Χάρκια Ρεθύμνης

οικισμός της Ελλάδας

Συντεταγμένες: 35°18′25″N 24°35′18″E / 35.30694°N 24.58833°E / 35.30694; 24.58833

Τα Χάρκια είναι χωριό και έδρα ομώνυμης κοινότητας του Δήμου Ρεθύμνης[1] στην Περιφερειακή Ενότητα Ρεθύμνης της Κρήτης. Τα Χάρκια βρίσκονται σε τοποθεσία που πιθανόν στο παρελθόν να αποτελούσε τα νότια σύνορα της περιοχής του αρχαίου Αρίου ή Αγρίου[2]. Ο ποταμός Ά(γ)ριος, το σημερινό φαράγγι του Αρκαδίου, καθόριζε τα σύνορα Α(γ)ρίου-Μυλοποτάμου. Δυτικό σύνορο του ήταν το λεγόμενο Ξεροκάμαρο κοντά στο Ρέθυμνο, ενώ τα νότια όριά του πιθανολογείται ότι έφταναν στις περιοχές όπου σήμερα βρίσκονται τα Χάρκια και το Καβούσι. Θα μπορούσε, λοιπόν, να ειπωθεί ότι το Ά(γ)ριο περιελάμβανε τον τέως Δήμο Αρκαδίου (1998-2010). Η ονομασία για την περιοχή αυτή υπάρχει τουλάχιστον από τον 9ο-10ο αιώνα μέχρι και την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους.

Χάρκια
Χάρκια is located in Greece
Χάρκια
Χάρκια
Διοίκηση
ΧώραΕλλάδα
ΠεριφέρειαΚρήτης
Περιφερειακή ΕνότηταΡεθύμνης
ΔήμοςΡεθύμνης
Δημοτική ΕνότηταΑρκαδίου
Γεωγραφία
Γεωγραφικό διαμέρισμαΚρήτη
ΝομόςΡεθύμνης
Υψόμετρο546
Πληθυσμός
Μόνιμος43
Έτος απογραφής2021
Πληροφορίες
Ταχ. κώδικας74100
Τηλ. κωδικός+30 28310

Αρχαιότητα

Επεξεργασία

Είναι άγνωστο πότε η περιοχή κατοικήθηκε για πρώτη φορά. Σε ανασκαφές που έγιναν την περίοδο 1991-1992, 2 χιλιόμετρα ανατολικά των Χαρκίων προς το χωριό Καβούσι, εντοπίστηκαν τεμάχια από μεγάλο πιθάρι μινωικής εποχής. Η σωστική ανασκαφή έφερε στο φως αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, εν πολλοίς κατεστραμμένα από τις γεωργικές εργασίες που είχαν γίνει στην τοποθεσία αυτή. Τα κεραμικά αγγεία που βρέθηκαν χρονολογούνται ως της πρωτομινωικής ΙΙ (3000/2900-2300/2150 π.Χ.), μεσομινωικής ΙΙ (19ος αιώνας – 1700 π.Χ.) και μεσομινωικής ΙΙΙ – υστερομινωικής ΙΑ περιόδου (1700-1480 π.Χ.). Μια δεύτερη μινωική θέση, 1,5 χιλιόμετρο νοτιοδυτικά της πρώτης, αποκαλύφθηκε και πάλι ύστερα από γεωργικές εργασίες. Εντοπίστηκε τμήμα οικιστικής μονάδας, που χρονολογείται στη μεσομινωική ΙΙ-ΙΙΙ περίοδο (19ος αι.π.Χ. – περίπου 1600 π.Χ.). Τα ευρήματα αυτά προσδιορίζουν, κατά προσέγγιση, την αρχή της εγκατάστασης ανθρώπων στην περιοχή. Αν ήταν συνεχής, ανά τους αιώνες, η ανθρώπινη παρουσία με τη μορφή οργανωμένης κοινότητας, δεν είναι γνωστό.

Δε θα πρέπει να λησμονείται η ύπαρξη της Συβρίτου (σημερινό χωριό Θρόνος Αμαρίου) λίγα μόλις χιλιόμετρα μακριά, μίας από τις μεγαλύτερες πόλεις της αρχαίας Κρήτης, που άκμασε μέχρι και τη Β’ Βυζαντινή περίοδο.

Άραβες και Ενετοκρατία

Επεξεργασία

Σίγουρη θα πρέπει να θεωρηθεί και η ύπαρξη οικισμών κατά την εποχή της αραβικής κυριαρχίας της Κρήτης (824-961), κατά την οποία πιθανόν να πήρε την ονομασία του το γειτονικό Καβούσι[3]. Η άποψη αυτή ενισχύεται από τις χρονικά μεταγενέστερες απογραφές των Ενετών, αφού το όνομα του χωριού ήταν ήδη γνωστό. Τα ενδιαφέροντα τοπωνύμια Κεφάλι και Έδρα στην περιοχή των Χαρκίων οδηγούν σε συνειρμούς για πιθανές πλευρές της ιστορίας του χωριού, κατά τη Βυζαντινή περίοδο, με ευρύτερη πολιτική ή θρησκευτική σημασία για την περιοχή.

Η παλαιότερη αναφορά που ως τώρα έχει καταγραφεί για τα Χάρκια είναι του 1577. Εκεί αναφέρεται το όνομα του χωριού ως "Gharchia" στην απογραφή του Ενετοκρητικού Φραντσέσκο Μπαρότσι. Επίσης, το 1583 μνημονεύεται από τον Πέτρο Καστροφύλακα ως "Carchia" με 128 κατοίκους και 190 οφειλόμενες αγγαρείες προς την Ενετική κατοχική διοίκηση και από τον Φραντσέσκο Μπαζιλικάτα ως "Charchia" το 1630.

Στην έκθεση του Ενετού Νικόλα Γκουάλντο το 1633, με τίτλο «Territorio di Rettimo», το χωριό καταγράφεται ως Gerachia και Garachia με υποχρέωση συμμετοχής στη σκοπιά του πύργου των Σαγκουϊνάτσων (Torre Sanguinazzo sentinalla) μαζί με τα χωριά Πηγή, Άνω και Κάτω Καβούσι, Λούτρα και Άγιος Δημήτριος.

Στην τουρκική απογραφή του 1659 καταγράφεται ως Harkia με 24 σπίτια, ενώ μία ακόμα αναφορά του Βιντσέντσο Κορονέλι στα 1686 καταγράφει το χωριό ως Charkia.

Από τα παραπάνω, συνάγεται ότι τα Χάρκια διατηρούν αναλλοίωτη την ονομασία τους, τουλάχιστον από το 1577, ανεξάρτητα από τον τρόπο γραφής των εκάστοτε κατακτητών. Τα Χάρκια αναφέρονται σε νοταριακό έγγραφο (συμβόλαιο) του νοτάριου Τζώρτζη Πάντιμου το 1639, όπως επίσης και σε έγγραφο του νοτάριου Μαρίνο Αρκολέο το 1644, όπου για πρώτη φορά καταγράφονται ονόματα Χαρκιανών.

Επί Ενετοκρατίας, τα Χάρκια αναφέρονται στη Φρουριακή Έκθεση των παραλίων του Ρεθύμνου, με συμμετοχική υποχρέωση αποστολής πέντε φρουρών στη φρουριακή θέση Άγιος Σωτήρας του όρους Βρύσινας με αρχηγό το Μανόλη Χορτάτζη. Η φρουριακή αυτή θέση (Salvator Di Vresina) ήταν εκείνη που λάμβανε τα σήματα της νότιας θάλασσας και τα μετέδιδε στο Ρέθυμνο.

Στο μεγαλειώδες έπος του Ρεθυμνιώτη Μαρίνου Τζάνε Μπουνιαλή «Κρητικός Πόλεμος», στον οποίο αφηγείται την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους κατά τα έτη 1642-1669, αναφέρεται το χωριό ως ένα από αυτά που ένιωσαν τη μανία του κατακτητή:

...Αλιάκες, Χάρκια παίρνουσι, Καβούσι και Κυριάννα...

Οι αγώνες εναντίον των Τούρκων

Επεξεργασία

Η αγωνιστικότητα και η θυσία των Χαρκιανών ήταν πολύ σημαντικές στους συνεχιζόμενους απελευθερωτικούς αγώνες κατά των Τούρκων. Πιο συγκεκριμένα, στις συνεχείς επαναστάσεις του 19ου αιώνα πολέμησαν Χαρκιανοί και Καβουσανοί, όπως συνέβη στο χωριό Σκουλούφια, όπου προσπάθησαν μάταια να αναχαιτίσουν τις τουρκικές δυνάμεις που κατευθύνονταν προς το Αρκάδι.

Επαναστάτες με επικεφαλής τον Παπά Μαρουλιανό, τον Στυλιανό Βαρδάκη και τον Χαρκιανό Νικόλαο Βενιανάκη πολέμησαν στην περιοχή του όρους Βρύσινας στις 20 Οκτωβρίου 1866, καταλαμβάνοντας τα υψώματα Ακόνια, Πέταλο και Κεντρί, σε μάχη στην οποία έλαβε μέρος με τους άνδρες του και ο Πάνος Κορωναίος, γενικός αρχηγός του αγώνα. Ο εχθρός αρχικά αποκρούσθηκε αλλά έπειτα, όταν ενισχύθηκε με ισχυρή δύναμη από το Ρέθυμνο, ανάγκασε τους επαναστάτες να υποχωρήσουν. Για την καλύτερη αμυντική θωράκιση της περιοχής του Αρκαδίου καταλήφθηκαν θέσεις στα χωριά Χάρκια, Καβούσι και Σκουλούφια. Ομάδα Τουρκοκρητικών, κινούμενοι με τους αρχηγούς τους προς το Αρκάδι το πρωί της 7ης Νοεμβρίου, προσπάθησαν να παραπλανήσουν τους αμυνόμενους κρατώντας ελληνικές σημαίες. Το τέχνασμα αυτό έγινε αντιληπτό και τράπηκαν σε φυγή.

Στο Αρκάδι έντονη ήταν η παρουσία των υπόλοιπων Χαρκιανών αγωνιστών[4].

Μετά την πτώση και το ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, στην αναφορά της Γενικής των Κρητών Συνέλευσεως, (20 Νοεμβρίου 1866 με τίτλο «Έκθεσις της Εφόδου, αποκρούσεως και εις τον αέρα αναπετάσεως της εν Ρεθύμνη Μονής Αρκαδίου Α. Κωνσταντίνος», αναφέρεται ότι:

...τοσαύτην δε εντύπωσιν επροξένησεν εις τον εχθρόν ώστε επιστρέφων εις Ρεθύμνην επυρπόλησεν τα δύο Καβούσια και τα Χάρκια και τινας προτυχόντας εξ ανάγκης κατέσφαξεν

.

Κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, τα Χάρκια ήταν γνωστά ως κωμόπολη και πατρίς του Βενιανάκη, από τον επαναστάτη και οπλαρχηγό του Ρεθύμνου Νικόλαο Βενιανάκη[5][6].

Δήμος Αρκαδίου – Ένωση με την ελεύθερη Ελλάδα – Κοινότητα Χαρκίων

Επεξεργασία

Το 1881, ανάμεσα στα χωριά που αποτελούσαν το Δήμο της Αμνάτου, που κατόπιν μετονομάστηκε σε Δήμο Αρκαδίου, καταγράφονται τα Χάρκεια με 130 χριστιανούς και 7 μουσουλμάνους κατοίκους και το διπλανό Καβούσι με 74 χριστιανούς και 22 μουσουλμάνους.

Πρώτος δήμαρχος Αρκαδίου ήταν ο γιος του Νικολάου Βενιανάκη Γεώργιος, με ειδικό πάρεδρο Χαρκίων τον Κωνσταντίνο Σκαλίδη.

Την ταραγμένη περίοδο 1890 έως 1898, αναφέρεται δολοφονία χριστιανού από δυο μουσουλμάνους στην περιοχή των Χαρκίων στις 25 Μαρτίου 1890, ενώ τον Οκτώβριο του 1895 στη θέση Ξεροκάμαρο του Ρεθύμνου δολοφονήθηκε από Τούρκους ο Φραγκιάς Σκαλίδης, πατέρας τεσσάρων ανήλικων παιδιών. Επίσης, αναφορές υπάρχουν για πυρπολήσεις στα πλαίσια των ταραχών μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων[7]:

...η Τρίτη φωτιά τέθηκε στη θέση «Αμυγδαλόπορος» της Μαρουλιανής χαλέπας και έφτασε μέχρι το χωριό Αγία Τριάδα, όπου περίπου 15 Χριστιανοί από τα Χάρκια, βλέποντας να καίγονται οι περιουσίες τους, έσπευσαν να την κατασβήσουν[...]Κάηκαν περίπου 5.000 ελαιόδεντρα στην περιοχή του χωριού Αγία Τριάδα. Οι καπνοί φαίνονταν και τις δύο επόμενες ημέρες έξω από την τουρκική στρατιωτική ζώνη.

Μετά το 1898, η κατάσταση μεταβάλλεται, καθώς οι Χριστιανοί κάτοικοι κυριαρχούν πλέον και πραγματοποιείται η Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Τα Χάρκια έχουν παρουσία τόσο στους Βαλκανικούς πολέμους την περίοδο 1912-1913, όσο και στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και στα γεγονότα του 1922 στη Μικρά Ασία.

Μεταπολεμικά, αρκετοί Χαρκιανοί μετανάστευσαν στο εξωτερικό. Στις 4 Δεκεμβρίου 1997, η κοινότητα καταργείται και υπάγεται στο νεότευκτο Δήμο Αρκαδίου. Με το πρόγραμμα Καλλικράτης, ο Δήμος Αρκαδίου καταργείται το 2010 και τα Χάρκια έγινε πάλι έδρα κοινότητος του νέου Δήμου Ρεθύμνης.

Δείτε: Κοινότητα Χαρκίων

Δραστηριότητες του χωριού

Επεξεργασία

Οι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται κυρίως με την κτηνοτροφία: φημισμένος ήταν ο χαρκιανός αθότυρος, του οποίου η παραγωγή έχει σταματήσει, ο οποίος μεταφερόταν από τους κατοίκους του χωριού στο εμπόριο μέχρι και το Ρέθυμνο.

Επίσης, η παραγωγή και εμπορία κάρβουνου ήταν από τους βασικότερους πόρους των Χαρκιανών και πιθανόν ένας από τους λόγους της ονομασίας των Χαρκίων, ενώ μεγάλη είναι η παραγωγή λαδιού και κρασιού. Δυτικά του χωριού, σώζεται σαν τοπωνύμιο ο Ανεμόμυλος, κάτι που υπονοεί ανάλογη δραστηριότητα.

Προέλευση του ονόματος

Επεξεργασία

Για την προέλευση του ονόματος του χωριού υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Είτε προέρχεται από τα χαλκεία, τα οποία στην κρητική διάλεκτο λέγονται χαρκιδιά, οπότε και το χωριό θα έπρεπε να γράφεται Χάρκεια, είτε σχετίζεται με την κύρια ενασχόληση των Χαρκιανών της παλιάς εποχής ως καμινάρηδων, από τα καμίνια που παρασκεύαζαν κάρβουνα, οπότε γράφεται Χάρκια.

Μία άλλη εκδοχή συνδέει το όνομα του χωριού με τα "χαράκια", που σημαίνει βράχοι στην κρητική διάλεκτο, ενώ η αραβική λέξη charkia σημαίνει ανατολή, ανατολικά, κάτι που ίσως συνδέεται με την ονομασία και την ιστορία του γειτονικού χωριού Καβούσι.

Εκκλησιαστική υπαγωγή

Επεξεργασία

Η εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στην Αγία Άννα. Εκκλησιαστικά υπάγεται στην Στ΄ Αρχιερατική Περιφέρεια της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, της Εκκλησίας της Κρήτης.

Αρχιτεκτονική–Δημόσια κτήρια

Επεξεργασία

Όπως και τα περισσότερα χωριά της Κρήτης, τα Χάρκια είναι κτισμένα χωρίς καμία ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. Το κλίμα της περιοχής έπαιζε σπουδαίο ρόλο στη διαμόρφωση του οικισμού.

Στις ορεινές περιοχές, όπου το κρύο και πολλές φορές το χιόνι κυριαρχούν τον χειμώνα, τα πέτρινα σπίτια κτίζονταν το ένα δίπλα στο άλλο. Είχαν πολλούς τοίχους κοινούς, τους λεγόμενους «μεσότοιχους», και έναν ή δύο εκτεθειμένους στην ατμόσφαιρα, και έτσι η θερμότητα από το τζάκι διατηρούνταν περισσότερο. Οι χωμάτινες στέγες τους ήταν συνεχόμενες, σε τέτοιο σημείο ώστε να μην αναγνωρίζονται τα όρια των κατοικιών που στέγαζαν.

Τα στενά σοκάκια είναι ένα ακόμη χαρακτηριστικό της αρχιτεκτονικής των χωριών της Κρήτης. Ένα κτίριο άξιο αναφοράς είναι το παλαιό σχολείο του χωριού, στην κατασκευή του οποίου πρωτοστάτησε ο Ιωάννης Κατικάκης, στο ισόγειο του οποίου μετέπειτα στεγάστηκε το κοινοτικό γραφείο.

Στο βάθος της ρεματιάς ανατολικά του χωριού βρίσκεται η παλαιά εκκλησία της Αγίας Άννας. Οι εικόνες του τέμπλου εκατέρωθεν της Ωραίας Πύλης (αναγεννησιακής τεχνοτροπίας) πρέπει να είναι του 1860, όπως φαίνεται από φθαρμένη επιγραφή.

Επίσης, υπάρχει η εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, κτισμένη στα τέλη της δεκαετίας του 1970 στο πάνω μέρος του χωριού, και στο λόφο Κεφάλι το παρεκκλήσι του Αγίου Νικολάου (1992).

Επίσημη Ιστοσελίδα

Επεξεργασία

Ιστοσελίδα του χωριού

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. «Τοπική Κοινότητα Χαρκίων | Χαρκίων | Δήμος». www.rethymno.gr. Ανακτήθηκε στις 12 Μαρτίου 2022. 
  2. Σύμφωνα με πολλούς μελετητές, περιελάμβανε τα χωριά που βρίσκονται βορειοανατολικά της σημερινής επαρχίας Ρεθύμνης.
  3. kavuz σημαίνει μικρή πηγή.
  4. Στο έργο του Τιμόθεου Βενέρη «Το Αρκάδι δια των αιώνων» αναφέρονται «οι εκ του χωρίου Χάρκια αιχμαλωτισθέντες Βενιανάκης Νικόλαος, Κατικάς Ιωάννης ή Καπαρός, Κατικάς Μιχαήλ ή Καπαρός, Τσιγώνης Νικόλαος με τη σύζυγό του Ελισάβετ το γένος Φουρτίνη από την Βισταγή Αμαρίου και οι φονευθέντες Βασιλακάκης Ιωάννης ή Χαρκιανός (παντρεμένος στην Αμνάτο), Κατικάς Εμμανουήλ ή Καπαρός, Κατικά Μαρία, Γεώργιος Μιχ. Μακρυπόδης με τη σύζυγο του Ειρήνη Φραγκ. Κοτζαμπασοπούλα από το Καβούσι, 8 μηνών έγκυος και τα τέκνα αυτών Ειρήνη, Μιχαήλ, Σοφία, Νικόλαο, Ευαγγελία, Ευάγγελο, ολοκαυτωθέντες εν τη πυριτιδαποθήκη».
  5. Ι. Καλομενόπουλος, εφημερίδα «Αρκάδιον», αριθμός φύλλου 53, 16.11.1885
  6. Αναφορά στο Νικόλαο Βενιανάκη μπορεί επίσης να βρεθεί και στη «Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια» του Π. Δρανδάκη με μικρό βιογραφικό για την επαναστατική του δράση καθώς και την ανακήρυξή του στο βαθμό του χιλίαρχου.
  7. Αρχείο του Υποπροξενείου των Ρώσων, Ρέθυμνο, Σεπτέμβριος 1897