Τσινετσιτά

Κινηματογραφικά στούντιο στην Ιταλία

Τα στούντιο Τσινετσιτά (ιταλικά: Cinecittà Studios‎‎, (προφέρεται : [ˌtʃinetʃitˈta]), είναι ένα μεγάλο κινηματογραφικό στούντιο στη Ρώμη της Ιταλίας. Με έκταση 400 στρέμματα, είναι το μεγαλύτερο στούντιο στην Ευρώπη και θεωρείται το κέντρο του ιταλικού κινηματογράφου. Τα στούντιο κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια της φασιστικής εποχής του Μπενίτο Μουσολίνι ως μέρος ενός σχεδίου για την αναβίωση της ιταλικής κινηματογραφικής βιομηχανίας.[1]

Τσινετσιτά
Cinecittà
Χάρτης
Είδοςκινηματογραφικό στούντιο
Αρχιτεκτονικήρασιοναλισμός
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°51′0″N 12°34′0″E
Διοικητική υπαγωγήΡώμη
ΧώραΙταλία
Έναρξη κατασκευής1937
ΙδιοκτήτηςΥπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών
ΑρχιτέκτοναςGino Peressutti
ΧρηματοδότηςCinecittà Studios
Βραβείαd:Q3910482
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

Σκηνοθέτες όπως οι Φεντερίκο Φελίνι, Ρομπέρτο Ροσελίνι, Λουκίνο Βισκόντι, Σέρτζιο Λεόνε, Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, Φράνσις Φορντ Κόπολα, Μάρτιν Σκορσέζε και Μελ Γκίμπσον έχουν κάνει ταινίες στα στούντιο της Τσινετσιτά. Πάνω από 3.000 ταινίες έχουν γυριστεί εκεί, εκ των οποίων 90 έλαβαν υποψηφιότητα για τα βραβεία Όσκαρ και 47 από αυτές το κέρδισαν.[2] Στη δεκαετία του 1950, ο αριθμός των διεθνών παραγωγών που έγιναν εκεί οδήγησε τη Ρώμη να ονομάζεται «Χόλυγουντ στον Τίβερη».

Ιστορία Επεξεργασία

 
Εγκαίνια των στούντιο από τον Μουσολίνι το 1937

Τα στούντιο ιδρύθηκαν το 1937 από τον Μπενίτο Μουσολίνι, τον γιο του Βιτόριο, και τον επικεφαλής του κινηματογράφου Λουίτζι Φρέντι με το σύνθημα «Ο κινηματογράφος είναι το πιο ισχυρό όπλο» (ιταλικά: Il cinema è l'arma più forte).[3] Ο σκοπός δεν ήταν μόνο η προπαγάνδα, αλλά και η υποστήριξη της ανάκαμψης της ιταλικής βιομηχανίας ταινιών μεγάλου μήκους, η οποία είχε φτάσει στο χαμηλό της επίπεδο το 1931.[1][4]

Ο ίδιος ο Μουσολίνι εγκαινίασε τα στούντιο στις 21 Απριλίου 1937.[5] Κατασκευάστηκαν μονάδες και σκηνικά μετά την παραγωγή και χρησιμοποιήθηκαν αρχικά σε μεγάλο βαθμό. Οι πρώτες ταινίες, όπως το Scipio Africanus (1937) και το The Iron Crown (1941) παρουσίασαν την τεχνολογική πρόοδο των στούντιο. Επτά χιλιάδες άνθρωποι συμμετείχαν στα γυρίσματα της σκηνής της μάχης από το Scipio Africanus, και επίσης υπήρχαν ελέφαντες ως μέρος της αναπαράστασης της Μάχης της Ζάμα.[6]

Τα στούντιο βομβαρδίστηκαν από τους Δυτικούς Συμμάχους κατά τον βομβαρδισμό της Ρώμης στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και μεγάλο μέρος καταστράφηκε. Μετά τον πόλεμο, μεταξύ του 1945 και του 1947, τα στούντιο της Τσινετσιτά χρησιμοποιήθηκαν ως στρατόπεδο εκτοπισμένων ατόμων για μια περίοδο περίπου δύο ετών, μετά τη γερμανική κατοχή.[7]Περίπου 3.000 πρόσφυγες έμεναν εκεί, χωρισμένοι σε δύο στρατόπεδα: ένα ιταλικό στρατόπεδο που στέγαζε Ιταλούς, καθώς και εκτοπισμένους ανθρώπους από την αποικισμένη Λιβύη και τη Δαλματία και ένα διεθνές στρατόπεδο, συμπεριλαμβανομένων προσφύγων από τη Γιουγκοσλαβία, την Πολωνία, την Αίγυπτο, το Ιράν και την Κίνα.[8]

Μετά την ανοικοδόμηση των στούντιο στα μεταπολεμικά χρόνια, χρησιμοποιήθηκαν και πάλι για την παραγωγή ταινιών. Στη δεκαετία του 1950, η Τσινετσιτά, που χαρακτηρίστηκε ως «Χόλυγουντ στον Τίβερη», καθώς ήταν η τοποθεσία για πολλές μεγάλες αμερικανικές κινηματογραφικές παραγωγές, όπως οι Διακοπές στη Ρώμη (1953), Η Ξυπόλυτη Κόμισσα (1954), το Μπεν Χουρ (1959) και μερικές ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού με πρωταγωνιστή τον Λεξ Μπάρκερ. Στη Τσινετσιτά γυρίστηκε επίσης και η Γλυκιά ζωή (1960) του Φελίνι, ο οποίος διατηρούσε για πολλά χρόνια στενές σχέσεις με τα στούντιο.[9][10]

Την ίδια περίοδο, τα στούντιο χρησιμοποιήθηκαν για περαιτέρω διεθνείς παραγωγές όπως ο Φρανσίσκος της Ασίζης (1961), Κλεοπάτρα (1963), Η Αγωνία και η Έκσταση (1965), Ρωμαίος και Ιουλιέτα του Φράνκο Τζεφφιρέλλι (1968), ο Καζανόβα (1976) του Φελίνι και πολλές άλλες παραγωγές.

Στα στούντιο της Τσινετσιτά διοργανώθηκε ο διαγωνισμός τραγουδιού της Eurovision του 1991, ο οποίος ήταν ο 36ος Διαγωνισμός Τραγουδιού της Eurovision και πραγματοποιήθηκε στη Σκηνή Νο 15. Λόγω του πολέμου στον Κόλπο και των αυξανόμενων εντάσεων στη Γιουγκοσλαβία, η RAI αποφάσισε να μετακινήσει τον διαγωνισμό από το Σαν Ρέμο στη Ρώμη, ο οποίος θεωρήθηκε πιο ασφαλής.

Μετά από μια περίοδο σχεδόν πτώχευσης, η ιταλική κυβέρνηση ιδιωτικοποίησε την Τσινετσιτά το 1997, πουλώντας μερίδιο σε ποσοστό 80%. [11]Στις 9 Αυγούστου 2007, μια πυρκαγιά κατέστρεψε περίπου 3.000 τμ των εγκαταστάσεων της Τσινετσιτά και των γύρω περιοχών. Το ιστορικό τμήμα που στεγάζει τα κλασικά σκηνικά ταινιών όπως το Μπεν Χουρ δεν υπέστησαν ζημιές. Ωστόσο, ένα καλό μέρος των αρχικών σκηνικών από τη σειρά Ρώμη των HBO / BBC καταστράφηκε.[12] Τον Ιούλιο του 2012, μια άλλη πυρκαγιά έπληξε το Θεάτρο 5, το τεράστιο στούντιο όπου ο Φελίνι γύρισε τη Γλυκιά ζωή[13] και το Σατυρικόν (1969).[11][14]

Από τη δεκαετία του 1990, στη Τσινετσιτά έχουν γυριστεί ταινίες όπως Άγγλος ασθενής (1996) του Άντονι Μινγκέλα, οι Συμμορίες της Νέας Υόρκης (2002) του Σκορσέζε,[13] και Τα πάθη του Χριστού (2004) του Μελ Γκίμπσον.

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. 1,0 1,1 Ricci, Steven (1 Φεβρουαρίου 2008). Cinema and Fascism: Italian Film and Society, 1922–1943. University of California Press. σελίδες 68–69–. ISBN 978-0-520-94128-1. 
  2. «Enciclopedia del cinema italiano "i Film girati a Cinecitta' dal 1937 al 1978"». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιουλίου 2020. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2021. 
  3. Kinder, Lucy (2014-04-28). «Cinecittà studios: Google Doodle celebrates 77th anniversary». https://www.telegraph.co.uk/technology/google/google-doodle/10792398/Cinecitta-studios-Google-Doodle-celebrates-77th-anniversary.html. 
  4. Garofalo, Piero (2002). «Seeing Red: The Soviet Influence on Italian Cinema in the Thirties». Στο: Reich, Jacqueline· Garofalo, Piero. Re-viewing Fascism: Italian Cinema, 1922-1943. Bloomington: Indiana University Press. σελίδες 223–249. 
  5. Bondanella, Peter E. (2001). Italian Cinema: From Neorealism to the Present (στα Αγγλικά). Continuum. σελ. 13. ISBN 9780826412478. 
  6. Bondanella, Peter. Italian Cinema From Neorealism to the Present. The Continuum Publishing Company: New York, 1995. p. 19.
  7. A documentary, “DP Camp of Cinecittà” by Marco Bertozzi, based on research by Noa Steimatsky, had its world premier on January 30, 2012, at The Italian Cultural Institute of New York, in New York City. (http://www.iicnewyork.esteri.it/IIC_NewYork/ Αρχειοθετήθηκε 2015-08-14 στο Wayback Machine.)
  8. Steimatsky, Noa. The Cinecittà Refugee Camp (1944–1950). October Spring 2009, No. 128: 22–50.
  9. Wyatt, Daisy (28 Απριλίου 2008). «Cinecittà studios: Famous films shot in Italy's most iconic studios». The Independent. 
  10. Federico, Fellini (1989) [1988]. Regista a Cinecittà [Cinecittà]. Μτφρ. Fawcett, Graham. London, England: Studio Vista. σελίδες 178–182. ISBN 0289800285. 
  11. 11,0 11,1 Michael Day (December 13, 2013). «Decline and fall of Rome's cinematic empire: The end for Italy's famed Cinecitta studios?». The Independent. https://www.independent.co.uk/news/world/europe/decline-and-fall-of-romes-cinematic-empire-the-end-for-italys-famed-cinecitta-studios-9026285.html. 
  12. «Fire torches film sets at Rome's historic Cinecitta». Canadian Broadcasting Corporation. 2007-08-10. http://www.cbc.ca/news/story/2007/08/10/cinecitta-studio-fire.html. Ανακτήθηκε στις 2009-04-25. 
  13. 13,0 13,1 «Rome's film studios open their doors: A family trip around Cinecittà». 26 Ιουνίου 2015. 
  14. «Incendio a Cinecittà: le fiamme avvolgono lo storico Teatro 5» (στα it). RomaToday. July 12, 2012. http://www.romatoday.it/cronaca/incendio-cinecitta-teatro-5-19-luglio-2012.html. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία