Το Βασίλειο της Βρετάνης ήταν μια πρόσκαιρη οντότητα της βρετονικής ιστορίας που γεννήθηκε το 851 με τις διεκδικήσεις του Ερισπόη, κι έπειτα του Σολομώντα, προτού βυθιστεί σε μια περίοδο ταραχών λόγω της διαμάχης για τη διαδοχή στην οποία πήραν μέρος οι δολοφόνοι του τελευταίου, Γκουρουάν και Πασκουετέν. Ο αδερφός του Πασκουετέν, Αλαίν Α΄, γνωστός ως ο Μέγας, ήταν και ο τελευταίος μονάρχης που έφερε τον τίτλο του βασιλιά. Με τον θάνατό του, το 907, ξεκίνησε η περίοδος του Δουκάτου της Βρετάνης, de jure ανεξάρτητου Κράτους μέχρι την ένωσή του με τη Γαλλία το 1532.

Το Βασίλειο της Βρετάνης, σύνορα από το 845 ως το 867

Ιστορία του Βασιλείου της Βρετάνης

Επεξεργασία

Ένα σύνολο μικρών βασιλείων έως τα τέλη του 8ου αιώνα, η Βρετάνη κυριεύτηκε για πρώτη φορά από τον φραγκικό στρατό στη διάρκεια της βασιλείας του Καρλομάγνου, δίχως επιτυχία. Αρκετές παρόμοιες εκστρατείες διεξήχθησαν από το 801 ως το 837, χωρίς ωστόσο να καταφέρουν να ειρηνοποιήσουν οριστικά την περιοχή. Ώστε να καταφέρει να εισάγει τη Βρετάνη εντός της σφαίρας επιρροής της Αυτοκρατορίας, ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής όρισε τον Νομινόη, Βρετόνο ευγενή, ως επικεφαλής του κράτους. Λαμβάνοντας τον τίτλο του missus imperatoris από τον αυτοκράτορα, ανέλαβε τη διοίκηση της επαρχίας στο όνομα του τελευταίου.

Με τον θάνατο του Λουδοβίκου του Ευσεβούς, εκμεταλλευόμενες τις επιδρομές των Βίκινγκ και τις διάφορες δυναστικές διαμάχες, τα βρετονικά στρατεύματα νίκησαν αυτά του Καρόλου του Φαλακρού, γιου του Λουδοβίκου του Ευσεβούς, βασιλιά της Δυτικής Φραγκίας, στην τοποθεσία του Μπαλόν κοντά στο Ρεντόν, στις 24 Ιανουαρίου 845. Στη βαλτώδη αυτή τοποθεσία, οι ταχύτεροι Βρετόνοι ιππείς δεν επέτρεψαν στο βαρύ φραγκικό πεζικό να ελιχθεί.

Την επόμενη χρονιά, ένα σύμφωνο ειρήνης υπογράφτηκε μεταξύ των δύο αντιμαχόμενων πλευρών. Το έγγραφο αυτό του οποίου το ακριβές περιεχόμενο παραμένει σήμερα άγνωστο σταθεροποίησε την κατάσταση και έδωσε τη δυνατότητα στον Νομινόη να ενισχύσει την επιρροή του επί των εδαφών του. Δραστηριοποιήθηκε ιδιαιτέρως στην εγκαθίδρυση μιας βρετονικής εκκλησίας και στην αντικατάσταση των Φράγκων επισκόπων, οι οποίοι τον αντιπαθούσαν, με άτομα τα οποία ήταν υποστηρικτές του. Το 849, ο Νομινόης στέφτηκε στο Ντολ και κατάφερε να αναγνωριστεί από τον Πάπα Λέων Δ΄. Το επόμενο έτος, ο Νομινόης πέρασε στην αντεπίθεση. Κατέλαβε τη Ρεν και τη Ναντ, κι έπειτα την Ανζέ. Ωστόσο, ο θάνατός του, στις 7 Μαρτίου 850, σήμανε το τέλος αυτής της αντεπίθεσης και βρήκε τους Βρετόνους να υποχωρούν στα εδάφη τους.

Ο γιος του Ερισπόης τον διαδέχτηκε. Ο αυτοκράτορας, καθώς πίστευσε ότι η ώρα της εκδίκησης είχε φτάσει, σήμανε την αντεπίθεση των Φράγκων, ηττήθηκε όμως από τα βρετονικά στρατεύματα στις 22 Αυγούστου 851 στη Μάχη του Γιένγκλαντ. Η καταστροφή ήταν πλήρης για τον Κάρολο ο οποίος τράπηκε σε φυγή με κατεύθυνση την Ανζέ εγκαταλείποντας τον στρατό του. Στη διάρκεια της λεηλασίας του φραγκικού στρατοπέδου από τον βρετονικό στρατό, ο Ερισπόης φέρεται να είπε τα παρακάτω μυθικά λόγια : « Doue zo en neñv ha tiern e Breizh » (στα ελληνικά : « υπάρχει ο Θεός στα ουράνια και ένας αρχηγός στη Βρετάνη »). Το Βασίλειο της Βρετάνης έγινε τότε ένα υφιστάμενο βασίλειο όπως υπήρχαν πάμπολλα εντός της φραγκικής αυτοκρατορίας[1]. Αυτή ήταν μια πρώτη χρυσή εποχή για το νεοσυσταθέν Βασίλειο της Βρετάνης το οποίο κλήθηκε, ωστόσο, να αντισταθεί στις συνεχώς αυξανόμενες επιδρομές των Βίκινγκ. Η Γαλλία και η Βρετάνη σύναψαν συμμαχία σε πολιτικό επίπεδο, η οποία σφραγίστηκε από έναν γάμο το 856. Ωστόσο, η πολιτική του Ερισπόη δεν ήταν αρεστή σε όλον τον κόσμο. Δολοφονήθηκε το ίδιο έτος από τον ξάδερφό του, Σολομώντα.

Έπειτα από μια περίοδο πολιτικής αστάθειας, ο τελευταίος κατόρθωσε να επιβληθεί ως νόμιμος διάδοχος στον θρόνο. Στη διάρκεια της βασιλείας του, το Βασίλειο της Βρετάνης έφτασε στο απόγειο της δύναμής του. Πράγματι, ο Σολομών ήταν εξαίρετος πολιτικός. Συμμάχησε με τους Δανούς ώστε να πολεμήσει τους Φράγκους και στη συνέχεια λεηλάτησε το Λε Μαν με τη βοήθεια των Νορμανδών. Ο Κάρολος ο Φαλακρός, ο οποίος σχεδίαζε μια νέα εκστρατεία στα βρετονικά εδάφη ως εκδίκηση, τελικώς προτίμησε την οδό των διαπραγματεύσεων, και μάλιστα δύο φορές, το 863 και το 867. Μέσω αυτών των συμφωνιών, η Βρετάνη έλαβε το σύνολο του Κοταντέν και της Μαιν. Το 873, ο Σολομών άλλαξε και πάλι στρατηγική συμμαχώντας με τον Κάρολο ώστε να επανακτήσει τον έλεγχο της Ανζέ από τους Βίκινγκ. Αλλάζοντας τη ροή του ποταμού, οι Βρετόνοι κατάφεραν να στερήσουν από τους Βίκινγκ τον κύριο στόλο τους. Η πόλη ήταν έτοιμη να καταληφθεί, όμως ο Κάρολος προτίμησε να διαπραγματευτεί.

Η βρετονική εκκλησία, της οποίας τα κυριότερα στελέχη σταδιακά πέθαναν, άρχισε να επιστρέφει στη σφαίρα επιρροής της φραγκικής εκκλησίας. Ιδιαιτέρως ισχυρός, ο Σολομών περιφερόταν συνοδευόμενος από μια σημαντική αυλή και έθεσε σε εφαρμογή μια αποτελεσματική δημόσια διοίκηση. Η ισχύς αυτή εκφραζόταν και μέσω των δώρων που έκανε στους υπόλοιπους ηγεμόνες.

Το 874, ο Σολομών, φοβούμενος για τη ζωή του εγκατέλειψε την εξουσία και μόνασε στο Μοναστήρι του Πλεάν, όπου βρισκόταν ο τάφος της γυναίκας του, Ουέμπριτ. Ωστόσο, οι εχθροί του κατάφεραν να τον εντοπίσουν και τον παρέδωσαν στους Φράγκους, οι οποίοι τον τύφλωσαν. Συγκινημένος από το τραγικό του τέλος, ο βρετονικός λαός τον έκανε μάρτυρα.

Οι δολοφόνοι του δεν άργησαν να έρθουν αντιμέτωποι για την κατάληψη της εξουσίας, με τον Πασκουετέν, Κόμη της Βαν, σύζυγο της Προσλόν (της κόρης του Σολομώντα), να συγκρούεται με τον Γκουρουάντ, τον γαμπρό του Ερισπόη. Ο πρώτος είχε με το μέρος του μεγαλύτερο αριθμό συμπαραστατών, ενώ δεν δίστασε να εντάξει στο στρατό του Βίκινγκ μισθοφόρους. Ο δεύτερος, είχε το θάρρος. Κατά τη διάρκεια μιας πρώτης σύγκρουσης μεταξύ των δύο παρατάξεων, οι τάξεις του Πασκουετέν αποδεκατίστηκαν, όμως επέστρεψε σύντομα δριμύτερος με νέο στράτευμα. Ο Γκουρουάντ, αν και άρρωστος ο ίδιος, κατάφερε να νικήσει και πάλι, όμως πέθανε το 876, με τον αντίπαλό του να τον ακολουθεί λίγο αργότερα.

Τον Πασκουετέν διαδέχτηκε ο αδερφός του Αλαίν και τον Γκουρουάντ ο γιος του Ζουντικαέλ, με τον πόλεμο να ξαναρχίζει. Το 877, το Βασίλειο της Δυτικής Φραγκίας κλονιζόταν επίσης από πολέμους διαδοχής. Τα δύο βασίλεια αποτελούσαν συνεπώς εύκολη λεία για τους Νορμανδούς επιδρομείς. Δέκα χρόνια πολέμου έφεραν κοντά τους αντιπάλους Αλαίν και Ζουντικαέλ που ένωσαν τις δυνάμεις τους απέναντι στην απειλή των Βίκινγκ. Οι Βρετόνοι κατάφεραν αρκετές νίκες, μεταξύ των οποίων και αυτή του Κεστεμπέρ το 856. ήταν στη διάρκεια αυτής της μάχης που ο Ζουντικαέλ βρήκε τον θάνατο. Από το 890 κι έπειτα, ο Αλαίν ήταν πλέον σε θέση να αρχίσει την ανοικοδόμηση της δύναμης της Βρετάνης, κάτι που πρόλαβε να κάνει πριν από τον θάνατό του το 907. Έλαβε το παρωνύμιο « ο Μέγας » από τους ανθρώπους της εποχής του.

Τον διαδέχτηκε ο Γκουρμαελόν, κόμης της Κορνουάιγ, ο οποίος σύντομα σκοτώθηκε μέσα στη δύνη στην οποία μπήκε η Δυτική Γαλλία μετά το 919. Ένα κύμα νορμανδικών επιδρομών αδρανοποίησε κάθε μορφή άμυνας. Για τη Βρετάνη, οι σκοτεινές ώρες είχαν επιστρέψει. Αφού αποίκησαν τη Νορμανδία, οι Βίκινγκ επιχείρησαν να κάνουν το ίδιο και με τη Βρετάνη με τον αρχηγό τους Ράνολντ να ιδρύει πριγκιπάτο στην περιοχή της Ναντ. Αυτή ήταν η απαρχή μιας μακράς περιόδου κρίσης για τη Βρετάνη που έχασε την ανεξαρτησία της από τους Βίκινγκ. Τα κυριότερα μοναστήρια λεηλατήθηκαν και αρκετοί ήταν οι Βρετόνοι που επέλεξαν την εξορία στη νήσο των καταβολών τους : τη Μεγάλη Βρετανία. Μεταξύ αυτών, ο Ματουεντόι, κόμης του Ποέρ, γαμπρός του Αλαίν του Μέγα, συνοδευόμενος από τον γιο του Αλαίν. Η Βρετάνη έμοιαζε εγκαταλειμμένη απ'όλους, σε βαθμό μάλιστα να παραχωρηθεί με κάθε επισημότητα από τους Φράγκους στους Βίκινγκ. Ωστόσο το 935, ο Ιωάννης, Αββάς του Λαντεβενέκ επέστρεψε ώστε να προετοιμάσει την επανανάκτηση των εδαφών. Λίγους μήνες αργότερα, ο Αλαίν Μπαρμπετόρτ, ο γιος του Ματουεντόι, αποβιβάστηκε στη Βρετάνη. Ο τελευταίος διέλυσε αριθμό νορμανδικών στρατιωτικών σωμάτων στο Ντολ και το Σαιν-Μπριέκ, κι έπειτα έγινε κυρίαρχος της Ναντ, κέντρου της εξουσίας των Βίκινγκ, το 937. Οι επιτυχίες συνεχίστηκαν και οι Νορμανδοί αναδιπλώθηκαν σε ένα οχυρωμένο στρατόπεδο στο Τραν. Για να δοθεί το τελειωτικό χτύπημα, ένας στρατός αποτελούμενος από Βρετόνους και Φράγκους υπό τη διοίκηση των Αλαίν Μπαρμπετόρτ, Ζυέλ, Κόμη της Ρεν και Ουγκόν, Κόμη του Μαιν, συγκεντρώθηκε. Την 1η Αυγούστου 939, οι Βίκινγκ νικήθηκαν, το στρατόπεδό τους απαλλοτριώθηκε και ο νορμανδικός κίνδυνος απομακρύνθηκε οριστικά.

Επικεφαλής μιας εξασθενημένης Βρετάνης, της οποίας τα σύνορα ισοδυναμούσαν με αυτά της εποχής του Νομινόη, ο Αλαίν Μπαρμπετόρτ δεν ήταν σε θέση να διεκδικήσει τον τίτλο του βασιλιά, και υποχρεώθηκε, έτσι, να αρκεστεί σε αυτόν του δούκα. Ορκίστηκε πίστη στον Λουδοβίκο Δ΄, βασιλιά της Γαλλίας, το 942[2][3]. Αρχικά, ο όρος "Dux" όριζε τον αρχηγό ενός στρατεύματος και μετέπειτα μιας εδαφικής έκτασης. Ωστόσο, εκείνο το διάστημα, η Βρετάνη εξακολουθούσε να παίρνει μέρος στις διάφορες διαμάχες μεταξύ των μεγάλων πριγκήπων της Δυτικής Φραγκίας.

Πρόσθετα

Επεξεργασία

Παραπομπές

Επεξεργασία
  1. Jean Kerhervé. Au temps de l'indépendance, Historia n°740 Août 2008 pages 48-53.
  2. John T. Koch. Celtic culture : a historical encyclopedia. ABC Clio Eds (2006) p34.
  3. Joëlle Quaghebeur. La Cornouaille du IXe au XIIe siècle : Mémoire, pouvoirs, noblesse. Société archéologique du Finistère (2001) p83.
  • Secher,R. et Le Honzec,R.: Histoire de Brertagne, 830-1341, Du royaume au duché T.2,ed Secher 1992
  • Poisson,H. et Le Mat, JP.: Histoire de Bretagne, p.47 à p.61, Coop Breizh 1993
  • Nicolas,M.: Le royaume de Bretagne, Belain 1999