Οι Τσιγγάνοι (Πούσκιν)

Ποίημα του Αλεξάντερ Πούσκιν

Οι Τσιγγάνοι ( ρωσικά:Цыга́ны ) είναι ρομαντικό αφηγηματικό ποίημα σε 569 στίχους του Αλεξάντερ Πούσκιν, που γράφτηκε το 1824 και δημοσιεύτηκε το 1827. [1]Είναι το τελευταίο από τα τέσσερα «Ποιήματα του Νότου» που ο Πούσκιν έγραψε κατά την εξορία του από το 1821 έως το 1826 στον νότο της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, θεωρείται το πιο ώριμο από αυτά κυρίως για την πρωτοτυπία και τα ψυχολογικά και ηθικά θέματα.[2]

Οι Τσιγγάνοι
Καταυλισμός Τσιγγάνων κοντά στο Αρινμπούρκ (1857)
ΣυγγραφέαςΑλεξάντρ Σεργκέγεβιτς Πούσκιν
ΤίτλοςЦыганы
ΓλώσσαΡωσικά
Ημερομηνία δημιουργίας1824
Ημερομηνία δημοσίευσης1827
Πολιτιστικό κίνημαρομαντισμός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το ποίημα αναφέρεται στον έρωτα μιας Τσιγγάνας με έναν αστό και παρουσιάζει την τραγική αδυναμία του πολιτισμένου ανθρώπου να απορρίψει τα συναισθήματα, τα πάθη και τις προκαταλήψεις του. Ο απογοητευμένος Βυρωνικός ήρωας δεν μπορεί να ενσωματωθεί ανάμεσα στους «ευγενείς αγρίους», αν και το επιθυμεί με πάθος. Περιλαμβάνονται χαρακτηριστικά θέματα του ρομαντισμού: εξωτισμός, έρωτας, προδοσία, εκδίκηση και θάνατος.[3]

Υπόθεση Επεξεργασία

Το ποίημα ξεκινά με μια ζωντανή περιγραφή των δραστηριοτήτων σε έναν καταυλισμό Τσιγγάνων που ζουν στην ελευθερία της στέπας στη Βεσσαραβία.[4]

Οι Τσιγγάνοι έχουν στήσει τις σκηνές τους για τη νύχτα στην όχθη ενός ποταμού. Κάτω από το χλωμό φεγγάρι, ανάβουν φωτιές, ετοιμάζουν φαγητό και τραγουδούν την ελευθερία της νομαδικής τους ζωής. Ένας ηλικιωμένος Τσιγγάνος περιμένει την κόρη του Ζεμφίρα να επιστρέψει στο σπίτι ενώ το δείπνο κρυώνει. Όταν φτάνει, του ανακοινώνει ότι έχει φέρει μαζί της έναν άντρα, τον Αλέκο, φυγά από την πόλη επειδή τον καταδιώκει ο νόμος.

Η Ζεμφίρα ρωτά τον Αλέκο αν του λείπει η πατρίδα του, αλλά εκείνος απαντά ότι η μόνη του επιθυμία είναι να περάσει τη ζωή του μαζί της σε εξορία. Ο γέρος τον προειδοποιεί ότι παρόλο που λέει ότι αγαπά τη ζωή των Τσιγγάνων, θα του λείψουν οι πολυτέλειες και είναι πιθανό να μη μείνει ικανοποιημένος μόνο με την ελευθερία. Έπειτα, αφηγείται έναν θρύλο για κάποιον που πέρασε πολλά χρόνια μαζί τους αλλά δεν έπαυσε ποτέ να ονειρεύεται την πατρίδα του όπου και ζήτησε να ταφεί.[5]

Για δύο χρόνια ο Αλέκο περιφέρεται στη στέπα μαζί με τους ελεύθερους τσιγγάνους και την αγαπημένη του. Τέλος, ένα ερωτικό τραγούδι της Ζεμφίρα και ένα προφητικό όνειρο τον κάνουν να αντιληφθεί την απιστία της. Για τη Ζεμφίρα, ο έρωτας είναι ελεύθερος και έχει ήδη βαρεθεί την κτητικότητα του Αλέκο, πλέον αγαπά έναν νεότερο Τσιγγάνο. Ο γέρος πατέρας του κοριτσιού συμβουλεύει τον Αλέκο να μην επεμβαίνει στην ευτυχία της, αναφέροντας ως παράδειγμα τη σχέση του με τη μητέρα της Ζεμφίρα, τη Μαριούλα, η οποία τον εγκατέλειψε για έναν άλλο άντρα, αφήνοντας πίσω τη Ζεμφίρα, την κόρη τους. Η επιθυμία του Αλέκο να παρέμβει στη φυσική εξέλιξη των γεγονότων και να προσπαθήσει να την ελέγξει είναι ξένη στα παιδιά των στεπών. Ο Αλέκο όμως επιμένει στα «δικαιώματα» του, ή τουλάχιστον στην ικανοποίηση της εκδίκησης.

Η Ζεμφίρα συναντά τον αγαπημένο της τη νύχτα και, τη στιγμή που χωρίζουν, ο Αλέκο τους πιάνει μαζί και, αγνοώντας τη συμβουλή του γέρου, τους σκοτώνει. Οι Τσιγγάνοι τον διώχνουν για πάντα από κοντά τους επειδή η αντίληψή του για το νόμο, την ελευθερία και την τάξη είναι διαφορετική από τη δική τους.[6]

Σχολιασμός Επεξεργασία

Το ποίημα πραγματεύεται την έννοια του «ευγενούς άγριου», μια ιδέα ιδιαίτερα δημοφιλή στη ρομαντική εποχή, που πρέσβευε ότι όσοι ζουν μακριά από τον πολιτισμό ζουν «σε αρμονία με τη φύση και μια πιο απλή, παιδική και ευλογημένη ζωή σε σχέση με τους αποξενωμένους και δυστυχισμένους ανθρώπους στις ευρωπαϊκές πόλεις» - το κάλεσμα του Ζαν-Ζακ Ρουσσώ για επιστροφή στη φύση.

Ωστόσο, η αποτυχία του Βυρωνικού ήρωα - ο Αλέκο είναι κουρασμένος από τον πολιτισμό που έχει απομακρυνθεί από την κοινωνία για να αποφύγει την τιμωρία για κάποιο έγκλημα - να ενσωματωθεί στους Τσιγγάνους και η συνεχής επιμονή του στα ηθικά πρότυπα της πόλης αμφισβητούν την ιδέα ότι η ευτυχία μπορεί να βρεθεί με την επιστροφή στη φύση. Το ποίημα κλείνει με μια ξεκάθαρη επίθεση στην ιδέα του ευγενούς άγριου: «Μα κι ανάμεσά σας, φτωχά παιδιά της φύσης, δεν υπάρχει ευτυχία! Ακόμη και κάτω από τις κουρελιασμένες σκηνές σας γεννιούνται επιθυμίες και όνειρα που σας καταπονούν».[7]

Το ποίημα αναπαράγει τη βασική σύγκρουση του Ο αιχμάλωτος του Καυκάσου (1821), με επιρροές από το μυθιστόρημα του Σατωμπριάν Αταλά (1801). Ανήκει στον κύκλο των «Βυρωνικών» ποιημάτων του Πούσκιν και είναι το τελευταίο και πιο ώριμο και εκλεπτυσμένο από τα «Ποιήματα του Νότου», που διαδραματίζονται σε εξωτικό και ανατολίτικο περιβάλλον σύμφωνα με τη βυρωνική παράδοση.

Σε όλο το ποίημα, ο Πούσκιν χρησιμοποιεί ζωντανές εικόνες και συμβολισμούς, ειδικά στις περιγραφές του για τη φύση και τον τρόπο ζωής των Τσιγγάνων, των οποίων ο πολιτισμός προβάλλεται ως σύμβολο απελευθέρωσης και αντίστασης ενάντια στα κοινωνικά πρότυπα. Η απεικόνιση των Τσιγγάνων ως ελεύθερων ανθρώπων και ασυμβίβαστων με τους παραδεκτούς κοινωνικούς κανόνες τονίζει τον αντισυμβατικό τρόπο ζωής τους.

Διασκευές Επεξεργασία

Το παθιασμένο τραγούδι της Ζεμφίρας ενθουσίασε τους συγχρόνους του Πούσκιν με τη ρυθμική του εκφραστικότητα. Μελοποιήθηκε από τους Αλεξέι Βερστόφσκι και Πιοτρ Ιλίτς Τσαϊκόφσκι και μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες.

Το 1892, ο Σεργκέι Ραχμάνινοφ έγραψε την πρώτη του όπερα, Αλέκο, βασισμένη στην υπόθεση του ποιήματος. Το ποίημα έχει εμπνεύσει τουλάχιστον 18 όπερες και πολλά μπαλέτα.[8]

Στην αστρονομία Επεξεργασία

Προς τιμήν της ηρωίδας του ποιήματος Ζεμφίρας ονομάστηκε ο αστεροειδής 1014 Σεμφύρα, που ανακαλύφθηκε στις 29 Ιανουαρίου 1924 από τον Καρλ Βίλελμ Ράινμουτ στη Χαϊδελβέργη, στην επέτειο των εκατό ετών από τη συγγραφή του ποιήματος.

Ελληνική μετάφραση Επεξεργασία

  • Οι Αθίγγανοι, σε συλλογή διηγημάτων του Πούσκιν. Μετάφραση: κ. Λύμπη, εκδόσεις Μαρή και Κοροντζή, 1943

Παραπομπές Επεξεργασία

  1. . «britannica.com/topic/The-Gypsies». 
  2. . «tmorris.utasites/The Gypsies». 
  3. . «jstor.org/Tragedy in the Balkans». 
  4. . «pushkins-poems.com/Gypsies». 
  5. Ο Αλέκο, με έκπληξη, αναγνωρίζει ότι αναφέρεται στον Ρωμαίο ποιητή Οβίδιο, ο οποίος κάποτε εκδιώχθηκε από την Αρχαία Ρώμη στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας (στους Τόμους (σημερινή Κωνστάντζα) το 8 μ.Χ.
  6. . «booksummary.net/the-gypsies-alexander-pushkin/». 
  7. . «peskiadmin.ru/en/tihii-vopl-s-cyganskoi-gory-aleksandr-pushkin-cygany-poema». 
  8. . «philsoperaworld.blog/sergei-rachmaninoff-aleko-1892».