Η τρομοκρατία (αγγλ. terrorism), (εκ του τρόμος + κράτος= υπό το κράτος του τρόμου), αν και δεν υπάρχει διεθνώς συμφωνημένος ορισμός, γενικά αποτελεί τη «συστηματική» χρήση, ή την απειλή χρήσης, βίας που συμβαίνει πάντα ως αντίδραση, ή άσκηση πίεσης, από οργανωμένες ομάδες με πολιτικά, θρησκευτικά ή άλλα ιδεολογικά κίνητρα (ως υπόβαθρο/βάση) αλλά ακόμη και από ολόκληρους κρατικούς μηχανισμούς, εναντίον ατόμων, ομάδων ή περιουσιών, με απώτερο στόχο τις κυβερνήσεις από τις οποίες προσδοκούν κάποια αντίστοιχα (των κινήτρων) οφέλη/κέρδη. Η κάθε πράξη επ' αυτού χαρακτηρίζεται τρομοκρατική πράξη και οι επιχειρούντες αυτήν τρομοκράτες.

Ορισμός Επεξεργασία

Σήμερα υπάρχουν τρεις ορισμοί της Τρομοκρατίας που θεωρούνται αποδεκτοί από πολλές πλευρές.[εκκρεμεί παραπομπή]

Το 1983 δόθηκε από το Υπουργείο Εξωτετικών τβν ΗΠΑ ένας ορισμός της τρομοκρατίας για χρήση στην ανάλυση και τη στατιστική,[1] ως εξής:
«μια προσχεδιασμένη βίαιη ενέργεια, στρεφόμενη ενάντια σε άμαχους στόχους, που πραγματοποιείται από υποεθνικές ή μυστικές ομάδες με πολιτικά κίνητρα, οι οποίες συχνά επιθυμούν να ασκήσουν επιρροή σε ένα ακροατήριο».

Ένας άλλος ορισμός δόθηκε το 1988 από τους επιστήμονες Άλεξ Σμιντ (Alex P. Schmid) και Άλμπερτ Γιόνγκμαν (Albert J. Jongman) [2] οι οποίοι όρισαν την τρμοκρατία σαν «μια μέθοδο επαναλαμβανόμενων πράξεων βίας, στην οποία εμπλέκονται σχετικά κρυφά άτομα, ομάδες ή κρατικοί δρώντες, λόγω ιδιοσυγκρασίας, εγκληματικών ή πολιτικών λόγων, και όπου, σε αντίθεση με τη δολοφονία, οι άμεσοι στόχοι της βίας δεν αποτελούν και τον απώτερο σκοπό αυτής. Τα δε άμεσα θύματα επιλέγονται τυχαία ή μέσω συμβολικής στοχοποίησης, ως μέρος ενός ευρύτερου πληθυσμού-στόχου στον οποίο αποσκοπεί η πράξη, λειτουργώντας ως μήνυμα προς αυτόν. Έτσι, διαμέσου του θύματος, αποκαθίσταται μια επικοινωνία μεταξύ των δρώντων και του -τελούντος σε κίνδυνο- ακροατηρίου, μέσω της επιδίωξης τρομοκράτησης, της προβολής απαιτήσεων ή της έλκυσης προσοχής, ανάλογα με την τελική στόχευση, που μπορεί να είναι ο εκφοβισμός, ο πειθαναγκασμός ή η προπαγάνδα.»[3]

Ο τρίτος ορισμός (1997), υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών ( Resolution 51/210) [4]και ορίζει ως Τρομοκρατία: «...τις εγκληματικές ενέργειες που αποσκοπούν στην πρόκληση φόβου, είτε στο σύνολο της κοινωνίας είτε σε μια ομάδα ατόμων είτε σε μεμονωμένα άτομα, έχοντας ως κίνητρο πολιτικές στοχεύσεις. Οι πράξεις αυτές είναι σε κάθε περίπτωση μη δικαιολογημένες, άσχετα από τη φύση των -εθνικών, θρησκευτικών, φιλοσοφικών, ιδεολογικών, πολιτικών, φυλετικών, θρησκευτικών- κινήτρων που επικαλούνται οι δράστες»[5]

Γενικά Επεξεργασία

Ιστορικά, τρομοκρατικές πράξεις αποδόθηκαν για πρώτη φορά στους ασασίνους (ισμαηλιτική αίρεση Νιζάρι), μίας πολιτικο-θρησκευτικής ισλαμικής αίρεσης στη Μέση Ανατολή του 11ου-13ου αιώνα (εποχή δράσης των Ναϊτών ιπποτών).

Στις τρομοκρατικές πράξεις περιλαμβάνονται ανατινάξεις, πειρατείες, ομηρίες, φόνοι, δολιοφθορές, εμπρησμοί κ.λπ. σημαντικών στόχων καθώς και άλλες παράλληλες εγκληματικές πράξεις, όπως απαγωγές ή ληστείες κ.λπ. που εκτελούνται από τις ίδιες τρομοκρατικές ομάδες, (όχι όμως την κατάληψη εδάφους).

Η τρομοκρατία έχει χρησιμοποιηθεί πολλάκις ακόμη και από κυβερνήσεις, από τις μυστικές υπηρεσίες, καλούμενες γενικά στη περίπτωση αυτή κρατική τρομοκρατία που έχει παρατηρηθεί από την αρχαιότητα και που διαιωνίζεται μέχρι σήμερα. Βασικά χαρακτηριστικά της σύγχρονης εκδηλωμένης τρομοκρατίας, (εκτός της κρατικής), είναι η ανωνυμία και η μυστικότητα των μελών όχι όμως και των οργανώσεων, που αντίθετα σπεύδουν και δημοσιοποιούν τις εκάστοτε πράξεις τους για να διατηρούν το "γόητρό" τους.

Τα τρομοκρατικά πλήγματα γενικά προκαλούν πανικό και αποδιοργάνωση. Αποτελούν μεμονωμένα απρόβλεπτα πλήγματα εκφοβισμού, όπως δολοφονίες, βομβιστικές ενέργειες, αεροπειρατείες, απαγωγές, κτλ. Δεν είναι σπάνιες οι φορές που τέτοιες πράξεις πλήττουν ακόμη και αθώους ανυποψίαστους πολίτες. π.χ. καταλήψεις σχολείων με ομήρους παιδιά.

 
Παγκόσμιο Κέντρο Εμπορίου στις 9/11 αμέσως μετά από την κατάρρευση του δεύτερου πύργου

Ιστορικά, η τρομοκρατία ποτέ δεν μπόρεσε να ανατρέψει καθεστώς. Αποτελεί μικρότερο κίνδυνο για την κατεστημένη τάξη/εξουσία από τον ανταρτοπόλεμο. Πάντως, τα τρομοκρατικά πλήγματα βασίζονται στον αιφνιδιασμό και στον ιδεολογικό φανατισμό, ή στον θρησκευτικό, ενώ για την υλοποίησή τους απαιτείται πρόσβαση σε κάποιους οικονομικούς πόρους δια των οποίων πολλοί δίοδοι του διεθνούς εμπορίου παραμένουν ανοικτοί.

Πολλοί πιστεύουν, ότι ο πόλεμος εναντίον της τρομοκρατίας δεν είναι στην πραγματικότητα πόλεμος, και η τρομοκρατία θα πρέπει να αντιμετωπίζεται κυρίως με διακρατική συνεργασία, με ανταλλαγή πληροφοριών (intelligence), καθώς και με αστυνομικά και διπλωματικά μέσα. Όμως, το αξιοπερίεργο είναι ότι μετά από την 11η Σεπτεμβρίου 2001 υποστηρίζεται κυρίως από τις ΗΠΑ, ότι τα μέσα αυτά δεν αρκούν από μόνα τους, και μάλλον απαιτούνται επιπρόσθετα προληπτικά μέτρα (pre-emptive measures), τα οποία έχουν κυρίως άμεσο επιθετικό χαρακτήρα (π.χ. οι ενέργειες της Δύσης στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ), θέσεις και απόψεις που έγιναν αμέσως αποδεκτές απ΄ όλες τις χώρες ακόμα και από μη προσκείμενες φιλικά προς τις ΗΠΑ, π.χ. Κούβα, Λιβύη κ.λπ.

Τρομοκρατικές ενέργειες Επεξεργασία

Μόνο μέσα στον 20ο αιώνα μέχρι σήμερα, έχουν υπάρξει δεκάδες τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον του παγκόσμιου συστήματος:

  • 16 Σεπτεμβρίου 1920, τρομοκράτες τοποθέτησαν εκρηκτικό μηχανισμό στη Wall Street, στα γραφεία της J.P. Morgan, προκαλώντας το θάνατο 40 επενδυτών.
  • 1988, χτύπημα της πτήσης PanAm 103, στη Σκωτία (Lockerbie).
  • 1996, χτύπημα στην Ολυμπιάδα της Ατλάντα.

Οι βασικοί παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση τρομοκρατίας είναι η ύπαρξη ιστορικού βίας σε έναν τόπο, μια βίαιη θρησκεία ή ιδεολογία, ένα διάχυτο αίσθημα κοινωνικής αδικίας και ένας διαθέσιμος εχθρός. Μπορεί να παρατηρηθεί ότι οι τρομοκράτες ως άτομα εμπνέονται από ένα αίσθημα εκδίκησης, το οποίο προέρχεται από την ταύτιση με τις δυστυχίες των άλλων, καθώς και μια μανιχαϊστική οπτική για τον κόσμο, που παρουσιάζει τις όποιες συγκρούσεις με απόλυτους όρους καλού-κακού. Η βία των τρομοκρατικών οργανώσεων θα γνωρίσει έξαρση κατά τον 20ό αιώνα, ιδιαίτερα με τις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας. Την περίοδο 1934-1937, η τότε Κοινωνία των Εθνών αναγνώρισε επίσημα το φαινόμενο της τρομοκρατίας, με συνθήκη που υπογράφηκε από 15 κράτη, αλλά τελικά δεν εφαρμόστηκε. Η συνηθέστερη μορφή τρομοκρατίας σήμερα είναι η βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας, όπως τη δεκαετία του ’70 ήταν η αεροπειρατεία (η πρώτη αεροπειρατεία σημειώθηκε το 1948).

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Νίκος Κλειτσίκας, Andrea Speranzoni, "Φαινόμενα Τρομοκρατίας-Ο ελληνικός νεοφασισμός μέσα από τα αρχεία των Μυστικών Υπηρεσιών", Προσκήνιο, Αθήνα 2003.
  • Schmid, Alex (Ed.) [1], Forum on Crime and Society. Special Issue on Terrorism. 2004, Vol 4:1/2.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. https://www.diplomatie.gouv.fr/IMG/pdf/socioterrorII.pdf, σελ. 14
  2. Schmid, A. P., Albert J. Jongman, A. J. Political terrorism: A new guide to actors, authors, concepts,data bases, theories and literature New Brunswick, NJ: Transaction Books. 1988
  3. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουνίου 2021. 
  4. https://undocs.org/en/A/RES/51/210
  5. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Ιουνίου 2021. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουνίου 2021.