Ο Φριτιγέρνης, λατιν.: Fritigernus (άκμασε το 370) ήταν Θερβίνγκιος Γότθος φύλαρχος, του οποίου η αποφασιστική νίκη στην Αδριανούπολη κατά τη διάρκεια του Γοτθικού Πολέμου (376–382) οδήγησε σε ευνοϊκούς όρους για τους Γότθους, όταν έγινε ειρήνη με τον Γρατιανό και τον Θεοδόσιο Α' το 382.

Φριτιγέρνης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση4ος αιώνας
Θάνατος380 (περίπου)[1]
ΘρησκείαΑρειανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΜάχη της Αδριανούπολης
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαChieftain of the Tervingi (376–380)

Το Fritigernus είναι η λατινοποιημένη μορφή τού Fritigern. Το γοτθικό όνομα ανακατασκευάζεται ως * Frithugairns "επιθυμώντας ειρήνη". Το γερμανοποιημένο όνομα, με το οποίο τιμάται ο Fritigern στον ναό Βαλχάλα (1842) είναι Friediger.

Συγκρούσεις κατά του Αθανάριχ

Επεξεργασία

Οι παλαιότερες αναφορές στον Φριτιγέρνη αφορούν την περίοδο μεταξύ της επίθεσης στους Θερβίνγκους από τον Βάλη (367/9) και των επιδρομών των Ούννων στους Θερβίνγκιους (περί το 376). Σε αυτό το διάστημα, ένας εμφύλιος πόλεμος μπορεί να ξεκίνησε μεταξύ του FΦριτιγέρνη και του Aθανάριχ, ενός εξέχοντος ηγεμόνα των Θερβίνγκιων. Η σύγκρουση μεταξύ Φριτιγέρνη και Aθανάριχ αναφέρεται από τους Σωκράτη Σχολαστικό, Σωζομενό και Zώσιμο, [2] αλλά όχι από τον Αμμιανό Μαρκελίνο και τον Φιλοστόργιο. Πριν ή κατά τη διάρκεια αυτού του εμφυλίου πολέμου, ο Φριτιγέρνης ασπάστηκε τον Αρειανισμό. Σε αυτήν την περίοδο εμπίπτει ο διωγμός των χριστιανών από τον Αθανάριχ που αναφέρει ο Σωζομενός. Ο Αθανάριχ φαίνεται ότι κέρδισε αυτόν τον πόλεμο, καθώς αργότερα οδήγησε τους Θερβίνγκιους στη μάχη κατά των Ούννων το 376 [3] .

Σύμφωνα με τον Σωκράτη, ο Φριτιγέρνης και ο Aθανάριχ ήταν αντίπαλοι ηγέτες των (Θερβίνγκιων) Γότθων. Καθώς αυτή η αντιπαλότητα εξελίχθηκε σε πόλεμο, ο Αθανάριχ κέρδισε το πλεονέκτημα, και ο Φριτιγέρνης ζήτησε τη βοήθεια των Ρωμαίων. Ο Αυτοκράτορας Βάλης και ο Θρακικός στρατός επενέβησαν, ο Βάλης και ο Φριτιγέρνης νίκησαν τον Aθανάριχο και ο Φριτιγέρνης ασπάστηκε τον Χριστιανισμό, ακολουθώντας τις ίδιες διδασκαλίες με τον Βάλη. [4] Ο Σωζομενός ακολουθεί την αναφορά του Σωκράτη. [5] Σύμφωνα με τον Ζώσιμο, ο Αθανάριχ (Αθωμάρικ) ήταν ο βασιλιάς των Γότθων (Σκυθών). Λίγο μετά τη νίκη τους στην Αδριανούπολη και μετά την επικράτηση του Θεοδοσίου, ο Φριτιγέρνης, ο Αλάθεος και η Σάφραξ κινήθηκαν βόρεια του Δούναβη, και νίκησαν τον Αθανάριχ, πριν επιστρέψουν νότια του Δούναβη. [6]

Διάβαση τού Δούναβη

Επεξεργασία

Το 376, οι Θερβίνγκιοι δέχτηκαν αυξανόμενη πίεση από τους Ούννους, οι οποίοι είχαν ήδη κατακτήσει τους συγγενείς τους, τους Γκρευθούνγκιους. Ο Φριτιγέρνης ζήτησε από τον Βάλη να επιτρέψει στους Θερβίνγκιους να περάσουν τα βόρεια ρωμαϊκά σύνορα, και να εγκατασταθούν στη Μοισία ή τη Θράκη, με τον ποταμό Δούναβη και τα ρωμαϊκά συνοριακά οχυρά να τους προστατεύουν από τους Ούννους. Ο Βάλης συμφώνησε να επιτρέψει στους οπαδούς του Φριτιγέρνη να εισέλθουν στην Αυτοκρατορία. Σε αντάλλαγμα, θα υπόκεινταν σε στρατιωτική θητεία, αλλά θα είχαν την ίδια μεταχείριση με άλλους Ρωμαίους υπηκόους. Όπως αποδείχτηκε, τίποτα από τα δύο δεν συνέβη. Εν τω μεταξύ, ο Aθανάριχ και πολλοί από τους οπαδούς του υποχώρησαν στη χώρα Καύκα ("τα υψίπεδα", πιθανώς τα Ανατολικά Καρπάθια και την Τρανσυλβανία).

Το φθινόπωρο του 376, οι Ρωμαίοι βοήθησαν τον Aλάβιβο και τον λαό του Φριτιγέρνη να διασχίσουν τον Δούναβη και να εγκατασταθούν στην επαρχία της Μοισίας. Το χειμώνα του 376/7, λιμός έπληξε τις περιοχές που εποικίστηκαν από τους Θερβίνγκιους και οι εκκλήσεις τους για βοήθεια έμειναν αναπάντητες. [7] Οι Ρωμαίοι κυβερνήτες της περιοχής, Λουπίκινος και Μάξιμος, τους φέρθηκαν άσχημα. Τους πουλούσαν τρόφιμα μόνο σε εξαιρετικά υψηλές τιμές, γεγονός που ανάγκασε πολλούς Γότθους να πωλήσουν τα παιδιά τους ως σκλάβους. Κάλεσαν αρκετούς ηγέτες Θερβίνγκιους σε ένα γλέντι, στο οποίο σκότωσαν μερικούς, και πήραν άλλους ομήρους. Ο Aλάβιβος πιθανότατα παρέμεινε όμηρος, αλλά ο Φριτιγέρνης κατάφερε να διαφύγει, και έγινε αρχηγός των Θερβινγκίων. Σύντομα κήρυξε τον πόλεμο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Πόλεμος εναντίον του Βάλη

Επεξεργασία

Ο Φριτιγέρνης νίκησε αποφασιστικά τον Λουπικίνο στη μάχη της Μαρκιανούπολης το 376. Οι Γότθοι συνέχισαν στη λεηλασία της Μοισίας, και μέχρι το 377 είχαν αποκτήσει τον έλεγχο στο μεγαλύτερο μέρος της γειτονικής, πλουσιότερης επαρχίας της Θράκης. Ο Βάλης, αναγνωρίζοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης, έστειλε τον στρατηγό του Τραϊανό και ζήτησε τη βοήθεια του Δυτικού Αυτοκράτορα Γρατιανού, ο οποίος έστειλε τον Ριχομήρ και τον Φριγέριδο να συγκρατήσουν τους Γότθους ανατολικά του Αίμου. Στη μάχη των Ιτιών, τα συνδυασμένα στρατεύματα της Δυτικής και της Ανατολικής Αυτοκρατορίας μετά βίας άντεξαν στον μεγαλύτερο αριθμό Γότθων, αναγκάζοντας τον Φριτιγέρνη να περιοριστεί σε ένα στρατόπεδο που ήταν ένας κύκλος από κάρρα για να αναρρώσει. Ο Βάλης έστειλε τώρα τον Σατουρνίνο για να υποστηρίξει τον Τραϊανό. Ο Σατουρνίνος και ο Τραϊανός έκτισαν μια σειρά από οχυρώσεις, γύρω από το γοτθικό στρατόπεδο, ελπίζοντας να τους λιμοκτονήσουν κατά τη διάρκεια του χειμώνα του 377/8, και να τους αναγκάσουν σε μια μάχη ανοιχτού πεδίου. Ο Φριτιγέρνης αρνήθηκε να εγκαταλείψει το οχυρό του, και αντ' αυτού κατάφερε να ζητήσει την υποστήριξη του Ουνικού και του Αλανικού ιππικού. Ο Σατουρνίνος δεν μπορούσε πλέον να διατηρήσει τον αποκλεισμό του, και αναγκάστηκε να υποχωρήσει, επιστρέφοντας την ελευθερία κινήσεων στον Φριτιγέρνη, ο οποίος και πάλι άρχισε να λεηλατεί την ύπαιθρο. Το καλοκαίρι του 377 οι Γότθοι είχαν αποκτήσει ξανά πρόσβαση στον Ελλήσποντο και στη Μαύρη Θάλασσα. Λεηλάτησαν τον Δίβαλτον και την Augusta Trajana, αναγκάζοντας τον Φριγέριδο να υποχωρήσει στην Ιλλυρία. Οι Γότθοι απειλούσαν πλέον την ίδια την Κωνσταντινούπολη και ο Βάλης αναγκάστηκε να αποσπάσει σημαντικές δυνάμεις από το περσικό μέτωπο, παραχωρώντας σημαντικές παραχωρήσεις στους Σασσανίδες. Σύμφωνα με τον Σωκράτη τον Σχολαστικό, οι πολίτες της πρωτεύουσας κατηγόρησαν τον Βάλη ότι αμέλησε την υπεράσπισή τους, προτρέποντάς τον να αντιμετωπίσει τους εισβολείς. Ο Βάλης μετέφερε τον στρατό του στον Μελαντία στις 12 Ιουνίου, και έστειλε τον Σεβαστιανό με μια προπορευόμενη δύναμη, για να εμπλακεί σε γοτθικές ομάδες λεηλασίας. Ο Σεβαστιανός κατέστρεψε με επιτυχία μια σειρά από ομάδες επιδρομών, αναγκάζοντας τον Φριτιγέρνη να ενοποιήσει τις δυνάμεις του στην περιοχή του Καβύλη. Ο Γρατιανός έμεινε στον βορρά, στην εκστρατεία του εναντίον των Αλαμαννών (μάχη της Αργεντοβάρια) και δεν μπορούσε να υποστηρίξει τον Βάλη, ο οποίος περίμενε να δεσμεύσει τους Γότθους όλο τον Ιούνιο και τον Ιούλιο. Όταν ο Βάλης άκουσε ότι οι Γότθοι κινούνταν προς την Αδριανούπολη, έφυγε από το στρατόπεδο και βάδισε για να τους συναντήσει. Γύρω στις 7 Αυγούστου, ο Ριχομήρ επέστρεψε από τη Δυτική εκστρατεία με το μήνυμα ότι ο Γρατιανός πλησίαζε τώρα. Σύμφωνα με τον Αμμιανό, ο Βίκτωρ προειδοποίησε τον Βάλη να περιμένει τον Γρατιανό, ενώ ο Σεβαστιανός προέτρεψε για άμεση επίθεση. Ο Φριτιγέρνης έστειλε απεσταλμένους με δύο επιστολές το βράδυ της 8ης Αυγούστου. Η πρώτη επιστολή πρόσφερε ειρήνη και στρατιωτική συμμαχία με αντάλλαγμα εδάφη στη Θράκη. Η δεύτερη επιστολή, που απευθυνόταν ιδιωτικά στον Βάλη, διαβεβαίωσε ότι επιθυμούσε ειρήνη, αλλά ζητούσε από τον Βάλη να παραμείνει κινητοποιημένος, ώστε ο Φριτιγέρνης, να πείσει τους δικούς του ανθρώπους να διατηρήσουν την ειρήνη. Ο Βάλης απέρριψε την πρόταση, και βάδισε για να συμπλακεί με τους Γότθους την επόμενη ημέρα. Ο Φριτιγέρνης κέρδισε μια ανάπαυλα με περαιτέρω ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, επιτρέποντας στο συμμαχικό του ιππικό των Γρευθούνγιων να πλησιάσει. Στη μάχη της Αδριανούπολης που ακολούθησε, οι Γότθοι κέρδισαν μια αποφασιστική νίκη. Ο ρωμαϊκός στρατός κατατροπώθηκε, και υπέστη μεγάλες απώλειες. Ο ίδιος ο Βάλης σκοτώθηκε στον απόηχο της μάχης. Ο Φριτιγέρνης πολιόρκησε την ίδια την πόλη της Αδριανούπολης, χωρίς επιτυχία.

Οι Γότθοι ανέκτησαν τον έλεγχο μεγάλου μέρους της Βαλκανικής χερσονήσου ως απόρροια της μάχης. Η Ανατολική Αυτοκρατορία, τώρα χωρίς Αυτοκράτορα, φοβόταν ότι οι γοτθικοί πληθυσμοί θα συμμαχούσαν με τον Φριτιγέρνη, οδηγώντας σε εκτεταμένη εξέγερση. Ο Ιούλιος, διάδοχος του Λουπικινού, διέταξε τη σφαγή όλων των Γότθων που ζούσαν κοντά στα σύνορα. Μέχρι το 379, η πληροφορία για τις σφαγές έφτασε στους Γότθους που ζούσαν στις εσωτερικές επαρχίες, οδηγώντας σε ταραχές στη Μ. Ασία. Οι Ρωμαίοι αντέδρασαν σφαγιάζοντας τους Γότθους και στις εσωτερικές επαρχίες.

Ο Φριτιγέρνης συνέχισε τον πόλεμο για δύο χρόνια, με μικτή επιτυχία. Ο Θεοδόσιος Α' διαδέχθηκε τον Βάλη ως Αυτοκράτορας στις 19 Ιανουαρίου 379. Ο Γρατιανός αναγνώρισε τον Θεοδόσιο Α΄ ως συναυτοκράτορά του και του παραχώρησε τον έλεγχο των αυτοκρατορικών επισκοπών της Δακίας και της Μακεδονίας, αλλά επέστρεψε αμέσως στο βόρειο μέτωπό του για να αντιμετωπίσει τους Αλαμαννούς, αφήνοντας τον Θεοδόσιο Α΄ να ασχοληθεί με το γοτθικό πρόβλημα.

Ο Θεοδόσιος Α΄ συνέταξε νέο στρατό από αγρότες και μισθοφόρους. Πολλοί προσπάθησαν να αποφύγουν τον στρατό, μάλιστα κάποιοι ακρωτηρίασαν τους αντίχειρές τους για να αποφύγουν τη στρατιωτική θητεία, και ο Θεοδόσιος απάντησε με σκληρές τιμωρίες για τους λιποτάκτες, αναγκάζοντας ακόμη και αυτούς που είχαν ακρωτηριαστεί να υπηρετήσουν. Ο στρατηγός του Θεοδοσίου Μοδάρης, Γότθος ο ίδιος, κέρδισε μια μικρή νίκη εναντίον του Φριτιγέρνη. [8]

Φαίνεται ότι σε αυτό το σημείο, οι Γρευθούνγιοι αποχώρησαν από τον γοτθικό στρατό και πήγαν στο Ιλλυρικό. Οι Θερβίνγκιοι υπό τον Φριτιγέρνη κινήθηκαν προς την Ελλάδα, στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Ο Θεοδόσιος Α΄ κινήθηκε για να τους αναχαιτίσει, αλλά ο στρατός του διαλύθηκε από τις λιποταξίες στη μάχη της Θεσσαλονίκης, ενώ πολλοί από τους βάρβαρους μισθοφόρους εντάχθηκαν στο Φριτιγέρνη. Σε αυτό το σημείο, ο Γρατιανός ήταν και πάλι πρόθυμος να έρθει σε βοήθεια, και οι στρατηγοί του Aργοβάστ και Μπάουτo οδήγησαν με επιτυχία τους Γότθους πίσω στη Θράκη μέχρι το καλοκαίρι του 381. Ξεκίνησαν οι ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, με τον Ριχομήρ και τον Σατουρνίνο να διεξάγουν τις διαπραγματεύσεις για τους Ρωμαίους. Η ειρήνη κηρύχθηκε στις 3 Οκτωβρίου 382. Ο Φριτιγέρνης δεν αναφέρεται ξανά σε καμία πηγή μετά το 381 και η μοίρα του είναι αβέβαιη, μπορεί να σκοτώθηκε στην εκστρατεία στην Ελλάδα ή να καθαιρέθηκε ως προϋπόθεση για ειρήνη. [9]

Βιβλιογραφικές αναφορές

Επεξεργασία
  • Gibbon, Sir Edward (1880) [1789]. The History of the Decline and Fall of the Roman Empire. III. New York: Harper & Brothers. 
  • Heather, Peter (2005). The Fall of the Roman Empire. A New History of Rome and the Barbarians. Oxford and New York: Oxford University Press. ISBN 978-0195159547. 
  • Heather, Peter (2012). Empires and Barbarians: The Fall of Rome and the Birth of Europe. Oxford and New York: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-989226-6. 
  • Kulikowski, Michael (2006). Rome's Gothic Wars. Cambridge University Press. ISBN 978-0521608688. 

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. (Αγγλικά) World History Encyclopedia. Fritigern. Ανακτήθηκε στις 13  Φεβρουαρίου 2021.
  2. Socrates Scholasticus, Church History, book 4, chapter 33; Sozomen, Church History, book 6, chapter 37; Zosimus, Historia Nova, book 4.
  3. Heather 2012.
  4. Socrates Scholasticus, Church History, book 4, chapter 33.
  5. Sozomen, Church History, book 6, chapter 37.
  6. Zosimus, Historia Nova, book 4.
  7. Gibbon 1880.
  8. Kulikowski, 2006, pp. 149–151.
  9. Heather, 2005, pp. 185–186; Kulikowski, 2006, pp. 152–153.