Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος Επεξεργασία

Η Πορεία προς τον πόλεμο Επεξεργασία

Στις 11 Αυγούστου του 1940 το επίσημο ιταλικό πρακτορείο Στέφανι δημοσίευσε ένα ανακοινωθέν που υπαγόρευσε ο Μουσολίνι.[1] Σε αυτό γίνονταν λόγος, με αναπόδεικτα στοιχεία, για κάποια αλβανική μειονότητα της Τσαμουριάς και για έναν αλβανό ληστή, που παρουσιαζόταν ως εθνομάρτυρας, ο οποίος δολοφονήθηκε από Έλληνες.[2] Όπως αναφέρει ο Τσιάνο, την επόμενη ημέρα ο Ντούτσε ανέφερε πως είχε στόχο την εκχώρηση της Τσαμουριάς και της Κέρκυρας χωρίς επέμβαση και αν υπάρξει αντίσταση θα μπορούσαν να φτάσουν μέχρι τα άκρα.[3] Επίσης ανακοίνωσε στους στρατηγούς Τζιακομόνι και Πράσκα ότι ήταν αποφασισμένος να επιτεθεί, για πολιτικούς λόγους, στην Ελλάδα στα τέλη Σεπτεμβρίου.[4] Το Ελληνικό Πρακτορείο Ειδήσεων αντέδρασε στο ανακοινωθέν αποκαθιστώντας την αλήθεια και ο Μεταξάς αναρωτιόταν αν η αλλαγή στάσης της Ιταλίας ήταν ένα προμήνυμα επίθεσης κατά της Ελλάδας ή καποια ανακίνηση του ζητήματος της Τσαμουριάς.[3] Έτσι, ο πρωθυπουργός απευθύνθηκε στον Γερμανό πρεσβευτή Έρμπαχ, εκφράζοντας τον φόβο του για ιταλική επέμβαση, δηλώνοντας ότι αν η Ιταλία έχει εδαφικές βλέψεις έναντι ελληνικών εδαφών, οι Έλληνες θα αντισταθούν σε κάθε επίθεση και δεν θα δεχτούν ταπεινώσεις, ακόμη και αν αυτό σημαίνει την καταστροφή τους.[5] Το ίδιο δήλωσε, γι ακόμη μία φορά, και στην βρετανική κυβέρνηση.[6] Στο ερώτημά του, όμως, για το ποια θα ήταν η υποστήριξη των βρετανών σε μια ιταλική επίθεση, η απάντηση τους ήταν ότι θα προσπαθούσαν να θέσουν την Ιταλία εκτός μάχης.[7] Η αδυναμία των βρετανών για ουσιαστική βοήθεια έκανε τον Πάλερετ να θεωρήσει ότι ήταν αδύνατον η Ελλάδα να προβάλει αντίσταση και έτσι ο Τσώρτσιλ τηλεγράφησε στον Μεταξά, δηλώνοντας τον θαυμασμό του για την θαρραλέα στάση των Ελλήνων και του ηγέτη τους.[8] Ο Μεταξάς δέχτηκε την βρετανική απάντηση, αλλά πλέον οι Βρετανοί θεωρούσαν την Ελλάδα χαμένη υπόθεση και δεν πίστευαν ότι τα ελληνικά στρατεύματα θα μπορούσαν να υπερασπιστούν την ηπειρωτική χώρα.[9]

Στο μεταξύ η ιταλική επιθετικότητα συνεχίστηκε, όταν στις 15 Αυγούστου 1940, ανήμερα της σημαντικής για τους Έλληνες γιορτή της Κοίμησης της Θεοτόκου, ένα ιταλικό υποβρύχιο βύθισε στην Τήνο το παλιό καταδρομικό Έλλη.[10] Την ίδια μέρα ιταλικά πολεμικά αεροσκάφη βομβάρδισαν ένα ελληνικό επιβατικό πλοίο.[11] Την επόμενη μέρα ο Μεταξάς ήταν πεπεισμένος για επίθεση κατά της Ελλάδας και δήλωνε πως θα αγωνιστεί πρώτα για την τιμή και την δόξα και ύστερα για την νίκη.[12] Έπειτα από έρευνες, η ταυτότητα του υποβρυχίου έγινε γνωστή στις 21 Αυγούστου, αλλά διέταξε να μη δημοσιευθούν τα αποτελέσματά της ώστε να μη δώσουν προσχήματα στην Ιταλία για επιθετικές ενέργειες.[13] Πληροφορίες που έφτασαν στο Ελληνικό Γενικό Επιτελείο, ανέφεραν μετακινήσεις ιταλικών στρατευμάτων στα ελληνικά σύνορα και ο Μεταξάς κάλεσε, την νύχτα 22 προς 23 Αυγούστου, σε σύσκεψη τους Παπάγο, Μαυρουδή και Παπαδάκη ( διπλωματικό σύμβουλο του πρωθυπουργού).[14] Στην πρόταση του Παπάγου για επιστράτευση δύο Σωμάτων Στρατού, ο Μεταξάς αποφάσισε την κινητοποίηση δύο μεραρχιών, διότι φοβόταν ότι θα προκαλούσε τους Ιταλούς και τους Γερμανούς.[14] Η παρέμβαση όμως των Γερμανών, που επιθυμούσαν ειρήνη και ηρεμία στην ελληνοαλβανική μεθόριο, απέτρεψε τους ιταλούς από επιθετικές κινήσεις.[15] Ο κίνδυνος μιας επίθεσης είχε αποτραπεί και ο Μεταξάς, ανακουφισμένος, έδωσε εντολή στον έλληνα πρέσβη στο Βερολίνο Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή να ευχαριστήσει τον Χίτλερ.[16]

  1. Ρίχτερ (1998), σελ. 54.
  2. Ρίχτερ (1998), σελ. 53-54.
  3. 3,0 3,1 Ρίχτερ (1998), σελ. 55.
  4. Πετράκη (2014), σελ. 165.
  5. Ρίχτερ (1998), σελ. 58.
  6. Κολιόπουλος (2009), σελ. 159.
  7. Κολιόπουλος (2009), σελ. 169.
  8. Κολιόπουλος (2009), σελ. 169-170.
  9. Κολιόπουλος (2009), σελ. 170.
  10. Ρίχτερ (1998), σελ. 59.
  11. Πετράκη (2014), σελ. 166.
  12. Πετράκη (2014), σελ. 167.
  13. Ρίχτερ (1998), σελ. 60.
  14. 14,0 14,1 Ρίχτερ (1998), σελ. 69.
  15. Ρίχτερ (1998), σελ. 62.
  16. Ρίχτερ (1998), σελ. 72.