Ρομαντισμός

περίοδος καλλιτεχνικής κίνησης

Ο Ρομαντισμός αποτελεί καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στη Δυτική Ευρώπη. Αναπτύχθηκε αρχικά στη Μεγάλη Βρετανία και τη Γερμανία, για να εξαπλωθεί αργότερα κυρίως στη Γαλλία και την Ισπανία. Καταρχάς αποτέλεσε λογοτεχνικό ρεύμα, ωστόσο επεκτάθηκε τόσο στις εικαστικές τέχνες όσο και στη μουσική.[1]

Ακολούθησε ιστορικά την περίοδο του διαφωτισμού και αντιτάχθηκε στην αριστοκρατία της εποχής. Συνδέθηκε μάλιστα ισχυρά, με τις ιδέες του Ζαν Ζακ Ρουσσώ. Κύριο χαρακτηριστικό του ρομαντισμού αποτελεί η έμφαση στην πρόκληση ισχυρής συγκίνησης μέσω της τέχνης καθώς και η μεγαλύτερη ελευθερία στη φόρμα, σε σχέση με τις περισσότερο κλασικές αντιλήψεις. Στον ρομαντισμό, κυρίαρχο στοιχείο είναι η έμφαση στο συναίσθημα όχι τόσο εναντίον της λογικής, όσο εναντίον της μονόπλευρης κυριαρχίας της λογικής.[2]

Ο Ρομαντισμός στη λογοτεχνίαΕπεξεργασία

 
Ο Χριστός υπό την προστασία αγγέλων, έργο του William Blake

ΑγγλίαΕπεξεργασία

Αν και στη λογοτεχνία τα ρομαντικά στοιχεία ήταν γνωστά πολύ νωρίτερα, πολλοί κριτικοί χρονολογούν σήμερα τον αγγλικό λογοτεχνικό ρομαντισμό από τη δημοσίευση των λυρικών έργων του Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ (William Wordsworth) και του έργου Λυρικές Μπαλάντες του Σάμουελ Τέηλορ Κόλεριτζ (1798). Ο Γουόρντσγουορθ σημειώνει στην εισαγωγή του, ότι η ποίηση προκύπτει από «την αυθόρμητη υπερχείλιση των ισχυρών συναισθημάτων». Από την άλλη πλευρά ο Κόλριτζ υπογράμμισε τη σημασία της φαντασίας του ποιητή και απέρριψε την εμμονή στους αυθαίρετους λογοτεχνικούς κανόνες της εποχής. Εκπρόσωποι του αγγλικού ρομαντισμού στην ποίηση είναι επίσης ο Λόρδος Βύρων, ο Πέρσι Σέλεϊ, ο Ρόμπερτ Μπερνς καθώς και ο Τζον Κητς (John Keats). Το ενδιαφέρον των ρομαντικών για τη μεσαιωνική περίοδο ως εποχή μυστηρίου και περιπέτειας καταδεικνύεται στα γοτθικά και ιστορικά μυθιστορήματα του Σερ Γουόλτερ Σκοτ. Ο αγγλικός ρομαντισμός στη λογοτεχνία περιλαμβάνει επιπλέον την ιδιαίτερη φυσιογνωμία του Ουίλλιαμ Μπλέηκ, ο οποίος ωστόσο δεν μπορεί εύκολα να συνδεθεί απόλυτα με τους υπόλοιπους ρομαντικούς λογοτέχνες. Τα ποιήματα και τα έργα ζωγραφικής του έχουν έντονα συμβολικό χαρακτήρα και εστιάζουν στην πνευματική πραγματικότητα που κρύβεται κάτω από τη φυσική πραγματικότητα.[3]

ΓερμανίαΕπεξεργασία

Κύριο άρθρο: Γερμανικός ρομαντισμός

Στη Γερμανία, η λογοτεχνική σχολή Sturm und Drang (ακριβής μφ. Καταιγίδα και ορμή), προετοίμασε το έδαφος για τον ρομαντισμό. Ο Φρήντριχ Σλέγκελ (Friedrich Schlegel), Γερμανός φιλόσοφος, συγγραφέας και από τους ιδρυτές του γερμανικού ρομαντισμού. χρησιμοποίησε τον όρο ρομαντισμός για να περιγράψει μια τάση στη λογοτεχνία που θα λειτουργούσε ως ο αντίθετος πόλος του κλασσικισμού. Επιπλέον, προσπάθησε να ενσωματώσει τις φιλοσοφικές ιδέες του Ιμμάνουελ Καντ στο ρομαντικό ιδεώδες, βασικό στοιχείο του οποίου είναι ο ιστορικός, προοδευτικός και καθολικός του χαρακτήρας ("progressive Universalpoesie", "progressive universal poetry"). Άλλοι σημαντικοί εκπρόσωποι του ρομαντισμού στη γερμανική λογοτεχνία και φιλοσοφία είναι ο Νοβάλις, ο Φρήντριχ Χαίλντερλιν, ο Φρήντριχ Σίλερ και ο Γκαίτε.[4]

ΓαλλίαΕπεξεργασία

Σημαντικότερη μορφή του γαλλικού ρομαντισμού υπήρξε ο Βίκτωρ Ουγκό, ο οποίος στην εισαγωγή των έργων του Cromwell (1828) και Hernani (1830) διακήρυξε την ελευθερία του καλλιτέχνη στην επιλογή του θέματός του αλλά και στον τρόπο με τον οποίο θα το αντιμετωπίσει. Βασικοί εκπρόσωποι θεωρούνται ακόμα οι Σατωμπριάν, Αλέξανδρος Δουμάς, Αλφόνς ντε Λαμαρτίν, Αλφρέ ντε Βινύ (Alfred de Vigny) και Αλφρέ ντε Μυσσέ (Alfred de Musset).[5]

Ο Ρομαντισμός στη μουσικήΕπεξεργασία

Κύριο λήμμα: Ρομαντική μουσική

Αν και ο ρομαντισμός ξεκίνησε ως λογοτεχνικό κίνημα, επηρέασε σημαντικά και τη μουσική. Η ρομαντική μουσική στοχεύει να προκαλέσει τη συγκίνηση και μια περισσότερο ονειρική ατμόσφαιρα. Προς το στόχο αυτό, σημαντικό ρόλο έπαιξε η αντικατάσταση του κλειδοκύμβαλου από το πιάνο, γεγονός που επέτρεψε στους μουσικούς της εποχής να εναλλάσσουν έντονα τις δυναμικές στην ερμηνεία τους. Αρκετά ακόμα όργανα τροποποιήθηκαν με τον ίδιο απώτερο σκοπό. Η ενορχήστρωση της ρομαντικής μουσικής είναι επίσης περισσότερο τολμηρή. Τα ώριμα έργα του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν μπορούν να θεωρηθούν ως η αρχή του μουσικού ρομαντισμού, σε αντιπαραβολή με τις πρώτες του δημιουργίες, που ακολουθούν το κλασσικό ύφος.[6]

Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της ρομαντικής περιόδου στη μουσική είναι:

Ο Ρομαντισμός στις εικαστικές τέχνεςΕπεξεργασία

Με τον όρο ρομαντισμό, χαρακτηρίζεται συνήθως, η περίοδος εκείνη της ιστορίας της τέχνης, που ξεκινάει από μερικά έργα του Γκρός και ιδιαίτερα από τη «Σχεδία της Μέδουσας» του Ζερικώ (1819), έχει σε ζωηρή πολεμική με τον νεοκλασικισμό, την πρώτη της σημαντική εκδήλωση το 1824 με την παρουσίαση στο παρισινό Σαλόν των πινάκων του Κόνσταμπλ και μερικών έργων του Ντελακρουά.[7] Το συναίσθημα, η φαντασία, ο λυρισμός αντιτίθενται στην λογική και στην πεζότητα. Το χρώμα είναι πλούσιο, το περίγραμμα αδυνατίζει, η σύνθεση γεμίζει κίνηση και ενέργεια και οι πινελιές είναι ελεύθερες. Οι έντονες και αντιθετικές κινήσεις, οι δραματικές φωτοσκιάσεις, είναι από τα κυριότερα χαρακτηριστικά της τέχνης αυτής και θυμίζουν σε μεγάλο βαθμό την τέχνη του μπαρόκ. Χαρακτηριστικό είναι το έργο των: Γκόγια (Ισπανία), Τέρνερ (Αγγλία), Ζερικώ και Ντελακρουά (Γαλλία), Φρίντριχ (Γερμανία).[8]

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

ΠαραπομπέςΕπεξεργασία

ΠηγέςΕπεξεργασία

  • Meyer H. Abrams, 1971. The Mirror and the Lamp : Romantic Theory and the Critical Tradition (Oxford University press)
  • Walter Friedlaender, 1952. David to Delacroix, (πρωτότυπο στα γερμανικά; επανέκδοση του 1980)
  • Fritz Novotny, 1971. Painting and Sculpture in Europe, 1780-1880
  • Marcel Brion, 1966. Art of the Romantic Era: Romanticism, Classicism, Realism (πρωτότυπο στα γαλλικά)
  • J. Barzun, 1944. Romanticism and the Modern Ego
  • Löwy, M. - Sayre, R.: Εξέγερση και μελαγχολία. Ο ρομαντισμός στους αντίποδες της νεοτερικότητας. Μετάφρ. Δ. Καββαδία. "Εναλλακτικές Εκδόσεις", Αθ. 1999.

Εξωτερικοί σύνδεσμοιΕπεξεργασία