Συντεταγμένες: 41°53′18.96″N 12°27′50.76″E / 41.8886000°N 12.4641000°E / 41.8886000; 12.4641000

Το Υδραγωγείο του Τραϊανού (λατινικά: Aqua Traiana) (αργότερα ξανακτίστηκε και ονομάστηκε Υδραγωγείο του Πάπα Παύλου Ε΄, Acqua Paola) ήταν ρωμαϊκό υδραγωγείο του 1ου αι., που κτίστηκε από τον Αυτοκράτορα Τραϊανό και εγκαινιάστηκε στις 24 Ιουνίου 109 μ.Χ.[1] Διοχέτευε νερό από πηγές γύρω από τη λίμνη Μπρατσιάνο, 40 χλμ. βορειοδυτικά της Ρώμης, προς τη Ρώμη στην αρχαία ρωμαϊκή εποχή, αλλά είχε περιέλθει σε αχρηστία τον 17ο αι. Τροφοδοτούσε αρκετούς νερόμυλους στον Ιανίκουλο λόφο, συμπεριλαμβανομένου ενός εξελιγμένου συγκροτήματος μύλων, που αποκαλύφθηκε από ανασκαφές τη δεκαετία του 1990 υπό την παρούσα Αμερικανική Ακαδημία στη Ρώμη. Μερικοί από τους μύλους του Ιανίκουλου τέθηκαν εκτός λειτουργίας από τους Οστρογότθους, όταν διέκοψαν το υδραγωγείο το 537 κατά την Α΄ πολιορκία της Ρώμης. Τότε ο Βελισάριος αποκατέστησε την προμήθεια αλευρών, χρησιμοποιώντας μύλους που επέπλεαν στον Τίβερη. Το συγκρότημα των μύλων έχει παραλληλισμούς με ένα παρόμοιο συγκρότημα στο Μπαρμπεγκαλ στη νότια Γαλατία.

Υδραγωγείο του Τραϊανού
Χάρτης
Είδοςαρχαιολογική θέση και ρωμαϊκό υδραγωγείο
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′19″N 12°27′51″E
ΧώραΙταλία
Commons page Πολυμέσα

Αρχικές πηγές του Υδραγωγείου Επεξεργασία

Τόσο το αρχαίο υδραγωγείο του Τραϊανού όσο και το σύγχρονο του Παύλου τροφοδοτούνταν από ένα σύνολο πηγών που βρίσκονταν στους λόφους γύρω από την ηφαιστειακή λεκάνη της λίμνης Μπρατσιάνο (Bracciano). Ο Ιταλός αρχαιολόγος Αλμπέρτο Κάσιο (Alberto Cassio) στο Διαδρομή των Αρχαίων Υδάτων και ο διάδοχός του Ροντόλφο Λαντσιάνι το 1881 στο Σχόλια στον Φροντίνο, απαριθμούν τις πηγές στις ακόλουθες ομάδες, τρέχοντας δεξιόστροφα γύρω από τη λίμνη από το Μπρατσιάνο:

 
Πηγές γύρω από τη λίμνη Μπρατσιάνο.
  1. Οι επτά πηγές στην περιοχή Βίλα Φλάβια / Φόσο ντι Γκρότα Ρενάρα. Αυτά συγκεντρώθηκαν σε τρεις δεξαμενές, που ονομάστηκαν από τους Κάσιο και Λαντσιάνι ως Γκρέκα, Σπινέτα και Πισιαρέλο. Ο αρχιτέκτονας του 17ου αιώνα Κάρλο Φοντάνα ονομάζει τρεις δεξαμενές ως: Μπότε Γκρέκα, Μπότε Ορνάβα και Μπότε Αρτσιπρέτε (Αρχιερέας) στη συνέχεια τοποθετεί μία επιπλέον δεξαμενή πιο κάτω από το Φόσο ντι Γκρότα Ρενάρα ως Μπότε ντι Πισιαρέλι. Μία δεξαμενή ονομάζεται τώρα «Φόντε Μιτσιάρο».
  2. Οι πηγές στην περιοχή Φόσο ντι Φιόρα: Αυτές περιλαμβάνουν την πηγή στο μνημειώδες Νυμφαίο Φιόρα, μια άλλη πηγή στο Νυμφαίο «Καρέστια» περίπου 1 χλμ. από τη Φιόρα, η οποία βρίσκεται τώρα σε ερειπωμένη κατάσταση, αλλά τεκμηριώνεται από διάφορους χάρτες στη συλλογή Oρσίνι.
  3. Ένα σύνολο πηγών στα Λουτρά Βικαρέλο
  4. Μία πηγή κοντά στο σύγχρονο εστιατόριο Άκουα ντελε Ντόνε.
  5. Οι επτά δεξαμενές (Sette Botti) αμέσως στα ανατολικά της Άκουα ντελε Ντόνε.
  6. Διάφορες πηγές στα βόρεια του Mόντε Ρόκα Ρομάνα στην επικράτεια του Μπασάνο Ρομάνο και κατά μήκος του Φόσο ντελα Καλαντρίνα συμπεριλαμβανομένου του αξιοσημείωτου Φόντε Κεράζο.
  7. Το Aκουαρέλι πηγάζει στα βορειοανατολικά της λίμνης.
  8. Το Άκουα ντ' Ιμπολίνε βρίσκεται ανατολικά της λίμνης.
 </img>



</br> Απόδοση πηγών νερού το 1691.

Ο αρχιτέκτονας Κάρλο Φοντάνα είχε μετρήσει και συνέκρινε την απόδοση διαφόρων από αυτές τις πηγές σε δύο περιπτώσεις στις αρχές της δεκαετίας του 1690, και τεκμηρίωσε τις μετρήσεις του στην <i>Πραγματικά Χρήσιμη Πραγματεία</i> του, που δημοσιεύτηκε το 1695.

 </img>



</br> Απόδοση πηγών νερού το 1692.

Η πιο σημαντική και άφθονη πηγή του Άκουα Τραϊάνα εντοπίζεται από τον Κάρλο Φέα (1832) κοντά στο Φόσσο ντι Φιόρα στη σύγχρονη συνοικία Mαντσιάνα. Ο Φέα αναφέρεται σε ένα έγγραφο, που έγραψε ο αρχιτέκτονας Λουίτζι Μπερνίνι στις 25 Φεβρουαρίου 1667 στον πάπα Αλέξανδρο Ζ'΄ Κίτζι.

Η πηγή Μαντσιάνα (Manziana) δεν αποτέλεσε ποτέ μέρος του σύγχρονου Άκουα Πάολα, αλλά το 1667 ο Aλέξανδρος Ζ΄ θέλησε να προσθέσει επιπλέον νερό στο Άκουα Πάολα, για να τροφοδοτήσει το νέο του αναβρυτήριο στην πλατεία του Αγίου Πέτρου. Ο Μπερνίνι μέτρησε το νερό σε αυτή την πηγή ως παροχή 340 "ουγγιών (oncie)" νερού τέλειας ποιότητας και καθαρότητας. Αυτό το νερό ήταν αρκετά άφθονο, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του, για να διπλασιάσει την απόδοση του άκουα Πάολα. Παρείχε τόσο νερό, όσο όλες οι υπόλοιπες πηγές μαζί.

Ωστόσο, το νερό Mαντσιάνα είχε εκτραπεί, από τη δεκαετία του 1570, για να τροφοδοτήσει τους μύλους και τη βιομηχανία του δούκα Πάολο-Τζιορντάνο Ορσίνι στο κοντινό δουκάτο του Μπρατσιάνο, έτσι ούτε ο πάπας Παύλος Ε' στις αρχές του 17ου αι., ούτε ο πάπας Αλέξανδρος Ζ΄ 75 έτη αργότερα μπόρεσε να αγοράσει τη συγκεκριμένη πηγή, και παραμένει μέχρι σήμερα ανεξάρτητη από το σύγχρονο υδραγωγείο.

Την ίδια χρονιά που ο Λουίτζι Μπερνίνι έγραψε την έκθεσή του, ο πάπας απεβίωσε και το έργο παρέμεινε στο ράφι, έτσι το σύγχρονο υδραγωγείο συμπληρώθηκε τελικά με νερό λίμνης. Η προσθήκη του νερού της λίμνης καθιστά το νερό Άκουα Πάολα ανθυγιεινό για κατανάλωση και του δίνει μία άσχημη γεύση, κάτι που γέννησε το ρωμαϊκό ρητό «τόσο καλό, όσο το Άκουα Πάολα», όταν αναφέρεται σε κάτι κακής ποιότητας.

Η πηγή Mαντσιάνα αναγνωρίστηκε εκ νέου στις αρχές του 2009 από δύο Βρετανούς κινηματογραφιστές και η ταυτότητά της επιβεβαιώθηκε στις 24 Ιουνίου 2009, στην ακριβή επέτειο των 1900 χρόνων μετά τα εγκαίνια του υδραγωγείου από τον αρχαιολόγο Λορέντσο Κουιλίτσι του Πανεπιστημίου της Μπολόνια.

Διανομή του Άκουα Τραϊάνα εντός της Ρώμης Επεξεργασία

Τα εγκαίνια του Υδραγωγείου καταγράφηκαν στο Εορτολόγιο της Όστιας (Fasti Ostienses) στις 24 Ιουνίου 109 μ.Χ., το οποίο ανέφερε ότι το νερό κάλυπτε όλη την πόλη (tota urbe salientem) ένα δίκτυο εκροών και λεκανών, που έφταναν σε κάθε σημείο της Ρώμης.

 
Η διαδρομή του Άκουα Τραϊάνα στην αρχαία Ρώμη.

Το πώς επιτεύχθηκε αυτή η κατανομή υπόκειται κυρίως σε εικασίες, αλλά ο συγγραφέας Ρέιμπουν Τέυλορ, στο βιβλίο του Δημόσιες ανάγκες και ιδιωτικές απολαύσεις προτείνει, ότι το Υδραγωγείο διέσχιζε τον ποταμό Τίβερη σε μία ψηλή γέφυρα στην περιοχή του σύγχρονου Πόντε Σουμπλίκιο και καμπυλωνόταν γύρω από τον Aβεντίνο λόφο, πριν κατευθυνθεί βόρεια προς τον Όππιο.

Σημαντική ήταν και η ημερομηνία των εγκαινίων, καθώς ήταν λίγοι μόνο μήνες πριν από το αμφιθέατρο ναυμαχιών (Naumachia Traiani) στην πεδιάδα του Βατικανού και ακριβώς δύο ημέρες μετά τις Θέρμες (Thermae Traiani) στον Όππιο λόφο.

Φθορά και αναβίωση ως Άκουα Πάολα Επεξεργασία

 
Οι δεκαέξι τροχοί υπέρβασης στο Barbegal θεωρούνται το μεγαλύτερο συγκρότημα αρχαίων μύλων. Η χωρητικότητά τους ήταν επαρκής για να θρέψει ολόκληρη την κοντινή πόλη της Αρλ

Αν και το Άκουα Τραϊάνα, μαζί με όλα τα άλλα υδραγωγεία, διακόπηκαν από τους Οστρογότθους το 537, ήταν το μόνο που αναστηλώθηκε από τον Βελισάριο πριν από την αναχώρησή του το 547, μαζί με επισκευές στις Θέρμες του Τραϊανού για την παροχή νερού στους μύλους σιτηρών. [2] Τους επόμενους αιώνες καταστράφηκε και πάλι και έπαψε να λειτουργεί. Αποκαταστάθηκε για δεύτερη φορά γύρω στο 775 από τον πάπα Αδριανό Α΄ ως ένας τρόπος, για να μετριάσει την ανάγκη του ρωμαϊκού λαού να μεταφέρει νερό σε βαρέλια από τον Τίβερη, για να τροφοδοτήσει τις κρήνες στη βασιλική του Αγίου Πέτρου. [3] Στη συνέχεια, για άλλη μία φορά ερήμωσε.

Ο Καμίλο Μποργκέζε, κατά την ανάρρησή του το 1605 ως πάπας Παύλος Ε΄, ξεκίνησε τις εργασίες για την ανοικοδόμηση του Άκουα Τραϊάνα, υπό την επίβλεψη από το 1609 του Τζιοβάνι Φοντάνα. Εκείνη την εποχή τα ρωμαϊκά προάστια δυτικά του ποταμού Τίβερη, συμπεριλαμβανομένου του Βατικανού, υπέφεραν από χρόνια έλλειψη νερού. Ο νέος πάπας έπεισε τον δήμο της Ρώμης να πληρώσει για τη δημιουργία ενός υδραγωγείου, για να παρέχει καλύτερη παροχή νερού σε αυτό το μέρος της πόλης.

Το 1612 ολοκληρώθηκε το υδραγωγείο. Αρχικά ονομαζόταν Άκουα Σαμπατίνα ή Άκουα Μπρατσιάνο, αλλά μετονομάστηκε σε Άκουα Πάολα προς τιμή του Παύλου Ε΄.

Δεν ήταν όλες οι αρχικές πηγές του Άκουα Τραϊάνα διαθέσιμες, για να προσφέρουν νερό στο Άκουα Παόλα. Οι πιο άφθονες πηγές στη Σάντα Φιόρα, για παράδειγμα, είχαν από καιρό υπεξαιρεθεί από τον δούκα Πάολο-Τζορντάνο Ορσίνι, ο οποίος τις είχε εκτρέψει σε εργοστάσια παραγωγής ενέργειας και βιομηχανία στην πόλη Μπρατσιάνο.

Το αναβρυτήριο στο τέλος του υδραγωγείου αναφερόταν ως "Iλ Φοντανόνε" - η Μεγάλη Κρήνη - λόγω του μεγέθους της. Είχε τη μορφή ελεύθερης θριαμβικής αψίδας κατασκευασμένης από λευκό μάρμαρο με κίονες από γρανίτη σε υψηλές βάσεις. Το μεγαλύτερο μέρος του υλικού πάρθηκε από την Αγορά του Νέρβα. Αρχικά, αποτελείτο από τρία μεγάλα κεντρικά τόξα, που χωρίζοντο με κίονες, και ένα μικρότερο σε κάθε πλευρά. Το νερό ανάβλυζε σε πέντε λεκάνες στη βάση κάθε καμάρας. Σχεδιαστής ήταν ο συνήθης αρχιτέκτονας του Παύλου Ε΄, Φλαμίνιο Πόντσιο. Μεταξύ της ομάδας των γλυπτών που συμμετείχαν ήταν ο Ιπολίτο Μπούτσι, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το οικόσημο των Μποργκέζε, που πλαισιωνόταν από τον αετό και τον δράκο Μποργκέζε, και συγκρατείτο από παιδιά (putti), υποτίθεται ότι ήταν το σχέδιο του Πόντσιο.

Στη συνέχεια, το 1690, ο πάπας Αλέξανδρος Η΄ ανέθεσε στον Κάρλο Φοντάνα, ανιψιό του Τζιοβάνι, να μεγεθύνει το αναβρυτήριο. Ο Κάρλο αντικατέστησε τις πέντε μικρές λεκάνες με μία τεράστια, τη φοντάνα ντελ'Άκουα Πάολα, η οποία παραμένει μέχρι σήμερα. Στους νεότερους χρόνους, ένας μικρός κήπος έχει διαμορφωθεί, κρυμμένος πίσω από την κατασκευή.

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. Watkins, H. (Spring–Summer 2002). «Colonia Marciana Traiana Thamugadi: Dynasticism in Numidia Thomas». Phoenix (Classical Association of Canada) 56 (1/2): 84–108. doi:10.2307/1192471. 
  2. Gregorovius, Ferdinand, History of the City of Rome in the Middle Ages, Vol. 1, (1894) pg. 448
  3. Gregorovius, Ferdinand, History of the City of Rome in the Middle Ages, Vol. 2, (1894) pgs. 385-386