γκοριό, Συλλογή αρχαιοτήτων, Χαμένες ψευδαισθήσεις και Το δέρμα της λύπης.
  • Ο μαρκήσιος Βικτόρ ντ' Αιγκλεμόν, συνταγματάρχης του στρατού του Ναπολέοντα, αντικαθιστά τον ζωγράφο στην καρδιά της δούκισσας του Καριλιάνο, κάτι που εξοργίζει τον ζωγράφο. Εμφανίζεται επίσης στα μυθιστορήματα Η τριαντάχρονη γυναίκα και Ο Οίκος Νυσενζέν.

Σχόλια Επεξεργασία

  • Η ανάμειξη των κοινωνικών τάξεων στη Γαλλία ως αποτέλεσμα της Γαλλικής επανάστασης και στη συνέχεια της εποχής της Αυτοκρατορίας και της Παλινόρθωσης, έκαναν τις παλιές κοινωνικές διακρίσεις να χάσουν τη σημασία τους. Ωστόσο, σαν ηθικό συμπέρασμα, ο συγγραφέας παρουσιάζει την κοινωνική και πνευματική ασυμφωνία των συζύγων να οδηγεί στην καταστροφή. Οι παράλληλοι ασυμβίβαστοι κόσμοι τους αποτελούν το θέμα που ο συγγραφέας θα εξερευνήσει ακούραστα και σε άλλα έργα της Ανθρώπινης Κωμωδίας του. [9]
  • Ο Μπαλζάκ μας πληροφορεί για τον τίτλο: είναι ένας πίνακας αμφιλεγόμενης ποιότητας που δείχνει μια γάτα να παίζει πελότα, δηλαδή στον ορισμό της εποχής: να χτυπά μια μπάλα από νήμα με μια ρακέτα. «Η γάτα κρατούσε μια μεγάλη ρακέτα στο ένα από τα μπροστινά της πόδια και ήταν ανασηκωμένη στα πίσω πόδια για να πιάσει μια μπάλα που της πετούσε ένας κύριος, ντυμένος στα χρυσά».
  • Ο Μπαλζάκ παρουσιάζει με σχολαστική ακρίβεια μια συνοικία του Παρισιού - κέντρο του εμπορίου υφασμάτων και διακοσμητικών ειδών - που τη γνωρίζει γιατί έζησε εκεί την εποχή των νεανικών του χρόνων. Παρουσιάζει επίσης εξαιρετικά λεπτομερείς περιγραφές χαρακτήρων και τόπων (ιδιαίτερα του καταστήματος), αλλά και μεμονωμένων ανθρώπων και του περιβάλλοντος. Το κατάστημα του τίτλου υπήρχε στην οδό Σαιν-Ντενί στο Παρίσι και ανήκε στους γονείς της μητέρας του Μπαλζάκ, τους Σαλαμπιέ.
  • Ο κόσμος που παρουσιάζει ο συγγραφέας δεν είναι ακόμη πολύ εκτεταμένος, περιορίζεται σε δύο κοινωνικά στρώματα - την μικροαστική τάξη και τον «καλό κόσμο» που αποτελείται από την αριστοκρατία και την πλούσια αστική τάξη. Ο συγγραφέας τα γνωρίζει καλά, τα ελέγχει και είναι σε θέση να διεισδύσει στα κίνητρα που καθοδηγούν τη συμπεριφορά των χαρακτήρων του.[8]

Μεταφράσεις στα ελληνικά Επεξεργασία

  • Το σπίτι της γάτας που παίζει τόπι, μετάφραση: Μαρίνα Λώμη, εκδόσεις Αστάρτη, 1997 [10]
  • Το σπίτι της γάτας που παίζει με το κουβάρι, μετάφραση: Έφη Σταυρούλη, εκδόσεις Ερμείας, 2006

Παραπομπές Επεξεργασία