Οι χαμαιλέοντες (οικογένεια Chamaeleonidae) είναι μια διακριτή και εξαιρετικά εξειδικευμένη ομάδα σαυρών με περισσότερα από 160 είδη[1]. Έχουν πολύ μεγάλη ποικιλία χρωμάτων και πολλά είδη έχουν την ικανότητα να αλλάζουν χρώμα.

Χαμαιλέοντας
Αφρικανικός χαμαιλέοντας, Chamaeleo africanus
Αφρικανικός χαμαιλέοντας, Chamaeleo africanus
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Ερπετά (Reptilia)
Τάξη: Φολιδωτά (Squamata)
Οικογένεια: Χαμαιλεοντίδες (Chamaeleonidae)

Διακρίνονται από τα πόδια τους, τις πολύ εκτεταμένες, εξαιρετικά τροποποιημένες και γρήγορα εξωθούμενες γλώσσες τους[2], το κουνιστό βάδισμα τους και τα λοφία ή κέρατα στο φρύδι και το ρύγχος τους.λλ

Οι χαμαιλέοντες είναι προσαρμοσμένοι για αναρρίχηση και οπτικό κυνήγι μέλισσας Ζαμπουάουα. Ζουν σε ζεστά ενδιαιτήματα που κυμαίνονται από δάση βροχής μέχρι και ερήμους, με διάφορα είδη που απαντώνται στην Αφρική, τη Μαδαγασκάρη, τη νότια Ευρώπη και τη νότια Ασία μέχρι τη Σρι Λάνκα. Έχουν επίσης εισαχθεί στη Χαβάη, την Καλιφόρνια και τη Φλόριντα και συχνά διατηρούνται ως κατοικίδια ζώα.

Στην Ελλάδα απαντώνται δύο είδη χαμαιλέοντα: ο Μεσογειακός χαμαιλέοντας (Chamaeleo chamaeleon) που συναντάται πλέον μόνο στη Σάμο, ενώ παλαιότερα εντοπιζόταν επιπλέον στην Κρήτη και τη Χίο, και ο Αφρικανικός χαμαιλέοντας (Chamaeleo africanus), που εντοπίζεται στον νομό Μεσσηνίας και πιθανολογείται ότι έφτασε στον ελλαδικό χώρο από αρχαία Ελληνική εισαγωγή[3].

Ετυμολογία

Επεξεργασία

Η αγγλική λέξη χαμαιλέοντας είναι απλοποιημένη ορθογραφία της Λατινικής Chamaeleon, ενός δάνειου του ελληνικού "χαμαιλέων", μιας ένωσης του χαμαί "επί του εδάφους" και λέων "λιοντάρι". Η ελληνική λέξη κυριολεκτικά σημαίνει «λιοντάρι του εδάφους».

Αλλαγή του Χρώματος

Επεξεργασία

Ορισμένα είδη χαμαιλέοντα είναι σε θέση να αλλάζουν το χρώμα του δέρματος τους. Τα διαφορετικά είδη χαμαιλέοντα είναι σε θέση να διαφοροποιούν το χρώμα και το μοτίβο τους μέσω συνδυασμών ροζ, μπλε, κόκκινου, πορτοκαλί, πράσινου, μαύρου, καφέ, γαλάζιου, κίτρινου, τιρκουάζ και μοβ. Οι χαμαιλέοντες αλλάζουν χρώμα μεταβάλλοντας το διάστημα μεταξύ των κρυστάλλων γουανίνης, το οποίο αλλάζει το μήκος κύματος του φωτός που αντανακλάται στους κρυστάλλους που αλλάζει το χρώμα του δέρματος.

Η αλλαγή χρώματος στους χαμαιλέοντες έχει λειτουργίες παραλλαγής, αλλά πιο συχνά στην κοινωνική σηματοδότηση και σε αντιδράσεις στη θερμοκρασία και άλλες συνθήκες. Η σχετική σημασία αυτών των λειτουργιών ποικίλλει ανάλογα με τις περιστάσεις, καθώς και τα είδη. Η αλλαγή χρώματος σηματοδοτεί τη φυσιολογική κατάσταση και τις προθέσεις των χαμαιλεόντων σε άλλα άτομα[4]. Οι χαμαιλέοντες τείνουν να δείχνουν φωτεινότερα χρώματα όταν επιδεικνύουν επιθετικότητα σε άλλους χαμαιλέοντες[5] και πιο σκούρα χρώματα όταν υποβάλλουν ή "παραιτούνται"[6]. Ορισμένα είδη, ιδιαίτερα εκείνα της Μαδαγασκάρης και κάποια αφρικανικά γένη σε βιότοπους τροπικών δασών, έχουν μπλε φθορισμό στα φύματα του κρανίου τους, που προέρχονται από οστά και ενδεχομένως έχουν σηματοδοτικό ρόλο[7].

Περιγραφή

Επεξεργασία

Ο χαμαιλέοντας διαθέτει μακριά συλληπτήρια ουρά, εξογκωμένα μάτια κινούμενα ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Διαφέρουν σημαντικά ως προς το μέγεθος και τη δομή του σώματος, με μέγιστο συνολικό μήκος που κυμαίνεται από 15 mm σε 68.5 cm. Πολλά έχουν στο κεφάλι ή διακόσμηση του προσώπου, όπως ρινικές προεξοχές ή κέρατο. Στο πόδι διακρίνονται δύο δάχτυλα, που ομαδοποιούνται σε δύο δέσμες. Τα δάχτυλα των ποδιών σε κάθε δεσμίδα δεσμεύονται σε μια επίπεδη ομάδα δύο ή τριών, δίνοντας σε κάθε πόδι μια εμφάνιση σαν λαβίδες. Επιπλέον, κάθε πόδι είναι εξοπλισμένο με ένα απότομο νύχι που βοηθάει στην αναρρίχηση στα δέντρα.

Όλοι οι χαμαιλέοντες είναι κυρίως εντομοφάγοι και τρέφονται με τη μεγάλη τους γλώσσα από το στόμα για να συλλάβει το θήραμα, το οποίο βρίσκεται σε κάποια απόσταση. Η τεράστια και κολλώδης γλώσσα του τον βοηθά να πιάνει έντομα. Μένει ακίνητος περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να εκτινάξει τη γλώσσα του, όπου ένα άτυχο έντομο θα κολλήσει πάνω της. Ο χαμαιλέοντας τρέφεται με διάφορα έντομα και έχει την ικανότητα να γαντζώνεται εύκολα πάνω σε κλαδιά. Αν απειληθεί, μένει ακίνητος για να παραπλανήσει τον εχθρό του. Βρίσκεται συνήθως πάνω στα δέντρα, έτσι, τις περισσότερες φορές είναι πράσινος. Δεν χρειάζεται να πίνει νερό γιατί πίνει τους χυμούς από τα έντομα που τρώει. Πιστεύεται ότι η γλώσσα τους είναι μία και μισή έως δύο φορές το μήκος του σώματός τους.

Αναπαραγωγή

Επεξεργασία

Οι χαμαιλέοντες είναι ως επί το πλείστον ζώα ωοτόκα. Τα ωοτόκα είδη γεννούν τα αυγά τρεις έως έξι εβδομάδες μετά τη συνουσία. Το θηλυκό θα σκάψει μια τρύπα 10 - 30 cm βάθος ανάλογα με το είδος και θα αφήσει τα αυγά της.Τα θηλυκά ξεκινούν να γεννούν τα αυγά τους (30-40 κατά μέσο όρο) το Φθινόπωρο στις αμμώδεις εκτάσεις της περιοχής. Τα αυγά εκκολάπτονται σε γενικές γραμμές μετά από τέσσερις έως 12 μήνες, και πάλι ανάλογα με το είδος. Έτσι εκκολάπτονται το επόμενο καλοκαίρι. Το μέγεθος κατά την εκκόλαψη είναι 6 cm και πριν ξεκινήσει ο χειμώνας θα το διπλασιάσουν. Τότε θα σταματήσουν να μεγαλώνουν μέχρι την επόμενη άνοιξη όταν θα ξαναρχίσουν να τρέφονται. Μετά τη χειμερία νάρκη το μέγεθός τους θα φτάσει τα 37 cm, μέγεθος που τα κάνει έτοιμα για την πρώτη αναπαραγωγή.

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Glaw, F. (2015). Taxonomic checklist of chameleons (Squamata: Chamaeleonidae). Vertebrate Zoology. 65 (2): 167-246.
  2. Edmonds, Patricia (September 2015). "True colors". National Geographic: 98.
  3. Speybroeck, J., Beukema, W., Bok, B., Van Der Voort, J. (2016). Field Guide to the Amphibians and Reptiles of Britain and Europe.. San Diego, USA: Bloomsbury Natural History.
  4. Stuart-Fox, D.; Moussalli, A. (2008). "Selection for Social Signalling Drives the Evolution of Chameleon Colour Change". PLoS Biology. 6 (1): e25.
  5. Ligon, Russell A.; McGraw, Kevin J. (2013). "Chameleons communicate with complex colour changes during contests: different body regions convey different information". Biology Letters. 9 (6): 20130892.
  6. Ligon, Russell A (2014). "Defeated chameleons darken dynamically during dyadic disputes to decrease danger from dominants". Behavioral Ecology and Sociobiology. 68 (6): 1007–1017.
  7. David Prötzel, Martin Heß, Mark D. Scherz, Martina Schwager, Anouk van’t Padje, Frank Glaw (2017). "Widespread bone-based fluorescence in chameleons". Scientific Reports. 8 (698).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Επεξεργασία