Με τον όρο Μπαρόκ (Baroque) αναφερόμαστε είτε στην ιστορική περίοδο 1600 - 1750 που ακολούθησε την Αναγέννηση (ειδικότερα τον Μανιερισμό), είτε στο συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ύφος που διαμορφώθηκε την περίοδο αυτή. Το ύφος του Μπαρόκ αποτέλεσε ένα νέο τρόπο έκφρασης που γεννήθηκε στη Ρώμη της Ιταλίας, απ' όπου εξαπλώθηκε σχεδόν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Χαρακτηρίστηκε από ένα έντονο δραματικό και συναισθηματικό στοιχείο, ενώ εφαρμόστηκε κυρίως στην αρχιτεκτονική, τη γλυπτική και τη μουσική, αλλά συναντάται παράλληλα και στη λογοτεχνία ή τη ζωγραφική.[1]

Ο Άγιος Ματθαίος και ο Άγγελος, έργο του Καραβάτζιο, 295x195 εκ, 1602.

Σκοπός του μπαρόκ είναι πρωτίστως να εντυπωσιάσει καθώς και να εξυψώσει τον άνθρωπο μέσα από τα πάθη και τα συναισθήματά του. Σε αντίθεση με τις ιδεολογικές αρχές του ρομαντικού κινήματος, ο άνθρωπος δεν εκλαμβάνεται ως μονάδα αλλά ως μέρος ενός συνόλου. Στο μπαρόκ ύφος, σε συμφωνία με το φιλοσοφικό ρεύμα της εποχής, υπάρχουν έντονα τα στοιχεία του ορθολογισμού χωρίς όμως να αποκλείονται και οι συμβολισμοί. [2]Ο όρος μπαρόκ προέρχεται πιθανότατα από την πορτογαλική λέξη barocco, που σημαίνει το ακανόνιστο μαργαριτάρι και ως επίθετο δηλώνει γενικά την έννοια του ασυνήθιστου ή παράδοξου. Η επιτυχία του Μπαρόκ οφείλεται σε ένα μεγάλο βαθμό και στην στήριξη της Καθολικής εκκλησίας, η οποία χρησιμοποίησε την τεχνοτροπία του και το δραματικό του ύφος για την αναπαράσταση πολλών θρησκευτικών θεμάτων που προκαλούσαν την συναισθηματική συμμετοχή του θεατή. Επιπλέον, η αριστοκρατία της εποχής και η βασιλική εξουσία ευνοήθηκε από το επιβλητικό ύφος του μπαρόκ για την κατασκευή ανάλογων κτιρίων ή παλατιών που ενίσχυαν το κύρος της. Σε χώρες με έντονη παρουσία του προτεσταντικού κινήματος, όπως η Ολλανδία ή η Αγγλία, το μπαρόκ δεν κατάφερε να επικρατήσει.[3]

Χαρακτηριστικά γνωρίσματα Επεξεργασία

Σε αντίθεση με το αναγεννησιακό ύφος που βασίστηκε κυρίως στη λογική, το ύφος του μπαρόκ απευθύνεται περισσότερο στο συναίσθημα. Παράλληλα χαρακτηρίζεται σχεδόν σε όλες τις καλλιτεχνικές εκφάνσεις του από ένα αίσθημα δέους και μεγαλείου καθώς και μια υπερβολή στη διακόσμηση και την πολυτέλεια που αναδεικνύουν ένα επιβλητικό και πομπώδες ύφος. Τα κυριότερα μέσα που χρησιμοποίησε στις εικαστικές τέχνες είναι οι καμπύλες γραμμές, οι πολύπλοκοι διαπλεκόμενοι όγκοι, η αυστηρή ιεράρχηση των χώρων, η απόδοση της κίνησης, η εκμετάλλευση του φωτός και η δημιουργία έντονων αντιθέσεων είτε με τη μορφή εσοχών στην αρχιτεκτονική, είτε μέσω έντονων φωτοσκιάσεων στη ζωγραφική.[4]

Αρχιτεκτονική Επεξεργασία

Δείτε επίσης το κυρίως άρθρο: Μπαρόκ αρχιτεκτονική
 
Η Εκκλησία Σαν Κάρλο άλλε Κουάτρο Φοντάνε στη Ρώμη, έργο του Φραντσέσκο Μπορομίνι.

Η νέα μπαρόκ αρχιτεκτονική έκανε την εμφάνιση της στην Ιταλία και οι ιστορικοί προσδιορίζουν ως αφετηρία της το έργο του Κάρλο Μαντέρνο (1556-1603) στη Ρώμη και ειδικότερα στους ναούς της Αγίας Σουζάνας και του Αγίου Πέτρου. Πρόδρομοι της μπορούν να θεωρηθούν επίσης τα τελευταία αρχιτεκτονικά έργα του Μιχαήλ Άγγελου, όπως για παράδειγμα η Βασιλική του Αγίου Πέτρου. Με επίκεντρο την Ιταλία, ο ρυθμός μπαρόκ εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη καθώς και στην Λατινική Αμερική, κυρίως μέσω των Ιησουιτών. Οι ναοί, τα δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια, οι εσωτερικοί διάκοσμοι αλλά και οι δημόσιοι χώροι εν γένει, αποπνέουν την αίσθηση του εξωπραγματικού, πέρα από τις ανθρώπινες διαστάσεις και κατ' επέκταση την παντοδυναμία του θεϊκού αλλά και της εκκλησιαστικής (παπικής) εξουσίας.[5]

Ως τυπικά χαρακτηριστικά της μπαρόκ αρχιτεκτονικής μπορούμε να αναφέρουμε:

  • δραματική χρήση του φωτισμού με έντονες αντιθέσεις
  • υπερβολική χρήση διακοσμητικών στοιχείων συμπεριλαμβανομένων και μεμονωμένων γλυπτών στο εξωτερικό
  • μεγάλης κλίμακας διακοσμητικές αναπαραστάσεις στις οροφές των κτιρίων
  • έντονη σύνδεση της αρχιτεκτονικής με τη ζωγραφική
  • χρήση τεχνικών οπτικής "απάτης" (trompe l'oeil)
 
Αββαείο του Μελκ, δείγμα παλατιού μπαρόκ αισθητικής (Αυστρία).

Το βασικό αρχιτεκτονικό μπαρόκ σχήμα προβλέπει την ύπαρξη ενός κεντρικού και κυρίαρχου οικοδομήματος στο οποίο προστίθενται δύο πλάγιες πτέρυγες και παράλληλα εμπλουτίζεται από ένα χαμηλότερο προεξέχον κτίσμα. Η μπαρόκ αρχιτεκτονική συνδέεται ουσιαστικά με μία βαθύτερη αλλαγή στην αντίληψη γύρω από το ρόλο των δημόσιων κτιρίων. [6]Για τις πόλεις του 17ου αιώνα, το κτίριο εκλαμβάνεται ως μέρος ενός ευρύτερου συστήματος και όχι ως ένα απλό ανεξάρτητο οικοδομικό σύνολο. Κατά συνέπεια, οι δημόσιοι ελεύθεροι χώροι μεταξύ των κτισμάτων οφείλουν επίσης να σχεδιαστούν επιμελώς. Διαμορφώθηκαν έτσι δύο νέοι τύποι πλατείας, η κυκλική και η τετραγωνική. Επιπλέον οι δρόμοι οργανώνονται πιο διεξοδικά και συχνά αποτελούν επίσης αντικείμενα διακόσμησης. Ο Claude Mignot σε κατάλογο έκθεσης για την Μπαρόκ αρχιτεκτονική αναφέρει χαρακτηριστικά:

«Χώροι δοξαστικοί, χώροι θέασης και χώροι για τον ελεύθερο χρόνο δημιουργούν σημεία από τα οποία εξακτινώνονται οι αρτηρίες και τα οποία αναδομούν την πόλη η οποία αποκαλείται "μπαρόκ". Αναμνήσεις των εφήμερων αψίδων των βασιλικών εισόδων, οι πύλες της πόλης προσλαμβάνουν τη μορφή μόνιμων αψίδων θριάμβου (οι πύλες του Σεν Ντενί και του Σεν Μαρτέν στο Παρίσι, η πύλη ντι Πεϊρού στο Μονπελιέ), οι κρήνες καθίστανται μνημεία (η φοντάνα ντι Τρέβι στη Ρώμη), οι πλατείες εξισορροπούν τον χώρο για τη θέαση των όψεων των μεγάρων και των ναών, οι περίπατοι οργανώνονται στη θέση των οχυρώσεων και οι γέφυρες προβάλλονται ως εξώστες στους ποταμούς· τέλος, τα θέατρα, σημείο συνάντησης της πολεοδομίας του πρόσκαιρου εξωραϊσμού και της νέας πολεοδομίας του ελευθέρου χρόνου, ανεγείρονται στις δημόσιες πλατείες (Νάπολι)».

Σημαντικά δείγματα μπαρόκ αρχιτεκτονικής έχουμε εκτός από την Ιταλία, σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Αυστρία, η κεντρική Γερμανία και η Ρωσία.

Ανάμεσα στους σημαντικούς αρχιτέκτονες της εποχής μπορούμε να αναφέρουμε τους:

Μουσική Επεξεργασία

Δείτε επίσης το κυρίως άρθρο: Μπαρόκ μουσική
 
Γκεόργκ Φρήντριχ Χέντελ, 1733
 
Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ, 1748

Το μπαρόκ ύφος δεν επηρέασε μόνο τις εικαστικές τέχνες αλλά επηρέασε σε μέγιστο βαθμό και τη μουσική. Οι μεγαλύτερες κατακτήσεις της Μπαρόκ μουσικής περιλαμβάνουν την ανάπτυξη του λυρικού θεάτρου, του μουσικού είδους της όπερας και του ορατόριου.[7]

Βασικά χαρακτηριστικά της μπαρόκ μουσικής είναι:

  • οι μείζονες και ελάσσονες κλίμακες που αντικαθιστούν τους εκκλησιαστικούς τρόπους
  • η σταδιακή μετάβαση από την πολυφωνία του μεσαίωνα και της Αναγέννησης στην ομοφωνική γραφή, η οποία ολοκληρώνεται την εποχή του κλασικισμού
  • η εμφάνιση νέων μουσικών μορφών, όπως η όπερα και το ορατόριο, η μπαρόκ σουίτα, η τριο-σονάτα και τα κοντσέρτα γκρόσο ή σόλο (concerto grosso, concerto solo)
  • η εξέλιξη αρκετών μουσικών οργάνων και η εγκατάλειψη άλλων
  • το basso continuo (συνεχές μπάσο ή βάσιμο)

Η μπαρόκ μουσική είναι έντονα συνδεδεμένη και με το χορό. Ειδικότερα, ως τμήματα της μπαρόκ σουίτας, εντάσσονται πολλοί χοροί όπως η γκαβότ (gavotte) ή η μπουρέ (bourrée).

Σημαντικοί συνθέτες της μπαρόκ μουσικής θεωρούνται οι:

Ζωγραφική Επεξεργασία

 
Η γιορτή της Αφροδίτης, έργο του Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς, (1635)

Δείτε επίσης το κυρίως άρθρο: Μπαρόκ ζωγραφική

Ένας ορισμός της σημασίας του μπαρόκ στον κόσμο της ζωγραφικής παρέχεται από τους πίνακες που ετοίμασε ο Φλαμανδός ζωγράφος Πέτερ Πάουλ Ρούμπενς για την Μαρία των Μεδίκων στο Ανάκτορο του Λουξεμβούργου στο Παρίσι, στους οποίους ένας καθολικός ζωγράφος εκπλήρωνε τις εκφράσεις ενός επίσης καθολικού μαικήνα.[8][9]

Βιβλιογραφία Επεξεργασία

  • Heinrich Wölfflin, Renaissance and Baroque (1888)
  • Michael Kitson, The Age of Baroque (1966)
  • Rolf Toman (επίμ.), "Μπαρόκ, Αρχιτεκτονική - Γλυπτική - Ζωγραφική", Ελευθερουδάκης
  • Ζερμαίν Μπαζέν, "Μπαρόκ και Ροκοκό", Υποδομή

Δείτε επίσης Επεξεργασία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι Επεξεργασία

Παραπομπές Επεξεργασία